Τις βασικές γραμμές του σχεδίου της Κομισιόν για τα κράτη – μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης δημοσιεύει η Welt.
Σύμφωνα με το σχετικό δημοσίευμα, πανδημία και πόλεμος έχουν διογκώσει τα χρέη των χωρών του ευρώ. Στην εποχή του ισχυρού κράτους, σχεδόν κανένα έθνος δεν πληροί ακόμη τα κριτήρια του Μάαστριχτ. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θέλει να επαναπροσδιορίσει τη σχέση με τα κράτη – οφειλέτες. Το σχέδιο της μεταρρύθμισης είναι διαθέσιμο αποκλειστικά στη Welt.
«Τα εθνικά μεσοπρόθεσμα δημοσιονομικά διαρθρωτικά σχέδια, τα οποία συγκεντρώνουν τις δημοσιονομικές, μεταρρυθμιστικές και επενδυτικές δεσμεύσεις των επιμέρους κρατών – μελών εντός ενός κοινού πλαισίου της ΕΕ, θα αποτελέσουν τον ακρογωνιαίο λίθο του προτεινόμενου αναθεωρημένου πλαισίου», αναφέρει το έγγραφο της ανακοίνωσης.
Μια μεταρρύθμιση των κανόνων έχει ως στόχο να αποτρέψει σχεδόν όλες τις χώρες της νομισματικής ένωσης από το να παραβιάζουν τους κανόνες για το χρέος όταν τα προσωρινά ανασταλμένα κριτήρια του Μάαστριχτ τεθούν και πάλι σε ισχύ, όπως προβλέπεται στις αρχές του 2024.
Την Τετάρτη, ο επίτροπος Οικονομικών Υποθέσεων, Πάολο Τζεντιλόνι και ο αντιπρόεδρος της Επιτροπής, Βάλντις Ντομπρόφσκις, ο οποίος είναι αρμόδιος για τις οικονομικές υποθέσεις, θέλουν να παρουσιάσουν πώς οραματίζονται μια τέτοια μεταρρύθμιση των κανόνων για το χρέος. Οι λεπτομέρειες του εγγράφου ενδέχεται να αλλάξουν πριν από τη δημοσίευσή του, σύμφωνα με την Welt.
Τα κεντρικά σημεία της Συνθήκης του Μάαστριχτ θα παραμείνουν ανέγγιχτα: «Οι τιμές αναφοράς της Συνθήκης για δημοσιονομικό έλλειμμα 3% του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος (ΑΕΠ) και λόγου χρέους στο 60% του ΑΕΠ παραμένουν αμετάβλητες», αναφέρεται αμέσως στην αρχή των παρατηρήσεων. Δημοσιονομικά συντηρητικές χώρες όπως η Αυστρία και η Γερμανία είχαν επιμείνει σε αυτό.
«Τα κράτη μέλη θα υποβάλουν μεσοπρόθεσμα σχέδια που θα θέτουν δημοσιονομικούς στόχους ανά χώρα, καθώς και δεσμεύσεις για δημόσιες επενδύσεις και μεταρρυθμίσεις προτεραιότητας, οι οποίες μαζί θα διασφαλίζουν βιώσιμη και σταδιακή μείωση του χρέους, καθώς και βιώσιμη και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξη», αναφέρει το έγγραφο για τα σχέδια μείωσης του χρέους. Η Επιτροπή θέλει να δώσει στις υπερχρεωμένες χώρες περισσότερο χρόνο για να μειώσουν τα χρέη τους. Επιπλέον, οι χώρες πρόκειται να αποκτήσουν μεγαλύτερη αυτονομία στη μείωση του χρέους τους, αντί να αντιδρούν μόνο στους στόχους λιτότητας και στις διαδικασίες για το έλλειμμα από τις Βρυξέλλες.
Η αρχή προσανατολίζεται σε κάποιο βαθμό στο Ταμείο Ανάκαμψης από την πανδημία. Προκειμένου να λάβουν τα χρήματα από το πρόγραμμα των περίπου 800 δισεκατομμυρίων ευρώ, οι χώρες – μέλη έπρεπε επίσης να υποβάλουν σχέδια μεταρρυθμίσεων και επενδύσεων, τα οποία ανέπτυξαν σε λιγότερο ή περισσότερο στενό συντονισμό με την Επιτροπή.
Για τις χώρες με χρέος άνω του 60%, ωστόσο, η αυτονομία που προβλέπεται τώρα είναι περιορισμένη: Η Επιτροπή θα καθορίσει μια πορεία μείωσης του χρέους για τις χώρες αυτές για τουλάχιστον τέσσερα χρόνια. Για αυτούς, πρέπει επίσης να καθοριστεί μια πορεία μείωσης για τα επόμενα δέκα χρόνια. Στο σημείο αυτό, οι δημοσιονομικά συντηρητικοί Επίτροποι όπως ο Ντομπρόφσκις και ο Γιοχάνες Χαν έχουν προφανώς επικρατήσει στην Επιτροπή.
Η Επιτροπή θέλει να κάνει διάκριση ανάλογα με τον βαθμό υπερχρέωσης και χωρίζει τις χώρες σε τρεις ομάδες:
– Δημοσιονομικά μη προβληματικές χώρες με χρέη μικρότερα από το 60% του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος
– Χώρες με χρέη μεταξύ 60 και 90%
Ωστόσο, οι ενδιαφερόμενες κυβερνήσεις μπορούν να ζητήσουν να τους δοθεί περισσότερος χρόνος για τη μείωση του χρέους. «Τα κράτη – μέλη θα μπορούσαν να προτείνουν μια πιο σταδιακή πορεία προσαρμογής, υπό την προϋπόθεση ότι αυτή η πιο σταδιακή πορεία θα υποστηρίζεται από μια σειρά μεταρρυθμιστικών και επενδυτικών δεσμεύσεων προτεραιότητας», αναφέρει το έγγραφο της Επιτροπής. Κατ’ αρχήν, όμως, οι χώρες θα πρέπει να δεσμευτούν για την επίτευξη του στόχου να μην υπερβαίνει το τρία τοις εκατό του νέου χρέους ετησίως μεσοπρόθεσμα.
Η Επιτροπή και τα άλλα κράτη – μέλη πρέπει να συμφωνήσουν με τα εθνικά σχέδια με τις πορείες μείωσης του χρέους, τις μεταρρυθμίσεις και τις επενδύσεις. Μόλις συμφωνηθεί, το σχέδιο μπορεί να τροποποιηθεί το νωρίτερο μετά από τέσσερα χρόνια. «Οι συχνές αναθεωρήσεις θα υπονόμευαν την αξιοπιστία των σχεδίων ως άγκυρα για συνετές πολιτικές». Ωστόσο, θα πρέπει να είναι δυνατές οι εξαιρέσεις, σύμφωνα με το δημοσίευμα της Welt.
Αναγκαστική μεταρρύθμιση
Το έγγραφο της Επιτροπής δεν αποτελεί νομοθετική πρόταση, αλλά τη λεγόμενη κοινοποίηση. Με την πρότασή της, η Κομισιόν θέλει να παράσχει μία βάση για συζήτηση στα κράτη – μέλη. Μια συγκεκριμένη νομοθετική πρόταση θα ακολουθήσει μόνο όταν η συζήτηση μεταξύ των κρατών μελών προχωρήσει περαιτέρω – παρόλο που οι εθνικές κυβερνήσεις συζητούν ήδη το θέμα εδώ και δύο χρόνια.
Η ασυνήθιστα προσεκτική προσέγγιση έχει υπόβαθρο: η Κομισιόν έχει ήδη αποτύχει με μια πρόταση μεταρρύθμισης επειδή τα κράτη μέλη δεν μπορούσαν να συμφωνήσουν. Οι υπεύθυνοι της προφανώς θέλουν να αποφύγουν μια τέτοια «ήττα» αυτή τη φορά.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ήθελε να αναθεωρήσει τους κανόνες του Συμφώνου εδώ και αρκετό καιρό, επειδή το σύνολο τους έχει γίνει πολύ συγκεχυμένο τα τελευταία χρόνια και, σύμφωνα με πολλούς επικριτές, δεν λειτούργησε ποτέ σωστά.
Ωστόσο, η μόνιμη κατάσταση κρίσης τα τελευταία χρόνια και τα ακριβά προγράμματα βοήθειας σε εκείνη του κορονοϊού και την ενεργειακή έχουν καταστήσει την πρόθεση για μεταρρυθμίσεις σε καταναγκασμό, αναφέρει η Welt.
Την άνοιξη, η Επιτροπή της ΕΕ προέβλεψε ότι μόνο τρεις χώρες θα συμμορφώνονταν ακόμη και με τους δύο βασικούς κανόνες του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης, οποίοι βέβαια εξακολουθούν να βρίσκονται σε αναστολή μέχρι το τέλος του 2023. Συγκεκριμένα, μόνο η Ιρλανδία, η Ολλανδία και το Λουξεμβούργο θα πληρούσαν τα κριτήρια φέτος.
Πηγή : https://www.capital.gr