Δυστυχώς, το χρόνιο εργασιακό στρες δεν είναι καθόλου ασυνήθιστο φαινόμενο. Περίπου μισό εκατομμύριο άνθρωποι στην Βρετανία που υποφέρουν από το εργασιακό στρες, μπορεί να καταρρεύσουν ψυχολογικά χωρίς καμία προειδοποίηση. Αλλά τι ακριβώς είναι αυτή η «κατάσταση εξάντλησης» και πώς μπορεί να επανέλθει κανείς;

Οι συνθήκες εργασίας των εργαζομένων μπορεί να έχουν βελτιωθεί σε σχέση με αυτές που επικρατούσαν αρκετά χρόνια πριν, τουλάχιστον στις ανεπτυγμένες χώρες, ωστόσο η εργασία συνεχίζει να επιδρά αρνητικά στην ψυχική και σωματική μας υγεία. Οι υψηλές απαιτήσεις, οι συνεχείς αναθέσεις ευθυνών, ο ανταγωνισμός, ο φόρτος εργασίας, τα εξαντλητικά ωράρια, η αυταρχική σε κάποιες περιπτώσεις διοίκηση, οι χαμηλές απολαβές μπορεί να οδηγήσουν στο σύνδρομο burnout.

Με τον όρο burnout εννοούμε μια εμπειρία μακροχρόνιας σωματικής, συναισθηματικής και πνευματικής εξάντλησης η οποία προκαλείται από υπερβολικό και χρόνιο στρες. Εάν το στρες συνδέεται με την εργασία σας, η εξουθένωση που μπορεί να αισθάνεστε ίσως συνδυάζεται και με αμφιβολίες σχετικά με τις ικανότητα σας ή σχετικά με την αξία της εργασίας σας.

Το burnout σταδιακά επιδρά στην παραγωγικότητα και σας στερεί όποια ενεργητικότητα και καλή διάθεση προϋπήρχε, γεννώντας την αίσθηση «ότι δεν έχετε πλέον κάτι άλλο να προσφέρετε». Η κλινική ψυχολόγος Ρέιτσελ Άντριου διαπιστώνει ότι τα συμπτώματα που σχετίζονται με το burnout αυξάνονται όλο και περισσότερο τα τελευταία χρόνια.  «Τα περiσσότερα περιστατικά τα βλέπω τα τελευταία 15 χρόνια και έχει παρατηρήσει ότι η πλειοψηφία των ασθενών είναι άνδρες», τόνισε στον Guardian.

Διαβάστε ακόμα: «Πώς να αντιμετωπίσετε την επαγγελματική εξουθένωση: έξι στρατηγικές για να βελτιώσετε τη σχέση σας με την εργασία» των Michael P. Leiter και Cristia Maslach

Συμπτώματα

  • Σωματικά: Εξάντληση, πονοκέφαλος, πεπτικές διαταραχές, δυσκολίες ύπνου (υπνηλία, αϋπνία), υπερένταση, γρήγορη αναπνοή, μυοσκελετικοί πόνοι, απώλεια της λίμπιντο, διαταραχές της όρεξης (ανορεξία ή αυξημένη όρεξη).
  • Ψυχολογικά: Εκνευρισμός, ανορεξία, αίσθημα ανησυχίας, ευσυγκινησία, ενοχές, αδράνεια, θλίψη, ευερεθιστότητα, στρες, αρνητική διάθεση, χαμηλή αυτοεκτίμηση.
  • Συμπεριφοράς: Αδυναμία συγκέντρωσης, κυκλοθυμία, αδυναμία ολοκλήρωσης μιας δουλειάς

Το burnout χαρακτηρίζεται από την Παγκόσμια Οργάνωση Υγείας ως μια «κατάσταση ζωτικής εξάντλησης» και παρόλο που διαταράσσει την ψυχική μας υγεία, δεν θεωρείται ψυχική ασθένεια, αλλά μορφή χρόνιου εργασιακού στρες.

Στις πιο ακραίες περιπτώσεις, υπάρχουν άνθρωποι που καταλήγουν στο νοσοκομείο από την σωματική και ψυχολογική κούραση, αλλά οι περισσότεροι εμφανίζουν σημάδια άγχους, μειωμένης διάθεσης και ένα αίσθημα αποσύνδεσης από την καθημερινή ζωή.

Στο ICD-11, που πρόκειται να δημοσιευθεί φέτος, η κατάσταση περιγράφεται ως «όχι ένα μεμονωμένο γεγονός, αλλά μια συνεχόμενη κατάσταση κατά την οποία το καθημερινό άγχος και στρες υπονομεύουν βαθμιαία την ψυχική και σωματική υγεία του ατόμου». Αυτό ακριβώς το καθιστά τόσο ύπουλο, καθώς οι ασθενείς δεν αντιλαμβάνονται εύκολα τα συμπτώματα και τις επιπτώσεις που έχει στη ζωές τους.

«Όταν πήρα προαγωγή στην καινούρια θέση μου άρεσε που ξενυχτούσα στο γραφείο, ενώ όλοι οι υπόλοιποι είχαν φύγει. Αλλά, δύο χρόνια αργότερα κατάλαβα τη ζημιά που είχα κάνει στον εαυτό μου. Σίγουρα δεν ήμουν ευτυχισμένος. Άρχισα να πίνω κάθε μέρα και να μην ασχολούμαι καθόλου με το γάμο μου. Ήμουν τόσο ευερέθιστος και οξύθυμος που η γυναίκα μου φοβόταν να μου μιλήσει. Πραγματικά υπέφερε για πολύ καιρό», αναφέρει ο Άνταμ που έπαθε burnout τον περασμένο χρόνο.

Από τη μεριά της μια άλλη παθούσα, η Κοξ ανέφερε στον Guardian ότι δικά της προβλήματα ξεκίνησαν όταν προσέλαβαν κάποια άπειρα άτομα στη δουλειά της και αισθάνθηκε ότι έπρεπε να τα βοηθήσει με τις δουλειές τους καθώς και να κάνει τη δική της. Παράλληλα, έπρεπε να φροντίζει την άρρωστη μητέρα της και ένιωθε ότι δεν μπορεί να καταφέρει τίποτα από τα δύο. «Δεν ήταν οι ώρες που ξόδευα, αλλά η φύση της δουλειάς. Κάθε Κυριακή, είχα αυτή την αίσθηση φόβου ότι την επόμενη μέρα θα έπρεπε ξεκινήσω πάλι από την αρχή. Έβαλα βάρος, ξυπνούσα εξαντλημένη και αισθανόμουν κάθε μέρα μεγάλη ατονία. Το μόνο που έκανα ήταν να καλύπτω τα προβλήματα που προκλήθηκαν από την πίεση που ένιωθα στην εργασία, χωρίς να αντιμετωπίζω το πρόβλημα», λέει.

Τι ευθύνεται για το burnout

Η Άντριου αντιλαμβάνεται το burnout ως άμυνα του οργανισμού ενάντια στην αβάσταχτη πίεση και το άγχος. «Είναι ουσιαστικά ο μόνος τρόπος με τον οποίο το μυαλό και το σώμα μπορούν να κρατήσουν ασφαλή τον οργανισμό και τον προστατεύσουν όταν δεν υπάρχουν άλλες διαθέσιμες επιλογές. Αλλά δεν είναι μια συνειδητή απόφαση, αφού συμβαίνει χωρίς να το καταλαβαίνουμε και να το επιλέγουμε».

Οι εμπειρογνώμονες υποστηρίζουν ότι πρέπει να σκεφτούμε το burnout σαν συμπτώματα μιας προβληματικής οργάνωσης και όχι σαν ασθένεια. Για αυτόν το λόγο υπάρχουν σύμβουλοι που εργάζονται πάνω στον εταιρικό τομέα. Ο Robyn Vesey, σύμβουλος της Tavistock Consulting, τονίζει ότι το ζήτημα της ευθύνης είναι σύμπτωμα ενός προβληματικού χώρου εργασίας. «Η κακομεταχείριση είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα του προβλήματος. Μπορεί να υπάρχει μια ατμόσφαιρα και ένα σύστημα που υποστηρίζει τη συνεργασία, μοιράζοντας το άγχος της ομάδας και δημιουργώντας μια αίσθηση κοινού ενδιαφέροντος και υγιούς αλληλεπίδρασης ή μπορεί να υπάρξει ένα κακό κλίμα στη δουλειά όπου να δημιουργούνται ενοχές σε συγκεκρμένα άτομα και να τους δίνονται ευθύνες με αποτέλεσμα να μην μπορούν να ανταπεξέλθουν».

Πέρα από τον εργασιακό χώρο, ζούμε σε μια εποχή που η ίδια η κοινωνία φαίνεται να πυροδοτεί το πρόβλημα. Άγχος, αβεβαιότητα, αυξανόμενη φτώχεια και οικονομικά προβλήματα φέρνουν τον κόσμο στα άκρα. «Το burnout μπορεί να θεωρηθεί και ασθένεια της εποχής μας, καθώς οι περικοπές στις υπηρεσίες δυσκολεύουν τους ανθρώπους να αντιμετωπίσουν την κατάσταση», αναφέρει η Άντριου.

Ωστόσο, υπάρχουν ορισμένοι παράγοντες που θα μπορούσαν να προστατεύουν ένα χώρο εργασίας, σύμφωνα με τους ειδικούς. Μια εταιρία πρέπει να ξέρει τους στόχους της, να σέβεται τους εργαζομένους της και να μοιράζει σωστά τις δουλειές. Χωρίς αυτά οι εργαζόμενοι της είναι πιο ευάλωτοι. Η απόδοση πρέπει να παίζει πρωταρχικό ρόλο, αλλά υπάρχουν πράγματα που μπορούν να κάνουν οι διαχειριστές για να υποστηρίξουν το προσωπικό τους, όπως η δημιουργία ενός περιβάλλοντος όπου οι άνθρωποι θα μπορούν να μιλήσουν για το συμβαίνει στον οργανισμό.

Όταν η Κοξ διαγνώστηκε με burnout πήρε 10 μήνες άδεια. Ακολούθησε μια περίοδος ψυχοθεραπείας, κατά την οποία ο ψυχολόγος τη βοήθησε να ξεπεράσει τη θλίψη της, να τη βοηθήσει να καταλάβει ότι δεν είχε αποτύχει και σταδιακά να την κάνει να βρει ξανά τον εαυτό της.

Ο Αδάμ έφυγε από την εταιρία για δύο μήνες με την προϋπόθεση ότι θα επιστρέψει σταδιακά στην εργασία του αλλά σε κάποιον ρόλο με λιγότερες αρμοδιότητες. Πήρε φαρμακευτική αγωγή για δύο μήνες και προσπάθησε να περάσει περισσότερο χρόνο με την οικογένεια του. «Κοιτάζοντας πίσω, συνειδητοποιώ ότι θα έπρεπε να βασίζομαι περισσότερο στους συναδέλφους μου και να αποδέχομαι το γεγονός ότι δεν είμαι ο Σούπερμαν». Έχει σκεφτεί πώς να προστατεύσει τον εαυτό του στο μέλλον, παρατηρώντας  τα προειδοποιητικά σημάδια. Παράλληλα, έχει αφαιρέσει όλους τους φορτιστές τηλεφώνου από το υπνοδωμάτιο, ώστε να μην μπορεί να ελέγξει το ηλεκτρονικό ταχυδρομείο του στη μέση της νύχτας.

Αντιμετώπιση

Σύμφωνα με τους ειδικούς, είναι πολύ σημαντικό ο οργανισμός να ξεκουραστεί. Αφού το σώμα και το μυαλό προειδοποιούν ότι πρέπει να σταματήσουμε, οφείλουμε να τα ακούσουμε. Αν επιστρέψουμε στη δουλειά χωρίς την απαραίτητη ξεκούραση είναι πολύ πιθανό να εμφανίσουμε τα ίδια συμπτώματα σε σύντομο χρονικό διάστημα. Και δεν είναι εύκολη η μετάβαση, καθώς θέλει συνεχή προσπάθεια και υπομονή.

Για να μπορέσουμε να αντιμετωπίσουμε το burnout πρέπει να μάθουμε να δεχόμαστε και την αποτυχία ή έστω το γεγονός ότι δεν μπορούμε να είμαστε σε όλα τέλειοι ή όσο τέλειοι νομίζαμε, να μάθουμε να ζητάμε βοήθεια και να μοιραζόμαστε την εργασία και τις υποχρεώσεις και να οργανώνουμε καλύτερα το χρόνο εργασίας (ώστε να μένει και χρόνος για εμάς). Παράλληλα, είναι σημαντικό να  αρχίσουμε να λέμε «όχι» και να εκφράζουμε τα συναισθήματά μας στους σωστούς αποδέκτες και να δίνουμε προτεραιότητα στον εαυτό μας και στις ανάγκες του (εκμάθηση τεχνικών χαλάρωσης, καλύτερη διαχείριση του άγχους, σωματική άσκηση).

Η υποστήριξη των συναδέλφων στο επαγγελματικό χώρο παίζει πολύ σημαντικό ρόλο. «Μπορούμε όλοι να παρατηρήσουμε αν κάποιος αγωνίζεται και να του προσφέρουμε την κατάλληλη υποστήριξη αν δούμε ότι δεν είναι καλά. Είναι ένα από αυτά τα ‘κρυφά’ πράγματα στο χώρο εργασίας, όταν οι άνθρωποι υποφέρουν από άγχος και πίεση και ντρέπονται να μιλάνε γι’ αυτό επειδή το θεωρούν σημάδι αδυναμίας. Αλλά εμείς πρέπει να είμαστε εκεί για να τους βοηθήσουμε.», λέει η Κοξ.

Via : tvxs.gr