Του Νίκου Κοτζιά
Το ελληνικό κράτος δεν είναι μεγαλύτερο από τον μέσο όρο μεγέθους των κρατών στην Ε.Ε. όπως υποστηρίζει με μεγάλη ευκολία η κυρίαρχη ιδεολογία προκειμένου να ανοίξει τον ταξικό πόλεμο από τα πάνω στην εποχή των Μνημονίων και να συρρικνώσει τις αναπτυξιακές και κοινωνικές λειτουργίες του ελληνικού κράτους. Στην πραγματικότητα, το ελληνικό κράτος δεν ήταν μεγάλο, αλλά ασύμμετρο: υπεραυξημένοι οι μηχανισμοί παλιού τύπου που αντιστοιχούσαν σε μια πολιτική ρουσφετιών και καταστολής, υποανάπτυκτοι εκείνοι οι μηχανισμοί που διευκολύνουν έναν δημοκρατικό εκσυγχρονισμό.
Το ελληνικό κράτος ήταν και είναι κράτος που προτιμούσε να υλοποιεί πολιτικές «έκτακτων αναγκών» και σύγκρουσης από τα πάνω, παρά συναίνεσης. Δεν είναι τυχαίο, επί παραδείγματι, ότι όταν ο κόσμος άλλαζε το 1989-1991, οι τότε κυβερνήσεις προγραμμάτισαν την πρόσληψη αγροφυλάκων και όχι σινολόγων ή τουρκολόγων που ήταν η απαίτηση «της στιγμής». Ανάλογα, οι τριτοβάθμιες σχολές που φτιάχτηκαν τα τελευταία 25 χρόνια παρήγαγαν πολλούς λογιστές και πολιτειολόγους πάσης κατηγορίας για τη δημόσια διοίκηση, αλλά καθόλου ειδικούς για νανοτεχνολογία ή ρομποτική. Επρόκειτο για σχολές μικρού κόστους, χωρίς προσανατολισμό στην ανάπτυξη της χώρας σε εποχή μεγάλων τεχνολογικών αλλαγών.
Διττή προσαρμογή του κράτους στο Μνημόνιο
Σήμερα, το ασύμμετρο ελληνικό κράτος είναι προσαρμοσμένο στην υλοποίηση των πολιτικών του Μνημονίου με διττό τρόπο:
α) Το ίδιο μετασχηματίζεται όλο και περισσότερο σε όχημα αυταρχικής υλοποίησης πολιτικών μονόπλευρης λιτότητας. Όχι μόνο μέσω των χημικών βομβαρδισμών, της ενίσχυσης των ΜΑΤ και του εκφοβιστικού λόγου. Αλλά και με την ολική υιοθέτηση μιας αυταρχικής λογικής. Επί παραδείγματι, οι εφορίες όλο και περισσότερο έχουν ως καθήκον την επιβολή τιμωρίας, παρά τη λειτουργία μηχανισμών διακανονισμών για τη συλλογή φόρων. Ανάλογα, αποδιοργανώνονται οι δημόσιες κοινωνικές λειτουργίες αναπαραγωγής της εργατικής δύναμης, όπως η υγεία και η παιδεία.
β) Το ίδιο το κράτος εφαρμόζει στο εσωτερικό του πολιτικές αυταρχισμού, όπως είναι η διαθεσιμότητα, οι αντισυνταγματικές απολύσεις, καθώς και η προώθηση σκληρών πελατειακών σχέσεων όπου το ζητούμενο δεν είναι πια μια «κάποια τακτοποίηση ενός συγγενή», αλλά η ίδια η επιβίωση των υπαλλήλων και των οικογενειών τους.
Οι κυρίαρχες δυνάμεις που ηγεμονεύουν στους κρατικούς μηχανισμούς συναντάνε πολλαπλές αντιστάσεις τόσο στην κοινωνία, όσο και στο εσωτερικό του ίδιου του κράτους. Οι ιδέες και τα «οράματά» των μνημονιακών δεν βρίσκουν ανταπόκριση όχι μόνο στη νεολαία, αλλά ακόμα και στους ίδιους τους παλιούς ψηφοφόρους τους.
Εξαιτίας αυτών των προβλημάτων, επιδιώκεται η αλληλοτροφοδότηση των δημόσιων ιδεολογικών μηχανισμών με τους κατασταλτικούς σε μια από κοινού αντιπαράθεση με τις λαϊκές ανάγκες και κινητοποιήσεις. Σε αυτό το πλαίσιο, ο κρατικός πολιτικός λόγος (από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας μέχρι τα δημόσια ΜΜΕ) επιδιώκει α) να χρεώσει τα αποτελέσματα της πολιτικής που ακολούθησαν οι δυνάμεις που διεύθυναν τη χώρα από το 1974 μέχρι σήμερα, όπως και τις δυσλειτουργίες του Δημοσίου, στην ίδια την κοινωνία, ακόμα και στην Αριστερά, προκειμένου να απαλλάξει το Σύστημα Παρακμής από τις ευθύνες του, και β) στον βαθμό που δεν πετύχαινε αυτό, να εμφανίσει το σύνολο της πολιτικής ως μια περιοχή στην οποία δεν έχει νόημα η συμμετοχή. Τέλος, γ) αν δεν γίνεται δυνατό να υλοποιηθούν τα προηγούμενα, τότε τίθενται σε δράση οι κατασταλτικοί μηχανισμοί.
Το κράτος ως οργανωτής και ιμάντας αλλαγής συσχετισμού ισχύος
Προκειμένου οι δυνάμεις του Συστήματος Παρακμής να αποφύγουν να πληρώσουν τις εγκληματικές επιλογές τους όλα αυτά τα χρόνια, επεδίωξαν να αλλάξουν τον εσωτερικό πολιτικό συσχετισμό ισχύος, προστρέχοντας στον ξένο παράγοντα και θέτοντας το κράτος στην υπηρεσία του συστήματος εποπτείας της χώρας. Στόχος τους ήταν και είναι να περισώσουν την ισχύ και εξουσία τους έναντι της ελληνικής κοινωνίας. Μέσα από αυτή την συμμαχία, που οργανώθηκε στις κορυφές του κράτους, καθώς και τη διεθνή επιτροπεία, άλλαξαν πράγματι οι συσχετισμοί στη χώρα. Το λαϊκό κίνημα και οι πολίτες βρίσκονται αντιμέτωποι με ένα πολύ ισχυρότερο συγκρότημα δυνάμεων από ό,τι εάν είχαν να αντιμετωπίσουν «μόνο» τον εσωτερικό παράγοντα.
Το ελληνικό κράτος έχει γίνει σήμερα φορέας και ιμάντας των αποφάσεων που λαμβάνονται από τρίτα κέντρα, όπως της ανώτατης γραφειοκρατίας των Βρυξελλών, του Βερολίνου και των εκπροσώπων των διεθνών χρηματοπιστωτικών αγορών και κεφαλαίων (μια τριάδα που έχω χαρακτηρίσει ως «Το Ευρωπαϊκό Αυτοκρατορικό Τρίγωνο»). Ταυτόχρονα λειτουργεί ως οργανωτής αυτής της ασύμμετρης συμμαχίας της ελληνικής ολιγαρχίας με τον ξένο παράγοντα, με τον δεύτερο να έχει σε αυτή τη φάση αυξημένο ρόλο.
Απαιτήσεις προς την Αριστερά
Στις νέες συνθήκες, πολλαπλασιάζονται οι απαιτήσεις για αναβάθμιση του λόγου και της πράξης της δημοκρατικής – πατριωτικής Αριστεράς για ένα μεγάλο ενωτικό μέτωπο σωτηρίας του τόπου. Ο λαός απέναντί του δεν έχει μόνο τις ανίκανες εσωτερικές δυνάμεις. Έχει, επίσης, εισηγμένη ισχύ από το διεθνές περιβάλλον (δανειστές / αγορές και συντηρητικές δυνάμεις στην ηγεσία της Γερμανίας και των μηχανισμών της Ε.Ε.) στην οποία παραδόθηκαν περιοχές της κρατικής εξουσίας.
Η Αριστερά, στην πολιτική που χαράζει, οφείλει να λάβει υπόψη της αυτό το αντίπαλο μέτωπο δυνάμεων και τις αλλαγές που διαδραματίζονται ως προς στο κράτος. Να λάβει υπόψη της, επίσης, και την προκαλούμενη από το κράτος αυξανόμενη γραφειοκρατικοποίηση της ελληνικής κοινωνίας, την οποία αναλύω σε επόμενο άρθρο μου.
Via : www.avgi.gr