του Τάου Τέλλογλου
Μερικοί μεγάλοι επιχειρηματίες έχουν την εντύπωση ότι ενώ ο δανειολήπτης της γωνίας θα χάσει το ακίνητό του εκείνοι θα μπορούσαν να κρατήσουν τις επιχειρήσεις, ακόμα και αν δεν βγάζουν χρήματα, επειδή γνωρίζουν τους κατάλληλους ανθρώπους. Αυτή είναι με μία φράση η ουσία του «έργου» που παρακολουθούμε τις τρεις τελευταίες εβδομάδες και που έχει τιτλοφορηθεί «Οι κακοί ξένοι που θέλουν να πάρουν τις ελληνικές επιχειρήσεις».
Με ιδιαίτερη έμφαση το «επιχείρημα» χρησιμοποιείται για εκδοτικές επιχειρήσεις εκείνες που κατ’ εξοχήν ουδείς νοήμων ξένος θέλει να πάρει (δεν ήθελε ούτε τον καλό καιρό). Οι λογαριασμοί είναι πολύ εύγλωττοι. Μία μεγάλη σε κυκλοφορία εφημερίδα «βγάζει» καθημερινά, αν αφαιρεθούν τα έξοδα διανομής κλπ, μερικές δεκάδες χιλιάδες ευρώ. Διαφήμιση δεν έχει. Είναι φορτωμένη με δάνεια και παλιές υποχρεώσεις. Είναι στημένη για να χάνει. Είναι μια μικρογραφία του ελληνικού κράτους και της εν γένει ελληνικής επιχειρηματικότητας όπου η επιχείρηση σαν αφηρημένη ιδέα κατά πάντα χάνει σε βάρος εκείνων που τη διοικούν.
Καθώς το διπλό κούρεμα ακολουθούν χιλιάδες αναδιαρθρώσεις δανείων ιδιωτών –και επιχειρήσεων –ορισμένοι και στο χώρο του τύπου σκέφτονται ότι θα μπορούσαν να φορτώσουν τις ζημιές σε οχήματα αντίστοιχα με εκείνα των κακών τραπεζών και να αναλάβει τα χρέη το κοινωνικό σύνολο και να τραβήξουν «προς τη δόξα» με νέες καθαρές παλαιών βαρών επιχειρήσεις. Κάτι τέτοιο είναι πολύ αμφίβολο να το δεχθεί η κοινωνία για επιχειρήσεις εκτός των τραπεζών που έχουν τον ειδικό ρόλο στην κοινωνία που ζούμε αποτελώντας ένα είδος κυκλοφορικού συστήματος και όντας συνδεδεμένες με το υπερεθνικό τραπεζικό σύστημα.
Για τις άλλες επιχειρήσεις –και για τις εκδοτικές – δεν ισχύει αυτό. Γι’ αυτό κυβέρνηση και αντιπολίτευση – ο Αλέξης Τσίπρας το ξεκαθάρισε προχθές στη Βουλή μάλιστα – δεν πρόκειται να δεχθούν τέτοια σχήματα όσο και αν πιεστούν πολιτικά. Πολύ περισσότερο που όσοι τα προτείνουν δεν έχουν ένα βιώσιμο μοντέλο επιχειρείν για το πώς θα βγάλουν χρήματα στο μέλλον, πώς δηλαδή θα καταστήσουν τις επιχειρήσεις τους βιώσιμες. Για αυτό και φωνάζουν πιο πολύ από τις τράπεζες που κατά τα άλλα πιέζουν με κάθε τρόπο για να τους δανείσουν. Όταν όμως αρνείσαι ένα δάνειο σε μια βιομηχανία π.χ. που διακινεί γιαούρτι σε ολόκληρο τον κόσμο, δεν είναι δυνατόν να το χορηγείς σε μια εφημερίδα που δεν έχει έσοδα. Διότι τότε βάζεις ανάποδα τις προτεραιότητες μιας κοινωνίας.
«Αν ισχύσουν τα τραπεζικά κριτήρια όπως προτείνεις, δεν θα μείνει τίποτα» μου είπε την εβδομάδα που πέρασε ένας καλός συνάδελφος. Ε, και λοιπόν; Δεν θα υπάρχει η ανάγκη έντυπων μέσων ενημέρωσης. Και αν υπάρχει δεν θα είναι δυνατόν να δημιουργηθούν καινούργια;
Via : www.protagon.gr