Κινδύνευσε δύο φορές με απέλαση, όμως οι καθηγητές του και η τοπική κοινωνία της Σάμου τον βοήθησαν να παραμείνει στο νησί – Ο ίδιος εξομολογείται στην «Κ» την ιστορία του.
Ενα 24ώρο πριν από την επίσημη έναρξη των Πανελλαδικών εξετάσεων, ο 19χρονος Σισσέ Βάφινγκ, από τη Γουινέα, μαθητής στο Γενικό Πυθαγόρειο Λύκειο Σάμου, ομολογεί πως έχει πολύ άγχος. Για τον ίδιο, ο στόχος να περάσει στη σχολή που ονειρεύεται -το μεταφραστικό τμήμα στην Κέρκυρα- έρχεται ως άλλη μια δύσκολη πρόκληση, από τις πολλές που έπρεπε να αντιμετωπίσει από τότε που έφτασε στη χώρα μας.
Οι καθηγητές τού απάντησαν με τον ίδιο τρόπο: «Αγόρι μας, ήταν τιμή μας που υπήρξες μαθητής μας και συμμαθητής με τα υπόλοιπα παιδιά μας. Τώρα που ήρθε ο καιρός να ανοίξεις ξανά αυτά τα υπέροχα μαύρα σου φτερά, ελπίζουμε ότι κάναμε ό,τι μπορούσαμε για να σε δυναμώσουμε και να σου χαρίσουμε όλα όσα είναι απαραίτητα για να συνεχίσεις τη ζωή σου».
Λίγο πριν ριχτεί στη μάχη των εξετάσεων, ο Σισσέ ξέκλεψε λίγο χρόνο για να διηγηθεί στην «Κ» την ιστορία του.
Ο δύσκολος δρόμος για την Ελλάδα
Το ταξίδι του προς τη χώρα μας ξεκίνησε το 2019. «Εκείνη τη χρονιά, οι γονείς μου, που ήταν άρρωστοι, έφυγαν από τη ζωή. Εμεινα μόνος στη Γουινέα. Η κατάσταση στη χώρα είχε αρχίσει να γίνεται επικίνδυνη και φαινόταν. Εναν χρόνο αφότου έφυγα, έγινε και το πραξικόπημα», περιγράφει.
«Αναγκάστηκα να σταματήσω το σχολείο. Επρεπε να φύγω», εξηγεί για την απόφασή του να μπει σε ένα αεροπλάνο με προορισμό το Ιράν. Στην Ελλάδα έφτασε στις αρχές του 2020. «Από το Ιράν πήγα με τα πόδια στην Τουρκία και από εκεί με βάρκα στη Σάμο. Αυτό ήταν το πιο δύσκολο κομμάτι. Ημασταν 30 άτομα στη βάρκα, ήταν νύχτα και εγώ δεν ήξερα κολύμπι. Φοβόμουν πολύ, ήταν η πρώτη μου επαφή με τη θάλασσα».
Από το καμπ στην Α’ Λυκείου εν μέσω πανδημίας
Από τη στιγμή που μπήκε στην Ελλάδα ως ασυνόδευτος ανήλικος, ο Σισσέ έμεινε για έξι μήνες στο Κέντρο Υποδοχής και Ταυτοποίησης στο Βαθύ της Σάμου. Εκεί, με τη βοήθεια ανθρώπων από μια ΜΚΟ, έμαθε το ελληνικό αλφάβητο, ενώ ο πρωταρχικός στόχος για τον οποίο εγκατέλειψε τη Γουινέα, να πάει δηλαδή σχολείο, γυρνούσε διαρκώς στο μυαλό του.
«Ελεγα συνέχεια στους ανθρώπους από την οργάνωση πως θέλω να γραφτώ στο σχολείο». Με τη διαμεσολάβησή τους και ενώ η αίτηση ασύλου εκκρεμούσε, ο Σισσέ βγήκε από το καμπ και έμεινε μαζί με άλλους πρόσφυγες σε ένα από τα διαμερίσματα που προορίζονταν γι’ αυτόν τον σκοπό. Η προσγείωση στο σχολείο δεν ήταν ομαλή. «Η Α’ Λυκείου με δυσκόλεψε πολύ», παραδέχεται, εξηγώντας πως, εκτός από το ότι έπρεπε να «βουτήξει» κατευθείαν στην απαιτητική ύλη του Λυκείου, έπρεπε να το κάνει και μέσα από τη διαδικασία της τηλεκπαίδευσης, λόγω πανδημίας.
Το κύμα της κοινωνικής αλληλεγγύης
Παρ’ όλα αυτά, το θέμα του ασύλου συνέχισε να είναι «αγκάθι» στην καθημερινότητά του. Παρότι έκανε διαρκώς βήματα μπροστά στην ένταξή του στη χώρα μας, η Β’ Λυκείου τελείωνε και αυτός ήδη είχε δεχτεί δύο απορρίψεις στο αίτημά του.
«Πέρυσι το καλοκαίρι, τέτοια εποχή, έγινε μια μεγάλη κινητοποίηση στο Βαθύ παρουσία των καθηγητών του σχολείου και άλλων μελών της τοπικής κοινωνίας. Θέλαμε να ευαισθητοποιήσουμε την κοινή γνώμη και να λυθεί το πρόβλημά του», περιγράφει σε αυτό το σημείο ο υποδιευθυντής του Γενικού Πυθαγόρειου Λυκείου Σάμου, Στέφανος Γιαννούλης.
Τελικά, λίγους μήνες αργότερα, ο Σισσέ τα κατάφερε. «Ζήτησε την προστασία του σχολείου και το σχολείο, ως θεσμός, είχε την ηθική υποχρέωση να το κάνει», λέει ο κ. Γιαννούλης, εξηγώντας πως το κύμα της αλληλεγγύης που δέχθηκε ο μαθητής από τη Γουινέα δεν ήταν αυτονόητο σε ένα νησί που έζησε για χρόνια πολύ έντονα το προσφυγικό – μεταναστευτικό ζήτημα.
«Σκεφτείτε πως το προηγούμενο καμπ εφαπτόταν στην πόλη και, ενώ η υποδομή του ήταν για 300 άτομα, έφτασε να έχει 6.000, με τον κόσμο να ζει σε σκηνές οι οποίες έφταναν μέχρι το βουνό. Η πόλη ξεπέρασε τα όρια των αντοχών της. Παρ’ όλα αυτά, υπάρχουν αυτονόητα πράγματα για μια κοινωνία. Πράγματα που δεν θα έπρεπε καν τα συζητάμε», σημειώνει ο κ. Γιαννούλης.
Γι’ αυτό και, όπως λέει, ο Σισσέ αντιμετωπίστηκε εξ αρχής επί ίσοις όροις με τους συμμαθητές του, φτάνοντας μάλιστα να κρατάει την ταμπέλα του σχολείου σε μια μαθητική παρέλαση.
«Θέλαμε να του δώσουμε έναν ρόλο», εξηγεί ο κ. Γιαννούλης, αναφέροντας και γιατί οι καθηγητές απάντησαν στη δική του επιστολή πριν από λίγες ημέρες: «Είναι σημαντικό να αναδεικνύονται αυτές οι ιστορίες που δείχνουν πως υπάρχουν κοινωνικά αντανακλαστικά και αλληλεγγύη στον λαό μας. Αυτές οι ιστορίες πρέπει να επικρατούν στην καθημερινότητά μας».
Παναθηναϊκός, μπακαλιαράκια και αγάπη για την ελληνική Ιστορία
Με τον απόλυτο στόχο του να είναι τώρα η εισαγωγή στο μεταφραστικό τμήμα της Κέρκυρας και με δεύτερη επιλογή το τμήμα Γαλλικής Φιλολογίας στη Θεσσαλονίκη -όπως λέει ο ίδιος, σχολή στην Αθήνα δεν θέλει να δηλώσει γιατί η πρωτεύουσα, την οποία επισκέφτηκε μία φορά, του φαίνεται πολύ μεγάλη- ο Σισσέ δεν κρύβει πως στεναχωριέται που θα αφήσει το σπίτι του στη Σάμο.
Αλλωστε έχει «φύγει» εδώ και καιρό από τα χέρια των ΜΚΟ και έχει «περάσει» σε αυτά της τοπικής κοινωνίας. Με τη βοήθεια των Σαμιωτών, τώρα πια μένει μόνος του σε διαμέρισμα που του έχει παραχωρηθεί, με τους συμπολίτες του να του παρέχουν ό,τι χρειάζεται – από τα καθημερινά, της διαβίωσης, μέχρι τα ιδιαίτερα μαθήματα που του κάνει μια κυρία για να τον βοηθήσει στην Εκθεση και στα Λατινικά.
Μάλιστα, η Εκθεση τού αρέσει πολύ. «Μου αρέσει, γιατί μπορώ να γράφω τις ιδέες μου στα ελληνικά. Είναι καλή εξάσκηση για εμένα. Μου αρέσει πολύ και η Ιστορία, ειδικά αυτό το κομμάτι με την εποχή του Βενιζέλου. Τα Αρχαία και τα Λατινικά με δυσκολεύουν, αλλά, εκτός από το ιδιαίτερο, πηγαίνω και φροντιστήριο».
Και τι του αρέσει στη Σάμο και στη ζωή του στην Ελλάδα;
«Λατρεύω το ποδόσφαιρο. Είμαι πολύ καλός σε αυτό. Παίζω και στον Αθλητικό Σύλλογο Σάμου. Επαιζα καλό ποδόσφαιρο από όταν ήμουν στη Γουινέα. Υποστηρίζω τον Παναθηναϊκό. Σε αυτή την ομάδα έπαιζε και ο αγαπημένος μου Τζιμπρίλ Σισσέ. Από φαγητά, το αγαπημένο μου είναι τα μπακαλιαράκια. Και μου αρέσει πολύ που οι Ελληνες βοηθούν τόσο πολύ στα πάντα».
Οπως λέει και ο κ. Γιαννούλης: «Ο Σισσέ κατάφερε να γίνει μαθητής του 15. Είναι εφικτός ο στόχος του για τη σχολή στην Κέρκυρα. Θα τα καταφέρει ο Σισσέ μας, και, αν πάει στην Κέρκυρα, εμείς θα συνεχίσουμε να τον βοηθάμε μέχρι την ημέρα που δεν θα μας χρειάζεται καθόλου».
Πηγή : https://www.kathimerini.gr