Η Νορβηγία ήταν κάποτε ηγέτιδα δύναμη στην εκτροφή γουνοφόρων ζώων. Η κυβέρνηση της χώρας αποφάσισε ωστόσο να απαγορεύσει μέχρι το 2025 τα εκτροφεία. Δικαιωμένες οι φιλοζωικές οργανώσεις.
Η γούνα είναι ένα πολύ αμφιλεγόμενο προϊόν. Τόσο αμφιλεγόμενο που μεγάλοι οίκοι μόδας όπως είναι οι Gucci και Armani προτιμούν να μην την χρησιμοποιούν πλέον. Για κάποιους η γούνα είναι δείγμα κοινωνικής θέσης και πολυτέλειας και για άλλους μια τρανή απόδειξη κακοποίησης ζώων. Οι άνθρωποι που εκτρέφουν ζώα ώστε να τα χρησιμοποιήσουν και να πάρουν αργότερα τη γούνα τους δεν φαίνεται πάντως να έχουν παρόμοιες ευαισθησίες και προβληματισμούς. Για τους εκτροφείς γουνοφόρων ζώων τα πράγματα δυσκολεύουν στην Ευρώπη. Όλο και περισσότερες χώρες προχωρούν στην απαγόρευση αυτών των εκτροφείων.
Πρόσφατα η νορβηγική κυβέρνηση ανακοίνωσε ότι μέχρι το 2025 προτίθεται να κλείσει όλα τα εκτροφεία στη χώρα. Το γεγονός αυτό είναι ιδιαίτερα αξιοσημείωτο εάν αναλογιστεί κανείς ότι με τις 20.000 φάρμες που λειτουργούσαν ήταν κάποτε η ισχυρότερη εξαγωγική δύναμη σε ολόκληρο τον κόσμο. Από τότε βέβαια έχουν περάσει πάνω από 80 χρόνια. Σήμερα λειτουργούν στη Νορβηγία 250 εκτροφεία γουνοφόρων ζώων, όπως βιζόν και αλεπούδων και αποφέρουν ετησίως από 20 μέχρι 50 εκατομμύρια ευρώ.
Φιλοζωικές οργανώσεις μάχονται εδώ και χρόνια κατά της παραγωγής γούνας. Για παράδειγμα οι φιλοζωικές οργανώσεις Noah ή Peta στη Γερμανία επικρίνουν τα πολύ μικρά κλουβιά για την εκτροφή των ζώων και για μια παραγωγή, η οποία κατά τη γνώμη τους είναι περιττή. Τώρα πανηγυρίζουν στη Νορβηγία και αισθάνονται δικαιωμένοι για τον αγώνα που έκαναν.
Αντιδράσεις από τους εκτροφείς γουνοφόρων ζώων
Από την άλλη πλευρά η ο σύνδεσμος εκτροφέων γουνοφόρων ζώων κάνει λόγο «για ένα μεγάλο βήμα στη λάθος κατεύθυνση». Τα επιχειρήματά του είναι η κατάργηση θέσεων εργασίας αλλά και το γεγονός ότι η διαβίωση των ζώων στη Νορβηγία είναι πολύ καλύτερη σε σχέση με άλλες χώρες και στόχος τους είναι να διατηρήσουν το μερίδιό τους στην παγκόσμια αγορά.
Και η αλήθεια είναι πως το μερίδιο της Νορβηγίας στην παγκόσμια αγορά έχει περιοριστεί πολύ. Το 2016 σε όλο τον κόσμο πουλήθηκαν γύρω στα 75 εκατομμύρια γούνες βιζόν αξίας 1,97 δισεκατομμυρίων ευρώ. Σε αυτά προστίθενται και 15 εκατομμύρια γούνες από αλεπού αξίας 780 εκατομμυρίων ευρώ. Πρώτη δύναμη στην Ευρώπη είναι η Δανία, όπου παρήχθησαν το 2016 περισσότερες από 17 εκατομμύρια γούνες βιζόν αξίας 635 εκατομμυρίων ευρώ.
Στη Δανία μάλιστα, σε αντίθεση με την Πολωνία, η οποία είναι η δεύτερη παραγωγός χώρα, δεν υπάρχει σχετική συζήτηση απαγόρευσης. Η Τσεχία αποφάσισε και αυτή να επιβάλει αντίστοιχη απαγόρευση από το 2019. Στη Ρωσία ωστόσο η προτίμηση για τη φυσική γούνα παραμένει μεγάλη, τόσο που οι φιλοζωικές οργανώσεις φοβούνται ότι οι υπόλοιπες απαγορεύσεις στην Ευρώπη θα οδηγήσουν την παράνομη εκτροφή γουνοφόρων ζώων στα ύψη.
Τερέζα Μυνχ (dpa) / Μαρία Ρηγούτσου
Via : www.dw.com