του Νίκου Γραικούση *
Στο σημερινό αναπτυξιακό μοντέλο η χρηματοδότηση των επιχειρήσεων προβλέπεται από τις παρακάτω πηγές:
1.- Αυτοχρηματοδότηση, από τα αποθεματικά των ίδιων των επιχειρήσεων ή την έκδοση νέων μετοχών ή έκδοση εταιρικών ομολόγων.
2.- Τραπεζικό δανεισμό.
3.- Επιδοτούμενη χρηματοδότηση από δημόσιο χρήμα.
Στις δύο πρώτες περιπτώσεις οι αποφάσεις για την επένδυση παίρνονται αποκλειστικά και μόνο με κριτήριο το μελλοντικό μέγεθος του κέρδους της επιχείρησης.
Στην τρίτη περίπτωση, η οποία είναι και αυτή που μας ενδιαφέρει στο παρόν άρθρο, μεσολαβεί συνήθως κάποιος κρατικός ή ευρωπαϊκός φορέας, ώστε η επένδυση να έχει συγκεκριμένο προσανατολισμό και να εξυπηρετεί μια συγκεκριμένη αναπτυξιακή πολιτική. Γι’ αυτό και επιδοτείται.
Η χρηματοδότηση σε αυτήν την περίπτωση ή ένα μέρος αυτής, περνά μέσα από χρηματοδοτικά εργαλεία όπως το ΕΣΠΑ, η ΚΑΠ, το Ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάπτυξης, εθνικοί πόροι κλπ.
Το χρήμα το οποίο χρησιμοποιείται για τους σκοπούς της επιδοτούμενης χρηματοδότησης των επενδύσεων των επιχειρήσεων ή των κρατών, είναι χρήμα που προέρχεται από τη φορολογία των ευρωπαίων φορολογουμένων.
Συμπεριλαμβανομένων και των φορολογουμένων των κρατών στα οποία πρόκειται να γίνει η επένδυση.
Μέχρι εδώ όλα καλά.
Το ερώτημα που μπαίνει είναι το εξής:
Μπορεί να υπάρχει πηγή χρηματοδότησης τέτοιου είδους επενδύσεων από άλλη πηγή;
Η απάντηση είναι: ΝΑΙ.
Η νέα πηγή που προτείνουμε είναι Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) με την έκδοση νέου χρήματος.
Ας μη βιαστούμε ν α βγάλουμε σπυριά με την έκφραση ‘’νέο χρήμα’’, κάτι για το οποίο μας έχει προϊδεάσει η εφαρμοζόμενη νεοφιλελεύθερη ‘’λογική’’ της αναπτυξιακής πολιτικής, αλλά ας σκεφτούμε …περισσότερο λογικά.
Κάθε νέο χρήμα δημιουργεί πληθωρισμό.
Από τον πληθωρισμό αυτόν όμως θα πρέπει να αφαιρέσουμε το ποσοστό της ανάπτυξης που θα δημιουργήσει το νέο χρήμα.
Το αποτέλεσμα της αφαίρεσης δεν είναι κατ’ ανάγκη θετικό.
Με τον σωστό σχεδιασμό σε μεσοπρόθεσμο τουλάχιστον πλαίσιο θα είναι σίγουρα αρνητικό ώστε όχι μόνο να μην έχουμε πληθωρισμό αλλά ίσως να φανούν και αποπληθωριστικές τάσεις.
Το σίγουρο πάντως θα είναι ότι θα έχουμε προσανατολίσει την οικονομία στην κατεύθυνση που θα έχουμε επιλέξει, όπως πχ στην ανάπτυξη της πράσινης ενέργειας, της έρευνας, της προστασίας του περιβάλλοντος, της δημόσιας υγιεινής, της παραγωγής φθηνών και ποιοτικών δημόσιων αγαθών κλπ.
Αποκλειστικά πληθωριστικές πιέσεις δημιουργεί το νέο χρήμα το οποίο κατευθύνεται στην κατανάλωση.
Αυτό που κατευθύνεται στη στοχευμένη και επιλεκτική ανάπτυξη, έχει ευεργετικά αποτελέσματα και όχι μόνο στον τομέα του πληθωρισμού.
Άλλωστε, αποδεδειγμένα τα προγράμματα ποσοτικής χαλάρωσης των Κεντρικών Τραπεζών (πρακτική πολύ διαδεδομένη στις μέρες μας) έχουν πολύ χειρότερα αποτελέσματα στη δημιουργία πληθωρισμού.
Προσοχή: Δεν μιλάμε για την ανάγκη δημιουργίας νέου ταμείου με διαφορετική χρηματοδότηση και για νέο σκοπό.
Μιλάμε αποκλειστικά για έναν νέο τρόπο χρηματοδότησης του οποιουδήποτε ταμείου, τωρινού ή μελλοντικού.
Υπάρχουν σήμερα τα εργαλεία για την υιοθέτηση μιας αναπτυξιακής πολιτικής όπως περιγράφεται παραπάνω;
Φυσικά και υπάρχουν.
Το κυριότερο είναι το Ευρωπαϊκό Εταιρικό Σύμφωνο για το Πλαίσιο της Ανάπτυξης, το γνωστό μας ΕΣΠΑ.
Τα χρήματα του ΕΣΠΑ, τα οποία είναι χρήμα ‘’ιδιοκτησίας’’ του ευρωπαίου φορολογούμενου, πηγαίνουν κατευθείαν σε επιλεγμένες επενδύσεις με συγκεκριμένο αναπτυξιακό σκοπό και στόχο, ΧΩΡΙΣ ΝΑ ΜΕΣΟΛΑΒΕΙ ΑΠΟΦΑΣΗ ΙΔΙΩΤΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ.
Μπορεί τα ποσά του ΕΣΠΑ να διακινούνται μέσω τραπεζικών λογαριασμών, αλλά ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΤΡΑΠΕΖΙΚΟ ΧΡΗΜΑ ώστε να απαιτείται η απόφαση του ιδιώτη τραπεζίτη για την εκταμίευση τους.
Ο δε μηχανισμός που αποφασίζει για το ποιες επενδύσεις πληρούν τα κριτήρια χρηματοδότησης και ποιες όχι, είναι απόλυτα αξιοκρατικός διότι δεν μεσολαβεί η δημιουργία κέρδους για κανέναν.
Έναν τέτοιον μηχανισμό θα μπορούσε να δημιουργήσει και η ΕΚΤ ή να χρησιμοποιήσει τον ήδη έτοιμο του ΕΣΠΑ.
Ακόμα θα μπορούσε να αξιοποιηθεί και η εμπειρία των ιδιωτικών τραπεζών για την επιλογή των κατάλληλων επενδύσεων (με αμοιβή κατ’ αποκοπή) έτσι ώστε να χρησιμοποιηθούν οι τράπεζες ως μηχανισμός επιλογής επενδύσεων και όχι ως κερδοφόρος μηχανισμός δημιουργίας χρήματος.
Γιατί λοιπόν δεν συμβαίνει κάτι τέτοιο αν και θα ήταν προς όφελος των κοινωνιών;
Μια απλοϊκή και επιπόλαιη απάντηση θα ήταν ότι κάθε δομική αλλαγή του συστήματος τρομάζει τον πολιτικό κόσμο, λόγο των υποθετικών και μη προβλέψιμων συνεπειών της αλλαγής. Δεν είναι μικρό πράγμα να αλλάξει ο ρόλος της Κεντρικής Τράπεζας!
Ο πραγματικός λόγος όμως είναι ότι: για κάθε ευρώ που θα διατίθεται με τον παραπάνω περιγραφόμενο τρόπο, τόσο λιγότερα ευρώ θα μπορούν να δανείζουν οι ιδιωτικές τράπεζες με τόκο άρα και με κέρδος.
Είναι σαν να τους κλέβεις την πελατεία.
Ο αντίλογος ότι και τώρα οι Κεντρικές Τράπεζες εκδίδουν νέο χρήμα και το δίνουν στις εμπορικές τράπεζες για να το προωθήσουν στην οικονομία, είναι αβάσταχτα φαιδρός διότι οι κερδοσκοπικές εμπορικές ιδιωτικές τράπεζες με το χρήμα αυτό λύνουν πρώτα τα δικά τους προβλήματα, ύστερα επενδύουν σε χρηματοπιστωτικά προϊόντα που δεν έχουν σχέση με την πραγματική οικονομία και ότι περισσέψει και εφόσον περισσέψει, το προωθούν (αν το προωθούν) σε επενδύσεις που φέρνουν το μεγαλύτερο κέρδος σε αυτές και όχι στην κοινωνία.
Συμπερασματικά θα μπορούσαμε να πούμε ότι: Λύσεις για έναν καλύτερο κόσμο υπάρχουν.
Η σημερινή πραγματικότητα δεν είναι μονόδρομος.
Αυτό που εμποδίζει την εφαρμογή και την υλοποίηση πολιτικών που ευνοούν και την κοινωνία, είναι η ιδεοληπτική εμμονή στην παραγωγή ‘’κέρδους’’ από κάθε έκφανση της ζωής.
Δυστυχώς πρόκειται για την εφαρμογή της πολιτικής: Τα κέρδη πάνω από τον άνθρωπο και την κοινωνία.
**Οικονομολόγος , Μέλος Πολιτικής Επιτροπής ΠΡΑΣΙΝΗΣ ΑΡΙΣΤΕΡΑΣ