του Χριστόφορου Κάσδαγλη
Ξαφνιάζομαι τις τελευταίες μέρες παρακολουθώντας πολύ κόσμο, συχνά μάλιστα δημοσιογράφους, να επιχαίρουν για τις δύσκολες εξελίξεις στο Mega Chanel, πολύ δε περισσότερο ενόψει της πιθανότητας, όπως πιστεύουν, το κανάλι να κλείσει.
Πρώτα πρώτα, δεν μπορώ να καταλάβω πώς είναι δυνατόν να χαίρεται κανείς μπροστά στο ενδεχόμενο εκατοντάδες εργαζόμενοι να μείνουν στο δρόμο. Ναι, αντιτείνει το κακεντρεχές κομμάτι του εαυτού μου, θα κλάψεις τώρα για τους μεγαλοδημοσιογράφους και για τα παπαγαλάκια;
Το ρεαλιστικό κομμάτι του εαυτού μου απαντάει στο κακεντρεχές ότι σε κάθε περίπτωση οι μεγαλοδημοσιογράφοι και τα παπαγαλάκια δύσκολα θα πεινάσουν. Εκτός του ό,τι έχουν και άλλες δουλειές, και καβάντζες μεγάλες, κανείς δεν αφήνει τον μεγαλοδημοσιογράφο του και το παπαγαλάκι του να πάει χαμένο. Οπότε κλαίω για τον καμεραμάν και για τον συντακτάκο του δελτίου, και για όλες τις άλλες τηλεοπτικές ειδικότητες που δεν γνωρίζω καν τα ονόματά τους, για τον υπάλληλο του λογιστηρίου, για τον θυρωρό και για την καθαρίστρια.
Εδώ πάντως θέλω να θυμίσω σε ορισμένους καλούς φίλους πως όταν έκλεισε η ΕΡΤ δεν κάναμε επιλογή σε ποιον θα συμπαρασταθούμε και σε ποιον όχι, η αλληλεγγύη μας αφορούσε τους εργαζόμενους, ανεξαρτήτως του ρόλου που έπαιζε η ΕΡΤ μέχρι τότε.
Και για να γίνω ακόμα πιο «συντεχνιακός», θα πω ότι δεν φταίνε μόνο η διαπλοκή, οι μεγαλοδημοσιογράφοι και τα παπαγαλάκια, δεν φταίει ούτε η φυσική ροπή του τηλεοπτικού προϊόντος προς τη φτήνια και την κοινοτοπία, προς τον χρυσό μέσο όρο και τη μετριότητα, φταίμε και όλοι εμείς οι κανονικοί (ας το πούμε έτσι) δημοσιογράφοι. Όσο αφήνουμε το εργοδοτικό δικαίωμα στο απυρόβλητο και εκχωρούμε σε άλλους την επαγγελματική μας αξιοπιστία και την περιφρούρηση της δεοντολογίας, μίντια της προκοπής δεν πρόκειται να δούμε ούτε στα πιο αισιόδοξα όνειρά μας.
Ασφαλώς το Mega δεν είναι του γούστου μου. Από την άλλη, ξέρω πολύ καλά ότι το πρόβλημα είναι λάθος να προσωποποιείται. Βεβαίως και τα πρόσωπα έχουν το ρόλο τους στην ερήμωση του μιντιακού τοπίου, αλλά υπάρχουν πιο ισχυρές δυνάμεις από πίσω που κινούν τα νήματα, διαφημιζόμενοι και διαφημιστές, και βέβαια οι τράπεζες και η πολιτική εξουσία. Το παράδειγμα του περσινού καλοκαιριού με το δημοψήφισμα θα παραμείνει ως ένα ξεχωριστό case study, όταν όλα τα κανάλια, μηδενός εξαιρουμένου και χωρίς αποκλίσεις, κανοναρχούσαν μονότονα υπέρ του ΝΑΙ. Το γεγονός ότι τελικά πριμοδότησαν άθελά τους το ΟΧΙ και το εξακόντισαν στο 62% είναι άλλης τάξεως συζήτηση που έχει να κάνει με το γεγονός ότι ο βασιλιάς είναι γυμνός, ότι τα μεγάλα ΜΜΕ δεν είναι πια παντοδύναμα και δεν ξέρω αν ποτέ θα ξαναγίνουν.
Η άλλη μου ένσταση είναι ότι πιστεύω πως το Mega δεν πρόκειται να κλείσει – οπότε, προς τι οι πανηγυρισμοί; Δεν πρόκειται να κλείσει ούτως ή άλλως. Ούτε με αφορμή την καταγγελία της δανειακής σύμβασης από την Τράπεζα Πειραιώς, αλλά ούτε με αφορμή τη μείωση το αριθμού των καναλιών και την προκήρυξη των τηλεοπτικών αδειών. Το πίστευα από την πρώτη στιγμή που εξαγγέλθηκε ο νόμος για τις τηλεοπτικές συχνότητες και το πιστεύω και τώρα. Δεν πρόκειται να κλείσει το Mega, ούτε κάποιος άλλος από τους μεγάλους σταθμούς, αμφιβάλλω δε αν οι άδειες πανελλαδικής εμβέλειας θα παραμείνουν μέχρι τέλους τέσσερις. Εδώ μιλάμε απλώς για ένα megalo παζάρι, για μια διαπραγμάτευση σε αναζήτηση νέας ισορροπίας στις σχέσεις μεταξύ κυβέρνησης και μιντιαρχών, μιας ισορροπίας πάντως αμφίβολης και αλλόκοτης, αν όχι εξωπραγματικής.
Αλλά το Mega δεν πρόκειται να κλείσει ούτε εξαιτίας των εσωτερικών ανισορροπιών του, των ελλειμμάτων του, των μη εξυπηρετούμενων δανείων του, της σύγκρουσης των μετόχων του και της δυστοκίας τους σε σχέση με την αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου της εταιρείας.
Εδώ παίζεται απλώς ένα power game μεταξύ των μετόχων, που έχει να κάνει με την επόμενη μέρα του καναλιού, με πλειοψηφίες και μειοψηφίες, και πιθανότατα με το ποιος θα αναγκαστεί να πουλήσει το μερίδιό του για ένα κομμάτι ψωμί και θα μείνει έξω από το χορό.
Φυσικά ένα τέτοιο παιχνίδι εξουσίας δεν παίζεται χωρίς κάποια ρίσκα, υπάρχει ασφαλώς και το ενδεχόμενο του «ατυχήματος», αλλά σε καμία περίπτωση δεν πρόκειται για το επικρατέστερο σενάριο.
Το Mega αποτελεί πόλο εξουσίας, κι ακόμα έναν ισχυρό κόμβο επενδεδυμένων συμφερόντων και τεχνογνωσίας. Οι μέτοχοί του δεν πρόκειται να εγκαταλείψουν εύκολα αυτά τα assets, είναι αρκετά ισχυροί και πλούσιοι για να μην το κάνουν, απλώς πρέπει τώρα να τεντώσουν το σκοινί λίγο παραπάνω για να μεγιστοποιήσουν τα οφέλη τους ή να ελαχιστοποιήσουν τη ζημιά τους, ο καθένας μπορεί να το εκλάβει αυτό όπως θέλει, έστω και εις βάρος του προϊόντος τους – δεν θα ‘ναι άλλωστε η πρώτη φορά. Το έρμο το προϊόν τους το ταλαιπωρούν χρόνια τώρα, με τα γνωστά αποτελέσματα. Αλλά δεν είναι πως δεν βάζουν μυαλό, είναι πως τα οφέλη που προκύπτουν απ’ αυτό το στρεβλό μοντέλο είναι πολύ μεγαλύτερα από ό,τι με την προσπάθεια (λέμε τώρα) να φτιαχτεί ένα αξιόπιστο κανάλι, πράγμα ακριβό, ίσως και ανεπιθύμητο στην Ελλάδα της διαπλοκής και των εργολαβιών.
Το χειρότερο για το Μega σενάριο που μπορώ να φανταστώ θα ήταν ένα εικονικό αδιέξοδο, ίσως και μια εικονική χρεοκοπία που θα βοηθήσει σε ένα πιο καθοριστικό ξεκαθάρισμα λογαριασμών, θα πετάξει πολύ κόσμο έξω, ενδεχομένως και χωρίς αποζημιώσεις, τα έχουμε ξαναζήσει όλ’ αυτά στο τοπίο της μνημονιακής Ελλάδας. Κι ύστερα θα έρθει ένας νέος φορέας, θα αγοράσει το κέλυφος του καναλιού χωρίς πολλές υποχρεώσεις, δάνεια και μισθοδοσίες, και θα διεκδικήσει, από θέση ισχύος πάντα, μια νέα τηλεοπτική άδεια σε ένα σχήμα χωρίς «βαρίδια» και με μικρότερα κόστη.
Το επικρατέστερο σενάριο είναι ότι έπειτα από ένα λιγότερο ή περισσότερο παρατεταμένο μπρα ντε φερ, και με τη βοήθεια των πιστωτριών τραπεζών, οι οποίες πάντα γνωρίζουν καλύτερα από τον καθένα ποιο είναι το συμφέρον της επιχείρησης που κρατάνε με μηχανική υποστήριξη και ποιες είναι οι νόρμες για την επιστροφή της στην κανονικότητα, με καρότο, αλλά συνήθως με μαστίγιο, θα επιβάλουν τις δέουσες λύσεις, με εγγυητές την επιχειρηματική και την πολιτική εξουσία για να μη χαλάει ποτέ η συνταγή της χειραγώγησης και της κατασκευασμένης συναίνεσης. Έστω και αν η κρίση αυτού του είδους των επιχειρήσεων είναι πια τόσο μεγάλη ώστε να βοά και να φωσφορίζει, και δεν ξέρω αν εντέλει υπάρχει ο υποτιθέμενος τελικός κριτής, ο τηλεθεατής, πρώτον γιατί μπορεί να έχει ήδη λακίσει, αλλά κι αν δεν έχει λακίσει τι επιλογές άραγε έχει στη διάθεσή του και στο τηλεκοντρόλ του; Περίπου όσες έχει ο ίδιος και ως ψηφοφόρος ή, το πιθανότερο, ακόμα λιγότερες.
Αυτό είναι το παιχνίδι που παίζεται, λυπάμαι αν χαλάω μερικές φαντασιώσεις ή αν εκθέτω στο σκληρό φως της πραγματικότητας τη μεθόδευση που επιχειρείται. Για να πούμε την αλήθεια η τηλεόραση είναι ένα σπορ για λίγους, ολιγοπωλιακό από τη φύση του, φτηνό ή φτηνιάρικο (όπως το πάρει ο καθένας) από την επιχειρηματική του συγκρότηση, ιδίως σε μια μικρή, φτωχή και υφεσιακή χώρα όπως η δική μας.
Κι η δόλια η ενημέρωση θα στριμώχνεται εσαεί σ’ αυτά τα στενά ρούχα, ο πλουραλισμός θα παραμένει είδος υπό εξαφάνιση και η αξιοπιστία ουτοπικό όραμα που κατοικεί, ενεδρεύει μάλλον, σε μικρά και ταπεινά οχήματα. Προς το παρόν, τουλάχιστον.
Πρωτοδημοσιεύτηκε στο περιοδικό Greek Report / τεύχος Νο 3 / 18.3.2016. Εδώ αναδημοσιεύεται με μικρές προσαρμογές λόγω των γεγονότων που έχουν μεσολαβήσει.