Η καριέρα του Τζιανλούκα Βιάλι στιγματίστηκε από την υποψία, ότι ντοπάρεται. Ο ίδιος όχι μόνο το αρνήθηκε, αλλά υπερασπίστηκε σθεναρά ένα σύστημα, που τον υποχρέωσε να κάνει συμβιβασμούς. Μετά το θάνατό του, υπάρχει η ισχυρή υποψία ότι αυτό που του στέρησε τη χαρά της ζωής είναι αυτοί οι συμβιβασμοί…
Κώστας Καρβουναρίδης
Γουέμπλεϊ, Λονδίνο, 20 Μαΐου 1992: Η Μπαρτσελόνα κερδίζει με 1-0, τη Σαμπντόρια με και κατακτά το Τσάμπιονς Λιγκ. Ο Ρομπέρτο Μαντσίνι και ο Τζιανλούκα Βιάλι, αγκαλιασμένοι κλαίνε, για την απώλεια του Κυπέλλου.
Οι ποδοσφαιρικοί δρόμοι των δύο παικτών χώρισαν οριστικά, το 1992, όταν ο Βιάλι μεταπήδησε στη Γιουβέντους. Αυτό όμως ποτέ δε διέκοψε τη στενή φιλική σχέση τους.
Το αντίθετο, μάλιστα. Η μοίρα τα έφερε έτσι, ώστε σχεδόν τριάντα χρόνια μετά, στις 11 Ιουλίου 2021, να ξαναβρεθούν αγκαλιά, πάλι στο Γουέμπλεϊ, αυτή τη φορά για να πανηγυρίσουν την κατάκτηση του Πανευρωπαϊκού Πρωταθλήματος από την Εθνική Ιταλίας. Ο Μαντσίνι ήταν Ομοσπονδιακός Τεχνικός και ο Βιάλι Τεχνικός Διευθυντής.
Οι Γενουάτες δεν ξέχασαν ποτέ τον Βιάλι και όσα πρόσφερε στην ομάδα τους. Το βράδυ της 6ης Ιανουαρίου 2023, μετά την ανακοίνωση του θανάτου του, στο κτίριο της Νομαρχίας της Περιοχής Λιγούρια, στην πλατεία Ντε Φεράρι, προβλήθηκε η εικόνα του αγαπημένου παιδιού τους, του Λούκα, με την «μπλουτσερκιάτι» φανέλα.
Το πέρασμα στη Γιουβέντους
Το 1992, ο Βιάλι μεταπήδησε στη Γιουβέντους. Πέρασε, δηλαδή, σε ένα εντελώς διαφορετικό περιβάλλον. Στη «Σαμπ» η κατάκτηση του Πρωταθλήματος δεν ήταν στόχος. Ήταν θαύμα. Στη «Γιούβε» το «Σκουντέτο» ήταν κάτι σαν καταστατικός σκοπός της. Στη Γένοβα, οι «μπλουτσερκιάτι» ήταν μία τρελοπαρέα, που πάνω από όλα απολάμβανε το ποδόσφαιρο και όπου όλα τα μέλη της (παίκτες, προπονητές, παράγοντες) είχαν το «δικαίωμα» να αστειεύονται και να διασκεδάζουν με την μπάλα. Στο Τορίνο, οι «μπιανκονέρι» ήταν ένας καλοστημένος οργανισμός, προσεγμένος μέχρι την τελευταία λεπτομέρεια, όπου τα πολλά λόγια ήταν περιττά και η προσήλωση στον στόχο και η τήρηση των συμβατικών δεσμεύσεων, αδιαπραγμάτευτη.
Αυτός ήταν ο Βιάλι. Ωστόσο, πίσω από αυτή την ευχάριστη διάθεση, πίσω από αυτό το πρόσωπο που έδειχνε πιο πολύ να παίζει, παρά να αγωνίζεται, να διασκεδάζει παρά να πληροί τις συμβατικές υποχρεώσεις του, υπήρχε μία άλλη διάσταση, που δεν άργησε να αποκαλυφθεί και που ίσως, για τον ίδιο να ήταν μοιραία…
Ο «Κακός» Τζέμαν
Ένας από τους πιο ασυμβίβαστους ποδοσφαιράνθρωπους που πέρασαν από το ιταλικό ποδόσφαιρο ήταν και παραμένει ο ΖντένεκΤζέμαν. Το 1989 ανέλαβε την τεχνική ηγεσία μίας μικρής ομάδας του Ιταλικού Νότου, τηςΦότζια. Μέσα σε δύο χρόνια την ανέβασεαπό την τρίτη κατηγορία, στην πρώτη. Παίζοντας αυστηρά με το ίδιο αγωνιστικό σύστημα (4-3-3), ανεξαρτήτως του αντίπαλου, παρουσίασε ένα πολύ επιθετικό ποδόσφαιρο που φιλοδωρούσε τις αντίπαλες ομάδες με πολλά γκολ. Είναι τόσο θεαματικό το ποδόσφαιρο του Τζέμαν που ο κόσμος άρχισε να μιλά για τη «Φότζια των θαυμάτων» και για «Zemanlandia». Έτσι, ο Τσέχος μεταπήδησε στη Λάτσιο (1994) και μετά στη Ρόμα.
Μόνο που ο Τζέμαν δεν είναι ασυμβίβαστος, μόνο για το ποδόσφαιρο που παρουσιάζει, αλλά και για τις αρχές του. Πιστός υπηρέτης των ιδεών του, άνθρωπος που δε μασάει τα λόγια του, άναψε φωτιές στο ποδοσφαιρικό περιβάλλον, με τη δήλωσή του ότι δεν ήταν φυσιολογικό το πώς αναπτύσσεται η σωματοδομή πολλών ποδοσφαιριστών της Γιουβέντουςκαι κυρίως ο Βιάλι, με τον Ντελ Πιέρο.
Οι δηλώσεις του, ωστόσο, δεν πέρασαν απαρατήρητες από τις εισαγγελικές αρχές, που ξεκίνησαν έρευνα εις βάρος πολλών Ιταλικών ομάδων, για συστηματική χορήγηση στους ποδοσφαιριστές τους αναβολικών ουσιών. Η πρώτη από τις ομάδες που μπήκαν στο στόχαστρο της δικαιοσύνης (πολιτικής-ποινικής και αθλητικής) ήταν η Γιουβέντους. Ως αποτέλεσμα της Εισαγγελικής Έρευνας, η Γιουβέντους παραπέμφθηκε στα ποινικά δικαστήρια. Από τις δικαστικές αίθουσες πέρασαν σχεδόν όλοι οι ποδοσφαιριστές της. Μεγάλα ονόματα, όπως ο Ζιντάν, ο Ντελ Πιέρο, ο Ραβανέλι, ο Μοντέρο, ο Περούτσι, οι οποίοι επί της ουσίας παραδέχθηκαν το γεγονός. Ο Μοντέρο μάλιστα, είχε πει στον Δικαστή που τον ρωτούσε: «Δεν μπορούμε να πάμε να μιλήσουμε σε μία αίθουσα εμείς οι δύο;». Ο Ραβανέλι είχε καταθέσει ότι όσο αγωνιζόταν στη Γιουβέντους του χορηγούσαν κρεατίνη και ότι ζήτησε να μη του χορηγείται, όταν διαπίστωσε ότι έπαιρνε βάρος.
Κλήση για μαρτυρική κατάθεση έλαβε και ο Βιάλι, ο οποίος αρχικά αρνήθηκε ότι στα αποδυτήρια της «Μεγάλης Κυρίας»χορηγούνταν αναβολικά. Αντιθέτως, ισχυρίστηκε ότι η αύξηση μυϊκού όγκου του οφειλόταν στις σκληρές προπονήσεις, που έκανε μαζί με έναν ειδικό γυμναστή, τον Βεντρόνε, ο οποίος, παρεμπιπτόντως, πέθανε από λευχαιμία τον περασμένο Οκτώβρη!
Σκιές στη ζωή, σκιές και στο θάνατο
Στο τέλος μίας μακροχρόνιας δικαστικής περιπέτειας, η Γιουβέντους απαλλάχθηκε από τα ποινικά δικαστήρια, λόγω παραγραφής. Ο Εισαγγελέας ΡαφαέλεΓκουαρινιέλο (δηλωμένος οπαδός της Γιουβέντους), δήλωσε ότι το γεγονός ότι παραγράφηκε το αδίκημα, δεν απαλλάσσει την ομάδα του Τορίνου από την ευθύνη για «αθλητική απάτη». Τελικά, τη… νύφη πλήρωσε ο επικεφαλής του ιατρικού επιτελείου της «Μεγάλης Κυρίας», ο οποίος καταδικάστηκε, για χορήγηση παράνομων σκευασμάτων, κατά την περίοδο 1994-1998.
Προφανώς, οι σκιέςπου ακολουθούσαν τη συγκεκριμένη περίοδο το ιταλικό ποδόσφαιρο και, κυρίως, τη Γιουβέντους, παρέμειναν. Η πολεμική ανάμεσα στον Βιάλι και τον Τζέμαν είχε πολλά επεισόδια ακόμα. Ένα από αυτά σημειώθηκε το 2010. Ο Τζέμαν είχε επιστρέψει στην Ιταλία, ως προπονητή της Πεσκάρα, την οποία ανέβασε στη SerieA, σπάζοντας κάθε ρεκόρ. Η ομάδα της Αδριατικής, ακολουθώντας το σύστημα του Τζέμαν, πέτυχε 90 γκολ σε 42 αγώνες! Ο Βιάλι, με δηλώσεις του, άφησε υπονοούμενα εις βάρος του Τζέμαν, ότι δήθεν οι παίκτες του τρέχουν πολύ, γιατί ντοπάρονται. Ο Τζέμαν χαρακτήρισε τους υπαινιγμούς του Βιάλι ως ανοησίες.
Ο θάνατος του Βιάλι πριν λίγες ημέρες επανέφερε στην επικαιρότητα τις ίδιες σκιές, που υπήρχαν όσο ζούσε. Προχθές, ο Ντίνο Μπάτζιο δήλωσε, αναφορικά με το θάνατο του συμπαίκτη του, στη Γιουβέντους και την Εθνική Ιταλίας: «Έφυγε πολύ γρήγορα από τις ζωές μας. Θα έπρεπε να γίνει μεγαλύτερη έρευνα στις ουσίες που παίρναμε εκείνη την περίοδο. Το ντόπινγκ πάντοτε υπήρχε και χρειάζεται να καταλάβουμε αν κάποια από τα συμπληρώματα που μας δίνανε σε βάθος χρόνου, μας προξενούν κακό. Φοβάμαι και εγώ ο ίδιος, ότι το ίδιο που συνέβη στον Βιάλι, μπορεί να αφορά πολλούς ποδοσφαιριστές».
Η Αξία και Ευθύνη
Η αναφορά στα παραπάνω περιστατικά είναι ενδεικτική. Η χορήγηση αναβολικών σε αθλητές, ακόμα και σε εκείνους που άφησαν το αποτύπωμά τους, για την αθλητική αξία τους, παραμένει ένα από τα μεγάλα θέματα του Παγκόσμιου Αθλητισμού και όχι μόνο της Ιταλίας. Οι διοργανώτριες αρχές δυσκολεύονται ή δε θέλουν να το αντιμετωπίσουν. Η χρήση απαγορευμένων ουσιών ντόπινγκ επιτρέπει στους αθλητές, να ανταποκρίνονται σε όλο και πιο βεβαρημένα προγράμματα αγώνων. Επομένως, βολεύει…
Κάπου εδώ όμως, παρεμβάλλεται και η ευθύνη των αθλητών Οι περισσότεροι από αυτούς είναι νέα παιδιά, με μεγάλη αθλητική αξία. Όσο μεγαλύτερη είναι η αξία τους, τόσο μεγαλύτερη είναι και η ευθύνη, να προστατέψουν οργανωμένα, πρωτίστως την υγεία τους και δευτερευόντως τα αθλήματα που υπηρετούν. Φωνές ανθρώπων, όπως ο Τζέμαν, ακόμα και σήμερα είναι ενοχλητικές. Και μάλιστα σε τέτοιο βαθμό, που το «σύστημα» τους αποβάλει. Στο σημείο αυτό παίκτες όπως ο Βιάλι, οφείλουν να ταχθούν με το μέρος τους και όχι απέναντι.
Ο Βιάλι υπήρξε ένα από τα σπάνια ποδοσφαιρικά ταλέντα. Στη σταδιοδρομία του πορεύθηκε με αγάπη για το ποδόσφαιρο, για τους συμπαίκτες του και με σεβασμό για τις φανέλες των ομάδων που φόρεσε (Κρεμονέζε, Σαμπντόρια, Γιουβέντους, Τσέλσι). Ταυτόχρονα, ήταν ένας άνθρωπος που έδειχνε μεγάλη αγάπη για την ίδια τη ζωή.Τη ζωή που έχασε τόσο γρήγορα, χτυπημένος από τον καρκίνο.
Η καριέρα του στιγματίστηκε από την υποψία, ότι ντοπάρεται. Ο ίδιος όχι μόνο το αρνήθηκε, αλλά υπερασπίστηκε σθεναρά ένα σύστημα, που τον υποχρέωσε να κάνει συμβιβασμούς. Μετά το θάνατό του, υπάρχει η ισχυρή υποψία ότι αυτό που του στέρησε τη χαρά της ζωής είναι αυτοί οι συμβιβασμοί… Προφανώς, ακόμα και σήμερα, γίνεται λόγος για υποψίες, καθώς δεν έχει βρεθεί αιτιώδης σύνδεσμος, ανάμεσα στο θάνατό του και τη χορήγηση αναβολικών ουσιών. Παραμένει ωστόσο, ισχυρή η αμφιβολία ή ακόμα και ο φόβος, για τον οποίο μίλησε ο Ντίνο Μπάτζιο. Μία αμφιβολία και ένας φόβος, που, στο τέλος της ημέρας, επηρεάζουν το ίδιο το ποδόσφαιρο. Και αυτό, εκτός από τον πρόωρο θάνατο ενός αγαπημένου σε όλους ανθρώπου, είναι μεγάλο κρίμα.
(Ο Κώστας Καρβουναρίδης είναι Δικηγόρος – Διεθνές Μάστερ Αθλητικού Δικαίου και Μάνατζμεντ / Διεθνές Κέντρο Αθλητικών Σπουδών – CIES – FIFA)
Πηγή : https://www.ieidiseis.gr