Η φορολογία είναι άδικη ! του Μάρκου Βλάχου

βλαχος μαρκοςΣτην Ελλάδα ο πολίτης που φορολογείται αισθάνεται σαν το μοναδικό ταμείο της χώρας γιατί γνωρίζει ότι η χώρα είναι ο παράδεισος της φοροαποφυγής και φοροδιαφυγής. Ταυτόχρονα γνωρίζει ότι οι πλουσιότεροι πολίτες είναι οι πρωταθλητές στην φοροαποφυγή, ενώ οι περισσότεροι πιστεύουν ότι οι μισοί Έλληνες δεν πληρώνουν φόρους … και προσπαθούν να ακολουθήσουν το παράδειγμά τους.
Είναι όμως η φορολογία το απόλυτο κακό; Αν και αυτή μας προβληματίζει μερικές φορές το χρόνο στη διάρκεια της ζωής μας, μας παρέχει πολλά περισσότερα από αυτά που παίρνει γιατί δίνει στα παιδιά μας μια ποιοτική εκπαίδευση, εγγυάται την ασφάλεια μας και σε πολλές περιπτώσεις διασφαλίζει τη θεραπεία μας.
Ας σκεφτούμε καλά λοιπόν πριν θελήσουμε να τελειώσουμε με αυτήν όπως με θέρμη υπερασπίζονται διάφοροι εκπρόσωποι του νεοφιλελευθερισμού, οι οποίοι ειρήσθω εν παρόδω είναι και οι μοναδικοί υπεύθυνοι γιατί η φορολογία έγινε όλο και πιο ακατανόητη και όλο και πιο άδικη.
Χωρίς να υποστηρίζουμε ότι έχουμε τη λύση για όλα τα προβλήματα , εδώ προτείνουμε κάποια σημεία μεταρρυθμίσεων που θεωρούμε απαραίτητα για την οικονομική συγκρότηση της χώρας.
Η πολιτική και νομική διάσταση των φόρων.

Η αρχή της φορολογικής ισότητας γίνεται αντιληπτή ως ισότητα των φορολογουμένων απέναντι στη φορολόγηση. Υπό την έννοια αυτή, προκύπτει και στο Σύνταγμα «τα βάρη πρέπει να κατανέμονται εξίσου μεταξύ όλων των πολιτών, ανάλογα με τις δυνατότητές τους.» Αυτή είναι η ιδέα της φορολογικής δικαιοσύνης.
Για να διασφαλιστεί η δικαιότερη κατανομή των φορολογικών βαρών και να διασφαλισθεί η ισότητα των «οικονομικών θυσιών», ο νομοθέτης εξουσιοδοτείται να επιβάλει διαφορετική μεταχείριση μεταξύ των πολιτών (π.χ. συντελεστής 20% επί των εισοδημάτων απαιτεί μεγαλύτερο βάρος για αυτούς που είναι λιγότερο εύποροι, δεδομένου του υψηλού μεριδίου που πρέπει να δαπανήσουν για να καλύψουν τις βασικές ανάγκες – τροφή, στέγαση, θέρμανση …).
Το Σύνταγμα αναγνωρίζει την αρχή της φορολογικής ισότητας ως συνταγματική αξία και μέσω των αρμόδιων οργάνων ασκείται έλεγχος σε κάθε φόρου ξεχωριστά αλλά όχι στο σύνολο των φορολογικών υποχρεώσεων που μπορεί να βαρύνουν τον κάθε πολίτη.
Η αρχή της φορολογικής ισότητας αφορά και την ισότητα των φορολογουμένων στο φορολογικό δίκαιο για αυτό το λόγο προτείνουμε την ίδια φορολογική μεταχείριση σε όλους τους φορολογούμενους που βρίσκονται στην ίδια κατάσταση.
Σε αντίθεση με την επικρατούσα ως σήμερα τακτική των φορολογικών απαλλαγών ή καλύτερα των φορολογικών προνομίων σε συγκεκριμένες ομάδες του πληθυσμού εισάγουμε στην πολιτική συζήτηση την ισότητα και τη δικαιοσύνη. Κάτω από αυτή τη λογική είναι απαραίτητη η θεσμοθέτηση της αναλογικότητας και της προοδευτικότητας του φόρου που πλησιάζει και στην συνταγματική απαίτηση για συμμετοχή <<…… ανάλογα με τις δυνατότητές του κάθε πολίτη>>.
Στον αγώνα κατά των ανισοτήτων, ο φόρος είναι ένα εργαλείο που δεν χρησιμοποιήθηκε ποτέ από το παλαιό πολιτικό σύστημα. Για αυτό θεωρούμε απαραίτητη τη μεταρρύθμιση του φορολογικού συστήματος για περισσότερη ισότητα και φορολογική δικαιοσύνη. Είναι καιρός, να εξετάσουμε μια προσέγγιση φορο-λογική που θα λαμβάνει υπόψη της, τις ανισότητες του πλούτου στο πλαίσιο της αποκατάστασης των άμεσων φόρων.
Γιατί επιλέγουμε την φορολόγηση του πλούτου;
Δεν είναι ορθό στη σύγχρονη κοινωνία η στήριξη της δημιουργίας πλούτου (που είναι η δίκαιη αμοιβή για τις προσπάθειές των επενδυτών και των προσόντων τους) και η προσπάθεια παραμονής των στο έδαφος της χώρας, για να τον επενδύσουν εκ νέου σε νέες επιχειρήσεις για την προώθηση της ανάπτυξης (εάν είναι απαραίτητο, «πράσινες») και να δημιουργήσουν νέες θέσεις απασχόλησης;
Μια οικονομική πολιτική δεν πρέπει να είναι φορολογικά ελκυστική για να συγκρατήσει τους επενδυτές (η αποχώρηση τους θα έχει ως συνέπεια τη στέρηση πόρων ιδιαίτερα χρήσιμους σε περιόδους κρίσης) και να προσελκύσει και άλλους, γιατί είναι απαραίτητοι για την ανάπτυξη;
Αυτά είναι, τα κύρια επιχειρήματα που προβάλλονται από το δεσπόζοντα πολιτικό λόγο, που σε μεγάλο βαθμό υιοθετεί τη λεγόμενη «φιλελεύθερη» ή «νεοφιλελεύθερη» λογική. Στην εποχή του, ο καγκελάριος Χέλμουτ Σμιτ είχε θεωρητικοποιήσει αυτή την προσέγγιση, λέγοντας: » Τα σημερινή κέρδη είναι οι επενδύσεις του αύριο και η απασχόληση της μεθεπομένης «.
Θα απαντήσουμε σε αυτά τα επιχειρήματα, σημείο προς σημείο, αρχικά εξετάζοντας τις επιπτώσεις των φορολογικών επιλογών της τελευταίας δεκαετίας προ κρίσης, περίοδο κατά την οποία η φορολογία υπέστη τις πιο βαθιές αλλαγές, βλέπουμε ότι αυτές οι επιλογές αύξησαν τις ανισότητες στο πλαίσιο του οικονομικού καπιταλισμού σε κρίση και σε καμία περίπτωση δεν είχε θετικές επιπτώσεις στην οικονομική συγκρότηση της χώρας αφού όλα τα κέρδη ή επενδύθηκαν σε επενδύσεις συνδεδεμένες με την κατανάλωση ή οδηγήθηκαν στην ασφάλεια των φορολογικών παραδείσων.
Στον αντίποδα, την περίοδο της κρίσης, οι νεοφιλελεύθερες επιλογές οδήγησαν στην υπερφορολόγηση των μεσαίων εισοδημάτων και μικρομεσαίων επιχειρήσεων με καταστροφικά αποτελέσματα για την οικονομία αφού η χώρα έχασε το 30% του ΑΕΠ, έκλεισαν εκατοντάδες χιλιάδες επιχειρήσεις ενώ μερικές δεκάδες χιλιάδες μετανάστευσαν σε γειτονικές χώρες με μικρότερους φορολογικούς συντελεστές. Καταλήγουμε, λοιπόν, στο συμπέρασμα ότι η φορολογία θα πρέπει να διαδραματίσει έναν πιο ενεργό ρόλο στην παραγωγή πλούτου αλλά και στη μείωση των ανισοτήτων, με την αναδιανομή του σε λογικά πλαίσια ώστε να είναι εφικτή η » κοινωνική συνοχή » στοιχείο απαραίτητο σε μια δημοκρατία αλλά και, πιο πεζά, προκειμένου να ξεπεραστεί η κρίση με την καλύτερη κατανομή της κρίσης χρέους της χώρας.

Είκοσι χρόνια «άδικων» φόρων

Η ιστορική βαση της φορολογίας έχει υπονομευθεί σταδιακά τις τελευταίες δεκαετίες.
Ο φόρος έχει τρεις λειτουργίες: τη χρηματοδότηση των δημόσιων πολιτικών, τη διόρθωση των ανισοτήτων και την αλλαγή της συμπεριφοράς των πολιτών (οικονομική, κοινωνική και περιβαλλοντική, σε μία κατεύθυνση περισσότερο ηθική και αποτελεσματική). Αυτές οι λειτουργίες έχουν καταβαραθρωθεί από τον κυρίαρχο λόγο των πολιτικών κομμάτων της χώρας, τα οποία με όποιο πολιτικό μανδύα και αν εμφανίζονται, ακολουθούν με ευλάβεια τη λογική της Μάργκαρετ Θάτσερ, για την οποία «δεν υπάρχει κοινωνία, υπάρχουν μόνο άτομα», τα οποία ενδιαφέρονται ελάχιστα για τη διαμόρφωση συνολικών δημόσιων πολιτικών και θεωρεί τις ανισότητες ως μέρος της ανθρώπινης φύσης οι οποίες είναι επιθυμητές και επιβραβεύουν τους <<άξιους>>.
Στα πλαίσια αυτής της λογικής αλλά και της πελατειακής σχέσης με τους πολίτες το πολιτικό σύστημα, επί δεκαετίες, προωθούσε φορολογικές απαλλαγές ή ιδιαίτερη φορολογική μεταχείριση για συγκεκριμένες κοινωνικές ή επαγγελματικές ομάδες σε σημείο που έφθασαν σε ένα σύνθετο και αδιαφανές φορολογικό σύστημα, το οποίο ενίσχυσε τις αδικίες, δεδομένου ότι η θεσμοθέτηση φορολογικών παραθύρων επέτρεψε την έκρηξη της φοροαποφυγής από τους πλουσιότερους και συγκεκριμένες επαγγελματικές ή κοινωνικές ομάδες.
Αυτή η στρέβλωση, της έννοιας της φορολογίας, συνεχίστηκε και την περίοδο της οικονομικής κρίσης με την υπερφορολόγιση των μεσαίων στρωμάτων και των επιχειρήσεων με αποτέλεσμα να αναιρείται η έννοια της αναδιανομής και να φθάνει στο ακριβώς αντίθετο άκρο αυτό, ας μου επιτραπεί η έκφραση όσο απλοϊκή και αν ακούγεται, της δήμευσης των εισοδημάτων λογική την οποία καταγγέλλουν όλο και μεγαλύτερα στρώματα του πληθυσμού.

Αξιολογώντας μια εικοσαετία άδικης φορολόγησης

Η φορολόγηση φυσικών προσώπων αντιπροσωπεύει το 15,33% των εσόδων του κρατικού προϋπολογισμού το 2013, ενώ αντιστοιχεί στο 4,31% του ΑΕΠ ποσοστό ιδιαίτερα χαμηλό σε σχέση με τις υπόλοιπες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αυτή η κατάσταση δεν είναι προϊόν της κρίσης αλλά μία σταθερά στην φορολογική πραγματικότητα της χώρας.

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΜΕΓΕΘΟΣ 1999 ΣΥΝΟΛΟ ΕΣΟΔΩΝ ΚΡΑΤΙΚΟΥ ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ 34.051.000.000€ ΦΟΡΟΙ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ Τ.Π. 5.356.000.000€ ΠΟΣΟΣΤΟ ΕΠΙ ΕΣΟΔΩΝ 15,73% ΠΟΣΟΣΤΟ ΕΠΙ Α.Ε.Π. 4,78%
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΜΕΓΕΘΟΣ 2000 ΣΥΝΟΛΟ ΕΣΟΔΩΝ ΚΡΑΤΙΚΟΥ ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ 37.711.000.000€ ΦΟΡΟΙ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ Τ.Π. 5.224. .000.000€ ΠΟΣΟΣΤΟ ΕΠΙ ΕΣΟΔΩΝ 13,85% ΠΟΣΟΣΤΟ ΕΠΙ Α.Ε.Π. 4,35%
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΜΕΓΕΘΟΣ 2001 ΣΥΝΟΛΟ ΕΣΟΔΩΝ ΚΡΑΤΙΚΟΥ ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ 40.807.000.000€ ΦΟΡΟΙ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ Τ.Π. 5.547.000.000€ ΠΟΣΟΣΤΟ ΕΠΙ ΕΣΟΔΩΝ 13,59% ΠΟΣΟΣΤΟ ΕΠΙ Α.Ε.Π. 4,28%
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΜΕΓΕΘΟΣ 2002 ΣΥΝΟΛΟ ΕΣΟΔΩΝ ΚΡΑΤΙΚΟΥ ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ 41.538.000.000€ ΦΟΡΟΙ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ Τ.Π. 6.465.000.000€ ΠΟΣΟΣΤΟ ΕΠΙ ΕΣΟΔΩΝ 15,56%ΠΟΣΟΣΤΟ ΕΠΙ Α.Ε.Π. 4,63%
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΜΕΓΕΘΟΣ 2003 ΣΥΝΟΛΟ ΕΣΟΔΩΝ ΚΡΑΤΙΚΟΥ ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ 43.000.000.000€ ΦΟΡΟΙ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ Τ.Π. 6.990.000.000€ ΠΟΣΟΣΣΤΟ ΕΠΙ ΕΣΟΔΩΝ 16,26% ΠΟΣΟΣΤΟ ΕΠΙ Α.Ε.Π. 4,66%
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΜΕΓΕΘΟΣ 2004 ΣΥΝΟΛΟ ΕΣΟΔΩΝ ΚΡΑΤΙΚΟΥ ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ 45.540.000.000€ ΦΟΡΟΙ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ Τ.Π. 8.395.000.000€ ΠΟΣΟΣΤΟ ΕΠΙ ΕΣΟΔΩΝ 18,43% ΠΟΣΟΣΤΟ ΕΠΙ Α.Ε.Π. 5,12%
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΜΕΓΕΘΟΣ 2005 ΣΥΝΟΛΟ ΕΣΟΔΩΝ ΚΡΑΤΙΚΟΥ ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ 47.110.000.000€ ΦΟΡΟΙ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ Τ.Π. 8.365.000.000€ ΠΟΣΟΣΤΟ ΕΠΙ ΕΣΟΔΩΝ 17,76% ΠΟΣΟΣΤΟ ΕΠΙ Α.Ε.Π. 4,74%
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΜΕΓΕΘΟΣ 2006 ΣΥΝΟΛΟ ΕΣΟΔΩΝ ΚΡΑΤΙΚΟΥ ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ 50.040.000.000€ ΦΟΡΟΙ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ Τ.Π. 8.860.000.000€ ΠΟΣΟΣΤΟ ΕΠΙ ΕΣΟΔΩΝ 17,71% ΠΟΣΟΣΤΟ ΕΠΙ Α.Ε.Π. 4,58%
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΜΕΓΕΘΟΣ 2007 ΣΥΝΟΛΟ ΕΣΟΔΩΝ ΚΡΑΤΙΚΟΥ ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ 53.060.000.000€ ΦΟΡΟΙ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ Τ.Π. 9.720.000.000€ ΠΟΣΟΣΤΟ ΕΠΙ ΕΣΟΔΩΝ 18,32% ΠΟΣΟΣΤΟ ΕΠΙ Α.Ε.Π. 4,66%
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΜΕΓΕΘΟΣ 2008 ΣΥΝΟΛΟ ΕΣΟΔΩΝ ΚΡΑΤΙΚΟΥ ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ 60.052.000.000€ ΦΟΡΟΙ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ Τ.Π. 10.850.000.000€ ΠΟΣΟΣΤΟ ΕΠΙ ΕΣΟΔΩΝ 18,07% ΠΟΣΟΣΤΟ ΕΠΙ Α.Ε.Π. 4,42%
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΜΕΓΕΘΟΣ 2009 ΣΥΝΟΛΟ ΕΣΟΔΩΝ ΚΡΑΤΙΚΟΥ ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ 65.972.000.000€ ΦΟΡΟΙ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ Τ.Π. 12.170.000.000€ ΠΟΣΟΣΤΟ ΕΠΙ ΕΣΟΔΩΝ 18,45% ΠΟΣΟΣΤΟ ΕΠΙ Α.Ε.Π. 4,68%
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΜΕΓΕΘΟΣ 2010 ΣΥΝΟΛΟ ΕΣΟΔΩΝ ΚΡΑΤΙΚΟΥ ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ 57.560.000.000€ ΦΟΡΟΙ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ Τ.Π. 11.400.000.000€ ΠΟΣΟΣΤΟ ΕΠΙ ΕΣΟΔΩΝ 19,81% ΠΟΣΟΣΤΟ ΕΠΙ Α.Ε.Π. 4,67%
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΜΕΓΕΘΟΣ 2011 ΣΥΝΟΛΟ ΕΣΟΔΩΝ ΚΡΑΤΙΚΟΥ ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ 59.482.000.000€ ΦΟΡΟΙ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ Τ.Π. 10.600.000.000€ ΠΟΣΟΣΤΟ ΕΠΙ ΕΣΟΔΩΝ 17,82% ΠΟΣΟΣΤΟ ΕΠΙ Α.Ε.Π. 4,64%
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΜΕΓΕΘΟΣ 2012 ΣΥΝΟΛΟ ΕΣΟΔΩΝ ΚΡΑΤΙΚΟΥ ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ 59.184.000.000€ ΦΟΡΟΙ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ Τ.Π. 10.682.000.000€ ΠΟΣΟΣΤΟ ΕΠΙ ΕΣΟΔΩΝ 18,05% ΠΟΣΟΣΤΟ ΕΠΙ Α.Ε.Π. 5,03%
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΜΕΓΕΘΟΣ 2013 ΣΥΝΟΛΟ ΕΣΟΔΩΝ ΚΡΑΤΙΚΟΥ ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ 51.458.000.000€ ΦΟΡΟΙ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ Τ.Π. 7.890.000.000€ ΠΟΣΟΣΤΟ ΕΠΙ ΕΣΟΔΩΝ 15,33% ΠΟΣΟΣΤΟ ΕΠΙ Α.Ε.Π. 4,31%

Το ποσοστό είναι ιδιαίτερα μικρό και εξηγείται από τη δομή της φορολογίας – οι ασφαλιστικές εισφορές εκπίπτουν από το εισόδημα, αλλά καταλαμβάνουν σημαντική θέση στη χρηματοδότηση του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης -, τις πολλαπλές φοροαπαλλαγές και τη δομή του φοροεισπρακτικού μηχανισμού για την περίοδο 1999 έως το 2010 και στη συνέχεια λόγο της μείωση των εισοδημάτων που σημειώθηκε τα χρόνια της κρίσης και την αύξηση της ανεργίας.
Το αποτέλεσμα της ύπαρξης του αφορολόγητου και των φοροαπαλλαγών είναι η μείωση της φορολογικής απόδοσης (υπολογίζεται ότι οι φοροαπαλλαγές κόστιζαν, ετήσια, στον κρατικό προϋπολογισμό από 6 έως 8 δις ευρώ) την περίοδο προ της κρίσης ενώ στη συνέχεια κοστίζουν στον κρατικό προϋπολογισμό 3,6 δισεκατομμυρία € (293 εκατ. ευρώ ανέρχονται οι φοροαπαλλαγές των νοικοκυριών, 2,17 εκατ. οι απαλλαγές για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις στα νησιά, 33,32 εκατ. ευρώ των νομικών πρόσωπων, 658,78 εκατ. ευρώ οι φοροαπαλλαγές που εφαρμόζονται σε κληρονομιές, γονικές παροχές, δωρεές και μεταβιβάσεις ακινήτων, 545,47 εκατ. ευρώ ανέρχονται οι φοροαπαλλαγές από τον ΕΝΦΙΑ που δικαιούνται 1.448.816 φορολογούμενοι και από τις μεταβιβάσεις ακινήτων, 1,046 δισ. ευρώ κοστίζουν οι απαλλαγές και οι μειώσεις στους ειδικούς φόρους κατανάλωσης, 65,22 εκατ. ευρώ είναι οι απαλλαγές οχημάτων από τα τέλη ταξινόμησης) επιβαρύνοντας ακόμη περισσότερο τα ήδη βεβαρυμμένα δημόσια οικονομικά.
Έτσι κάθε φορολογική απαλλαγή προκάλεσε δημοσιονομικά ελλείμματα που έχουν συσσωρευτεί. Από το 1999 έως το 2010 ο προϋπολογισμός υπολογίζεται ότι έχασε έσοδα της τάξης των 75 δισεκατομμυρίων € τη στιγμή που οι δαπάνες αυξάνονταν, και αυτό τροφοδότησε τα δημόσια ελλείμματα και το χρέος ενώ τα χρόνια της κρίσης οι φοροαπαλλαγές κόστισαν στο ελληνικό δημόσιο 15 δισεκατομμύρια ευρώ, την ίδια στιγμή που μειώνονται συντάξεις και κοινωνικές παροχές για να καλυφθούν τα ελλείμματα.
Υπάρχουν επίσης και άλλα μέτρα που επιβάρυναν και επιβαρύνουν τον κρατικό προϋπολογισμό όπως οι επιδοτήσεις θέσεων εργασίας, φοροαπαλλαγές σε εφοπλιστές, μειωμένο Φ.Π.Α. σε νησιά, κλπ που λειτούργησαν και λειτουργούν προς όφελος των ανώτερων οικονομικά τάξεων.
Ουσιαστικά όλων αυτών των φοροαπαλλαγών επωφελήθηκε μια μειοψηφία φορολογουμένων, οι περισσότερο πλούσιοι, χωρίς αυτό να αναζωογονήσει την ανάπτυξη, η οποία ήταν και εξακολουθεί να είναι ο διακηρυγμένος στόχος για κάθε νέο φορολογικό μέτρο.
Η συγκεκριμένη κατάσταση συνέβαλε διαχρονικά στη στρέβλωση της κατανομής του εισοδήματος και επιτάχυνε την αύξηση των ανισοτήτων. Στη χώρα, την περίοδο 2000-2010, το 23% του πληθυσμού ζούσε κάτω από το όριο της φτώχειας ενώ μετά την κρίση το ποσοστό ανήλθε στο 28%.
Στα πλαίσια της παγκοσμιοποίησης και της οικονομίας των αγορών, η ροπή προς αποταμίευση των πλουσιότερων οικονομικών παραγόντων έχει αυξηθεί (οι καταθέσεις ελλήνων σε φορολογικούς παραδείσους που υπολογίζονται σε 40 δισεκατομμύρια ευρώ) και οι τοποθετήσεις τους έχουν δημιουργήσει πλούτο ο οποίος έχει φορολογηθεί λιγότερο από ότι φορολογούνται τα εισόδημα από την παραγωγή και την εργασία, κατάσταση η οποία επιτρέπει τη συσσώρευση πλούτου και την αύξηση των ανισοτήτων.

Αποκατάσταση της φορολογικής ισότητας

Δεν χρειάζεται να ανακαλύψουμε τον ξεχασμένο κανόνα της φορολογίας που υπάρχει, αλλά είναι θαμμένος κάτω από τα ερείπια της νεοφιλελεύθερης. Αρκεί να τον επαναφέρουμε για να αποκαταστήσουμε την έννοια της φορολογίας.
Έτσι, η ισότητα των φορολογουμένων θα πρέπει να γίνει κανόνας για κάθε φορολογικό νομοσχέδιο, μία αρχή που αποδυνάμωσαν οι φορολογικές επιλογές των τελευταίων είκοσι ετών κακομαθαίνοντας πολλές επαγγελματικές και κοινωνικές ομάδες.
Κανόνας όμως πρέπει να γίνει και η ορθολογιστική διάρθρωση της φορολογίας η οποία τα τελευταία μοιάζει να έχει ξεχαστεί μπροστά στις απαιτήσεις της οικονομικής κρίσης.
Για αυτό το λόγο προτείνουμε ένα γενικό προοδευτικό σύστημα φορολόγησης φυσικών προσώπων, χωρίς εξαιρέσεις, που θα ξεκινά από 1% για εισοδήματα 5.529,79€, και θα φθάνει προοδευτικά το 10% για εισοδήματα έως 20.972,81€, 15% για εισοδήματα από 22.970,34€ έως 37.456,03€, 20% για εισοδήματα από 40.458,9€ έως 82.391,09€, 21% για εισοδήματα από 87.390,95€ έως 92.421,01€, 23% για εισοδήματα από 97.424,73€, 24% για εισοδήματα 104.690,07€ , 25% για εισοδήματα 114.797,01€ έως 1.429.578,35€, 30% για υπερβάλλον εισόδημα που θα επιτρέψει την διόρθωση ανισοτήτων και την αύξηση των εσόδων αν συνδυαστεί με το κατάλληλο νομικό πλαίσιο.
Η φορολογική ισότητα αντιμετωπίζει και άλλες προκλήσεις. Η σημαντικότερη είναι αυτή της ισότητας ενώπιον του φορολογικού ελέγχου, μία αρχή που το πολιτικό σύστημα υπονόμευσε συστηματικά δίνοντας, τις τελευταίες δεκαετίες, πολιτική, οικονομική και νομική κάλυψη σε όσους ήταν δίπλα τους.
Ως εκ τούτου, η φορολογική ισότητα περνά μέσα από την αποτελεσματική οργάνωση των οικονομικών υπηρεσιών (Δ.Ο.Υ., το Σ.Δ.Ο.Ε. κλπ) με το κατάλληλο προσωπικό, την υλικοτεχνική υποδομή αλλά και το κατάλληλο νομικό πλαίσιο.
Τέλος, φορολογική ισότητα σημαίνει ότι τα ιδιωτικά συμφέροντα δεν θα συμμετέχουν ή θα επηρεάζουν την προετοιμασία των φορολογικών νομοσχεδίων. Κάτω από αυτή την οπτική είναι ανησυχητική η προσπάθεια επαγγελματικών ομάδων να παρέμβουν σε φορολογικά νομοσχέδια (αγρότες, εφοπλιστές, δικηγόροι κλπ). Φορολογική ισότητα σημαίνει, ότι ο φόρος έχει αναπτυχθεί ανεξάρτητα γιατί κάθε ιδιωτική παρέμβαση έρχεται σε αντίθεση με το γενικό συμφέρον.

Η Απάντηση στο φορολογικό ανταγωνισμό

Τι στιγμή που ο φορολογικός ανταγωνισμός οδηγεί σε φυγή χιλιάδες ελληνικές επιχειρήσεις, αυτός δεν λαμβάνεται υπόψη στον καθορισμό της εθνικής πολιτικής φορολόγησης (των επιχειρήσεων) στο όνομα της υποχρέωσης διεύρυνσης της φορολογικής βάσης και ελλείψει αυτής ακολουθεί η αύξηση των φορολογικών συντελεστών, σε όλους, με οδυνηρά αποτελέσματα για την εθνική οικονομία.

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΜΕΓΕΘΟΣ 1999 ΣΥΝΟΛΟ ΕΣΟΔΩΝ ΚΡΑΤΙΚΟΥ ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ 34.051.000.000€ ΦΟΡΟΙ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ Τ.Π. 3.337.000.000€ ΠΟΣΟΣΤΟ ΕΠΙ ΕΣΟΔΩΝ 9,80% ΠΟΣΟΣΤΟ ΕΠΙ Α.Ε.Π. 2,98%
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΜΕΓΕΘΟΣ 2000 ΣΥΝΟΛΟ ΕΣΟΔΩΝ ΚΡΑΤΙΚΟΥ ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ 37.711.000.000€ ΦΟΡΟΙ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ Τ.Π. 4.549.000.000€ ΠΟΣΟΣΤΟ ΕΠΙ ΕΣΟΔΩΝ 12,06% ΠΟΣΟΣΤΟ ΕΠΙ Α.Ε.Π. 3,79%
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΜΕΓΕΘΟΣ 2001 ΣΥΝΟΛΟ ΕΣΟΔΩΝ ΚΡΑΤΙΚΟΥ ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ 40.807.000.000€ ΦΟΡΟΙ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ Τ.Π. 5.106.000.000€ ΠΟΣΟΣΤΟ ΕΠΙ ΕΣΟΔΩΝ 12,51% ΠΟΣΟΣΤΟ ΕΠΙ Α.Ε.Π. 3,94%
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΜΕΓΕΘΟΣ 2002 ΣΥΝΟΛΟ ΕΣΟΔΩΝ ΚΡΑΤΙΚΟΥ ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ 41.538.000.000€ ΦΟΡΟΙ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ Τ.Π. 4.578.000.000€ ΠΟΣΟΣΤΟ ΕΠΙ ΕΣΟΔΩΝ 11,02%ΠΟΣΟΣΤΟ ΕΠΙ Α.Ε.Π. 3,28%
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΜΕΓΕΘΟΣ 2003 ΣΥΝΟΛΟ ΕΣΟΔΩΝ ΚΡΑΤΙΚΟΥ ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ 43.000.000.000€ ΦΟΡΟΙ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ Τ.Π. 4.505.000.000€ ΠΟΣΟΣΣΤΟ ΕΠΙ ΕΣΟΔΩΝ 10,48% ΠΟΣΟΣΤΟ ΕΠΙ Α.Ε.Π. 3,00%
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΜΕΓΕΘΟΣ 2004 ΣΥΝΟΛΟ ΕΣΟΔΩΝ ΚΡΑΤΙΚΟΥ ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ 45.540.000.000€ ΦΟΡΟΙ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ Τ.Π. 4.710.000.000€ ΠΟΣΟΣΤΟ ΕΠΙ ΕΣΟΔΩΝ 10, 34% ΠΟΣΟΣΤΟ ΕΠΙ Α.Ε.Π. 2,87%
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΜΕΓΕΘΟΣ 2005 ΣΥΝΟΛΟ ΕΣΟΔΩΝ ΚΡΑΤΙΚΟΥ ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ 47.110.000.000€ ΦΟΡΟΙ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ Τ.Π. 5.240.000.000€ ΠΟΣΟΣΤΟ ΕΠΙ ΕΣΟΔΩΝ 11,12% ΠΟΣΟΣΤΟ ΕΠΙ Α.Ε.Π. 2,97%
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΜΕΓΕΘΟΣ 2006 ΣΥΝΟΛΟ ΕΣΟΔΩΝ ΚΡΑΤΙΚΟΥ ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ 50.040.000.000€ ΦΟΡΟΙ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ Τ.Π. 4.900.000.000€ ΠΟΣΟΣΤΟ ΕΠΙ ΕΣΟΔΩΝ 9,79% ΠΟΣΟΣΤΟ ΕΠΙ Α.Ε.Π. 2,53%
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΜΕΓΕΘΟΣ 2007 ΣΥΝΟΛΟ ΕΣΟΔΩΝ ΚΡΑΤΙΚΟΥ ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ 53.060.000.000€ ΦΟΡΟΙ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ Τ.Π. 4.620.000.000€ ΠΟΣΟΣΤΟ ΕΠΙ ΕΣΟΔΩΝ 8,71% ΠΟΣΟΣΤΟ ΕΠΙ Α.Ε.Π. 2,21%
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΜΕΓΕΘΟΣ 2008 ΣΥΝΟΛΟ ΕΣΟΔΩΝ ΚΡΑΤΙΚΟΥ ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ 60.052.000.000€ ΦΟΡΟΙ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ Τ.Π. 4.865.000.000€ ΠΟΣΟΣΤΟ ΕΠΙ ΕΣΟΔΩΝ 8,10% ΠΟΣΟΣΤΟ ΕΠΙ Α.Ε.Π. 1,98%
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΜΕΓΕΘΟΣ 2009 ΣΥΝΟΛΟ ΕΣΟΔΩΝ ΚΡΑΤΙΚΟΥ ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ 65.972.000.000€ ΦΟΡΟΙ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ Τ.Π. 5.370.000.000€ ΠΟΣΟΣΤΟ ΕΠΙ ΕΣΟΔΩΝ 8,14% ΠΟΣΟΣΤΟ ΕΠΙ Α.Ε.Π. 2,06%
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΜΕΓΕΘΟΣ 2010 ΣΥΝΟΛΟ ΕΣΟΔΩΝ ΚΡΑΤΙΚΟΥ ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ 57.560.000.000€ ΦΟΡΟΙ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ Τ.Π. 3.525.000.000€ ΠΟΣΟΣΤΟ ΕΠΙ ΕΣΟΔΩΝ 6,12% ΠΟΣΟΣΤΟ ΕΠΙ Α.Ε.Π. 1,44%
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΜΕΓΕΘΟΣ 2011 ΣΥΝΟΛΟ ΕΣΟΔΩΝ ΚΡΑΤΙΚΟΥ ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ 59.482.000.000€ ΦΟΡΟΙ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ Τ.Π. 2.800.000.000€ ΠΟΣΟΣΤΟ ΕΠΙ ΕΣΟΔΩΝ 4,71% ΠΟΣΟΣΤΟ ΕΠΙ Α.Ε.Π. 1,23%
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΜΕΓΕΘΟΣ 2012 ΣΥΝΟΛΟ ΕΣΟΔΩΝ ΚΡΑΤΙΚΟΥ ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ 59.184.000.000€ ΦΟΡΟΙ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ Τ.Π. 2.157.000.000€ ΠΟΣΟΣΤΟ ΕΠΙ ΕΣΟΔΩΝ 3,64% ΠΟΣΟΣΤΟ ΕΠΙ Α.Ε.Π. 1,01%
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΜΕΓΕΘΟΣ 2013 ΣΥΝΟΛΟ ΕΣΟΔΩΝ ΚΡΑΤΙΚΟΥ ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ 51.458.000.000€ ΦΟΡΟΙ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ Τ.Π. 1.479.000.000€ ΠΟΣΟΣΤΟ ΕΠΙ ΕΣΟΔΩΝ 2,87% ΠΟΣΟΣΤΟ ΕΠΙ Α.Ε.Π. 0,81%
Αντίθετα ο προαναφερόμενος ανταγωνισμός παρουσιάζεται συχνά ως βάση για τη διατήρηση των μειωμένων φόρων για το τραπεζικό κεφάλαιο, τους επενδυτές, τις πολυεθνικές εταιρίες ή ακόμα των πλουσίων τους οποίους επιθυμούμε να προσελκύσουμε στη χώρα.
Ένα είναι σίγουρο. Ο διεθνής φορολογικός ανταγωνισμός είναι έντονος, ιδιαίτερα στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Όμως ο φορολογικός ανταγωνισμός είναι μόνο μία πτυχή του οικονομικού ανταγωνισμού στον οποίο έχουν εμπλακεί τα κράτη της ΕΕ αλλά και της Βαλκανικής.
Ωστόσο κράτη όπως η Ελλάδα παρέχει δημόσιες υποδομές, το δίκτυο μεταφορών, ειδικευμένο εργατικό δυναμικό, κοινωνική προστασία που θα την έκαναν ελκυστική αν υπήρχαν δύο (2) καθοριστικοί παράγοντες:
α) η παροχή ποιοτικών δημόσιων υπηρεσιών και
β) ένα σταθερό φορολογικό πλαίσιο
Είναι σαφές ότι, στο σημερινό πλαίσιο του ανταγωνισμού, υπάρχουν εθνικά περιθώρια ελιγμών ιδιαίτερα σε στιγμές κρίσης, με τη μείωση στο 10% της φορολογίας των επιχειρήσεων και
την πολιτική συναίνεση για ένα σταθερό απλοποιημένο φορολογικό σύστημα για τα επόμενα 15 χρόνια.
Αυτή η εθνική επιλογή θα είχε πολλαπλά οφέλη αφού θα επέτρεπε την επιστροφή σε βάθος χρόνου των επιχειρήσεων που μετανάστευσαν ενισχύοντας το ΑΕΠ της χώρας, θα συνεισέφεραν στα κρατικά έσοδα αλλά θα δημιουργούσαν και δεκάδες χιλιάδες θέσεων εργασίας που θα έβγαζαν από το τέλμα τα ασφαλιστικά ταμεία της χώρας.
Βέβαια αυτή η στρατηγική πρέπει να συνδυαστεί και με την πολιτική προσπάθεια προς την κατεύθυνση της φορολογικής εναρμόνισης στα πλαίσια της Ευρωπαϊκή Ένωση.
Αλλά στο πλαίσιο της επιδείνωσης των δημόσιων οικονομικών των μελών κρατών της Ε.Ε., τα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης που καλούνται να αντιμετωπίσουν παρόμοιες καταστάσεις επιτίθενται με σφοδρότητα στα νοικοκυριά, τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, οι οποίοι καλούνται να σηκώσουν το μεγαλύτερο μέρος της φορολογικής επιβάρυνσης (δηλαδή η πληρωμή της κρίσης χρέους) χωρίς να θέτουν το θέμα της εκκίνησης μίας πορείας δημοσιονομικής και κοινωνικής εναρμόνισης.
Αυτή η δεύτερη διαδρομή (φορολογική εναρμόνιση) είναι προτιμότερη. Τέσσερα μεγάλα βήματα θα μπορούσαν να πραγματοποιηθούν γρήγορα, βάσει των υφιστάμενων δομών:
α) εναρμόνιση της φορολογίας των επιχειρήσεων,
β) αναθεώρηση της οδηγίας για τα εισοδήματα από αποταμιεύσεις,
γ) εναρμόνιση του ΦΠΑ
δ) καλύτερη συνεργασία στην καταπολέμηση της φοροδιαφυγής.
Σε αυτή τη βάση, θα μπορούσε να δημιουργηθεί ένα «φορολογικό δίχτυ», με τη θέσπιση ενιαίων συντελεστών για τους άμεσους φόρους και τους έμμεσους φόρους (Φ.Π.Α.), δημιουργώντας επιπροσθέτως ένα ή περισσότερους Ευρωπαϊκούς φόρους που θα έθεταν τέρμα στον Ευρωπαϊκό φορολογικό ανταγωνισμό, και θα έστελναν ένα μήνυμα σε μια καλύτερη και πιο δίκαιη φορολογική συνεργασία.
Αποκατάσταση των άμεσων φόρων

Για τη χρηματοδότηση των δημόσιων πολιτικών, λαμβάνοντας υπόψη τις δυνατότητες των φορολογουμένων, είναι απαραίτητη η μείωση των ανισοτήτων και η θεσμοθέτηση κινήτρων (χωρίς πελατειακές σχέσεις ή φορολογικές διευκολύνσεις), ώστε να επέλθει αποκατάσταση των άμεσων φόρων.
Σε αυτή την προοπτική υπάρχουν πολλές επιλογές.
Σε ότι αφορά τη φορολογία εισοδημάτων, υπάρχουν δύο επιλογές: να διατηρηθούν δύο ξεχωριστές εισφορές ή να ενοποιηθούν η φορολογία και οι εισφορές της κοινωνικής ασφάλισης που δίνουν άλλη έννοια στο φόρο εισοδήματος.
Η πρώτη επιλογή εφαρμόζεται ήδη με αρνητικά αποτελέσματα ενώ η δεύτερη προφανώς συνδέεται με τη χρηματοδότηση της κοινωνικής ασφάλισης. Σε αυτή την κατεύθυνση πρέπει να ξεκαθαρίσουμε ότι δεν αναφερόμαστε στη χρηματοδότηση της κοινωνικής ασφάλισης αποκλειστικά από τον κρατικό προϋπολογισμό δηλαδή τη συγχώνευση των δύο προϋπολογισμών. Συνεπώς, είναι απαραίτητο αν επιλέξουμε ως κοινωνία αυτόν τον τρόπο, να θεσμοθετηθούν έσοδα ειδικού προορισμού, μέσω ενός νόμου που θα καθορίζει σαφείς κανόνες κατανομής των εσόδων από ένα ενιαίο φόρο εισοδήματος.
Και στις δύο περιπτώσεις, ο στόχος πρέπει να είναι κοινός δηλαδή να αναπτυχθεί ένας πιο προοδευτικός φόρος από αυτόν που υπάρχει σήμερα, με στόχο τον περιορισμό καταβολής πολύ υψηλών μισθών επεμβαίνοντας με αυτό τον τρόπο στην πρωτογενή διανομή του εισοδήματος. Σε αυτή την κατεύθυνση ένας οριακός φορολογικός συντελεστής του 50 ή 52% πάνω από ένα ορισμένο επίπεδο εισοδήματος, κρίνεται σκόπιμος.
Όποια και αν είναι η φορολογική πολιτική, η χρήση φορολογικών απαλλαγών πρέπει να κοστολογημένη. Κάθε φοροαπαλλαγή πρέπει να αξιολογείται ως προς τον επιδιωκόμενο σκοπό (παραγωγή πλούτου) και να έχει περιορισμένη χρονική διάρκεια.
Προς το παρόν, η διεύρυνση της φορολογικής βάσης περνά από την κατάργηση των φοροαπαλλαγών με τη θεσμοθέτηση ενός γενικού αφορολόγητου ορίου βάση αποδείξεων.
Τέλος, όλα δείχνουν ότι θα πρέπει να ξαναγράψουμε τη φορολόγηση του πλούτου. Είναι δυνατόν να δημιουργηθεί ένας γενικός φόρος περιουσίας χωρίς εξαιρέσεις με την φορολόγηση όλων των περιουσιών άνω των 350.000 με κλίμακα από 0,5% έως και 1.000.000€ και 1% για μεγαλύτερες περιουσίες. Η απόδοσή του θα ήταν υψηλότερη από την τρέχουσα του ΕΝΦΙΑ.
Επίσης πρέπει να καταργηθούν όλες οι απαλλαγές στις μεταβιβάσεις (δωρεές, γονικές παροχές, κληρονομιές) και σε κάθε περίπτωση να αναθεωρηθούν προς τα κάτω οι κλίμακες αφορολογήτων στις συγκεκριμένες πράξεις.
Συμπέρασμα

Για να τελειώνουμε με τους πλούσιους και τους φτωχούς , δηλαδή , για να μειώσουμε τις ανισότητες, είναι απαραίτητο να αποκαταστήσουμε την έννοια της φορολόγησης.
Ο ρόλος της δημοσιονομικής αναδιανομής μεταξύ πρωτογενούς διανομής και της » κοινωνικής » αναδιανομής (μέσω των παροχών , των κοινωνικών και προνοιακών επιδομάτων ή της δωρεάν παροχής δημόσιων υπηρεσιών ) είναι απαραίτητη .
Εξασφαλίζοντας τη χρηματοδότηση δημόσιων πολιτικών που απευθύνονται το σύνολο της κοινωνίας , μέσω ενός κλιμακούμενου περιορισμού ( που περιορίζει τη διανομή των πολύ υψηλών εισοδημάτων) και μίας ορθολογικής εξισορρόπησης (μείωση των ανισοτήτων μετά τη φορολόγηση ), η φορολογία δίνει νόημα σε μια αλήθεια που εδώ και χρόνια αρνούμαστε : δεν υπάρχει κοινωνία χωρίς φορολογία, αλλά δεν υπάρχει και δίκαιη κοινωνία χωρίς δίκαιο φορολογικό σύστημα.

ΒΛΑΧΟΣ ΜΑΡΚΟΣ
ΔΙΚΤΥΟ ΑΝΑΝΕΩΤΙΚΗΣ ΑΡΙΣΤΕΡΑΣ