Καίτη Μυλωνά*
Παρ’ ότι σχεδόν μέσα Αυγούστου, η πολιτική επικαιρότητα είναι πλήρης ειδήσεων στο εσωτερικό, αλλά και στο εξωτερικό. Κάποιες ειδήσεις είναι για να γελοκλαίς (δική μου λέξη αυτή, γιατί γελάς με τη βλακεία και κλαις με την κατάντια) όπως οι κοκορομαχίες των πολιτικών αρχηγών στη Βουλή, ενώ άλλες ειδήσεις σε κάνουν να ανησυχείς για την πορεία του τόπου και του πλανήτη και για τις μεταλλάξεις και τις κωλοτούμπες των πολιτικών.
Τραμπ εναντίον Β. Κορέας, Τραμπ να διαγράφει τις λέξεις «κλιματική αλλαγή» από τα λεξικά (θυμήθηκα τις λευκές σελίδες της σοβιετικής ιστορίας) ενώ ήδη από προχθές έχουμε καταναλώσει όλους τους φυσικούς πόρους που ο πλανήτης μας μπορεί να παράξει μέσα σε ένα έτος και το κερασάκι στην τούρτα η προσευχή, ο εκκλησιασμός και η κλήρωση στις παρελάσεις.
Γι’ αυτά τα τελευταία θέλω να πω τη γνώμη μου.
Απ’ όταν γεννήθηκα – και δεν είναι υπερβολή, μια και γεννήθηκα σε σπίτι και οικογένεια αριστερή με φυλακές και εξορίες – ακούω για τη διαμάχη της επιστήμης με τη θρησκεία και για το χωρισμό της εκκλησίας από το κράτος. Από τα πολύ μικρά μου χρόνια, αλλά και λόγω επιλογής επαγγέλματος, η επιστήμη με κέρδισε και η θεωρία του Δαρβίνου έγινε οδηγός μου. Ως ενήλικη και μέλος αριστερών κομμάτων, ο χωρισμός της εκκλησίας από το κράτος αποτελούσε τμήμα των προγραμμάτων σε όλα τα χρόνια που ακολούθησαν.
Και φθάνω στο σήμερα, για να ακούσω από τον Υπουργό Παιδείας κ. Γαβρόγλου να απαντάει, ότι «μα ποιος είπε ότι θα σταματήσει ο εκκλησιασμός και η προσευχή στα σχολεία:» Δεν τον γνωρίζω προσωπικά, ούτε και ο ίδιος με γνωρίζει, όμως η πορεία του στην Αριστερά είναι γνωστή και θεωρώ ότι έχει την εκτίμηση πολλών αριστερών γι’ αυτή του την πορεία και ιδιαίτερα τη συμμετοχή του στο ΚΚΕ εσωτερικού. Δεν ξέρω, αλλά αναρωτιέμαι, τι είναι αυτό που κάνει έναν άνθρωπο της τάξης του κ. Γαβρόγλου, παλιό αριστερό, καθηγητή πανεπιστημίου, κάποιας ηλικίας, που έχει «δρέψει δάφνες» για τα μικρά ή τα μεγάλα που είπε ή έκανε, να εκφέρει την παραπάνω φράση. Είναι το υπουργιλίκι; άλλως πως η καρέκλα; Δεν θέλω να το δεχθώ, αλλά εκεί οδηγούμαι από τα γεγονότα.
Κι έρχομαι στην ουσία των πραγμάτων.
Σε όλες τις χώρες της Ευρώπης έχει συντελεστεί ο χωρισμός της εκκλησίας από το κράτος, εκτός από την Ελλάδα. Ιδιαίτερα στη σημερινή εποχή με την πολυπολισμικότητα και την πληθώρα των θρησκειών που χαρακτηρίζει τις κοινωνίες μας θα έπρεπε να είχε λήξει αυτό το θέμα.
Παρελάσεις δεν γίνονται πουθενά στην Ευρώπη, εκτός από την Ελλάδα, ενώ τις παρελάσεις τις ξεκίνησε ο Χίτλερ, τις συνέχισε ο Μουσολίνι στην Ιταλία και τις εισήγαγε στην Ελλάδα ο Μεταξάς, ενώ τις διατήρησαν όλοι οι πρωθυπουργοί όλων των κυβερνήσεων, της σημερινής συμπεριλαμβανομένης. Σ’ αυτό το κράτος των κοτζαμπάσηδων που έχουμε φτιάξει δεν καταφέραμε μετά τον πόλεμο ούτε την εθνική αντίσταση να αναγνωρίσουμε (το κάναμε πολύ αργότερα, όταν οι άλλες χώρες το έκαναν αμέσως μετά) γι’ αυτό και δεν θέσαμε το ζήτημα των γερμανικών αποζημιώσεων έγκαιρα και έτσι δεν τις πήραμε.
Βεβαίως η Ευρώπη δεν λέει τίποτα γι’ αυτά. Καλύτερα να ζούνε οι Έλληνες στο σκοταδισμό και να κοκορομαχούν για τις παρελάσεις. Δεν θα μπω στον πειρασμό να τοποθετηθώ μεταξύ αριστείας και κλήρωσης, γιατί για μένα δεν μπαίνει τέτοιο θέμα, είναι ψευδεπίγραφο το δίλημμα. Το ερώτημα είναι ναι ή όχι στις παρελάσεις και η απάντηση είναι ΟΧΙ στις παρελάσεις.
Γιατί, όμως, ΟΧΙ στις παρελάσεις;. Απλά, γιατί είναι επιβίωση ενός φασιστικού παρελθόντος χωρίς να προσφέρουν τίποτα στον πατριωτισμό μας. Προσωπικά, έχω πολύ καλές αναμνήσεις από τις παρελάσεις μια κι έζησα τα παιδικά και εφηβικά μου χρόνια στη Ζάκυνθο, ένα μικρό μέρος που αυτά είχαν σημασία. Κι αυτό είναι το πιο επικίνδυνο.
Γιατί, όπως είπε η Γκαγιάτρι Τσακραβόρτι Σπίβακ, ινδική καταγωγής, καθηγήτρια του Πανεπιστημίου Κολούμπια των ΗΠΑ, σε μια διάλεξή της το 2012 στο Ινστιτούτο Ν. Πουλαντζάς, «ο εθνικισμός αναδύεται μέσα από μια διαδικασία μεταμόρφωσης της πρωταρχικής μύχιας θαλπωρής που προσφέρει η μητρική γλώσσα και ο τόπος γέννησης σε μια ρητή έκφραση αγάπης για την πατρίδα…….Ο εθνικισμός εκπηγάζει από αυτή τη πρωταρχική θαλπωρή για να μετατραπεί στη συνέχεια σε ένα αφηρημένο εργαλείο της ίδιας της συγκρότησης του υποκειμένου…..Ο εθνικισμός διασφαλίζει τη θέση του μέσω της επίκλησης σε ό, τι πιο ιδιωτικό, η δημοκρατία στην κυρίαρχη εκδοχή της διασφαλίζεται μέσα από την οικουμενική αρχή που αφορά την πιο μύχια επιτέλεση του δημοσίου: ο καθένας και η καθεμία ισούται με τον καθένα και την καθεμία».
Σημείωση: Είμαι ευτυχής, που το ευρύ οικογενειακό περιβάλλον στο οποίο μεγάλωσα, με τις στέρεες δομές ενός συνδυασμού στοργής και διαλεκτικής αντίληψης για τη ζωή και τον κόσμο, μου επέτρεψαν να γίνω αυτή που είμαι σήμερα.
*Κτηνίατρος, Σύμβουλος Ανάπτυξης Κτηνοτροφίας
Μέλος της Γραμματείας του Δικτύου Ανανεωτικής Αριστεράς