Το Intercept αποκαλύπτει ότι η Google σχεδιάζει να παρουσιάσει μια λογοκριμένη εκδοχή της μηχανής αναζήτησής της στην Κίνα, η οποία θα καταχωρεί σε μαύρη λίστα ιστοσελίδες και όρους αναζήτησης σχετικά με τα ανθρώπινα δικαιώματα, τη δημοκρατία, τη θρησκεία και την ειρηνική διαμαρτυρία.
Δημοσιεύτηκε στο Intercept
Σύμφωνα με εσωτερικά έγγραφα της Google και ανθρώπους σχετικούς με τα σχέδια, το πρόγραμμα με κωδικό όνομα Dragonfly έχει ξεκινήσει από την άνοιξη του περασμένου έτους και επιταχύνθηκε κατόπιν μιας συνάντησης μεταξύ του CEO της Google Sundar Pichai και ενός υψηλού αξιωματούχου της κινεζικής κυβέρνησης.
Ομάδες προγραμματιστών και μηχανικών στη Google ανέπτυξαν μια προσαρμοσμένη εφαρμογή για Android, διαφορετικές εκδοχές της οποίας ονομάστηκαν «Maotai» και «Longfei». Η εφαρμογή έχει ήδη παρουσιαστεί στην κινεζική κυβέρνηση. Η τελική εκδοχή της θα μπορούσε να κυκλοφορήσει μέσα στους επόμενους 6 με 9 μήνες εν αναμονή της έγκρισης κινέζων αξιωματούχων.
Αυτή η προγραμματισμένη κίνηση αντιπροσωπεύει τη δραματική αλλαγή της πολιτικής της Google ως προς την Κίνα και θα σημάνει την πρώτη φορα εδώ και σχεδόν μία δεκαετία κατά την οποία ο ιντερνετικός γίγαντας θα λειτουργήσει τη μηχανή αναζήτησής του σε αυτή τη χώρα.
Η υπηρεσία αναζήτησης της Google δεν είναι προς το παρόν προσβάσιμη από τους χρήστες στην Κίνα, διότι έχει μπλοκαριστεί από το αποκαλούμενο Σινικό Firewal (Great Firewall) της χώρας. Η εφαρμογή που αναπτύσσεται από την Google θα συμμορφωθεί με τους αυστηρούς νόμους λογοκρισίας της χώρας, αποκλείοντας την πρόσβαση σε περιεχόμενο που το καθεστώς του Κομμουνιστικού Κόμματος του Xi Jinping κρίνει ακατάλληλο.
Η κινεζική κυβέρνηση εμποδίζει τις πληροφορίες στο διαδίκτυο που αφορούν τους πολιτικούς αντιφρονούντες, την ελευθερία του λόγου, το σεξ, τις ειδήσεις και τις ακαδημαϊκές σπουδές. Αποκλείει ιστοσελίδες που αφορούν τη σφαγή στην πλατεία Τιενανμέν το 1989, για παράδειγμα, και αναφορές στον αντικομμουνισμό και τους αντιφρονούντες. Αναφορές σε βιβλία πού εμφανίζουν αρνητικά τις απολυταρχικές κυβερνήσεις όπως είναι το 1984 και Η φάρμα των ζώων του George Orwell έχουν απαγορευτεί από το Weibo, ένα κινεζικό site κοινωνικής δικτύωσης. Στη χώρα τους ασκείται επίσης λογοκρισία σε δημοφιλείς πλατφόρμες όπως το Instagram, το Facebook, το Twitter καθώς και ειδησεογραφικούς οργανισμούς όπως είναι οι New York Times και η Wall Street Journal.
Έγγραφα που έχει μελετήσει το Ιntercept που έχουν επάνω τη σημείωση Google confidential αναφέρουν ότι η μηχανή αναζήτησης του κινεζικού Google θα εντοπίζει αυτόματα και θα φιλτράρει ιστοσελίδες που εμποδίζονται από το Σινικό Firewall. Όταν κάποιος κάνει μία αναζήτηση, οι απαγορευμένες ιστοσελίδες δεν εμφανίζονται στην πρώτη σελίδα των αποτελεσμάτων και εμφανίζεται μία σημείωση όπου αναφέρεται ότι κάποια από τα αποτελέσματα μπορεί «να παραλείπονται για νομικούς λόγους». Παραδείγματα που αναφέρονται στα σχετικά έγγραφα από ιστοσελίδες που περιλαμβάνονται στη λογοκρισία είναι το BBC και η διαδικτυακή εγκυκλοπαίδεια Wikipedia.
Η εφαρμογή αναζήτησης επίσης θέσπισε μία μαύρη λίστα με ευαίσθητες αναζητήσεις, ώστε να μην εμφανίζονται καθόλου αποτελέσματα όταν κάποιος εισάγει συγκεκριμένες λέξεις ή φράσεις, αναφέρουν τα έγγραφα. Η λογοκρισία εφαρμόζεται σε ολόκληρη την πλατφόρμα: η αναζήτηση εικόνων με τη Google, ο αυτόματος διορθωτής και οι προτεινόμενες αναζητήσεις θα ενσωματώσουν αυτούς τους περιορισμούς, που σημαίνει ότι δεν πρόκειται να προτείνουν στους χρήστες πληροφορίες ή φωτογραφίες που η κυβέρνηση έχει απαγορεύσει.
Μέσα στην Google η γνώση για το Dragonfly περιορίζεται σε μερικές εκατοντάδες μέλη του δυναμικού του ιντερνετικού κολοσσού της Google, των 88.000 εργαζομένων, όπως ανέφερε στο Intercept μία πηγή που γνωρίζει το πρόγραμμα. Η πηγή αυτή μίλησε στο Intercept υπό την προϋπόθεση της ανωνυμίας, καθώς δεν έχουν άδεια για να έρχονται σε επαφή με Μέσα Ενημέρωσης. Η πηγή ανέφερε ότι είχαν ηθικές επιφυλάξεις για τον ρόλο που παίζει η Google στη λογοκρισία που σχεδιάζεται από μία χούφτα υψηλά διευθυντικά στελέχη και μάνατζερ στην εταιρεία, χωρίς δημόσιο έλεγχο.
«Είμαι αντίθετος στη συνεργασία μεταξύ μεγάλων εταιρειών και κυβερνήσεων για την καταπίεση του λαού τους και πιστεύω ότι η διαφάνεια σε σχέση με αυτά που γίνονται ωφελεί το δημόσιο συμφέρον» μας είπε η πηγή, προσθέτοντας ότι φοβάται ότι αυτό που γίνεται στην Κίνα θα αποτελέσει οδηγό για πολλά ακόμη έθνη.
Ο Patrick Poon, ένας ερευνητής που ασχολείται με οργανισμούς ανθρωπίνων δικαιωμάτων στη Διεθνή Αμνηστία και ζει στο Hong Kong, είπε στο Intercept ότι η απόφαση της Google να συνεργαστεί με το καθεστώς της λογοκρισίας θα είναι «τεράστιο πλήγμα για την εποχή της πληροφορίας».
«Το γεγονός αυτό έχει πολύ σοβαρές συνέπειες όχι μόνο για την Κίνα αλλά για όλους μας, για την ελευθερία της πληροφορίας και την ελευθερία του διαδικτύου» είπε ο Poon. «Θα αποτελέσει ένα τρομερό προηγούμενο για πολλές ακόμη εταιρείες που θέλουν να επεκτείνουν τις εργασίες τους στην Κίνα ενώ επιμένουν στις αρχές που απαγορεύουν την συνεργασία με τη λογοκρισία. Το γεγονός ότι η μεγαλύτερη μηχανή αναζήτησης στον κόσμο υπακούει στη λογοκρισία στην Κίνα αποτελεί μία νίκη του κινεζικού κράτους. Στέλνει το μήνυμα ότι κανείς δεν θα μπει στον κόπο να αμφισβητήσει το καθεστώς λογοκρισίας πια».
Δεν είναι ξεκάθαρο αν η Google σταδιακά θα λανσάρει μία λογοκριμένη εκδοχή της πλατφόρμας αναζήτησης και για υπολογιστές. Προς το παρόν η εταιρεία έχει εστιάσει στο αρχικό λανσάρισμα της εφαρμογής για Android, στο οποίο θα έχει πρόσβαση ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού της Κίνας. Οι ερευνητές εκτιμούν ότι περισσότερο από το 95% που έχουν πρόσβαση στο internet στην Κίνα χρησιμοποιούν συσκευές κινητού τηλεφώνου για να συνδεθούν με το internet και το Android είναι με μεγάλη διαφορά το πιο δημοφιλές λειτουργικό σύστημα στη χώρα, αφού καταλαμβάνει το 80% της αγοράς.
Τα έγγραφα που μελέτησε το Intercept δείχνουν ότι η Google θα λειτουργεί την εφαρμογή αναζήτησης ως μέρος ενός κοινού προγράμματος με μία συνεργαζόμενη εταιρεία που δεν κατονομάζεται και η οποία μάλλον θα έχει έδρα στην Κίνα. Ωστόσο ένα μεγάλο μέρος από τη δουλειά του Dragonfly project θα γίνεται στα κεντρικά γραφεία της Google στο Mountain View στην Καλιφόρνια 14 μίλια βορειοδυτικά από το San Jose, στην καρδιά της Silicon Valley. Άλλες ομάδες που συμμετέχουν στο πρόγραμμα βρίσκονται στα γραφεία της Google στη Νέα Υόρκη, το Σαν Φρανσίσκο, τη Σάντα Μπάρμπαρα, το Κέμπριτζ, την Ουάσιγκτον, τη Σαγκάη, το Πεκίνο και το Τόκιο.
Πιο παλιά, ανάμεσα στο 2006 και το 2010, η Google είχε κρατήσει μία λογοκριμένη εκδοχή της μηχανής αναζήτησής της για την Κίνα. Εκείνη την περίοδο η εταιρεία αντιμετώπισε σφοδρότατη κριτική στις Ηνωμένες Πολιτείες για τη συνεργασία της με την πολιτική της κινεζικής κυβέρνησης. Κατά τη διάρκεια μιας ακροαματικής διαδικασίας στο Κογκρέσο τον Φεβρουάριο του 2006 που εστίασε στις δραστηριότητες των αμερικανικών τεχνολογικών εταιρειών στην Κίνα, μέλη της επιτροπής διεθνών σχέσεων αποκάλεσαν την Google «όργανο της κινεζικής κυβέρνησης» και την κατηγόρησαν για «φρικτές πράξεις» για τη συμμετοχή της στη λογοκρισία. Η Google έχει παραβιάσει κατάφωρα την αρχή του «μην κάνεις κακό» δήλωσε ο Κρις Σμιθ. «Για την ακρίβεια έχει γίνει συνένοχος στο κακό».
Τη διαμάχη αυτή έγινε σταδιακά αδύνατο να τη διαχειριστεί η Google. Τον Μάρτιο του 2010 ανακοίνωσε ότι αποσύρει τη μηχανή αναζήτησής της από την Κίνα. Σε ένα blog που δημοσιεύθηκε εκείνη την περίοδο, η εταιρεία αναφερόταν σε προσπάθειες που έκανε η κινεζική κυβέρνηση να περιορίσει την ελευθερία του λόγου, να μπλοκάρει ιστοσελίδες και να χακάρει τα ηλεκτρονικά συστήματα της Google, ως λόγους για τους οποίους δεν μπορούσε πια να συνεχίσει να λογοκρίνει τα αποτελέσματά της.
Ο Sergey Brin, συνιδρυτής της Google, γεννήθηκε στη Σοβιετική Ένωση και φαινόταν ιδιαίτερα ευαίσθητος στις ανησυχίες που αφορούσαν τη λογοκρισία, καθώς είχε προσωπική εμπειρία, έχοντας ζήσει σε ένα καταπιεστικό καθεστώς. Όταν η Google σταμάτησε να παρέχει υπηρεσίες αναζήτησης το 2010, ο Brin δήλωσε ότι η αντίρρηση της εταιρείας σχετιζόταν με τις δυνάμεις του ολοκληρωτισμού και πρόσθεσε ότι ήλπιζε ότι αυτή η απόφαση να αποσύρουν την πλατφόρμα της αναζήτησης της Google από την Κίνα θα βοηθούσε να την οδηγήσουν σε ένα πιο ανοιχτό internet.
Έκτοτε ωστόσο η λογοκρισία και η επιτήρηση στην Κίνα έχει επιδεινωθεί. Το 2016 η κυβέρνηση πέρασε ένα νέο νόμο για την ασφάλεια στον κυβερνοχώρο για τον οποίο το Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων θεώρησε ότι ενισχύει τη λογοκρισία, την επιτήρηση και άλλες μορφές ελέγχου στο διαδίκτυο.
Η κυβέρνηση χρησιμοποιεί νέα αυτοματοποιημένα συστήματα προκειμένου να ελέγχει και να λογοκρίνει το ίντερνετ και έχει θέσει υπό έλεγχο τις ιδιωτικές τεχνολογικές λύσεις που οι Κινέζοι χρησιμοποιούσαν προκειμένου να παρακάμψουν τους περιορισμούς.
Ήταν προαπαιτούμενο ότι οι εταιρείες που λειτουργούν στην Κίνα θα πρέπει να είναι προετοιμασμένες να αστυνομεύουν τους χρήστες τους και να παραδίδουν δεδομένα χρηστών στις υπηρεσίες ασφαλείας εφόσον τους ζητηθεί, είπε ο Ron Deibert, διευθυντής του Citizen Lab, μίας ομάδας διαδικτυακής έρευνας στο πανεπιστήμιο του Τορόντο. Έχουμε επίσης βρει ότι γενικά η διαδικτυακή λογοκρισία στην Κίνα εξελίσσεται προς την κατεύθυνση της ολοένα και λιγότερης διαφάνειας, με λιγότερες ειδοποιήσεις προς τους χρήστες όταν τα μηνύματα λογοκρίνονται ή διαγράφονται σε όλες τις πλατφόρμες.
Παρά τις συνεχιζόμενες πιέσεις, οι αντιλήψεις στα υψηλότερα κλιμάκια της Google έχουν αλλάξει. Η Κίνα έχει τώρα περισσότερους από 750 εκατομμύρια χρήστες του ίντερνετ, που αντιστοιχούν στον συνολικό πληθυσμό της Ευρώπης. Συνεπώς αντιπροσωπεύει μία τεράστια πηγή εσόδων για τον διαδικτυακό κολοσσό, που είναι μάλλον ένας παράγοντας που έπαιξε ρόλο στην απόφαση να επαναπροωθήσει την πλατφόρμα αναζήτησης στην Κίνα.
Ένας άλλος λόγος για τη σχεδιαζόμενη αλλαγή πολιτικής μπορεί να είναι ότι από τότε που η Google λειτουργούσε για τελευταία φορά τη μηχανή αναζήτησης της στην Κίνα η δομή της ηγεσίας στην εταιρεία έχει αλλάξει σημαντικά. Οι συνιδρυτές Brin και Larry Page έχουν υιοθετήσει ρόλους πιο αποστασιοποιημένους, παρότι ακόμα εξακολουθούν να συμμετέχουν στο διοικητικό συμβούλιο της εταιρείας.
Στην επαναπροσέγγιση αυτή πρωταγωνιστικό ρόλο έπαιξε ο Pichai, ο σημερινός διευθυντής της Google, ένας 46χρονος ινδιάνος της Αμερικής που ανέλαβε τον Οκτώβριο του 2015. Σε ένα συνέδριο που έγινε τον Ιούνιο του 2016 στη νότια Καλιφόρνια ξεκαθάρισε τις προθέσεις του: «Με ενδιαφέρει να εξυπηρετώ τους χρήστες σε όλο τον κόσμο σε κάθε γωνιά του κόσμου. Η Google είναι για όλους» είπε. «Θέλουμε να είμαστε στην Κίνα και να εξυπηρετούμε τους Κινέζους χρήστες».
Το Δεκέμβριο του 2017 οι πηγές λένε ότι ο Pichai ταξίδεψε στην Κίνα και συμμετείχε σε μία ιδιωτική συνάντηση με τον Wang Huning, που είναι μία ηγετική φυσιογνωμία του Κομμουνιστικού Κόμματος. Είναι ο κορυφαίος σύμβουλος του προέδρου Xi για την εξωτερική πολιτική και περιγράφεται ως ο Κινέζος Κίσιγκερ. Λέγεται ότι θεώρησε την συνάντηση επιτυχή. Τον ίδιο μήνα η Google ανακοίνωσε ότι ξεκινούσε τη λειτουργία ενός ερευνητικού κέντρου για την τεχνητή νοημοσύνη στο Πεκίνο. Το Μάιο του 2018 ακολούθησε το λανσάρισμα μιας εφαρμογής διαχείρισης αρχείων από την Google για τους Κινέζους χρήστες του Internet. Αργότερα τον Ιούλιο η Google έβγαλε ένα παιχνίδι με σκίτσα στο WeChat, που είναι μία δημοφιλής κινεζική πλατφόρμα κοινωνικής δικτύωσης και ανταλλαγής μηνυμάτων.
Το φινάλε θα ήταν το ξεκίνημα της λειτουργίας της μηχανής αναζήτησης, το πρόγραμμα Dragonfly. Σύμφωνα με πηγές που έχουν εξοικείωση με τα σχέδια, ο χρόνος για τη λειτουργία της εφαρμογής εξαρτάται από δύο παράγοντες κυρίως: την έγκριση της κινεζικής κυβέρνησης και να πειστούν στο εσωτερικό της Google ότι αυτή η εφαρμογή θα είναι καλύτερη από τη μηχανή αναζήτησης που προσφέρει αυτή τη στιγμή ο βασικός ανταγωνιστής της στην Κίνα, η Baidu.
Σύμφωνα με πηγές από μέσα από την Google, δεν είναι γνωστό πότε η εταιρεία θα έχει την έγκριση από τους αξιωματούχους του Πεκίνου, εξαιτίας του οικονομικού πολέμου μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και της Κίνας, ο οποίος κλιμακώνεται και έχει επιβραδύνει την πρόοδο. Ωστόσο ο Ben Gomes, επικεφαλής της μηχανής αναζήτησης της Google, είπε στο προσωπικό σε μία συνάντηση τον περασμένο μήνα ότι θα πρέπει να είναι έτοιμοι να λανσάρουν την εφαρμογή αναζήτησης στην Κίνα σε σύντομο χρονικό διάστημα σε περίπτωση που «ξαφνικά αλλάζει ο κόσμος ή ο πρόεδρος Donald Trump αποφασίσει ότι ο καινούργιος καλύτερος φίλος του είναι ο Xi Jinping».
Η Google και το Υπουργείο Εξωτερικών της Κίνας δεν ανταποκρίθηκαν σε επανειλημμένες προσκλήσεις να σχολιάσουν.
Η μετάφραση έγινε από μέλη της πλατφόρμας των 1101.
Via : www.thepressproject.gr