Συμπληρώνονται 23 χρόνια από την ολοκλήρωση της πρώτης θητείας του Μπάγεβιτς στον πάγκο του Ολυμπιακού και το sport-fm.gr ανατρέχει στην τρίχρονη σύμπραξη που τάραξε συθέμελα το ελληνικό ποδόσφαιρο.
Το ημερολόγιο έδειχνε 10 Νοεμβρίου 1999 όταν ο Σωκράτης Κόκκαλης απομάκρυνε τον Ντούσαν Μπάγεβιτς από την τεχνική ηγεσία του Ολυμπιακού.
Η απόφαση ήταν ειλημμένη και ο Σέρβος αποτελούσε παρελθόν μετά από μια τριετία. Κατά τη διάρκεια της, οι «ερυθρόλευκοι» μονοπώλησαν τον τίτλο του πρωταθλητή, έχτισαν σταθερό κορμό για την εν ελλάδι δυναστεία τους και πραγματοποίησαν την σημαντικότερη ευρωπαϊκή τους πορεία, λειτουργώντας συνολικά σε πρωτόγνωρα για τον σύλλογο, επαγγελματικά πρότυπα .
Πριν και μετά τον Μπάγεβιτς, ο Ολυμπιακός ήταν μια εντελώς διαφορετική ομάδα. Στα περίφημα «πέτρινα χρόνια» σπουδαίοι ποδοσφαιριστές αγκυροβόλησαν στο λιμάνι. Ντέταρι, Λιτόφτσενκο, Σάβιτσεφ και Φούνες ήταν, μεταξύ άλλων, κοσμήματα για το άθλημα στην χώρα μας.
Η ποιότητα ήταν έκδηλη, όμως δεν μετουσιωνόταν σε αποτελέσματα και η συγκομιδή των τίτλων ήταν φτωχή. Οι κατακτήσεις του Κυπέλλου Ελλάδας το 1990 και 1992, δεν επούλωναν την βαθιά πληγή, που έμενε ανοιχτή από το 1987, όταν οι «πειραιώτες» στέφθηκαν για ύστατη φορά πρωταθλητές.
Ο Σωκράτης Κόκκαλης είχε αναλάβει τα ηνία του Ολυμπιακού από το 1993, ρίχνοντας μαύρη πέτρα στα τεράστια οικονομικά προβλήματα που ταλάνισαν τον σύλλογο με τις διοικήσεις Σαλιαρέλη και Κοσκωτά.
Αγωνιστικά ωστόσο, η εικόνα δεν βελτιωνόταν. Στην τριετία 1993-96 οι «ερυθρόλευκοι» δεν κατάφεραν να κυνηγήσουν με αξιώσεις το πρωτάθλημα, μένοντας 11, 16 και 18 βαθμούς μακριά από την κορυφή.
Τα χρόνια κυλούσαν, οι αποτυχίες διαδέχονταν η μία την άλλη και ο οργανισμός δεν άντεχε πλέον. «Φώναζε» πως απαιτούσε αλλαγή στο σκηνικό του ελληνικού ποδοσφαίρου, πως ήταν διατεθειμένος να πράξει ότι χρειάζεται για να διακοπεί η «ανομβρία».
Για τον Ολυμπιακό, το καλοκαίρι του 1996 υπήρξε το πλέον καθοριστικό για την μετέπειτα πορεία του, με τον Κόκκαλη να λαμβάνει ρηξικέλευθες αποφάσεις. Για την τεχνική ηγεσία, κύκλωσε ένα και μόνο όνομα. Ντούσαν Μπάγεβιτς. Ήταν πεπεισμένος πως αν κάποιος είχε τα εχέγγυα να εγγυηθεί την επαναφορά στο δρόμο των επιτυχιών, αυτός ήταν ο «πρίγκιπας».
Ο Μπάγεβιτς, σπουδαίος επιθετικός που έλαμψε τις δεκαετίες του ’70 και του ’80, με το που κρέμασε τα παπούτσια του, ανέλαβε τη Βελέζ ως προπονητής. Την οδήγησε στην κατάκτηση του Κυπέλλου Γιουγκοσλαβίας το 1986, ενώ την επόμενη χρονιά τερμάτισε δεύτερη στο πρωτάθλημα.
Το 1988 ο Μπάγεβιτς επιστρέφει στην ΑΕΚ, αυτή τη φορά ως προπονητής.
Την πρώτη του χρονιά στον πάγκο, η ΑΕΚ κατακτά το πρωτάθλημα κόντρα σε κάθε προγνωστικό, μετά από δέκα έτη. Συνολικά, η Ένωση υπό την καθοδήγηση του Ντούσκο πανηγύρισε τέσσερις κατακτήσεις πρωταθλημάτων (1988/89, 1991/92, 1992/93, 1993/94), μία κυπέλλου (1995/96) και ένα Σούπερ Καπ το 1989/90.
Πέρα από την… επέκταση της κιτρινόμαυρης τροπαιοθήκης, η ΑΕΚ του Μπάγεβιτς στην συνείδηση των φιλάθλων ως η ομάδα που απέδιδε το καλύτερο ποδόσφαιρο στην Ελλάδα, με ταχύτητα και αυτοματισμούς. Ήταν ένα σύνολο που ενώ διέθετε εξαιρετικούς ποδοσφαιριστές, δεν βασίστηκε ποτέ στις μονάδες, αλλά στην συλλογική δουλειά στην οποία πρωτεργάτης ήταν, φυσικά, ο προπονητής της.
Στις 22 Ιουνίου 1996 η βόμβα μεγατόνων σκάει, ο έμπειρος προπονητής ανακοινώνεται από τον Ολυμπιακό. Οι φίλοι της ΑΕΚ δεν νιώθουν παρά οργή και αγανάκτηση για την εσχάτη προδοσία του άλλοτε θεού τους, την ίδια ώρα που οι της νέας του ομάδας χαμογελούν πλατιά, καλωσορίζοντας στις τάξεις τους τον καλύτερο προπονητή στο ελληνικό πρωτάθλημα.
Σχεδιάζοντας την σεζόν 1996/97, με τον Μπάγεβιτς πλέον στο τιμόνι, ο Ολυμπιακός, με ποδοσφαιριστές όπως οι Καραπιάλης, Γεωργάτος, ΊΒιτς και Αλεξανδρής, δεν ξεκινούσε από το μηδέν. Το καλοκαίρι αφίχθησαν στο Ρέντη οι Πρέντραγκ Τζόρτζεβιτς και Στέλιος Γιαννακόπουλος από τον Πανηλειακό, ο Ανδρέας Νινιάδης από τον Εθνικό, ενώ ο Σέρβος έφερε μαζί του από την Νέα Φιλαδέλφεια τον έμπειρο συμπατριώτη του αμυντικό χαφ, Ρέφικ Σαμπανάτζοβιτς. Η «πειραϊκή» ομάδα ήταν πλέον ελκυστικός προορισμός για κάθε ποδοσφαιριστή, ενώ και στο μέλλον ποδοσφαιριστές μεγάλης κλάσης όπως ο Γκόγκιτς θα την επέλεγαν.
Ο ΟΣΦΠ δεν προχώρησε σε κοσμογονικές προσθαφαιρέσεις στο δυναμικό του. Με ένα πληθωρικό κράμα βετεράνων και ελπιδοφόρων ποδοσφαιριστών, μπορούσε πλέον να κοιτάζει στα μάτια τον ΠΑΟ και την ΑΕΚ. Πάνω από όλα είχαν ως μεγάλο όπλο την καθοδήγηση από τον πάγκο και την φλόγα που σιγόκαιε μέσα τους και τους ωθούσε με λύσσα να κατακτήσουν το πρωτάθλημα.
Ο Ολυμπιακός στην τριετία που ο Ντούσκο ήταν το αφεντικό, απέκτησε νοοτροπία νικητή, πετώντας οριστικά από πάνω του την ταμπέλα της άτιτλης και άνευρης ομάδας.
Χαρακτηριστικό είναι πως σε επτά αναμετρήσεις απέναντι στον αιώνιο αντίπαλο Παναθηναϊκό, πανηγύρισε στις έξι και ένα παιχνίδι έληξε ισόπαλο. Στον τελικό Κυπέλλου το 1999 μάλιστα επικράτησε με 2-0 έναντι των «πρασίνων», παρότι αγωνιζόταν για περισσότερο από ένα ημίχρονο με αριθμητικό μειονέκτημα.
Σημειώνεται πως πριν τον ερχομό του Μπάγεβιτς, οι «ερυθρόλευκοι» είχαν τρεις αγωνιστικές περιόδους να καταβάλουν τις αντιστάσεις του «τριφυλλιού», ενώ στις συγκρούσεις των μεγάλων αντιπάλων για τα Κύπελλα Ελλάδας του 1993 και του 1995, ο Παναθηναϊκός ήταν αυτός που ανέβηκε στο ψηλότερο σκαλί του βάθρου.
Έκοψαν ακόμα τον αέρα και στον ΠΑΟΚ, ανατρέποντας την αρνητική παράδοση που τους ταλαιπωρούσε για δεκαετιές στην Τούμπα. Από το 1970 μέχρι την ανάληψη της τεχνικής ηγεσίας του Ολυμπιακού από τον Μπάγεβιτς οι δύο ομάδες είχαν διασταυρώσει τα ξίφη τους 30 φορές στην ιστορική έδρα του «δικέφαλου του Βορρά».
Ο τελικός απολογισμός ήταν 22 νίκες για τον ΠΑΟΚ, επτά ισοπαλίες και μία απόδραση για τον Ολυμπιακό. Στην τριετία του Σέρβου προπονητή η πειραϊκή ομάδα πρόλαβε να περάσει νικηφόρα δύο φορές από την Τούμπα, μία περισσότερη από τα προηγούμενα 26 χρόνια.
Διαφορετικό κεφάλαιο αποτελούσαν φυσικά οι κόντρες του Ολυμπιακού με την πρώην ομάδα του Μπάγεβιτς, την ΑΕΚ. Ίσως αυτές να αποτελούν την «αχίλλειο πτέρνα» της πρώτης θητείας του στον Ολυμπιακό. Σε σύνολο οκτώ αναμετρήσεων, η ομάδα του Ντούσκο πανηγύρισε σε μία και μοναδική περίπτωση, η Ένωση επικρατούσε κατά κράτος με έξι κερδισμένα παιχνίδια και ένας αγώνας έληξε ισόπαλος. Ήταν κατά κανόνα επεισοδιακές αναμετρήσεις, σε κερκίδες και τερέν, με την ένταση να μην επιτρέπει στους παίκτες να παρουσιάσουν αξιόλογο θέαμα.
Τα βλέμματα απέχθειας σε κάθε γωνιά της Νέας Φιλαδέλφειας, οι κατάρες που εκτοξεύονταν, τα εμετικα πανό που αναρτόνταν με κάθε ευκαιρία και οι παθιασμένοι πρώην παίκτες-μαθητές του που ανέβαζαν κατακόρυφα την απόδοσή τους όταν τον αντίκρυζαν, ήταν ανυπέρβλητα εμπόδια για τον άλλοτε ηγέτη της ΑΕΚ.
Όσο περνούσε ο καιρός, ο Μπάγεβιτς αποτύπωνε την ποδοσφαιρική του φιλοσοφία. Ο Ολυμπιακός απέδιδε όμορφο ποδόσφαιρο. Ήθελε και είχε την πρωτουβουλία των κινήσεων, φθάνοντας σε μεγάλα ποσοστά κατοχής. Μετά από χρόνια ο κόσμος του παρακολουθούσε τους «ερυθρολεύκους» να προσανατολίζονται στο να παράξουν φάσεις, να ανεβάσουν ψηλά τον δείκτη του σκορ. Ο μέσος φίλαθλος έφευγε με ευχάριστη γεύση από το γήπεδο, με όρεξη να επιστρέψει για την επόμενη παράσταση.
Εκτός από τις επιτυχίες και το θέαμα, οι φίλοι του Ολυμπιακού δέθηκαν και για άλλον έναν λόγο με εκείνη την ομάδα. Ήταν η συγκέντρωση παικτών, κυρίως εγχώριας προέλευσης που πάλευαν με νύχια και με δόντια για να καθιερωθούν, αγωνίζονταν για χρόνια στον σύλλογο και τιμούσαν την ερυθρόλευκη φανέλα.
Η αυταπάρνηση που κατέθεταν στο χορτάρι μιλούσε στην καρδιά κάθε οπαδού που θέλει να βλέπει τον ποδοσφαιριστή να ματώνει σε κάθε του προσπάθεια. Τότε ήταν που πήραν ευκαιρίες και τις άρπαξαν από τα μαλλιά, οι Ελευθερόπουλος, Γεωργάτος, Πουρσανίδης, Αμανατίδης, Τζόρτζεβιτς και Γιαννακόπουλος. Ήταν η βάση και για τις μετέπειτα επιτυχίες, οι εκφραστές της αφοσίωσης στα θετικά αποτελέσματα.
Η σεζόν 1998/99 αποτέλεσε το αποκορύφωμα της δουλειάς του Μπάγεβιτς στον Πειραιά. Ο Ολυμπιακός κατέκτησε άνετα, για τρίτη διαδοχική χρονιά το πρωτάθλημα με 85 βαθμούς, συγκεντρώνοντας 10 παραπάνω από τη δεύτερη ΑΕΚ και 11 από τον τρίτο Παναθηναϊκό. Ήταν η καλύτερη επίθεση (82) και καλύτερη άμυνα (22) της Α΄ Εθνικής, με τις επιβλητικές εμφανίσεις να καθίστανται ρουτίνα. Κατέκτησε και το Κύπελλο επικρατώντας με 2-0 του Παναθηναϊκός στον τελικό του ΟΑΚΑ.
Στις ευρωπαϊκες του υποχρεώσεις, ο Ολυμπιακός έγραψε ιστορία, φθάνοντας μια ανάσα από τον ημιτελικό του Champions Leage. Αφού έθεσε, με δυσκολία, νοκ-άουτ την Ανόρθωση στα πλέι-οφ, κληρώθηκε στον πρώτο όμιλο της κορυφαίας διασυλλογικής διοργάνωσης, με αντιπάλους τον Άγιαξ, την Κροάσια και την Πόρτο.
Έφυγε με ισοπαλία 2-2 από την Πορτογαλία απέναντι στην Πόρτο την πρώτη αγωνιστική, ενώ πανηγύρισε τους τρεις πόντους, αποφεύγοντας με 2-0 το εμπόδιο της Κροάσια στην Αθήνα. Με εκπληκτικό γυριστό του Αλεξανδρή την τρίτη αγωνιστική νίκησε με 1-0 τον Άγιαξ στην έδρα του, κάνοντας αποφασιστικό βήμα πρόκρισης. Οι Ολλανδοί απάντησαν με 2-0 στο Άμστερνταμ και όλα πλέον ήταν στην κόψη του ξυραφιού για την υπόθεση πρόκριση. Σε μια αναμέτρηση για γερά νεύρα, οι «ερυθρόλευκοι» κράτησαν μέχρι τέλους το 2-1 με την Πόρτο, ενώ έμειναν όρθιοι και στο Ζάγκρεμπ, αποσπώντας 1-1 από την Κροάσια. Με 11 βαθμούς, ο Ολυμπιακός ήταν ο νικητής του ομίλου, κλείνοντας ραντεβού με την Γιουβέντους στα προημιτελικά του θεσμού.
Στις 3 Μαρτίου για το πρώτο ματς η Γιούβε υποδέχεται στο «Ντέλε Άλπι» τον Ολυμπιακό. Το πρώτο γκολ σημειώνεται στο 38′ από τον Πίπο Ιντζάγκι κι ο Κόντε στο 79′ κάνει το 2-0 . Στο 90′, όμως, ο Νινιάδης εκτελεί το πέναλτι, που κέρδισε ο Αλεξανδρής, δίνει τεράστια αισιοδοξία στον κόσμο της ομάδας και στους 10.000 οπαδούς της στις εξέδρες του ιταλικού γηπέδου, σε μια από τις πιο μεγαλύτερες μετακινήσεις που έχουν γίνει ποτέ στα ευρωπαϊκά Κύπελλα.
Η ρεβάνς του 2-1 στις 17/3, μόλις 14 μέρες μετά. Πάνω από 70.000 κόσμος γεμίζει τις εξέδρες του ΟΑΚΑ.
Ο Σίνισα Γκόγκιτς, μόλις στο 12′ και δίνει.. φτερά στον Ολυμπιακό που έφθασε κοντά στο 2-0 όταν ο Ραμπούλα αποσόβησε πιθανό γκολ από την κεφαλιά του Αμανατίδη.
Ο Ολυμπιακός βάδιζε προς την μεγαλύτερη επιτυχία της ιστορίας, μέχρι το 86′. Τέσσερα λεπτά πριν από τη συμπλήρωση της κανονικής διάρκειας του ματς, ο Μπιριντέλι βγάζει σέντρα από τα δεξιά προς το δεύτερο δοκάρι του Ελευθερόπουλου, η μπάλα αλλάζει πορεία και πέφτει κάθετα, ο «Ελέ» χάνει την επαφή στη φάση κι ο Κόντε αμαρκάριστος πετυχαίνει ένα από τα πιο εύκολα και σημαντικά γκολ της καριέρας του, σκοτώνοντας το «ερυθρόλευκο» όνειρο για πρόκριση στα ημιτελικά.
Ο Σωκράτης Κόκκαλης είχε την πρόθεση να ξοδέψει και το καλοκαίρι του 1999 έκανε δυο τεράστιες και πανάρκιβες κινήσεις, φέρνοντας στην Ελλάδα τον Ζιοβάνι και τον Ζλάτκο Ζάχοβιτς. Δύο παγκόσμιας κλάσης παίκτες, σταρ της Μπαρτσελόνα και της Πόρτο αντίστοιχα, με παρόμοια ωστόσο στοιχεία και αδυναμίες, ενώ κινούνταν στους ίδους χώρους του γηπέδου. Ο Μπάγεβιτς ήθελε μόνο τον Σλοβένο, ενώ ο Κόκκαλης επέμενε για τον Βραζιλιάνο. Οι σχέσεις των δύο ανδρών διαταράχθηκαν, όπως και οι ισσοροπίες στα αποδυτήρια.
Ο Ολυμπιακός στην έναρξη της περιόδου 1999/00 ήταν καταιγιστικός και μετρούσε στις πέντε πρώτες αγωνιστικές ισάριθμες νίκες και γκολ 17-1.
Στο Champions League ήταν ασταθής παρά τις θετικές εμφανίσεις του, αντιμετωπίζοντας στον πέμπτο όμιλο την Ρεάλ Μαδρίτης, την Πόρτο και την Μόλντε. Στην πρεμιέρα, μέσω μιας συγκλονιστική διακύμανση του σκορ, ήρθε ισόπαλος 3-3 με την Ρεάλ Μαδρίτης. Ακολούθησε η ήττα με 2-0 από την Πόρτο εκτός έδρας και το τέλος του πρώτου γύρου βρήκε τους πειραιώτες να σκορπάνε με 3-1 την Μόλντε στο ΟΑΚΑ. Οι Νορβηγοί πήραν το άιμα τους πίσω κερδίζοντας με 3-2, σε μια ήττα που στοίχισε, όπως αποδείχθηκε, την πρόκριση στους Πειραιώτες.
Στο «Σαντιάγκο Μπερναμπεόυ», η Ρεάλ ήταν η νικήτρια με μεγαλύτερη δυσκολία από αυτή που δείχνει το τελικό 3-0, με τον διαιτητή Μερκ να κλείνει τα μάτια στην… απόκρουση-πέναλτι του Ρομπέρτο Κάρλος ενώ το σκορ ήταν 1-0, που θα σήμανε και απευθείας αποβολή για τον θρυλικό αριστερό μπακ. Στην αυλαία του ομίλου οι ερυθρόλευκοι κέρδισαν με 1-0 την Πόρτο, εξασφαλίζοντας την τρίτη θέση που οδηγούσε στους 32 του Κυπέλλου ΟΥΕΦΑ.
Στις 8 Νοεμβρίου, ο Ολυμπιακός υποδέχτηκε τον ΠΑΟΚ στο ΟΑΚΑ και επικράτησε με 4-1. Ο Μπάγεβιτς έκανε αλλαγή τον Ζάχοβιτς στο 64ο λεπτό, προκαλώντας την έκρηξή του. Ακολούθησε επεισόδιο στον πάγκο, με τον Ζλάτκο να πετάει έξαλλος την φανέλα του, ενώ τις επόμενες μέρες ζητούσε επίμονα να παραχωρηθεί.
Ο Μπάγεβιτς ζητούσε από την διοίκηση την τιμωρία του. Τελικά, όχι μόνο δεν τιμωρήθηκε ο Ζάχοβιτς, αλλά ο Κόκκαλης με τη σειρά του χρέωνε στον προπονητή μια σειρά από λάθη, ακόμα και στον τρόπο διαχείρισης του Ζάχοβιτς. Στις 10 Νοεμβρίου πυροδοτήθηκε η βόμβα. Ο Ντούσαν Μπαγεβιτς αποτελούσε παρελθόν από τον Ολυμπιακό, προκαλώντας μούδιασμα και έκπληξη στον κόσμο του.
Στην τριετία που είχε προηγηθεί, ο Ντούσκο είχε βάλει την σφραγίδα του στην αναγέννηση του Ολυμπιακού, είχε συμβάλλει στην μιας σπουδαίας φουρνιάς ποδοσφαιριστών, γράφοντας επάξια το όνομά του δίπλα σε προπονητές-μύθους, όπως ο Μάρτον Μπούκοβι και ο Λάκης Πετρόπουλος.
Επιμέλεια: Λευτέρης Παύλου
Πηγή : https://www.sport-fm.gr