Του Παύλου Τσίμα
Τόσες ημέρες τώρα, παρακολουθούμε την προσπάθεια του οικονομικού και του επικοινωνιακού επιτελείου της κυβέρνησης να επιτύχουν κάτι που, αν πετύχαινε, θα έμοιαζε με το θαύμα του γάμου στην Κανά: να εισπράξουν δυόμισι δισεκατομμύρια ευρώ παραπάνω από μια δεξαμενή ανθρώπων (τη μειονότητα των κανονικά φορολογούμενων Ελλήνων) που μικραίνει επικίνδυνα και ταυτόχρονα να δώσουν στους ανθρώπους αυτούς την εντύπωση ότι δεν επιβαρύνονται φορολογικά. Και επειδή θαύματα δεν γίνονται, αυτό που βλέπουμε είναι κάτι που μοιάζει με ταχυδακτυλουργικό κόλπο χαρτοκλέφτη: κόβοντας και μοιράζοντας ξανά και ξανά την τράπουλα, αλλάζοντας γρήγορα τα φύλλα, να κάνεις τον ζαλισμένο θεατή να χάσει το μέτρημα, να πάψει να παρακολουθεί το μοίρασμα ώσπου, ανεπαισθήτως, να χάσει από τα μάτια του τα λεφτά. Εκείνα τα δυόμισι δισ. ευρώ, που λέγαμε…
Δεν είναι εύκολο. Γιατί, στο τέλος της ημέρας όπως και να μοιραστούν συντελεστές και κλίμακες, όπως και να ανακατανεμηθούν οι επιβαρύνσεις, το αποτέλεσμα δεν αλλάζει: πρέπει να πάρουν δυόμισι δισ. ευρώ περισσότερα από την ίδια δεξαμενή. Και η δυσκολία είναι ότι, αφενός, η πραγματική φοροδοτική ικανότητα αυτής της δεξαμενής έχει δραματικά μειωθεί – και είναι δύσκολο να εισπράξεις περισσότερα δημόσια έσοδα από μια οικονομία που έχει χάσει μέσα σε τρία χρόνια το ένα πέμπτο του όγκου της και συνεχίζει με ραγδαίο ρυθμό να συρρικνώνεται. Και, αφετέρου, αυτά τα τρία χρόνια έχει τόσες πολλές φορές επαναληφθεί το ίδιο κόλπο – μια τρύπα στο πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής να καλύπτεται όπως όπως, βιαστικά, με ένα νέο φόρο που σχεδιάζεται στο γόνατο και επιβάλλεται με σπασμωδική βιασύνη – ώστε η υπομονή εξαντλείται γρηγορότερα και από τη φοροδοτική ικανότητα.
Κάπως έτσι, η κυβέρνηση βρίσκεται μεταξύ Σκύλλας και Χάρυβδης, ανάμεσα στην πίεση της τρόικας για δυόμισι δισ. ευρώ, που συμφωνήθηκε να βρεθούν από νέα φορολογία, και του κινδύνου μιας πολιτικά θανατηφόρας έκρηξης φορολογικής ανυπακοής των ψηφοφόρων της.
Πώς φθάσαμε έως εδώ; Χιλιοειπωμένο, τετριμμένο, αλλά απλό και αληθές: επειδή από τις αρχές τουλάχιστον της δεκαετίας του ’90 εκκρεμούν, ώριμες, δύο μεγάλες μεταρρυθμίσεις. Μια φορολογική μεταρρύθμιση που θα εντάξει στο φορολογικό σύστημα μεγάλες κοινωνικές κατηγορίες και τομείς οικονομικής δραστηριότητας που μένουν διαχρονικά εκτός. Και μια μεταρρύθμιση της δημόσιας διοίκησης ώστε οι πόροι που διοχετεύονται σε αυτήν να αποδίδουν καλές, επαρκείς υπηρεσίες και οι κοινωνικές μεταβιβάσεις που επιχειρούνται δι’ αυτής να φθάνουν δίκαια και αποτελεσματικά στους πραγματικούς δικαιούχους.
Η ανάγκη των μεταρρυθμίσεων αποτυπώνεται στους αριθμούς. Η Ελλάδα τη δεκαετία πριν από την κρίση, ακόμη και αν δεν λάβουμε υπόψη τη χρονιά του μεγάλου εκτροχιασμού, το 2009, διοχέτευε στη δημόσια διοίκηση όσους πόρους και οι άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Η δημόσια δαπάνη, ως ποσοστό του ΑΕΠ ήταν κοντά στον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Αλλά δεν έπιανε τόπο, οι πόροι χάνονταν στον σκοτεινό λαβύρινθο μιας ανορθολογικά δομημένης, μετα-οθωμανικού ήθους δημόσιας διοίκησης. Και τα δημόσια έσοδα, με την εξαίρεση ενός μικρού, φωτεινού διαλείμματος, στο δεύτερο μισό της δεκαετίας του ’90 ήταν σημαντικά χαμηλότερα από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, αφού υποφορολογούνταν συστηματικά οι φοροδοτικά αποδοτικότερες περιοχές της κοινωνικής γεωγραφίας.
Το κακό είναι πως και στα τρία χρόνια της κρίσης οι μεταρρυθμίσεις εξακολουθούν να εκκρεμούν. Η δημόσια διοίκηση, με άδικες οριζόντιες παρεμβάσεις στο πελατειακό της χάος, λειτουργεί ακόμη χειρότερα από ό,τι πριν. Και το φορολογικό σύστημα, ύστερα από τόσα γράψε – σβήσε φόρων και εισφορών, ύστερα από τόσα είπα – ξείπα υποσχέσεων για πάταξη της φοροδιαφυγής αποδίδει λιγότερα και νομιμοποιείται ακόμη λιγότερο.
Τι σημαίνει να αυξάνεις τους συντελεστές φόρου σε ένα άδικο φορολογικό σύστημα με ξεπερασμένη και αναποτελεσματική δημόσια διοίκηση; Δείτε το παράδειγμα των τσιγάρων. Ως γνωστόν, ο φόρος στον καπνό, ένα από τα πρώτα και πιο δικαιολογημένα μέτρα στην αρχή της κρίσης, αυξήθηκε πολύ. Αλλά τα έσοδα από τον φόρο αυτό μειώθηκαν. Πώς εξηγείται; Απλούστατα το λαθρεμπόριο τσιγάρων, από 2% το 2008, ανέβηκε στο 10% το 2011 και στο 16% εφέτος. Πριν ολοκληρώσουν τη σύνταξη του νέου νόμου, λοιπόν, ας ανάψουν ένα τσιγάρο, εκεί στο υπουργείο Οικονομικών.
Via : www.tanea.gr