Από τους Κώστα Κουκουμάκα, Alice Facchini
Οι επιζώσες sex-trafficking με καταγωγή από την Αφρική και ο ρόλος παστόρων και άλλων προσώπων με ισχύ εντός της Καθολικής, της Προτεσταντικής και της Πεντηκοστιανής Εκκλησίας.
Υπάρχει ένα μοτίβο για τις διωκτικές Αρχές, τα μίντια και τους ειδικούς που ασχολούνται με το εμπόριο ανθρώπων: Οι γυναίκες με καταγωγή από την Αφρική που φτάνουν στην Ευρώπη και βρίσκονται θύματα σεξουαλικής εκμετάλλευσης, το κάνουν κυρίως γιατί παγιδεύονται με τελετές «βουντού», επομένως φοβούνται ότι θα πάθουν κάτι κακό, αν δεν υπακούσουν στους διακινητές. Δεν είναι ολόκληρη η αλήθεια ούτε αφορά όλα τα θύματα και τις επιζώσες.
Από την κοινή έρευνα του Magazine και του ιταλικού IRPI MEDIA (Investigative Reporting Project Italy) προκύπτει ότι υπάρχει μια τουλάχιστον «γκρίζα ζώνη» όσον αφορά στον ρόλο συγκεκριμένων παστόρων και άλλων προσώπων με ισχύ εντός της Καθολικής, της Προτεσταντικής και της Πεντηκοστιανής Εκκλησίας – από τη στρατολόγηση των γυναικών στην Αφρική έως τις πιάτσες της Αθήνας και τη νιγηριανή μαφία στην Ιταλία.
ΤΟ ΤΑΞΙΔΙ ΤΗΣ FAITH*
Ο Δημήτρης Κοντούδης είναι υπεύθυνος εκπαιδεύσεων στην Α21, μια οργάνωση με έδρα τη Θεσσαλονίκη που κάνει εδώ και χρόνια σοβαρή δουλειά στην προστασία και την υποστήριξη των προσφυγισσών που φθάνουν στην Ελλάδα και διαπιστώνεται ότι υπήρξαν θύματα εμπορίας ανθρώπων. «Θύματα trafficking που έφτασαν στην Ελλάδα μας έχουν μεταφέρει ότι σε τοπικές Εκκλησίες, κυρίως του Προτεσταντικού χώρου και μάλιστα εθνικές Εκκλησίες των χωρών καταγωγής τους, υπήρξαν άτομα που στρατολόγησαν ή εκμεταλλεύτηκαν νεαρές γυναίκες», αναφέρει ο κ. Κοντούδης.
Τα παραπάνω πρόσωπα είτε αναφέρθηκαν γενικά χωρίς ονόματα είτε απλά με τον ρόλο τους εντός της Εκκλησίας. «Σε μία μόνο από τις συνεντεύξεις, περιγράφηκε ο λειτουργός της Εκκλησίας. Με τη συναίνεση των θυμάτων, οι πληροφορίες προωθήθηκαν στο Τμήμα Καταπολέμησης Εμπορίας Ανθρώπων της Αστυνομίας. Δυστυχώς, όμως, δεν επιβεβαιώθηκαν», σημειώνει ο κ. Κοντούδης.
Η Α21 μοιράστηκε με το Magazine και το IRPI MEDIA δύο γραπτές μαρτυρίες θυμάτων trafficking που έφτασαν στην Ελλάδα και είναι αποκαλυπτικές. Οι συνεντεύξεις δόθηκαν την περίοδο 2018 και 2019, όταν οι επιζώσες είχαν λάβει υποστήριξη από την οργάνωση. Για λόγους οικονομίας της αφήγησης, έχουν επιλεχθεί ορισμένα βασικά αποσπάσματα.
H Faith* με καταγωγή από τη Γκάνα* έχασε τον σύζυγό της και εξαναγκάστηκε να παντρευτεί τον αδερφό του. Εκείνος ήταν εξαιρετικά βίαιος και την απειλούσε. Η Faith άφησε τα παιδιά σε συγγενείς και επισκέφθηκε μια Προτεσταντική εκκλησία σε κοντινή πόλη. Μια γυναίκα που πήγαινε στην ίδια εκκλησία, της πρότεινε εργασία σε χώρα της Μέσης Ανατολής, «σε κάποιο εστιατόριο ή σπίτι». Η ίδια γυναίκα προσφέρθηκε να της πληρώσει το ταξίδι και να της τακτοποιήσει τα χαρτιά.
Η Faith συνάντησε στην ίδια πτήση άλλες τέσσερις κοπέλες που είχε γνωρίσει στην εκκλησία. Στο αεροδρόμιο τις παρέλαβε ένας άντρας, ο οποίος ζήτησε τα διαβατήριά τους, για να τους εκδώσει άδειες εργασίας, όπως είπε. Οι γυναίκες μεταφέρθηκαν σε ένα τριώροφο σπίτι κι εκεί η Faith συνειδητοποίησε ότι είχε πουληθεί σε κάποιον διακινητή. Είπε ότι την κρατούσαν κλειδωμένη σε ένα δωμάτιο και πως υπήρχαν και άλλες γυναίκες σε διπλανά δωμάτια. Κάποιες φορές οι πελάτες έφταναν τους 30 την ίδια μέρα. Το γεύμα μπορεί να ήταν γάλα και καραμέλες. Η Faith υποπτεύεται ότι της έβαζαν κάποιου είδους υπνωτικό στο γάλα.
Η ίδια λέει ότι ένας πελάτης θέλησε να τη βοηθήσει. Πλήρωσε τον διακινητή για να την αφήσει ελεύθερη και της αγόρασε ένα εισιτήριο για Τουρκία, ώστε να περάσει στη συνέχεια στην Ελλάδα. H Faith κακοποιήθηκε ξανά στη διάρκεια του ταξιδιού. Τελικά, έφτασε με φουσκωτή βάρκα σε ένα ελληνικό νησί κι εκεί μίλησε σε ψυχολόγο, ο οποίος διαπίστωσε ότι υπήρξε θύμα εμπορίας ανθρώπων.
Γυναίκα από την Αφρική περνά με βάρκα στην Ευρώπη / AP
Η MARIE-MICHELLE*
H Marie-Michelle στο Καμερούν εξαναγκάστηκε στα 15 της να παντρευτεί έναν πολύ μεγαλύτερο σε ηλικία άντρα, που την κακοποιούσε. Στα 25 το έσκασε από το σπίτι και βρήκε καταφύγιο σε μια Καθολική εκκλησία. Ένας άντρας που εργαζόταν στο καταφύγιο γυναικών της εκκλησίας τής είπε ότι μπορούσε να τη βοηθήσει, καθώς είχε γνωστούς στην Τουρκία.
Τη συνόδευσε στην έκδοση διαβατηρίου και βίζας και ταξίδεψαν μαζί στην Κωνσταντινούπολη. Βρέθηκαν σε ένα υπόγειο διαμέρισμα, όπου ζούσαν και άλλες γυναίκες. Της κράτησαν τα χαρτιά, λέγοντας ότι «στην Τουρκία πολλοί κλέβουν τα έγγραφα όσων έρχονται κυρίως από την Αφρική». Την επόμενη μέρα, ο άντρας με τον οποίο είχε ταξιδέψει η Marie-Michelle στην Τουρκία, είχε εξαφανιστεί.
Οι φίλο του τής είπαν ότι είχαν πληρώσει τα έξοδα για το ταξίδι και ότι έπρεπε να τους ξεχρεώσει. Την κλείδωσαν σε ένα δωμάτιο, λέγοντας ότι πλέον τους ανήκε. Παρέμεινε για τρεις μήνες κλειδωμένη στο δωμάτιο. Όταν αρνιόταν να πηγαίνει με πελάτες, τη χτυπούσαν και την απειλούσαν. Μια μέρα το έσκασε με μία άλλη γυναίκα, που είχε κατάφερε να κρύψει το κλειδί της εξώπορτας.
Ένας διακινητής μεταναστών δέχτηκε να τις βοηθήσει χωρίς χρήματα. Επιβιβάστηκαν σε δύο διαφορετικές βάρκες. Η Marie-Michelle έφτασε στη Σάμο και στη συνέντευξη που έδωσε για το άσυλο, διηγήθηκε την ιστορία της. Της εξήγησαν ότι αυτό που υπέστη χαρακτηρίζεται εμπορία ανθρώπων και της είπαν ότι υπάρχει η δυνατότητα να λάβει υποστήριξη.
Στην Αθήνα
Η ομάδα anti-trafficking της Αστυνομίας συνεργάζεται τα τελευταία χρόνια με οργανώσεις υποστήριξης των θυμάτων κι επίσης ανταλλάσσει πληροφορίες και κάνει κοινές επιχειρήσεις με τις αντίστοιχες ομάδες της ιταλικής και ισπανικής Αστυνομίας. Τα τελευταία τρία χρόνια έχουν εξαρθρωθεί δίκτυα sex-trafficking στην Αθήνα, όχι όμως κάποιο με θύματα γυναίκες από την Αφρική. Ρωτήσαμε τον αστυνομικό κ. Βάχλα αν υπάρχουν στοιχεία για τον ρόλο παστόρων ή άλλων προσώπων με επιρροή εντός των Καθολικών και Προτεσταντικών εκκλησιών στην Αθήνα. Η απάντηση ήταν αρνητική.
Όχι μακριά από τη Γενική Αστυνομική Διεύθυνση, δύο στενά κάτω από την Πλατεία Βικτώριας, βρίσκεται το νεοκλασικό κτίριο που στεγάζει τα γραφεία της «Μέλισσας», του δικτύου για τις μετανάστριες και τις προσφύγισσες που ζουν στην Αθήνα. Η «Μέλισσα» αριθμεί πάνω από 700 μέλη από περισσότερες από 50 χώρες, που ζουν και εργάζονται στην Ελλάδα. Τα τελευταία χρόνια το δίκτυο έχει προσφέρει υποστήριξη σε γυναίκες από την Αφρική, που υπήρξαν θύματα και επιζώσες trafficking.
«Η Μέλισσα προσφέρει ένα ασφαλές πλαίσιο υποστήριξης για γυναίκες από όλο τον κόσμο, που καταφεύγουν εδώ, μέσα από εξαιρετικά δύσκολες διαδρομές και συνθήκες επισφάλειας. Πολλές από αυτές έχοντας αντιμετωπίσει κινδύνους και αντιξοότητες από πολύ νεαρή ηλικία, μέσα σε καταπιεστικά καθεστώτα. Ορισμένες τρέχουν να ξεφύγουν από φλεγόμενες ζώνες και πολέμους που μαίνονται, ενώ άλλες από τους κρυφούς και σιωπηλούς πολέμους της συχνά θεσμοθετημένης έμφυλης βίας και γυναικείας κακοποίησης», σημείωσε η Ναντίνα Χριστοπούλου, συνιδρύτρια και συντονίστρια της «Μέλισσας».
Η ίδια πρόσθεσε: «Ο κύκλος της επισφάλειας ανοίγει στην πατρίδα ή και στο ίδιο τους το σπίτι, μέσα σε συνθήκες και θεσμούς που μαθαίνουν να εμπιστεύονται και συχνά μπορεί να μην τολμούν να αμφισβητήσουν, συνεχίζεται κατά τη διάρκεια του ταξιδιού, και συχνά κορυφώνεται κατά την άφιξή τους στις “ασφαλείς χώρες”».
Η Elena* κατάγεται από το Καμερούν. Αφηγείται, όχι χωρίς δυσκολία, ότι η οικογένειά της ήθελε να παντρευτεί με έναν άντρα, παρά τη δική της θέληση, και πως αυτό έπρεπε να γίνει, γιατί ήταν δεσμευμένη με «βουντού». Εκείνη το παράκουσε και διέφυγε με τον φίλο της στην Τουρκία. «Υπήρχε ένας Ιρανός και ένας άντρας από την Αφρική, που προσπάθησαν να με κρατήσουν σε δίκτυο σεξουαλικής εκμετάλλευσης. Ξεφύγαμε και περάσαμε με βάρκα στη Λέσβο», περιέγραψε όταν τη συναντήσαμε.
Λίγο καιρό αργότερα, η Elena έμαθε πως ήταν έγκυος. Γι’ αυτόν τον λόγο, οι ελληνικές Αρχές της επέτρεψαν να ταξιδέψει στην Αθήνα, όπου γέννησε τον γιο της στο Νοσοκομείο «Αλεξάνδρα». «Τον πρώτο καιρό, πριν λάβουμε το καθεστώς ασύλου, μέναμε σε έναν χώρο που διέθεσε η Καθολική Εκκλησία. Εκεί έμεναν και άλλα κορίτσια από την Αφρική», είπε. Όταν πήρε το άσυλο, βρήκε δουλειά και έπιασε σπίτι με τον άντρα της και τον ανήλικο γιο της.
Η ίδια λέει ότι δεν χρειάστηκε να εργαστεί ως σεξεργάτρια στην Αθήνα, όμως δεν συνέβη το ίδιο με πολλές φίλες της, των οποίων οι αιτήσεις ασύλου απορρίφθηκαν. Εκείνες είναι αναγκασμένες να κοιμούνται σε πάρκα, χωρίς χρήματα, απολύτως ευάλωτες στο κέντρο της Αθήνας. «Άνθρωποι κακοποιούνται. Και πρέπει να σας πω ότι τη μεγαλύτερη κακοποίηση τη δέχονται τα ανήλικα αγόρια, όχι τα κορίτσια» είπε η Elena.
Τη ρωτήσαμε αν παρατήρησε κάτι περίεργο στους ξενώνες που διαθέτει η εκκλησία σε ευάλωτα άτομα με καταγωγή από την Αφρική. «Συμβαίνουν διάφορα άσχημα πράγματα με ανθρώπους που πηγαίνουν εκεί. Μην με πιέζετε όμως, δεν θέλω να πω περισσότερα», απάντησε και ζήτησε να διακόψουμε την κουβέντα.
Γυναίκα από την Αφρική περνά με βάρκα στην Ευρώπη / AP
Η ΔΙΚΗ ΣΤΗ ΜΠΟΛΟΝΙΑ
Η Elena, όπως και άλλες γυναίκες από την Αφρική, ανέφερε ότι ήδη πριν από την πανδημία πολλές φίλες της είχαν μετακινηθεί από την Ελλάδα στην Ιταλία. Δεν ήταν η πρώτη φορά που συναντήσαμε την Ιταλία στο ελληνικό κομμάτι της έρευνας.
Τον Ιούλιο του 2021 ολοκληρώθηκε στο δικαστήριο της Μπολόνια η δίκη ενός διεθνούς κυκλώματος που εκμεταλλευόταν γυναίκες από τη Νιγηρία. Μεταξύ των κατηγορούμενων ήταν μια Ελληνο-νιγηριανή, 40 ετών, η οποία είχε συλληφθεί στη Θεσσαλονίκη με ευρωπαϊκό ένταλμα των ιταλικών αρχών και εκδόθηκε στη γειτονική χώρα για να δικαστεί.
Οι δικηγόροι Ηλιάνα-Καρολίνα Τραυλού και Μάριος Χατζηβασιλείου που χειρίστηκαν την υπόθεση σε Ελλάδα και Ιταλία, είπαν στο Magazine ότι ο μόνος λόγος για τον οποίο ενεπλάκη το όνομά της, ήταν κάποιες αόριστες αναφορές θυμάτων, έτσι η γυναίκα κρίθηκε αθώα. «Σε σύνολο 3.000 σελίδων καταγεγραμμένων από την ιταλική αστυνομία συνομιλιών, δεν βρέθηκε ούτε ένα ενοχοποιητικό τηλεφώνημα για την εντολέα μας, η οποία εξάλλου δεν εμφανίζεται σε καμία φωτογραφία ληφθείσα από την ιταλική αστυνομία, και αντιστοίχως σε κανένα έγγραφο», σχολίασαν οι συνήγοροι υπεράσπισης.
Δεν συνέβη το ίδιο με τους υπόλοιπους κατηγορούμενους για συμμετοχή στο κύκλωμα, οι οποίοι καταδικάστηκαν σε ποινές 9-10 ετών. Φαίνεται πως ήταν η κορυφή στο παγόβουνο της δράσης της νιγηριανής μαφίας στην Ιταλία.
«Τιμάτε τα χρέη σας»
ΙΤΑΛΙΑ. «Θα δοξάζω τον Κύριο. Ο διάβολος δεν μπορεί να με σταματήσει. Θα δοξάζω τον Κύριο, σε κάθε περίσταση. Στην ερημιά, μες στην αυλή της φυλακής. Θα δοξάζω τον Κύριο. Γιατί είναι πάντα κοντά μου, αλληλούια». Μέσα στην εκκλησία της Πεντηκοστής, μια μεγάλη αίθουσα με μπλε κουρτίνες και χριστουγεννιάτικα στολίδια, η θερμοκρασία πρέπει να φτάνει τους 40 βαθμούς, όμως ο πάστορας δείχνει άψογος μέσα στο σακάκι με το διπλό πέτο και τα λουστρίνια του.
Ενώ το κοινό χορεύει ανάμεσα στις λευκές πλαστικές καρέκλες, εκείνος γονατίζει στο έδαφος και σηκώνει τα χέρια στον ουρανό. Προσεύχεται δυνατά, αλλά τα λόγια του καλύπτονται από τους ψαλμούς. Ανεβαίνει στη σκηνή τη στιγμή που είναι έτοιμος να μιλήσει, στέκεται μπροστά στο μικρόφωνο και διαβάζει τη Βίβλο. Υπενθυμίζει στους πιστούς τα καθήκοντά τους, τα εβδομαδιαία ραντεβού, τις προγραμματισμένες γιορτές.
«Οι εκκλησίες της Πεντηκοστής είναι σημείο αναφοράς για την κοινότητά μας», λέει η Queen, μια Νιγηριανή που ζει στη Μπολόνια, καθώς βγάζει δύο πολύχρωμες τούρτες για να γιορτάσει αμέσως μετά τη λειτουργία τα γενέθλια των παιδιών της. «Εδώ οι άνθρωποι γνωρίζονται, προσεύχονται, τρώνε, περνούν τον ελεύθερο χρόνο τους μαζί. Κάθε Κυριακή όλοι μαζεύονται στην εκκλησία, όπου μπορείς να δεις κάθε λογής ανθρώπους να κάθονται ο ένας δίπλα στον άλλο – διακινητές, «μαντάμ» (γυναίκες προαγωγοί) και κοπέλες που αυτοί εκδίδουν», λέει.
«Έτσι, αυτοί οι χώροι μετατρέπονται κάποιες φορές σε πεδίο παράνομων δραστηριοτήτων. Έχω ακούσει με τα ίδια μου τ’ αυτιά πάστορες να κηρύττουν: “Τιμάτε τα χρέη σας”, απευθυνόμενοι σιωπηρά στις γυναίκες που εξαναγκάζονται να εκδοθούν για να εξοφλήσουν το ποσό που οφείλουν στη “μαντάμ” που τις έφερε στην Ιταλία».
Γυναίκες από τη Νιγηρία, θύματα trafficking / AP
Η ΝΙΓΗΡΙΑΝΗ ΜΑΦΙΑ
Στην Ιταλία, αρκετές δικαστικές έρευνες έχουν ρίξει φως στις νιγηριανές αδελφότητες, τις λεγόμενες “cult”, εγκληματικές οργανώσεις που λειτουργούν με παρόμοιο τρόπο με την ιταλική μαφία. Από το Τορίνο ως την Κατάνια, τη Μπρέσια, τη Μπολόνια, τη Λ’ Άκουιλα, το Καστέλ Βολτούρνο ΚΑΙ το Παλέρμο, πολλά μέλη των cult έχουν καταδικαστεί.
Παρ’ όλα αυτά, εξακολουθεί να υπάρχει μια «γκρίζα ζώνη» που δεν έχει διερευνηθεί, αυτή των Εκκλησιών. «Δεν έχει διεξαχθεί ποτέ συγκεκριμένη έρευνα για τη σχέση μεταξύ των Πεντηκοστιανών εκκλησιών και των νιγηριανών εγκληματικών οργανώσεων», εξηγεί ο δικαστής Στέφανο Όρσι, πρώην εισαγγελέας της Περιφερειακής Διεύθυνσης Καταπολέμησης της Μαφίας, ο οποίος έγινε μετέπειτα Γενικός Εισαγγελέας του Εφετείου της Μπολόνιας. «Αυτό συμβαίνει γιατί πρόκειται για ένα πολύ λεπτό θέμα, με ακανθώδεις πτυχές», λέει ο Όρσι.
Ο ίδιος εξηγεί ότι η νιγηριανή μαφία είναι ιδιαίτερα διεισδυτική. «Στις νιγηριανές κοινότητες στο εξωτερικό, οι εγκληματικές οργανώσεις προσπαθούν να ξαναστήσουν το ίδιο δίκτυο που είχαν δημιουργήσει στη Νιγηρία», συνεχίζει. «Σε έρευνες που κάνουμε, έχουμε επανειλημμένα διαπιστώσει ότι τα μέλη αυτών των οργανώσεων συναντιούνται συχνά στις εκκλησίες. Οι ιερείς προσπαθούν να πείσουν τις εκδιδόμενες κοπέλες να μην κάνουν καταγγελία ή σε κάθε περίπτωση να τα βρουν με τους προαγωγούς τους», εξηγεί ο εισαγγελέας Όρσι.
Η εισαγγελέας του Δικαστηρίου της Κατάνια Λίνα Τροβάτο, η οποία έχει ερευνήσει εκτενώς το φαινόμενο του trafficking, κάνει λόγο για χάσμα μεταξύ των στατιστικών και των πραγματικών διαστάσεων του προβλήματος. «Σε πλήθος ανακρίσεων έχει προκύψει η εμπλοκή παστόρων στην στρατολόγηση κοριτσιών στη Νιγηρία. Οι πάστορες φέρνουν σε επαφή τις κοπέλες με τις “μαντάμ” στην Ιταλία και αμείβονται ανάλογα», λέει η Τροβάτο. «Τα κορίτσια βλέπουν τον πάστορα ως έναν καλό άνθρωπο, τον εμπιστεύονται κι έτσι μπαίνουν στο δίκτυο. Παρ’ όλα αυτά, η εξαιρετική δυσκολία στον εντοπισμό αυτών των ατόμων που δρουν στο εξωτερικό δεν επιτρέπει τη δίωξή τους».
Υπάρχει κάτι ακόμη. «Δεν έχουμε λάβει ποτέ κάποια επίσημη καταγγελία για την εμπλοκή παστόρων στην εμπορία ανθρώπων», λέει η Τροβάτο. «Μπορούμε να υποθέσουμε ότι αυτό που συμβαίνει θεωρείται κάτι φυσιολογικό: η “μαντάμ” έχει προκαταβάλει τα χρήματα και τώρα το κορίτσι πρέπει να ξεπληρώσει το χρέος».
«Το βέβαιο είναι ότι οι εκκλησίες της Πεντηκοστής αποτελούν πολύ σημαντικά κέντρα για τη Νιγηριανή κοινότητα, όπου όλοι είναι ευπρόσδεκτοι. Ωστόσο, έχει συμβεί οι κρατικές Υπηρεσίες Ανηλίκων να μην επιτρέψουν την παρουσία ανήλικων κοριτσιών-θυμάτων trafficking στη λειτουργία της Κυριακής, ώστε να αποφευχθεί η συνάντηση με ορισμένους ανθρώπους μέσα στην ίδια την εκκλησία», αναφέρει η εισαγγελέας Τροβάτο.
«Η δύναμη του Θεού»
Στις εκκλησίες της Πεντηκοστής η συμφωνία που συνδέει τις γυναίκες με τη «μαντάμ» έχει οικονομικό αλλά και τελετουργικό χαρακτήρα. Όλα ξεκινούν στη Νιγηρία, όταν η «μαντάμ» προσφέρει σε μια κοπέλα την ευκαιρία να μεταναστεύσει στην Ευρώπη. Σε αντάλλαγμα, εκείνη συμφωνεί να ξεπληρώσει το χρέος με τα χρήματα που θα κερδίσει από τη δουλειά της: σε κάποιες υπόσχονται ότι θα δουλέψουν ως κομμώτριες, baby sitter ή πωλήτριες, ενώ σε άλλες λένε ξεκάθαρα ότι θα πρέπει να εκδοθούν.
Η μετακίνηση των γυναικών γίνεται συχνά με την έγκριση των οικογενειών τους. Για να επικυρωθεί η συμφωνία, λαμβάνει χώρα μια τελετή «βουντού» ή «τζούτζου», απ’ αυτές που έχουν την αφετηρία τους στους Αφρικανούς ανιμιστές: ένας μάγος χρησιμοποιεί τα μαλλιά, τα νύχια ή τις τρίχες του εφηβαίου της κοπέλας για να τη δέσει με τη «μαντάμ» της, μέχρι να εξοφληθεί το χρέος. Αν τα χρήματα δεν εξοφληθούν, τότε η ασθένεια και η κακοτυχία θα πλήξουν την κοπέλα και την οικογένειά της.
«Το να μιλάμε απλώς για λαϊκή ευπιστία σημαίνει ότι δεν κατανοούμε την ουσία της διαδικασίας, η οποία αποτελεί το κύριο μέσο που χρησιμοποιεί μια “μαντάμ” για να ασκήσει ψυχολογική βία σε μια νεαρή γυναίκα», εξηγεί ο Σέρτζιο Νατζάρο, δημοσιογράφος και κοινωνιολόγος, ειδικευμένος στη δράση της νιγηριανής μαφίας. «Ας μην ξεχνάμε ότι ακόμα και οι ίδιες οι “μαντάμ”, που συχνά ήταν κι αυτές στο παρελθόν θύματα trafficking, πιστεύουν στη μαγική ιεροτελεστία. Είναι ταυτόχρονα εκμεταλλεύτριες και εκμεταλλευόμενες, που πιστεύουν ότι η συμφωνία πρέπει να τηρηθεί, διαφορετικά οι θεοί θα θυμώσουν».
«Οι τελετουργίες είναι μέρος μιας κουλτούρας και από μόνες τους δεν είναι απαραίτητα κάτι βίαιο ή κακό», λέει ο Νατζάρο. «Είναι οι εγκληματικές οργανώσεις αυτές που εκμεταλλεύονται τις πεποιθήσεις των ανθρώπων, υποτάσσοντας τις τελετουργίες στη λογική της εκμετάλλευσης».
Υπάρχουν τοπικές εκκλησίες που βοηθούν τις γυναίκες να καταγγείλουν τους εκμεταλλευτές τους και να βγουν από το δίκτυο. Σε μια αναφορά ενός θύματος στην τοπική επιτροπή Ασύλου, διαβάζουμε: «Η Νιγηριανή αιτούσα U. συνήθιζε να πηγαίνει στην εκκλησία που βρίσκεται κοντά στον σταθμό του Παλέρμο, όπου πέστη επίθεση από τον αδερφό εκείνης που θα γινόταν στη συνέχεια η “μαντάμ” της. Εδώ και αρκετό καιρό η κοπέλα, η οποία διέμενε σε ένα κέντρο ανηλίκων στο Παλέρμο, δεχόταν απειλητικά τηλεφωνήματα από έναν άνδρα, που μόλις αργότερα συνειδητοποίησε ότι τον ήξερε επειδή πήγαιναν στην ίδια εκκλησία».
Στην ίδια αναφορά, πιο κάτω: «Η U. και οι φίλοι της προσπάθησαν να λύσουν το ζήτημα ζητώντας τη βοήθεια του πάστορα της εκκλησίας, αλλά η παρέμβαση του τελευταίου προκάλεσε τη βίαιη αντίδραση του άνδρα και της ίδιας της “μαντάμ”, η οποία ξυλοκόπησε άγρια την U. μέσα στην εκκλησία. Μετά από αυτό, η U. και ο πάστορας κατήγγειλαν τους δράστες. Η “μαντάμ” δεν συνελήφθη γιατί ήταν έγκυος, ενώ ο αδερφός της εξαφανίστηκε».
Η «PRINCESS OKOΚON»
Την ίδια στιγμή, υπάρχουν γυναίκες που είχαν προσωπική εμπειρία εκμετάλλευσης και επέλεξαν να φέρουν τη μαρτυρία τους στην εκκλησία για να ευαισθητοποιήσουν τον κόσμο: «Πολλές φορές διηγήθηκα την ιστορία μου κατά τη διάρκεια της θείας λειτουργίας. Είχα κι εγώ μια “μαντάμ”, αναγκάστηκα κι εγώ να εκδοθώ, κι εμένα με ξυλοκόπησαν και με απείλησαν», λέει η Princess Okokon, επιζώσα sex-trafficking και σήμερα Πεντηκοστιανή πάστορας.
«Στο τέλος επαναστάτησα κι έκανα καταγγελία. Είμαι το ζωντανό παράδειγμα ότι μπορείς να επιβιώσεις ακόμα και χωρίς να έχεις πληρώσει το χρέος σου. Κατά τη διάρκεια της ομιλίας μου λέω ρητά ότι δεν πρέπει να γίνεται διακίνηση ανθρώπων. Οι “μαντάμ” νευριάζουν και φεύγουν, αλλά δεν με νοιάζει. Στην εκκλησία μου οργανώνω, επίσης, τελετουργίες που απαλλάσσουν τα κορίτσια από τα κακά πνεύματα, σπάζοντας τον όρκο τους στη “μαντάμ”».
Το 1999, η Princess Okokon, αφού κατήγγειλε τη “μαντάμ της – που αργότερα καταδικάστηκε σε τέσσερα χρόνια φυλάκιση – ίδρυσε έναν σύλλογο που υποστηρίζει θύματα και επιζώσες trafficking. Σήμερα εργάζεται ως μεσολαβήτρια για να τις βοηθήσει να βγουν από το δίκτυο της πορνείας. «Μαζί με τον σύλλογο, η Εκκλησία έχει επίσης θεμελιώδη ρόλο υποστήριξης, ειδικά από πνευματική άποψη», λέει η Okokon. «Έχω δεχτεί τόσες πολλές απειλές γι’ αυτό που κάνω, αλλά έχω πίστη στον Θεό. Δεν φοβάμαι, γιατί νιώθω μέσα μου τη δύναμη του Χριστού».
* Τα ονόματα και οι χώρες καταγωγής έχουν αλλαχθεί για λόγους προστασίας των πηγών.
Λειτουργία σε Πεντηκοστιανή εκκλησία / AP
Η έρευνα του Magazine και του ιταλικού IRPI Media πραγματοποιήθηκε με την υποστήριξη του FreePress Unlimited και του Collaborative and Investigative Journalism Initiative (CIJI). Το πρότζεκτ συγχρηματοδοτείται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, μέσω του Προγράμματος Supporting investigative journalism and media freedom in the EU (DG CONNECT).Κείμενο – Έρευνα: Κώστας Κουκουμάκας, Alice Facchini
Artwork: Γρηγόρης Κολλάρος
Motion design: Σμαράγδα Σαχπαζίδου
Φωτογραφίες: Associated Press
Επιμέλεια Shorthand: Σταύρος Διοσκουρίδης
Πηγή : https://www.news247.gr