του Τάσου Παππά
Επανέρχομαι στο θέμα των καταλήψεων, κυρίως γιατί το προηγούμενο σημείωμά μου δέχθηκε πολλές κριτικές. Οι βασικές αντιρρήσεις όσων διαφώνησαν με το σκεπτικό που κατέθεσα [τυπική νομιμότητα από τη μια μεριά- ηθική υπεροχή όσων την παραβιάζουν από την άλλη], οργανώθηκαν γύρω από δύο επιχειρήματα:
O νόμος είναι νόμος και πρέπει να εφαρμόζεται και οι δημοκρατίες λειτουργούν με βάση την αρχή της πλειοψηφίας.
Η πλειοψηφία αποφασίζει, η μειοψηφία πειθαρχεί.
Ποιος μπορεί να διαφωνήσει με αυτόν τον κανόνα; Ωστόσο, τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά.
Ο νόμος δεν είναι ένα ουδέτερο κατασκεύασμα. Είναι το αποτέλεσμα του συσχετισμού των δυνάμεων σε μια συγκεκριμένη στιγμή, είναι μ’ άλλα λόγια το αποτύπωμα της έκβασης της ταξικής πάλης [ας μην δυσφορήσουν οι αντιμαρξιστές] σε μια φάση της κοινωνικής εξέλιξης. Η θέση ότι οι πολίτες έχουν το δικαίωμα να δείχνουν ανυπακοή στους κακούς νόμους έχει διατυπωθεί
από φιλελεύθερους διανοούμενους, ακόμη και από χριστιανούς στοχαστές [Θωμάς ο Ακινάτης], αρκετό καιρό πριν αρχίσει ο Μαρξ να αποδομεί τον καπιταλισμό.
Και δεν μιλάμε μόνο για τους νόμους που επιβάλλονται από αυταρχικά και αντιδραστικά καθεστώτα. Άλλωστε, σ’ αυτές τις περιπτώσεις είναι θεμιτές όλες οι εκδοχές αντίστασης, ακόμη και οι βίαιες. Μιλάμε για τους νόμους που ισχύουν στα κοινοβουλευτικά συστήματα, ή για να ακριβολογούμε σε μορφές κοινοβουλευτικών συστημάτων. Για παράδειγμα:
Κάποτε, το εκλογικό δικαίωμα ήταν συναρτημένο με την περιουσιακή κατάσταση. Νόμος το ρύθμιζε.
Κάποτε, οι γυναίκες δεν μπορούσαν να ψηφίσουν. Νόμος το απαγόρευε.
Κάποτε, οι εργαζόμενοι δούλευαν 15 ώρες την ημέρα χωρίς περίθαλψη, ασφάλιση, ενώ η απεργία ήταν απαγορευμένη. Νόμοι τα προέβλεπαν. Όλα αυτά άλλαξαν. Ανετράπησαν. Όχι με ειρηνικό τρόπο, αλλά με πολύχρονους αγώνες και συχνά με αιματηρές συγκρούσεις. Πολλοί θυσίασαν τη ζωή τους.
Οι οπαδοί του νόμου, εκείνες τις εποχές, πάνω κάτω το ίδιο επιχείρημα χρησιμοποιούσαν απέναντι σ’ όσους πάλευαν για να βελτιώσουν τα πράγματα.
Παρόμοιου περιεχόμενου επιθέσεις [με τις σημερινές] εξαπέλυαν οι τότε κρατούντες κατά των διαφωνούντων. Τους αποκαλούσαν απροσάρμοστους, αναρχικούς, ξυπόλητους, πληβείους, επικίνδυνους για την ομαλότητα και την τάξη. Ο Βίκτωρ Ουγκώ έλεγε ότι «η ουτοπία του σήμερα είναι η πραγματικότητα του αύριο». Ας το κρατήσουμε.
Σ’ ό,τι αφορά το θέμα της πλειοψηφίας, ασφαλώς και μια δημοκρατία δεν μπορεί να υπάρξει ερήμην της πλειοψηφίας, ή πηγαίνοντας κόντρα στις διαθέσεις της. Ωστόσο οι πλειοψηφίες δεν έχουν πάντα δίκιο. Δεν είχε δίκιο η πλειοψηφία που καταψήφισε τον Ελευθέριο Βενιζέλο στις εκλογές του 1920. Δεν είχε δίκιο η πλειοψηφία που έδωσε στους ναζί το 1933 τη δυνατότητα να καταλάβουν την εξουσία και να καταλύσουν τη δημοκρατία.
Ο Τοκβίλ προειδοποιούσε για την «τυραννία της πλειοψηφίας» και ο Ίψεν στον «Εχθρό του λαού» έβαζε στο στόμα του ήρωα του τη φράση «η πλειοψηφία έχει τη δύναμη, αλλά δεν έχει το δίκιο».
Επίσης, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι οι μεγάλες προοδευτικές αλλαγές ξεκίνησαν, σχεδόν πάντοτε, από φωτισμένες μειοψηφίες-πρωτοπορίες, που λειτούργησαν σαν εμβρυουλκοί του καινούργιου. Ας το θυμόμαστε. Δυστυχώς, σε ορισμένες περιπτώσεις μετεξελίχθηκαν σε καθεστωτικές ολιγαρχίες. Ας το προσέξουμε.
Via : www.aixmi.gr