της Μαρίας Δημητροπούλου
Η παραδοχή του Φρίντμαν ότι μόνο μια κρίση -είτε αυτή είναι πραγματική είτε εκλαμβάνεται ως τέτοια- οδηγεί σε πραγματικές αλλαγές είναι ευρύτερα αποδεκτή. Ωστόσο, αυτή η παραδοχή εμπεριέχει και τη βασική αντίφαση της σκέψης της Σχολής του Σικάγου, η οποία δεν προόριζε το νεοφιλελεύθερο μοντέλο της απορρυθμισμένης αγοράς και του ασύδοτου καπιταλισμού μόνο για τις χώρες σε κρίση, αλλά για ολόκληρο τον πλανήτη.
Βρισκόμαστε, στη δεκαετία του ’80, όταν ο νεοφιλελευθερισμός έδινε τη μάχη για την επιβολή της “μεταρρυθμιστικής του” ατζέντας σε όλα τα μήκη και πλάτη του πλανήτη. Και είναι γεγονός ότι τα αντιδημοκρατικά καθεστώτα και κυρίως οι χούντες της Λατινικής Αμερικής δεν συνάντησαν ιδιαίτερες δυσκολίες στην εφαρμογή του. Καμία όμως δημοκρατική χώρα δεν μπόρεσε να εφαρμόσει αμιγώς αυτή την πολιτική.
Η δυσκολία αυτή εκφράζεται με σαφήνεια στην επιστολή, που έγραψε η Θάτσερ στο Χάιεκ το 1981, λέγοντας:“Είμαι σίγουρη ότι θα συμφωνήσετε μαζί μου ότι στη Βρετανία, όπου υπάρχουν δημοκρατικοί θεσμοί και ανάγκη για υψηλό βαθμό συναίνεσης, μερικά από τα μέτρα που υιοθετήθηκαν στη Χιλή θα ήταν ευτελή και απαράδεκτα. Η μεταρρύθμιση θα πρέπει να συμβαδίζει με τις παραδόσεις και το σύνταγμά μας. Ενίοτε η διαδικασία θα μοιάζει οδυνηρά αργή”.
Η Θάτσερ κατείχε μια ιδιαίτερη θέση στον Ευρωπαϊκό χώρο. Υποστήριξε και εφάρμοσε μια ριζοσπαστική συντηρητική πολιτική που στόχευε στην αναμόρφωση του καπιταλισμού προς την κατεύθυνση της Σχολής του Σικάγου. Άλλωστε ο Φρίντμαν και ο Χάιεκ είχαν εναποθέσει τις ελπίδες τους, για την εφαρμογή του σχεδίου τους στο δημοκρατικό κόσμο, στη Θάτσερ, η οποία αντιμετώπισε τις δυσκολίες εφαρμογής του με την υιοθέτηση της “αγγλικής εκδοχής” του φριντανισμού. Το γνωστό ως “θατσερισμό”, που αρχικά στηρίχτηκε στην “κοινωνία των ιδιοκτητών”. Αξιοποίησε τις δημοτικές κατοικίες δίνοντας κίνητρα στους ενοικιαστές να τις αγοράσουν, μετατρέποντας με τον τρόπο αυτό μια μεγάλη μερίδα Άγγλων σε ιδιοκτήτες πρώτης κατοικίας. Ωστόσο, τα ενοίκια για όσους δεν είχαν τη δυνατότητα να γίνουν ιδιοκτήτες διπλασιάζονταν και οι άστεγοι πλήθαιναν στους δρόμους του Λονδίνου, όσο σε καμία άλλη περίοδο στο παρελθόν.
Παράλληλα, η Θάτσερ υπονόμευσε τα συνδικάτα και μάλιστα ένα από τα ισχυρότερα, αυτό των ανθρακωρύχων, παραβιάζοντας αδίστακτα αρχές καλά εδραιωμένες στη χώρα της βιομηχανικής επανάστασης. Παρά την αύξηση των ιδιοκτητών κατοικίας και τις μαζικές ιδιωτικοποιήσεις, η δημοτικότητα της Θάτσερ είχε πέσει στο 25%, ποσοστό χαμηλότερο από οποιουδήποτε Βρετανού πρωθυπουργού στη μέχρι τότε ιστορία των δημοσκοπήσεων, κυρίως λόγω του διπλασιασμού των ανέργων και της ανόδου του πληθωρισμού.
Σε αυτή τη συγκυρία, η Θάτσερ έγραψε την προαναφερόμενη επιστολή στο Χάιεκ κάνοντας σαφή την αποτυχία της πρώτης της θητείας. Η συζήτηση, που ακολούθησε για την αναζήτηση διεξόδου, κατέληξε ότι η επιβολή της οικονομικής θεωρίας-σοκ στον αναπτυγμένο κόσμο απαιτούσε και κάποιου άλλου είδους σοκ: ένα πολιτικό σοκ! Την ίδια στιγμή, τα αυταρχικά καθεστώτα κλυδωνίζονταν από τις δυσβάστακτες συνέπειες της εφαρμογής του δόγματος και είχαν αρχίσει να καταρρέουν. Ήταν αυτό που ο Σάμουελ Χάντινγτον ονόμασε το “3ο κύμα της δημοκρατίας”. Η πιθανότητα της εμφάνισης ενός νέου Αλιέντε στη Νικαράγουα, το Περού, το Ιράν και τη Βολιβία, που στήριζαν αυτή την πολιτική, αποτελούσε μια πραγματική “απειλή”.
Το πολιτικό σοκ, ο πόλεμος στα Φόκλαντ το 1982, άλλαξε την τύχη της “μεταρρύθμισης” στην Αγγλία, χαρίζοντας δυο ακόμη εκλογικές νίκες στην Μάργκαρετ Θάτσερ και ανατροφοδοτώντας το δεύτερο κύμα ιδιωτικοποιήσεων με πρωταγωνιστές την British Gas, British Telecom, British Steel καθώς και την τελική μάχη με τον “εσωτερικό εχθρό”, τα συνδικάτα. 996.000 άνθρωποι έχασαν τη δουλειά τους σε ένα χρόνο!
Χρόνια αργότερα το ίδιο πείραμα πραγματοποιείται στην Ελλάδα. Το οικονομικό σοκ έχει ήδη συντελεστεί. Το πολιτικό αναμένεται να ακολουθήσει. Συμφωνώντας με το Φρίντμαν, ότι μόνο μια κρίση μπορεί να φέρει πραγματικές αλλαγές και αξιολογώντας ότι τα κυβερνητικά σχήματα των τελευταίων χρόνων συνεχίζουν να εφαρμόζουν τις παλιές αδιέξοδες πολιτικές, θεωρώ ότι μόνο ένας ισχυρός πόλος αριστερών και ευρύτερων πολιτικών δυνάμεων είναι ικανός να οδηγήσει σε πραγματικές αλλαγές. Όχι βέβαια τις αλλαγές που ονειρεύτηκε ο Φρίντμαν, αλλά αλλαγές με προοδευτικό πρόσημο. Μένει να αποδειχτεί.
*Εργάζεται ως επιστημονικός συνεργάτις και έχει σπουδάσει σύγχρονη ιστορία και πολιτικές επιστήμες.