ΤΟ ΜΙΚΡΟ ΟΜΟΡΦΟ ΚΟΡΙΤΣΙ ήταν μελαχρινό, όμορφο αλλά μελαχρινό. Τι δουλειά έχει ένα μελαχρινό κορίτσι που παραπέμπει σε ξενάκι σε μια εξέδρα το βράδυ της Πρωτοχρονιάς, που οι περισσότεροι από τα σπίτια τους, εν μέσω οικογενειακού ρεβεγιόν, χαράς και ευτυχίας, έχουν στηθεί στις τηλεοράσεις τους για να δουν μια εκδήλωση που συμβαίνει μια φορά τον χρόνο; Γιατί οι υπεύθυνοι έβγαλαν σε δημόσια θέα αυτό το μελαχρινό κορίτσι όταν εκατομμύρια άνθρωποι έχουν στραμμένα τα μάτια τους εκεί περιμένοντας την αλλαγή του χρόνου και έχουν διαφορετικές προσδοκίες, που θα ταιριάζουν σε όνειρα τα οποία δεν περιλαμβάνουν μελαχρινά κορίτσια;
Υπάρχουν κάποια ερωτήματα ακόμα. Τι σκοπό είχε ο νέος δήμαρχος με αυτή την κίνηση, με την οποία όχι απλά στέρησε από τους Αθηναίους τον Σάκη Ρουβά να τραγουδάει, έναντι όχι ευτελούς αμοιβής, αλλά τώρα φαίνεται να παίζει περίεργα παιχνίδια με το άγνωστης καταγωγής μελαχρινό κορίτσι; Τι σηματοδοτεί αυτή του η κίνηση, να ανεβάσει στο πλάι του στην εξέδρα αυτό το κορίτσι, όταν υπάρχουν τόσα πολλά ελληνόπουλα, και μάλιστα ξανθά και λευκά σαν το χιόνι; Πώς συνδέεται η παρουσία του μελαχρινού κοριτσιού με τις παλαιστινιακές σημαίες που κυμάτιζαν από κάτω, προκαλώντας ανερυθρίαστα το κοινό αίσθημα; Μήπως όλα αυτά αποτελούν την αρχή του ξηλώματος μιας κανονικότητας στη χώρα που θέλει ευταξία, νοικοκυροσύνη και κυρίως καθαρότητα;
Οργίασαν εκείνες τις ημέρες στο διαδίκτυο πάλι οι φωνές της πολιτικής ορθότητας, ακροδεξιοί βουλευτές και πολιτευτές υπενθύμισαν την παρουσία τους, αλλά και χιλιάδες άνθρωποι της διπλανής πόρτας μάς υπενθύμισαν με τη σειρά τους ότι το κακό κρύβεται παντού, είναι εκεί που δεν το περιμένουμε, μας περιτριγυρίζει, συχνά ερωτοτροπούν μαζί του, το κρύβουν με επιμέλεια μέσα τους μέχρι να δοθεί η αφορμή και να εκδηλωθεί.
Το διάστημα μεταξύ του γεγονότος, το οποίο συνέβη το βράδυ της παραμονής Πρωτοχρονιάς, και των ημερών που δημοσιεύονται αυτές οι γραμμές είναι μικρό, ελάχιστο. Η εποχή επιβάλλει τα γεγονότα να ξεχνιούνται γρήγορα, να καλύπτονται από τα επόμενα, σε σύντομο χρόνο να αποτελούν παρελθόν, να μοιάζουν σαν να συνέβησαν πολύ παλιά.
Αξίζει όμως να τα φέρουμε πάλι στη μνήμη μας και να την ξύσουμε λίγο, αυτήν τη φορά οφείλουμε να τα σκεφτούμε λίγο περισσότερο, να τους δώσουμε τον χρόνο που πρέπει. Δεν είναι το όμορφο μελαχρινό κορίτσι που δεν είναι καν ένα ξενάκι το πρόβλημα, αυτό δεν είναι καν πρόβλημα, όσα ειπώθηκαν και γράφτηκαν με αφορμή το μελαχρινό κορίτσι που πολλοί νόμισαν ότι είναι ξένο είναι το μεγάλο μας θέμα.
Οργίασαν εκείνες τις ημέρες στο διαδίκτυο πάλι οι φωνές της πολιτικής ορθότητας, ακροδεξιοί βουλευτές και πολιτευτές υπενθύμισαν την παρουσία τους αλλά –και αυτό είναι το πιο επικίνδυνο– και χιλιάδες άνθρωποι της διπλανής πόρτας μάς υπενθύμισαν με τη σειρά τους ότι το κακό κρύβεται παντού, είναι εκεί που δεν το περιμένουμε, μας περιτριγυρίζει, συχνά ερωτοτροπούν μαζί του, το κρύβουν με επιμέλεια μέσα τους μέχρι να δοθεί η αφορμή και να εκδηλωθεί. Αρκεί ένα fake news που θα γραφτεί στο Facebook, στο Twitter ή στο Instragram για ένα ξένο κορίτσι που βρέθηκε σε μια εξέδρα το βράδυ της παραμονής Πρωτοχρονιάς, όταν πολλές χιλιάδες άνθρωποι είχαν στραμμένο το βλέμμα τους επάνω του.
Το κορίτσι αποδείχθηκε πως δεν ήταν ξένο και τότε καταλάγιασαν λίγο οι φωνές και η οργή, όμως το κακό είχε αποκαλυφθεί. Ένα ξένο κορίτσι δεν έχει θέση σε μια εξέδρα μιας πανηγυρικού χαρακτήρα εκδήλωσης, όπως ένα ξένο αγόρι δεν μπορεί να κρατάει την ελληνική σημαία στις παρελάσεις για τις εθνικές επετείους. Όπως ένας ξένος δεν μπορεί να εκλέγεται δήμαρχος ή βουλευτής, όπως ένας ξένος διαφορετικού χρώματος δεν νοείται να θεωρείται Έλληνας και ας ζει σε αυτό τον τόπο πολλά χρόνια.Τον περασμένο Νοέμβριο στο Δουβλίνο μια φήμη πάλι, που έλεγε ότι ένας ξένος μετανάστης μαχαίρωσε μέλη μιας οικογένειας στο κέντρο της πόλης, προκάλεσε πρωτοφανή για τη χώρα επεισόδια από πολλές εκατοντάδες ανθρώπους που είδαν αυτήν τη φήμη, μια πληροφορία δηλαδή ακατέργαστη, να διαδίδεται στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Όταν αποδείχτηκε ότι ήταν ένας μετανάστης που ζούσε πολλά χρόνια στη χώρα, όταν μαθεύτηκε ότι ένας δεύτερος ξένος μετανάστης ακινητοποίησε τον δράστη σώζοντας πολλές ζωές, ήταν αργά. Το πλήθος που είχε ορμήσει για να πάρει εκδίκηση είχε ήδη φανερώσει ένα μεγάλο πρόβλημα που κανένας δεν πίστευε ότι υπάρχει σε αυτήν τη χώρα.
Τις ημέρες αυτές οι κινηματογράφοι προβάλλουν δυο ταινίες. Στη μια, του Κέν Λόουτς (Η τελευταία παμπ), που μιλάει για τις δυσκολίες συνύπαρξης των ξένων με τους ντόπιους σε μια πόλη που παρακμάζει, ο μεγάλος σκηνοθέτης μάς δείχνει τον μονόδρομο της αλληλεγγύης. Η δεύτερη, του Tζόναθαν Γκλέιζερ (Ζώνη Ενδιαφέροντος), μας μιλάει για το πόσο εύκολα ο ναζισμός και ο φασισμός μπορούν να μετατραπούν σε κανονικότητα, να θεωρηθούν αυτονόητη στάση, πόσο μια οικογένεια απολαμβάνει τη ζωή της πλάι στα κρεματόρια. Να τις δείτε…
Πηγή : https://www.lifo.gr