Από Max Griera | EurActiv.com | Μεταφρασμένο από Μαριάνθη Πελεκανάκη
Η ειδική επιτροπή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (PEGA) που ασχολήθηκε με τη χρήση του Pegasus και ισοδύναμου κατασκοπευτικού λογισμικού παρακολούθησης κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η ΕΕ θα πρέπει να αναπτύξει ένα ισχυρό κανονιστικό πλαίσιο και να τιμωρήσει όσους ευθύνονται για τις παράνομες ενέργειές τους.
Ωστόσο, η τελική ψηφοφορία πολιτικοποιήθηκε, ενώ η εφαρμογή των συνιστώμενων πολιτικών της ΕΕ παραμένει «πρόκληση».
Η ειδική επιτροπή ξεκίνησε τις εργασίες της πριν από 14 μήνες και διερεύνησε τη χρήση παράνομου κατασκοπευτικού λογισμικού Pegasus ή Predator στην Ισπανία, την Ελλάδα, την Πολωνία, την Κύπρο και την Ουγγαρία.
Οι ευρωβουλευτές ψήφισαν με συντριπτική πλειοψηφία υπέρ της έκθεσης και των συστάσεων προς την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να λάβει μέτρα.
Το ελληνικό πρόβλημα
Το έργο της επιτροπής ήταν ιδιαίτερα πολιτικοποιημένο και αμφιλεγόμενο, με αέναους διαξιφισμούς μεταξύ των πολιτικών ομάδων, έλλειψη συνεργασίας από τα κράτη μέλη, εθνικά συμφέροντα που παρεμβαίνουν στο έργο της επιτροπής και, τέλος, μια ψήφος της τελευταίας στιγμής κατά μέρους του συμβιβαστικού κειμένου που περιείχε συστάσεις προς την Ελλάδα από το κεντροδεξιό ΕΛΚ.
Αν και το ΕΛΚ ψήφισε την τελική έκθεση και τις συστάσεις, τάχθηκε κατά σε ό,τι αφορούσε την Ελλάδα.
Εκπρόσωπος του ΕΛΚ δήλωσε στη EURACTIV ότι οι συστάσεις ήταν «σοσιαλιστική προπαγάνδα ενόψει των ελληνικών εκλογών».
Από την πλευρά του, ο σοσιαλιστής ευρωβουλευτής Χουάν Φερνάντο Λόπες Αγκιλάρ δήλωσε ότι το ΕΛΚ «προσπάθησε πάση θυσία να προστατεύσει συμπεριφορές εκ μέρους της κεντροδεξιάς ελληνικής κυβέρνησης, οι οποίες αναπόφευκτα πρέπει να αντικατοπτρίζονται στη διατύπωση της τελικής έκθεσης».
«Κανένα κράτος μέλος δεν έχει γλιτώσει. Υπήρξαν συμπεράσματα για τη Γαλλία, τη Γερμανία, την Ισπανία… Γιατί να μην υπάρξουν συμπεράσματα για την Ελλάδα; Επειδή ενοχλεί το ΕΛΚ», πρόσθεσε, χαρακτηρίζοντας τη συμπεριφορά αυτή «παιδαριώδη και αντιευρωπαϊκή».
Οι συστάσεις καλούν την Αθήνα να διασφαλίσει ότι η δικαιοσύνη είναι ανεξάρτητη και έχει την υποστήριξη που χρειάζεται ώστε να διερευνήσει την κατάχρηση του κατασκοπευτικού λογισμικού, ενώ παράλληλα ζητά από την κυβέρνηση να απέχει από την παρέμβαση στο έργο του επικεφαλής εισαγγελέα και άλλων ανεξάρτητων φορέων.
Στην Ελλάδα, «υπάρχουν οι δύο ανεξάρτητες αρχές, η ΑΔΑΕ και η Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα, και κάνουν τη δουλειά τους όπως πρέπει, αλλά αντιμετωπίζουν παρενοχλήσεις, εκφοβισμό, λεκτικές επιθέσεις, παρεμπόδιση σε κάθε τους βήμα», δήλωσε η ευρωβουλευτής του Renew και εισηγήτρια του φακέλου Σόφι Ιντ’ Βελντ κατά τη διάρκεια ενημέρωσης κεκλεισμένων των θυρών τη Δευτέρα.
Το κείμενο ζητά επίσης από τις ελληνικές αρχές να ανατρέψουν τη νομοθεσία που έθεσε τις ελληνικές μυστικές υπηρεσίες (ΕΥΠ) υπό τον άμεσο έλεγχο του πρωθυπουργού και ζητά συνταγματικές εγγυήσεις και κοινοβουλευτικό έλεγχο της λειτουργίας τους.
Ο ευρωβουλευτής της Αριστεράς Στέλιος Κούλογλου καταφέρθηκε εναντίον του Μητσοτάκη, λέγοντας ότι βάζει την Ελλάδα στην ίδια κατηγορία με τις ακροδεξιές κυβερνήσεις της Ουγγαρίας και της Πολωνίας.
«Είναι ο Βίκτορ Όρμπαν των Βαλκανίων που εκθέτει τη χώρα διεθνώς», είπε ο Κούλογλου.
Τέλος, η Ελλάδα έχει επίσης πρόβλημα, καθώς πρόσφατα παραδέχθηκε ότι εξήγαγε παράνομο λογισμικό κατασκοπείας σε τρίτες χώρες. Η EURACTIV ενημερώθηκε ότι ο εισαγγελέας της ΕΕ έχει παρέμβει στην υπόθεση αυτή.
Εφαρμογή: Η επόμενη μάχη
Μπορεί οι ευρωβουλευτές να ήταν οιονεί ενωμένοι και σφοδροί στις συστάσεις τους, ωστόσο παραδέχονται ότι η εφαρμογή θα είναι δύσκολη, λαμβάνοντας υπόψη την αποτυχία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής να εφαρμόσει την ισχύουσα ευρωπαϊκή νομοθεσία νομοθεσία.
«Θα συνεχίσουμε να κρούουμε τον κώδωνα γιατί μπορεί να ψηφίζουμε απόψε, αλλά το πρόβλημα δεν έχει εξαφανιστεί. Θα στεκόμαστε εμπόδιο για όσο χρειαστεί», δήλωσε η Σόφι Ιντ’ Βελντ.
Το επόμενο βήμα είναι η εφαρμογή των συστάσεων του Κοινοβουλίου, η οποία θα είναι δύσκολο έργο, δεδομένου ότι «τα θεσμικά όργανα της ΕΕ κάνουν τα στραβά μάτια» και δεν εφαρμόζουν την υφιστάμενη νομοθεσία για την προστασία των δεδομένων και της ιδιωτικής ζωής, σύμφωνα με την Ιντ’ Βελντ.
«Η γενική ιδέα ότι οι αρχές των κρατών μελών της, που οι ίδιες παραβιάζουν τον νόμο [όπως παρατηρήθηκε στην κακοδιοίκηση από τα κράτη μέλη κατά τη διάρκεια της έρευνας], δεν ταιριάζει στο σκεπτικό της Επιτροπής. Και αυτό σημαίνει ότι μπορούμε να ψηφίζουμε όσους νόμους θέλουμε. Αλλά αν δεν υπάρχει εφαρμογή, τότε αυτοί οι νόμοι θα είναι άχρηστα χαρτιά», δήλωσε.
Πρόσθεσε ότι όταν η δημοκρατία της ΕΕ βρίσκεται σε κίνδυνο, η Επιτροπή και το Συμβούλιο «δεν μπορούν πλέον να κρύβονται πίσω από το μύθευμα της εθνικής συμμόρφωσης […] πρέπει να εφαρμόζουν τις συστάσεις του Κοινοβουλίου χωρίς καθυστέρηση».
Από την πλευρά του, ο ευρωβουλευτής του S&D Λόπες Αγκιλάρ ελπίζει ότι η Επιτροπή θα αναλάβει ταχεία δράση για να προτείνει νέους κανονισμούς με βάση την έκθεση του Κοινοβουλίου, όπως ακριβώς συνέβη με την οδηγία για τους πληροφοριοδότες, η οποία προέκυψε μετά από μια κοινοβουλευτική επιτροπή έρευνας για τη μαζική παρακολούθηση.
Πηγή : https://www.euractiv.gr