Σύμφωνα με άρθρα στη διαδικτυακή «Καθημερινή» με αφορμή υπόθεση βιασμού ανηλίκου στην Αθήνα, ο Ποινικός Κώδικας που ψηφίστηκε επί ΣΥΡΙΖΑ το 2019 προέβλεπε ότι αφήνονται ελεύθεροι αυτομάτως, χωρίς δικαστική κρίση, οι καταδικασμένοι σε κάθειρξη. Ωστόσο, αυτό δεν ισχύει.
Ο ισχυρισμός αποτέλεσε μέρος άρθρου της Ιωάννας Μάνδρου (kathimerini.gr, 24/10/2022), και αναπαρήχθη αυτούσιος σε άρθρο του Ηλία Μαγκλίνη (kathimerini.gr, 26/10/2022). Συγκεκριμένα, αναφέρθηκαν τα εξής:
Ετσι όπως είναι σήμερα η νομοθεσία μας, μετά τις τροποποιήσεις που έγιναν επί της παρούσας κυβέρνησης, οι βιασμοί ανηλίκων τιμωρούνται με την ανώτατη ποινή του νόμου, δηλαδή ισόβια. Μάλιστα η ποινή των ισοβίων προβλέπεται ως μόνη ποινή, δηλαδή δεν δίνεται δυνατότητα στο δικαστήριο να επιβάλει άλλη.
Με την ισχύουσα νομοθεσία για τα ισόβια των δραστών – παιδοβιαστών, ο χρόνος σίγουρης έκτισης της ποινής είναι 18 χρόνια, καθώς ύστερα από το εν λόγω όριο μπορούν να κάνουν αίτηση και να βγουν με όρους, αλλά για την κάθε περίπτωση αποφασίζει σχετικά το δικαστικό συμβούλιο. Δεν αφήνονται δηλαδή ελεύθεροι αυτομάτως, χωρίς δικαστική κρίση, όπως προβλεπόταν στον πολυσυζητημένο ποινικό κώδικα που ψηφίστηκε επί ΣΥΡΙΖΑ παραμονές των εκλογών του 2019. Παρ’ όλα αυτά, στο υπουργείο Δικαιοσύνης μελετούν την αύξηση του χρόνου παραμονής στη φυλακή των καταδικασμένων για βιασμούς, σε μια προσπάθεια να προστατευθεί το κοινωνικό σύνολο, αλλά και να εναρμονιστεί η ποινική τους μεταχείριση με το αίσθημα δικαιοσύνης των πολιτών.
Τι ισχύει
Ο Ποινικός Κώδικας (ΠΚ) που ισχύει σήμερα θεσπίστηκε με το Ν.4619/2019 (ΦΕΚ Α΄ 95/11-06-2019), το λεγόμενο «νέο Ποινικό Κώδικα», που ψηφίστηκε στη Βουλή από τον ΣΥΡΙΖΑ και το Ποτάμι. Το Νοέμβριο του 2021, επί Νέας Δημοκρατίας, ψηφίστηκε νομοσχέδιο για αλλαγές στον ΠΚ, που κατέστη ο Ν.4855/2021 (ΦΕΚ Α΄ 215/12-11-2021).
Με τον Ν.4619/2019 («Ποινικό Κώδικα του ΣΥΡΙΖΑ»), προβλέπονταν τα εξής, στα άρθρα 105Β και 110 ΠΚ, που ρυθμίζουν την αποφυλάκιση πριν την ολοκλήρωση της έκτισης της ποινής (απόλυση υπό όρο):
Άρθρο 105Β
Απόλυση υπό τον όρο της ανάκλησης
1. Όσοι καταδικάστηκαν σε στερητική της ελευθερίας ποινή μπορούν να απολυθούν υπό τον όρο της ανάκλησης, σύμφωνα με τις πιο κάτω διατάξεις, εφόσον έχουν εκτίσει:
α) σε περίπτωση φυλάκισης, τα δύο πέμπτα αυτής,
β) σε περίπτωση πρόσκαιρης κάθειρξης, τα τρία πέμπτα αυτής και
γ) σε περίπτωση ισόβιας κάθειρξης τουλάχιστον είκοσι έτη.
2. Για τη χορήγηση της υπό όρο απόλυσης δεν απαιτείται να έχει καταστεί η καταδίκη αμετάκλητη.
3. Στην περίπτωση που συντρέχουν σωρευτικά περισσότερες ποινές, ο καταδικασθείς μπορεί να απολυθεί αν έχει εκτίσει το άθροισμα των τμημάτων των ποινών, που προβλέπεται στην παράγραφο 1. Σε κάθε περίπτωση ο καταδικασθείς μπορεί να απολυθεί αν έχει εκτίσει είκοσι πέντε έτη και όταν το παραπάνω άθροισμα υπερβαίνει
το όριο αυτό. (…)
5. Για τη χορήγηση της υπό όρο απόλυσης, ως ποινή που εκτίθηκε θεωρείται αυτή που υπολογίστηκε ευεργετικά (…).
6. Προκειμένου για ποινές κάθειρξης δεν μπορεί να χορηγηθεί στον καταδικασθέντα απόλυση υπό όρο, αν δεν έχει παραμείνει στο σωφρονιστικό κατάστημα για χρονικό διάστημα ίσο με τα δύο πέμπτα της ποινής που του επιβλήθηκε και, σε περίπτωση ισόβιας κάθειρξης, δεκαέξι έτη. Το χρονικό διάστημα των δύο πέμπτων ή, σε περίπτωση ισόβιας κάθειρξης, των δεκαέξι ετών, προσαυξάνεται κατά το ένα τρίτο των λοιπών ποινών
που τυχόν έχουν επιβληθεί, στην περίπτωση που αυτές συντρέχουν σωρευτικά. Σε κάθε περίπτωση όμως ο καταδικασθείς μπορεί να απολυθεί αν έχει παραμείνει στο κατάστημα είκοσι έτη και αν εκτίει περισσότερες ποινές ισόβιας κάθειρξης, αν έχει παραμείνει είκοσι πέντε έτη.
Άρθρο 110
Διαδικασία για τη χορήγηση και την ανάκληση
της απόλυσης
1. Για τη χορήγηση της απόλυσης υπό όρο αποφασίζει το συμβούλιο των πλημμελειοδικών του τόπου έκτισης της ποινής. Ο καταδικασθείς κλητεύεται υποχρεωτικά δέκα τουλάχιστον ημέρες πριν από τη συνεδρίαση, κατά την οποία μπορεί να παραστεί αυτοπροσώπως ή με συνήγορο που διορίζει με απλό έγγραφο θεωρημένο από τον διευθυντή της φυλακής ή τις αρμόδιες αρχές.
2. Η απόλυση υπό όρο χορηγείται με αίτηση της διεύθυνσης του καταστήματος στο οποίο κρατείται ο καταδικασθείς. Η αίτηση υποβάλλεται δύο μήνες πριν από τη συμπλήρωση του χρόνου που προβλέπει το άρθρο 105Β. Αν η διεύθυνση του καταστήματος κρίνει ότι συντρέχουν προϋποθέσεις για τη μη χορήγηση της απόλυσης, υποβάλλει σχετική αναφορά μαζί με έκθεση της κοινωνικής υπηρεσίας του καταστήματος στον εισαγγελέα των πλημμελειοδικών, ο οποίος την εισάγει στο συμβούλιο.
3. Για την ανάκληση αποφασίζει το ίδιο δικαστικό συμβούλιο, ύστερα από πρόταση των αρχών που εποπτεύουν αυτόν που απολύθηκε. Το εδάφιο β΄ της πρώτης παραγράφου εφαρμόζεται και στην περίπτωση αυτή.
Το 2021, όταν συντελέστηκε η πιο ευρεία νομοθετική παρέμβαση στον ΠΚ (Ν.4855/2021) επί ΝΔ, έγιναν οι εξής σχετικές αλλαγές:
- Το άρθρο 336 ΠΚ τροποποιήθηκε ώστε για βιασμό ανηλίκου η ποινή να είναι ισόβια κάθειρξη (σημειώνεται ότι και ο ΣΥΡΙΖΑ υπερψήφισε την αλλαγή αυτή, όπως γράψαμε πρόσφατα) – με τον 4619/2019, το 336 ΠΚ αναφερόταν γενικά σε κάθειρξη.
- Στο άρθρο 105Β ΠΚ, η παράγραφος 1 τροποποιήθηκε ώστε να είναι δυνατή η υφ’ όρον απόλυση όταν έχουν εκτιθεί, σε περίπτωση πρόσκαιρης κάθειρξης, τα τρία πέμπτα (3/5) αυτής, ενώ, σε περίπτωση πρόσκαιρης κάθειρξης για συγκεκριμένα εγκλήματα -όπως κατά της γενετήσιας ελευθερίας (π.χ. βιασμός)- τα τέσσερα πέμπτα (4/5) αυτής.
- Στο ίδιο άρθρο (105Β ΠΚ), η παράγραφος 6 τροποποιήθηκε ώστε, προκειμένου για ποινές κάθειρξης που επιβλήθηκαν για συγκεκριμένα κακουργήματα -όπως κατά της γενετήσιας ελευθερίας (π.χ. βιασμός)- απόλυση υπό όρο δεν μπορεί να χορηγηθεί στον καταδικασθέντα, αν αυτός δεν έχει παραμείνει στο σωφρονιστικό κατάστημα για χρονικό διάστημα ίσο με τα τρία πέμπτα (3/5) της ποινής που του επιβλήθηκε, και σε περίπτωση ισόβιας κάθειρξης δεκαοχτώ (18) ετών.
- Στο άρθρο 110 ΠΚ, για τη διαδικασία χορήγησης της απόλυσης υπό όρο, δεν συνέβη κάποια ουσιώδης αλλαγή, πέραν μιας προσθήκης παραγράφου 5 για δυνατότητα έφεσης κατά της απόφασης του δικαστικού συμβουλίου.
Από τα παραπάνω είναι σαφές ότι με τον «ΠΚ του ΣΥΡΙΖΑ» δεν θεσπίστηκε κάποια δυνατότητα αυτόματης ή αυτοδίκαιης απόλυσης κάποιου καταδικασμένου σε κάθειρξη (π.χ. σε ισόβια κάθειρξη ή σε πρόσκαιρη κάθειρξη, συνεπεία του τότε ισχύοντος άρθρου 336 για βιασμό, αν υποτεθεί πως κάποιος καταδικάστηκε μόνο για αυτήν την πράξη), χωρίς να μεσολαβεί κάποια δικαστική κρίση. Ο τότε ψηφισθείς ΠΚ το προβλέπει ως δυνατότητα («μπορούν να απολυθούν»). Η προβλεπόμενη διαδικασία είναι η υποβολή αίτησης και κρίση του αρμόδιου δικαστικού συμβουλίου (συμβούλιο πλημμελειοδικών) που εξετάζει και τις προϋποθέσεις του άρθρου 106 ΠΚ.
Η απόλυση υπό όρο, βάσει του «ΠΚ του ΣΥΡΙΖΑ», μπορούσε και να μην χορηγείται από το αρμόδιο δικαστικό συμβούλιο, εφόσον τούτο αποφαινόταν με ειδική αιτιολογία ότι «η διαγωγή του καταδικασθέντος, κατά την έκτιση της ποινής του, καθιστά απολύτως αναγκαία τη συνέχιση της κράτησης του για να αποτραπεί η τέλεση από αυτόν νέων αξιόποινων πράξεων» (άρθρο 106 παράγραφος 1 του 4619/2019). Πλέον, απαιτείται απλώς η διαγωγή του να «καθιστά αναγκαία» (αφαιρέθηκε το «απολύτως») τη συνέχιση της κράτησής του, βάσει της αλλαγής στο άρθρο που εισήγαγε ο Ν.4855/2022.
Επιπρόσθετα, σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση που συνόδευε το νομοσχέδιο με προτεινόμενες αλλαγές στον ΠΚ επί ΝΔ (και κατέστη ο Ν.4855/2022), αναφέρονταν (σελ. 120 του pdf) τα εξής:
Άρθρο 19
Στα άρθρα 105Β-110Α ΠΚ που ρυθμίζουν την απόλυση καταδίκου υπό όρο, σκοπείται ενίσχυση της αντεγκληματικής αποτελεσματικότητας λόγω της μείζονος βαρύτητας και της συχνότητας εμφάνισης των συγκεκριμένων εγκλημάτων. Η ενίσχυση αυτή επιτυγχάνεται όχι μόνο με την απειλή σε αφηρημένο επίπεδο αυξημένων κυρώσεων, αλλά και με την αυστηροποίηση των προϋποθέσεων της απόλυσης υπό όρο στο επίπεδο έκτισης των ποινών. Ειδικότερα με τη προτεινόμενη ρύθμιση του άρθρου 105Β, αυστηροποιούνται
οι τυπικές προϋποθέσεις για την απόλυση υπό όρο του κρατούμενου. Με την παρ. 1, σε περίπτωση πρόσκαιρης κάθειρξης για τα εγκλήματα του νόμου περί ναρκωτικών (σε διακεκριμένη μορφή), για εγκληματική οργάνωση, τρομοκρατικές πράξεις, εσχάτη προδοσία, εμπρησμό σε δάση η οποία είχε ως επακόλουθο σοβαρές περιβαλλοντικές συνέπειες ή τον θάνατο άλλου, ανθρωποκτονία, ληστεία, εκβίαση, βιασμό ανηλίκου, εμπορία ανθρώπων,
αρπαγή ανηλίκου και όλα τα κατά της γενετήσιας ελευθερίας εγκλήματα, δίνεται η δυνατότητα για απόλυση υπό όρο μόνο αν έχουν εκτιθεί με ευεργετικό υπολογισμό τα τέσσερα πέμπτα (4/5) της ποινής. Άρα, από τα τρία πέμπτα (3/5) που ισχύει σήμερα, η ελάχιστη έκτιση της ποινής αυξάνεται στα τέσσερα πέμπτα (4/5). Η τροποποίηση της παρ. 4 του άρθρου 105Β ΠΚ για τη διαπίστωση των ασθενειών του δεύτερου εδαφίου είναι αναγκαία, ώστε να καλυφθεί το σχετικό κενό πρόβλεψης, ενώ αυτή στοιχείται από άποψη περιεχομένου με την πρόβλεψη για τη διαπίστωση της αναπηρίας των περ. α’ και β’. Με την παρ. 6 για τα παραπάνω εγκλήματα, θα απαιτείται πραγματική παραμονή σε σωφρονιστικό κατάστημα, ίση με τα τρία πέμπτα (3/5) της ποινής (πραγματική έκτιση της ποινής). Άρα, από τα δύο πέμπτα (2/5) που ισχύει σήμερα η ελάχιστη έκτιση της ποινής αυξάνεται στα τρία πέμπτα (3/5). Ακόμη, προβλέπεται ότι σε περίπτωση καταδίκης για τα παραπάνω εγκλήματα σε ποινή ισοβίου καθείρξεως, το κατώτατο όριο παραμονής στο σωφρονιστικό κατάστημα του καταδίκου αυξάνεται από δεκαέξι (16) έτη σε δεκαοκτώ (18) έτη (πραγματική έκτιση).
Δεν υπάρχει, δηλαδή, παραπάνω καμία αναφορά, ούτε και στην αιτιολογία μικρών αλλαγών στο άρθρο 110 ΠΚ, για τροποποίηση της διαδικασίας απόλυσης υπό όρο ώστε πλέον να μεσολαβεί δικαστική κρίση, ενώ πριν δεν προβλέπονταν.
Ενώ ισχύει ότι επί ΝΔ αυστηροποιήθηκαν οι τυπικές προϋποθέσεις για να ασκήσει κάποιος καταδικασμένος σε κάθειρξη το δικαίωμα να αιτηθεί την υπό όρο απόλυσή του (με αύξηση των ορίων ελάχιστης έκτισης της ποινής και πραγματικής παραμονής σε σωφρονιστικό κατάστημα), δεν αληθεύει ότι επί ΣΥΡΙΖΑ η απόλυση υπό όρο συνέβαινε αυτόματα, χωρίς δικαστική κρίση, με τη συμπλήρωση του απαιτούμενου ελάχιστου χρόνου. Ο ΠΚ προέβλεπε τότε, και εξακολουθεί να προβλέπει, ότι την απόλυση υπό όρο αποφασίζει το αρμόδιο συμβούλιο πλημμελειοδικών.
Συμπέρασμα
Με τον Ν.4619/2019 (λεγόμενο κοινώς ως «Ποινικός Κώδικας του ΣΥΡΙΖΑ») δεν θεσπίστηκε κάποια δυνατότητα αυτόματης απόλυσης κάποιου καταδικασμένου σε κάθειρξη, χωρίς μεσολάβηση δικαστικής κρίσης. Ο ΠΚ προέβλεπε την υπό όρο απόλυση ως δυνατότητα («μπορούν να απολυθούν»). Απαιτούνταν η κρίση του αρμόδιου δικαστικού συμβουλίου, που θα μπορούσε να αποφασίσει θετικά ή αρνητικά.