Μαρία Δεδούση
Η 1η Οκτωβρίου είναι η 274η ημέρα του έτους κατά το Γρηγοριανό ημερολόγιο και 275η σε δίσεκτα έτη. Είναι η ημέρα, το 1946, που εκδίδεται η απόφαση του δικαστηρίου για τους 22 κατηγορούμενους ναζί στην ιστορική Δίκη της Νυρεμβέργης.
Στη Δίκη αυτή, δεν καταδικάστηκαν μόνο τα άτομα και οι ενέργειές τους· κυρίως καταδικάστηκε το σκεπτικό πίσω από αυτές, ο φασισμός και η επιθετικότητά του, άλλαξε ο τρόπος με τον οποίον τα έθνη και τα κράτη αποφάσιζαν πλέον να συμβιώσουν και να συνυπάρξουν πάνω στον πλανήτη.
Για το σχεδιασμό και την εξαπόλυση επιθετικών ενεργειών και άλλων εγκλημάτων κατά της Παγκόσμιας Ειρήνης.
- Εγκλήματα κατά της Ειρήνης:
Ο σχεδιασμός, η προετοιμασία, η έναρξη, η εξαπόλυση πολέμου ή επίθεσης ή πολέμου κατά παράβαση των διεθνών συνθηκών, συμφωνιών ή διαβεβαιώσεων, ή συμμετοχή σε κοινό σχέδιο συνωμοσίας για την επίτευξη οποιουδήποτε από τους παραπάνω στόχους.
- Εγκλήματα Πολέμου:
Παραβιάσεις των νόμων και των κανόνων του πολέμου. Σε αυτά περιλαμβάνονται – δεν περιορίζονται όμως σε αυτά – δολοφονίες, κακομεταχείριση ή εκτόπιση για καταναγκαστική εργασία ή οποιοδήποτε άλλου σκοπό ιδιωτών από κατακτημένη χώρα, δολοφονία ή κακομεταχείριση αιχμαλώτων πολέμου ή ναυτικών, εκτέλεση ομήρων, λεηλασίες δημόσιας ή ιδιωτικής περιουσίας, απρόκλητη καταστροφή πόλεων, κωμοπόλεων ή χωριών ή καταστροφές μη υπαγορευόμενες από στρατιωτική ανάγκη.
- Εγκλήματα κατά της Ανθρωπότητος:
Δολοφονία, εξόντωση, υποδούλωση, εκτόπιση και άλλες απάνθρωπες πράξεις διαπράχθηκαν κατά πολιτών πριν ή κατά τη διάρκεια του πολέμου. διώξεις λόγω πολιτικών, φυλετικών ή θρησκευτικών αιτίων ή σχετικών με οποιοδήποτε έγκλημα το Δικαστήριο ήθελε κρίνει ότι, εκτελέσθηκε, είτε παραβίασε την τοπική νομοθεσία είτε όχι, της χώρας στην οποία διαπράχθηκε.
Η Ελλάδα δεν θα μπορούσε να απουσιάζει από τη Δίκη. Ήταν μια από τις χώρες που δέχτηκαν απρόκλητη επίθεση από τον Άξονα και ακολούθως υπέφεραν από την Κατοχή.
Ένα έγκλημα κατά της Ειρήνης
Ένα από τα σκέλη της Δίκης αφορούσε την απρόκλητη επίθεση που δέχτηκε η χώρα μας ταυτόχρονα με την Γιουγκοσλαβία. Αποδείχθηκε ότι οι κατηγορούμενοι ήταν ένοχοι για συνομωσία και εγκλήματα κατά της ειρήνης, για τον τρόπο με τον οποίο έγινε η επίθεση αυτή.
Ειδικότερα η περίπτωση της Ελλάδας παρουσιάστηκε ως μια από εκείνες που στοιχειοθέτησαν την κατηγορία περί εγκλημάτων κατά της Ειρήνης, καθώς όπως καταδείχθηκε στη Δίκη, όχι μόνο δεν υπήρξε αφορμή για τη γερμανική επίθεση, αλλά αυτή ήταν και προσχεδιασμένη και θα συνέβαινε σε κάθε περίπτωση.
Όπως αναφέρεται στα πρακτικά:
«Στις 12 Αυγούστου 1939 ο Χίτλερ συζητούσε με τον Τσιάνο και τον κατηγορούμενο Ρίμπεντροπ στο Όμπερσάλτσμπεργκ. Τους είπε:
«Γενικά μιλώντας, το καλύτερο θα ήταν να εξολοθρεύσουμε τους ουδέτερους τον έναν μετά τον άλλον. Η διαδικασία θα διευκολυνθεί εάν σε κάθε ξεχωριστή περίπτωση ένας σύμμαχος του Άξονα καλύπτει τον άλλον όσο εκείνος διαχειρίζεται τον αβέβαιο ουδέτερο. Η Ιταλία θα πρέπει να θεωρεί τη Γιουγκοσλαβία ένα ουδέτερο αυτού του είδους».
Η παρατήρηση αυτή έγινε μόλις δύο μήνες αφότου ο Χίτλερ είχε δώσει διαβεβαιώσεις στη Γιουγκοσλαβία ότι θα σεβαστεί τα σύνορά της. Την 1η Ιουνίου 1939, είχε πει σε δημόσια ομιλία του στο Βερολίνο:
«Η σταθερά εδραιωμένη αξιόπιστη σχέση της Γερμανίας με τη Γιουγκοσλαβία τώρα που λόγω των ιστορικών γεγονότων έχουμε γίνει γείτονες με κοινά όρια καθορισμένα για πάντα, όχι μόνο θα εγγυηθεί τη διαρκή ειρήνη μεταξύ των δύο λαών και χωρών μας, αλλά μπορεί επίσης να αποτελέσει στοιχείο ηρεμίας στην ταραγμένη μας ήπειρο».
Στις 28 Οκτωβρίου 1940, η Ιταλία εισέβαλε στην Ελλάδα, αλλά οι στρατιωτικές επιχειρήσεις δεν είχαν επιτυχία. Τον Νοέμβριο ο Χίτλερ έγραψε στον Μουσολίνι σχετικά με την εισβολή στην Ελλάδα και την επέκταση του πολέμου στα Βαλκάνια, επισημαίνοντας ότι δεν θα μπορούσαν να πραγματοποιηθούν (σ.σ. από τη Γερμανία) στρατιωτικές επιχειρήσεις στα Βαλκάνια πριν από τον επόμενο Μάρτιο, και ως εκ τούτου η Γιουγκοσλαβία πρέπει αν είναι δυνατόν να κερδηθεί με άλλα μέσα και με άλλους τρόπους.
Αλλά στις 12 Νοεμβρίου 1940, ο Χίτλερ εξέδωσε μια νέα οδηγία, γράφοντας τα εξής:
«Βαλκάνια: Ο Αρχηγός Στρατού θα προετοιμαστεί για την κατάληψη της ελληνικής ηπειρωτικής χώρας βόρεια του Αιγαίου και αν χρειαστεί αυτό θα γίνει με επίθεση μέσω της Βουλγαρίας».
Στις 13 Δεκεμβρίου εξέδωσε και νέα οδηγία σχετικά με την επιχείρηση «Μαρίτα», την κωδική ονομασία για την εισβολή στην Ελλάδα, στην οποία ανέφερε:
«1. Το αποτέλεσμα των μαχών στην Αλβανία δεν είναι ακόμη καθοριστικό. Λόγω μιας επικίνδυνης κατάστασης στην Αλβανία, είναι διπλά απαραίτητο να αποτραπεί η βρετανική προσπάθεια να δημιουργηθούν αεροπορικές βάσεις υπό την προστασία ενός βαλκανικού μετώπου, που θα ήταν επικίνδυνο πάνω απ’ όλα στην Ιταλία όσο και στα ρουμανικά κοιτάσματα πετρελαίου.
2. Ως εκ τούτου, το σχέδιό μου είναι (α) να σχηματίσω μια αργά αυξανόμενη ομάδα δράσης στη Νότια Ρουμανία εντός του επόμενου μήνα, (β) μετά την επικράτηση του ευνοϊκού καιρού, πιθανότατα τον Μάρτιο, να στείλω μια ειδική ομάδα για την κατάληψη της βόρειας ακτής του Αιγαίου μέσω Βουλγαρίας και αν χρειαστεί να καταλάβει ολόκληρη την ελληνική ηπειρωτική χώρα».
Στις 20 Ιανουαρίου 1941, σε μια συνάντηση μεταξύ Χίτλερ και Μουσολίνι, στην οποία ήταν παρόντες οι κατηγορούμενοι Ρίμπερντροπ, Κάιτελ, Γιοντλ και άλλοι, ο Χίτλερ είπε:
«Η συγκέντρωση στρατευμάτων στη Ρουμανία εξυπηρετεί έναν τριπλό σκοπό.
Α. Επιχείρηση κατά της Ελλάδας.
Β. Προστασία της Βουλγαρίας από τη Ρωσία και την Τουρκία.
Γ. Διασφάλιση της εγγύησης προς τη Ρουμανία.
Είναι επιθυμητό αυτή η στρατιωτική ανάπτυξη να ολοκληρωθεί χωρίς παρεμβολές από τον εχθρό. Επομένως, αποκαλύψτε τα σχέδιά μας όσο το δυνατόν πιο αργά. Το σχέδιο είναι να περάσουμε το Δούναβη την τελευταία δυνατή στιγμή και να παραταχθούμε για επίθεση το συντομότερο δυνατό».
Η επιχείρηση «Μαρίτα»
Στις 19 Φεβρουαρίου 1941, μια οδηγία της OKW (σ.σ. Ανώτατης Διοίκησης της Βέρμαχτ) για την επιχείρηση Μαρίτα ανέφερε: «Στις 18 Φεβρουαρίου ο Φύρερ έλαβε την ακόλουθη απόφαση σχετικά με τη διεξαγωγή της επιχείρησης Μαρίτα:
Προβλέπονται οι ακόλουθες ημερομηνίες: Έναρξη κατασκευής γέφυρας, 28 Φεβρουαρίου – Διάπλους του Δούναβη, 2 Μαρτίου».
Στις 3 Μαρτίου 1941, βρετανικά στρατεύματα αποβιβάστηκαν στην Ελλάδα για να βοηθήσουν τους Έλληνες να αντισταθούν στους Ιταλούς.
Στις 18 Μαρτίου, σε συνάντηση του Χίτλερ με τον κατηγορούμενο Ράιντερ, στην οποία ήταν παρόντες και οι κατηγορούμενοι Κάιτελ και Γιοντλ, ο κατηγορούμενος Ράιντερ ζήτησε επιβεβαίωση ότι «όλη η Ελλάδα θα πρέπει να καταληφθεί, ακόμη και σε περίπτωση που επιτευχθεί μια ειρηνική διευθέτηση». Σε αυτό, ο Χίτλερ απάντησε: «Η πλήρης κατοχή είναι προϋπόθεση κάθε διευθέτησης».
Στις 27 Μαρτίου, σε μια διάσκεψη στο Βερολίνο με την Ανώτατη Διοίκηση στην οποία ήταν παρόντες οι κατηγορούμενοι Γκέρινγκ, Κάιτελ και Γιοντλ, και ο κατηγορούμενος Ρίμπερντροπ εν μέρει, ο Χίτλερ δήλωσε ότι η Γιουγκοσλαβία ήταν ένας αβέβαιος παράγοντας σε σχέση με την σχεδιαζόμενη επίθεση στην Ελλάδα και ακόμη περισσότερο σε σχέση με την επίθεση κατά της Ρωσίας που επρόκειτο να διεξαχθεί αργότερα.
Ο Χίτλερ ανακοίνωσε ότι ήταν αποφασισμένος, χωρίς να περιμένει πιθανές δηλώσεις πίστης της νέας κυβέρνησης, να κάνει όλες τις προετοιμασίες για να καταστρέψει τη Γιουγκοσλαβία στρατιωτικά και ως έθνος. Δήλωσε ότι θα ενεργούσε με «ανελέητη σκληρότητα».
Στις 6 Απριλίου οι γερμανικές δυνάμεις εισέβαλαν στην Ελλάδα και τη Γιουγκοσλαβία χωρίς προειδοποίηση και το Βελιγράδι βομβαρδίστηκε από τη Λουφτβάφε. Ήταν τόσο γρήγορη αυτή η εισβολή που δεν υπήρχε χρόνος για να δημιουργηθούν «περιστατικά» ως αφορμές, ούτε να βρεθούν και να δημοσιευτούν επαρκείς «πολιτικές» εξηγήσεις.
Καθώς άρχιζε η επίθεση στις 6 Απριλίου, ο Χίτλερ διακήρυξε στον γερμανικό λαό ότι αυτή η επίθεση ήταν απαραίτητη επειδή οι βρετανικές δυνάμεις στην Ελλάδα (που βοηθούσαν τους Έλληνες να αμυνθούν έναντι των Ιταλών) αντιπροσώπευαν μια βρετανική προσπάθεια επέκτασης του πολέμου στα Βαλκάνια.
Είναι ξεκάθαρο ότι ο επιθετικός πόλεμος κατά της Ελλάδας και της Γιουγκοσλαβίας είχε σχεδιαστεί από καιρό, σίγουρα ήδη από τον Αύγουστο του 1939.
Το γεγονός ότι η Μεγάλη Βρετανία είχε έρθει σε βοήθεια των Ελλήνων και θα μπορούσε στη συνέχεια να είναι σε θέση να προκαλέσει μεγάλη ζημιά στα γερμανικά συμφέροντα έγινε η αφορμή για την κατοχή και των δύο χωρών».
Έλληνες υπέρ των Γερμανών
Στη Νυρεμβέργη εξετάστηκαν εκατοντάδες μάρτυρες και παρουσιάστηκαν χιλιάδες φωτογραφίες και γραπτές καταθέσεις. Ακόμη και σήμερα δεν έχουν ψηφιοποιηθεί καθ’ ολοκληρίαν τα πρακτικά και όλα όσα παρουσιάστηκαν.
Πέρα από τους μάρτυρες που εμφανίστηκαν στο δικαστήριο, υπήρξαν περίπου 30.000 γραπτές μαρτυρίες που διαβάστηκαν ή παρουσιάστηκαν στους δικαστές. Αρκετές από αυτές ήταν υπερασπιστικές.
Αναφορικά με την Ελλάδα (και όχι μόνο) η βασική υπερασπιστική γραμμή των κατηγορουμένων ήταν ότι οι αγριότητες για τις οποίες κατηγορήθηκαν και οι οποίες στοιχειοθετούσαν εγκλήματα κατά της Ανθρωπότητας, ήταν σε κάθε μια περίπτωση συνέπεια επίθεσης που δέχτηκαν από την Αντίσταση, την οποία με τη σειρά τους προσπάθησαν να κατηγορήσουν για εγκληματικές πράξεις και αγριότητες κατά του πληθυσμού.
Εντύπωση προκαλεί το γεγονός ότι ανάμεσα στις μαρτυρίες αυτές ήταν και κάποιες Ελλήνων, οι οποίοι κατά τη διάρκεια της Κατοχής είχαν συνεργαστεί με τους Γερμανούς, κυρίως διορισμένους τοπικούς άρχοντες.
Αρκετές μαρτυρίες επιστρατεύτηκαν προκειμένου να αποδείξουν ότι οι Γερμανοί είχαν οδηγίες από την κεντρική διοίκηση να συμπεριφερθούν καλά στους Έλληνες, κάτι που έκαναν.
Δεκάδες έγγραφα αναφέρονται σε περιστατικά κατά τα οποία όχι μόνο δεν πείραξαν τους Έλληνες, αλλά αντιθέτως τούς προστάτευσαν από τους αντάρτες.
Όλα αυτά κατέπεσαν υπό το βάρος των μαρτυριών για τις σφαγές και τις βιαιοπραγίες που διέπραξαν οι Γερμανοί κατά την παραμονή τους στην Ελλάδα, αλλά και για τον εκτοπισμό και τη μαζική εξόντωση των Εβραίων.
Στις συνεπακόλουθες Δίκες, εξετάστηκαν επί μέρους περιστατικά, όπως αυτό της Σφαγής του Κομμένου.
Οι Σφαγές αμάχων στο εδώλιο
Ένας από τους μάρτυρες κατηγορίας σε μια από αυτές τις Δίκες, ήταν ο Στέφανος Παππάς, μετέπειτα Γυμνασιάρχης και αυτόπτης μάρτυρας της Σφαγής του Κομμένου στην Άρτα, κατά την οποία 317 άνθρωποι δολοφονήθηκαν, από τους οποίους 97 νήπια και παιδιά ηλικίας μέχρι 15 ετών, ενώ 119 ήταν γυναίκες.
Μια μηχανοκίνητη μονάδα γερμανικών στρατευμάτων από τη Φιλιππιάδα, με εντολή της Διοίκησης Ιωαννίνων, εισέβαλε στο χωριό Κομμένο της Άρτας τα χαράματα της 16ης Αυγούστου 1943. Είχαν πρόσχημα τα αντίποινα για την ύπαρξη ανταρτών του ΕΛΑΣ και του ΕΔΕΣ στην περιοχή.
Το χωριό κοιμόταν μετά από γαμήλια γιορτή, ενώ υπήρχαν και φιλοξενούμενοι από την Πρέβεζα. Τα ναζιστικά στρατεύματα προέβησαν σε μια άνευ προηγουμένου σφαγή του άμαχου πληθυσμού. Έστησαν πολυβόλα στις εισόδους του χωριού, εισέβαλαν στα σπίτια και σκότωσαν όποιον έβρισκαν μπροστά τους, ενώ στο τέλος έβαλαν φωτιά και τα έκαψαν.
Στο τέλος της σφαγής, οι Γερμανοί στρατιώτες κάθισαν στην πλατεία του χωριού όπου έφαγαν και ήπιαν μπύρες, αφήνοντας εκεί άδειες κονσέρβες δίπλα σε 7 πτώματα.
Ο επικεφαλής Μέραρχος των Ναζί στα Ιωάννινα, Χούμπερτ Λαντς, παραπέμφθηκε και δικάσθηκε στη συνακόλουθη της Δίκης της Νυρεμβέργης γνωστή ως «Δίκη των Ομήρων», ως εγκληματίας πολέμου, το 1947, και καταδικάστηκε σε 12 έτη κάθειρξης. Ωστόσο αφέθηκε ελεύθερος το 1951.
Πολιτική αγωγή και μάρτυρας κατηγορίας στο δικαστήριο της Νυρεμβέργης ήταν ο Στέφανος Παππάς, με δικηγόρο τον καθηγητή Πανεπιστημίου Ιωάννη Σιόντη, ως εκπρόσωπο του Ελληνικού Κράτους.
Σε μια από τις Δίκες βρέθηκε κατηγορούμενος και ο πτέραρχος Χέλμουτ Φέλμυ, υπεύθυνος για τη Σφαγή του Διστόμου, στην οποία σκοτώθηκαν 228 άνθρωποι. Ο Φέλμυ καταδικάστηκε σε 15 χρόνια, αλλά επίσης αποφυλακίστηκε το 1951.
Η περίπτωση της Ελλάδας δεν ήταν μοναδική, ούτε καν η χειρότερη ανάμεσα σε όλα όσα ακούστηκαν στις Δίκες της Νυρεμβέργης. Ήταν, όμως, ένα μέρος της πλευράς της ιστορίας που ζητουσε δικαίωση και κυρίως ζητούσε να διασφαλιστεί ότι όλα αυτά δεν θα επαναλαμβάνονταν.
Ήταν κάποιου είδους δικαίωση η απόφαση του δικαστηρίου;
Αναμφίβολα ναι.
Διασφάλισε αυτό που ήθελε;
Για κάποια χρόνια ναι. Σε διάρκεια ίσως όχι και τόσο.
Σαν σήμερα: Η 1η Οκτωβρίου στην Ιστορία
1938, Τσεχοσλοβακία. Τα γερμανικά στρατεύματα έχουν ήδη καταλάβει τις πρώτες περιοχές της Τσεχοσλοβακίας, «απελευθερώνοντας» τους γερμανόφωνους κατοίκους της Σουδητίας. Η γερμανική ανακοίνωση αναφέρει: «Η ώρα της ελευθερίας έχει έρθει. Ο γερμανικός στρατός θα φέρει τη χώρα σας κάτω από την κυριαρχία του Ράιχ. Ζήτω ο Φίρερ».
1940, Πρίνστον. Ο Άλμπερτ Αϊνστάιν με την κόρη του, Μάργκο, συζητούν με τον ομοσπονδιακό δικαστή, Φίλιπ Φόρμαν. Λίγο νωρίτερα ο Γερμανός επιστήμονας και 88 συνάδελφοί του πήραν την αμερικανική υπηκοότητα. Ο δικαστής είπε ότι η παρουσία του επιστήμονα στην Αμερική «αποτελεί κέρδος για τη χώρα».
1942, Λος Άντζελες. Ο Τζον Γουέιν και Μάρλεν Ντίτριχ παίζουν μια παρτίδα σκάκι στα διαλείμματα των γυρισμάτων της ταινίας «Pittsburgh».
1946, Νιρεμβέργη. Οι δημοσιογράφοι και ανταποκριτές των διεθνών ΜΜΕ, τρέχουν στα τηλέφωνα για να μεταδώσουν την είδηση της απόφασης του δικαστηρίου στη Νιρεμβέργη, στη δίκη των Ναζί εγκληματιών πολέμου.
1960. Η Κύπρος κηρύσσει και επισήμως την ανεξαρτησία της από τη Μεγάλη Βρετανία.
1960, Λάγος. Η πριγκίπισσα Αλεξάντρα του Κεντ, διαβάζει το μήνυμα της βασίλισσας Ελισάβετ Β’ στο Λάγος της Νιγηρίας, κατά τη διάρκεια της τελετής που σηματοδοτεί την πρώτη μέρα της ανεξαρτησίας της χώρας.
1962, Ουάσινγκτον. Ο Αμερικανός Πρόεδρος Τζον Φ. Κένεντι με τον αδελφό του, γενικό Εισαγγελέα Ρόμπερτ Φ. Κένεντι συζητούν στο Λευκό Οίκο για την αυξανόμενη ένταση ανάμεσα στις ΗΠΑ και τη Σοβιετική Ένωση, μια ένταση που θα εξελισσόταν στην κρίση της Κούβας αργότερα τον ίδιο μήνα.
1965, Κασμίρ. Ένα στρατόπεδο υποδοχής μουσουλμάνων προσφύγων στο Κασμίρ. Οι μουσουλμάνοι εκδιώχνονται κατά δεκάδες χιλιάδες από την περιοχή του Κασμίρ που ελέγχει τώρα η Ινδία, μετά το τέλος του πολέμου με το Πακιστάν.
1970, Σιάτλ. Φίλοι του Τζίμι Χέντριξ, μεταφέρουν το φέρετρό του, μετά τη νεκρώσιμη ακολουθία που έγινε στο Σιάτλ.
1974, Αθήνα. Χιλιάδες διαδηλωτές έξω από την αμερικανική πρεσβεία στην Αθήνα, φωνάζουν αντιαμερικανικά συνθήματα και ζητούν την απομάκρυνση των τουρκικών στρατευμάτων από το κατεχόμενο τμήμα της Κύπρου.
1977, Νιού Τζέρσεϊ. Κρατώντας τις σημαίες της Βραζιλίας και των ΗΠΑ, μέσα σε καταρρακτώδη βροχή, ο Πελέ πανηγυρίζει στο κατάμεστο στάδιο των Τζάιαντς, στο Ίστ Ράδερφορντ του Νιού Τζέρσεϊ. Ο Πελέ έπαιξε το αποχαιρετιστήριο παιχνίδι του συμμετέχοντας και στις δύο ομάδες, την Cosmos της Νέας Υόρκης στην οποία τελείωσε την καριέρα του και τη Santos, την παλιά του ομάδα στη Βραζιλία.
1984, Πεκίνο. Χιλιάδες Κινέζοι γιορτάζουν τα επιτεύγματα του διαστημικού προγράμματος της χώρας. Υπολογίζεται ότι στη γιορτή, που κράτησε δύο ώρες και οργανώθηκε από την κυβέρνηση, πήραν μέρος περίπου μισό εκατομμύριο άνθρωποι.
Πηγή : https://www.cnn.gr