Ανέβηκε στο πάνελ για την παραδοσιακή συνέντευξη Τύπου της ΔΕΘ, έχοντας μεθοδεύσει να μην του απευθύνουν ερώτηση όσοι δεν την είχαν σε «σκονάκι» από τους συνεργάτες του. Χειρότερο από λογοκρισία.
Δόθηκε ο λόγος σε εκπροσώπους περιθωριακών εφημερίδων -όπως η «Βραδινή»-και άγνωστων ιστοσελίδων, αλλά όχι στον Βασίλη Σκουρή -από τους πιο αναγνωρισμένους και έγκυρους δημοσιογράφους στη χώρα- που εκπροσωπούσε το ευρύτατης απήχησης iEidiseis.gr.
Δεν δόθηκε επίσης σε δημοσιογράφους από υπαρκτές εφημερίδες: το Documento του Κώστα Βαξεβάνη και τη «Δημοκρατία» του Γ. Φιλιππάκη . Αποκλείσθηκε ο τηλεοπτικός σταθμός «Κόντρα» -αλλά ρώτησε το «Blu Sky». Η «Αυγή» και η «ΕφΣυν» πήραν ερώτηση προς το τέλος -αλλά όχι και απαντήσεις
Από αυτή την άποψη δεν ήταν συνέντευξη Τύπου, όπως την ξέραμε ως πολιτικό γεγονός, αλλά παρουσίαση σεναρίου. Ο καθένας απλώς έπαιζε το ρόλο του και ο πρωταγωνιστής παρουσίαζε την προβαρισμένη πρόζα του. Σε τι είδους καθεστώτα συμβαίνουν αυτά είναι γνωστό.
Ήταν μια ακόμη φαιά στιγμή για την ενημέρωση που οδηγούσε σε γκάφες και σκαμπρόζικες καταστάσεις. Όπως αυτή με τον εκπρόσωπο φιλοκυβερνητικής εφημερίδας που ρώτησε:
«Σε ποιο στάδιο βρίσκονται οι επικοινωνίες ή οι όποιες συνεννοήσεις για αυτή τη συνάντησή σας με τον Πρόεδρο Μπάιντεν που εκκρεμεί εδώ και κάποιους μήνες, από ό, τι θυμάμαι, υπάρχει κάποια εξέλιξη;». Για να απαντήσει ο Μητσοτάκης: «Δεν γνωρίζω να εκκρεμεί καμία προγραμματισμένη συνάντησή μου με τον Πρόεδρο Μπάιντεν».
Με αντίστοιχο τρόπο δεν ήταν πολιτική ομιλία Πρωθυπουργού, όσα υπερφίαλα και ωραιοποιημένα διάβασε το προηγούμενο βράδυ στο «Βελλίδειο». Ήταν μανιφέστο παραπληροφόρησης σε μια σκηνοθετημένη παράσταση «αποθέωσης» του «ήρωα».
Πώς μπορεί ένας πολιτικός να λέει τόσα πολλά ψέματα, σε τόση λίγη ώρα με τόσο μεγάλη άνεση; Ξεπέρασε το χειρότερο εαυτό του: λαϊκισμός, κινδυνολογία, τερατολογία, κυνισμός, αντικοινοβουλευτική νοοτροπία, επικοινωνιακά τεχνάσματα και διχαστική ρητορεία.
Φραστικές κατασκευές, που εκφωνούσε με στόμφο -σαν να μιλούσε με playback. Ο ίδιος έβαζε τον αδέξιο σκηνικό θεατρινισμό, με αυτοθαυμασμό και βλέμμα που γυάλιζε.
Το μόνο ελαφρυντικό που θα μπορούσε να αναζητήσει είναι ότι ίσως τελικά δεν ψεύδεται: πιστεύει αυτά που λέει. Και τα πιστεύει γιατί αυτά του λένε. Η δική του σχέση με την κοινωνία είναι ανύπαρκτη, παιδιόθεν.
Κόμπαζε ότι «αναβαθμίζει » όσα διαλύει: Τα δικαιώματα των εργαζόμενων που συναρτώνται με τα… εργοδοτικά, ή τη δημόσια Παιδεία – όταν από το νηπιαγωγείο ως το πανεπιστήμιο οι οικογένειες αναστενάζουν.
Μιλούσε για θέματα που αγνοεί: δεν έχει ιδέα τι είναι το δημόσιο σχολείο, το δημόσιο νοσοκομείο, η καθημερινότητα του μόχθου. Ξέρει μόνο από «χρυσά κουτάλια», που έλεγε και ο Άδωνις.
Από παράγραφο σε παράγραφο ξέπεφτε -χειροκροτούμενος- στις μεγαλύτερες παραδοξολογίες. Ότι «μείωσε δραστικά τα κόκκινα δάνεια», -όπως βαφτίζει την αρπαγή σπιτιών από «κοράκια». Ή ότι αναβάθμισε το ΕΣΥ -όταν ένα παιδί πρέπει να περιμένει δυόμισι χρόνια για μια εγχείρηση. Ότι αύξησε το επίδομα λοχείας, κρύβοντας ότι ταυτόχρονα κόβει τον μισθό στις δικαιούχες.
Μιλούσε θριαμβολογικά για τα πεδία στα οποία αφήνει πίσω του συντρίμμια, προβάλλοντας μια τεχνητή παραγματικότητα, με περίεργες δοξασίες, όπως «δεν ταυτίζει το κρατικό με το δημόσιο».
Με ωμό τρόπο βάφτισε την αισχροκέρδεια που υποθάλπει ως… εισαγόμενη, όπως και την έλλειψη… αναισθησιολόγων. Εμπαίζοντας τους καταναλωτές τους ζήτησε να διαμαρτυρηθούν στον… Πούτιν.
Ανήκουστα πράγματα. Εμφάνισε ως κοινωνικό κράτος την αύξηση του μισθού κατά 63 ευρώ σε τρία χρόνια. Επαίρεται γιατί δανείζεται ασύστολα για τυφλή παροχολογία, «μπόνους» σε ημέτερους και επιχορηγήσεις σε ολιγάρχες. Αλλά κρύβει ότι θα αφήσει πίσω του ιλιγγιώδες χρέος, τσακισμένη μεσαία τάξη, ασύδοτα καρτέλ και ανύπαρκτο κράτος πρόνοιας.
Αυτός που είδαμε στη Θεσσαλονίκη ήταν ένας φτιασιδωμένος Καίσαρας. Δεν έκρυψε καν πως δεν βλέπει τον εαυτό του ως συνταγματικό Πρωθυπουργό: «Όταν έρθει η ώρα δεν θα διαλέξουμε κυβέρνηση, αλλά κυβερνήτη του τόπου». Ποιο Σύνταγμα το γράφει αυτό;
Η μόνη κυβερνητική εξουσία που δέχεται είναι η μονοκρατορία του. Η κυβερνητική σύνθεση που θα υποδείξει ο λαός με την ψήφο του στις εκλογές με την απλή αναλογική – θα είναι «τερατούργημα» γι’ αυτόν.
Θέλει πάση θυσία -αλλά και από φόβο για τους κρυμμένους σκελετούς του- εκλογικό αποτέλεσμα που θα τον ξανακάνει Πρωθυπουργό, με νόμο-τέρας που αλλοιώνει το λαϊκό φρόνημα. Για να επαναλάβει τα σημεία και τέρατα που ακολούθησαν 2019.
Επιδιώκει παράταση της βασιλείας του «χωρίς πολλές κουβέντες, χωρίς παζάρια, γρήγορα και αποτελεσματικά». Με μόνη προϋπόθεση τη βούλησή του. Ακόμη και αν χρειάζεται να οργανώσει αποστασίες από άλλα κόμματα- λέγε με ΠΑΣΟΚ του άβουλου Ανδρουλάκη- ή να τα διαλύσει, όπως έκανε με το «Ποτάμι».
Βαφτίζει «συνεργασία με άλλους χώρους» και… «πολυκομματισμό», την περισυλλογή αμοραλιστών και αποτυχημένων που έχει αποβάλει από το Κοινοβούλιο η λαϊκή ετυμηγορία. Και τυχάρπαστους εξωκοινοβουλευτικούς που κοιμήθηκαν το βράδυ στη Χαριλάου Τρικούπη και το πρωί βρέθηκαν στη κυβέρνησή του.
Δεν απάντησε στη σχετική ερώτηση της Βίκυ Σαμαρά (News247) για να μην αναδειχθεί η απομόνωσή του στην πολιτική σκηνή- εγχώρια και ευρωπαϊκή- και τις προσθέσεις του για σχέδια ανωμαλίας. Το μήλο κάτω από τη μηλιά.
Κρύβει ότι ως μόνη επιλογή εταίρου τον ακροδεξιό πωλητή κηραλοιφών και φιλο-Πουτινικό Βελόπουλο. Όπως είχε και το 2016 ως μόνο έρεισμα, την ομάδα Βορίδης -Άδωνις, Πλεύρης, με το ακροδεξιό παρελθόν και την «εκπαίδευσή» τους στην πολιτική από τον Γιώργο Καρατζαφέρη.
Η παρουσία Μητσοτάκη στη Θεσσαλονίκη ήταν αξιολύπητη για σύγχρονη ευρωπαϊκή χώρα. Αλλά και επικίνδυνη καθώς δείχνει πως ΔΕΝ πρέπει να καταλήξει η κοινοβουλευτική Δημοκρατία.
Ως τώρα, το δόγμα του ήταν «το κράτος είμαι εγώ» -και το παρακράτος όπως αποδεικνύεται. Στο εξής θέλει και η έννοια της χώρας, ή του «έθνους», να είναι αυτός. Η στημένη αποθέωση του καθεστωτισμού, ήταν το σήμα κατατεθέν της παρουσίας του. Όπως στα Αραβικά Εμιράτα, που θαυμάζει, νταραβερίζεται και τίμησε στην ΔΕΘ – άγνωστο για ποιο λόγο.
Εμφανίσθηκε ως Καίσαρας ακόμη και σαν να έπαιζε στην παράσταση «Βρίζοντας το κοινό»: «Η εύλογη καχυποψία, θυμάμαι, ήταν το 2019 αποτυπωμένη στα βλέμματα πολλών από εσάς: μπορεί να γίνουν όλα αυτά στην Ελλάδα;», έλεγε στους ακροατές του- και αυτοί τον… χειροκροτούσαν
Το όργιο παρακολουθήσεων δημοσιογράφων και πολιτικών αντιπάλων, εκτός από «επιχειρησιακό λάθος» βαφτίζεται τώρα και «τεκμηριωμένο» στην περίπτωση Ανδρουλάκη, δείχνοντας- δίκην γκάφας- ότι γνωρίζει καλά αυτό που τάχα «αγνοούσε».
Με ιταμό ύφος σχεδόν χρέωσε στον πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ την ευθύνη της παρακολούθησής του και τον αντιμετώπισε με χτυπήματα κάτω από τη μέση. Του αφαίρεσε το δικαίωμα να επιλέγει τις συμμαχίες του κατά την κρίση του. Μόνο ως παράρτημά του γίνεται δεκτός.
Έφτασε να… καταγγείλει ότι ένα κόμμα της αντιπολίτευσης με μακρά αντιδεξιά παράδοση επειδή «έχει γραμμή ρήξης με τη Νέα Δημοκρατία».
Όταν του θύμισε ο Γιάννης Μασκάκης (Εφημερίδα των Συντακτών) ότι όλοι – και ανάμεσά τους ο Καραμανλής και ο Παυλόπουλος – «συμφωνούν στο ίδιο πράγμα: ότι το απόρρητο της δράσης των μυστικών υπηρεσιών δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί για τη συγκάλυψη των δεδομένων της υπόθεσης των υποκλοπών» τους έβγαλε συλλήβδην «αντιπολίτευση που εργαλειοποιεί αυτό το θέμα και να ασκήσει πολιτική κριτική στην κυβέρνηση».
Έγινε ακόμη και Συνταγματολόγος ερμηνεύοντας το Σύνταγμα κατά τον- διασυρθέντα σε αυτό το θέμα- Γεραπετρίτη, ξορκίζοντας προφανώς την ποινική ευθύνη που τον βαρύνει και δείχνουν ήδη νομικοί και ακαδημαϊκοί παράγοντες.
Έβαλε τον εαυτό του και τις άνομες πράξεις του πάνω από το Σύνταγμα, και κατέστησε το δικό του «απόρρητο» υπέρτατο νόμο στη χώρα. Κινήθηκε πάνω από τη Δικαιοσύνη που αποφάνθηκε τελεσίδικα ότι η εισαγγελική έρευνα για το σκάνδαλο Νοβάρτις ήταν νόμιμη, επιμένοντας να μιλάει για «σκευωρία».
Επιμένοντας στη «νομιμότητα» της παρακολούθησης Ανδρουλάκη, υπερασπίσθηκε την ΕΥΠ ως «πολύτιμη» υπηρεσία, κάνοντας πως δεν καταλαβαίνει ότι όσοι αξιώνουν «άπλετο φως» στο σκάνδαλο δεν ζητούν να «τιμωρηθεί η ΕΥΠ» αλλά συγκεκριμένα πρόσωπα.
Όσοι έκαναν κατάχρηση της θέσης τους -αυτοβούλως, όπως λέει ο ίδιος, ή κατ’ εντολήν του. Τους καλύπτει λέγοντας ότι «έκαναν απλώς λάθος» ότι «δεν τον ενημέρωσαν». Ότι δέχθηκε τις παραιτήσεις τους, όχι τους απομάκρυνε. Ο φόβος να ανοίξουν το στόμα τους τον στοιχειώνει.
Πάντα σε κλίμα μικρομεγαλισμού, ακόμη και σε περίοδο πλήρους απομόνωσής του, αν όχι περιφρόνησης, στον ευρωπαϊκό χώρο, ισχυρίζεται ότι «έστω και με καθυστέρηση, οι Βρυξέλλες δείχνουν να κινούνται στον ρυθμό των προτάσεων της Αθήνας».
Οι Βρυξέλλες απλώς τον καταγγέλλουν ως παραβάτη του κράτους Δικαίου.
Η πλήρης υποταγή του στον αμερικανικό παράγοντα χαρακτηρίσθηκε «στρατηγική συμμαχία» και η ανοησία ότι «μεγάλωσε τη χώρα»- α λα ..Βενιζέλο;- στο Ιόνιο, επαναλήφθηκε – ως γκάφα αφού την κρατάει μικρή στο Αιγαίο.
Η πλήρης αποτυχία της σκοτεινής ΙΧ διπλωματίας του στα ελληνοτουρκικά που πιτρέπει στον ασύδοτο Ερντογάν να «βρίσκει και να τα κάνει»- καλύφθηκε κάτω από το «γιοκ»- για το οποίο έχει στήσει κλάκα χειροκροτητών.
Τη χάλασε ο Καραμανλής με την άρνησή του να επικροτήσει, ως οπαδός ποδοσφαιρικής θύρας, μια πολιτική που μόνο κίνδυνους και υποχωρήσεις υπόσχεται για τη χώρα και τον Ελληνισμό.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης, επαναλαμβάνοντας την πεποίθηση ότι ασκεί την εξουσία ως δικαίωμα, ντύθηκε με φανταχτερή στολή του πρίγκιπα, με φτερά και πούπουλα, για να διακηρύξει από τη Θεσσαλονίκη ότι ο ίδιος βλέπει το -δυσδιάκριτο μέλλον του- ως κυβερνήτης!
Μονάρχης σε μια ώρα χωρίς Σύνταγμα, νόμους και θεσμούς. Οι επικοινωνιολόγοι του -τροφοδότες του μεγαλείου του- κατέφυγαν σε ευτελή κόλπα για να του δώσουν πρεστίζ. Όπως ότι απέρριψε τάχα «εισηγήσεις» για αλλαγή του εκλογικού νόμου, που ο ίδιος υπολόγιζε να αλλάξει. Ότι δεν είναι σε θέση να κάνει ούτε ανασχηματισμό, προβάλλεται ως επιλογή.
Έξω από τη φούσκα που σκηνοθέτησαν για να τον «ηγετοποιήσουν» δείχνει αυτό που είναι πλέον: ξυπόλητος πρίγκιπας. Κρίμα. που από τη συντηρητική παράταξη των Καραμανλήδων και του Γεωργίου Ράλλη, μόνο ανέδειξε με σιωπή του στο Βελλίδειο: ο βασιλιάς είναι γυμνός.
Πηγή : https://www.ieidiseis.gr