Τα ξημερώματα της 30ης Μαρτίου του 1952 ο Νίκος Μπελογιάννης εκτελέστηκε μαζί με τους συντρόφους του Καλούμενο, Αργυριάδη και Μπάτση. Ο Μπελογιάννης μας κάλεσε να πιστέψουμε σε έναν κόσμο στο «μπόι των ονείρων και των ανθρώπων». Πλήρωσε, όπως και οι σύντροφοί του, με τη ζωή του τα όσα πρέσβευε με τη σκέψη και τη δράση του. Το σκίτσο του Πικάσο έμελλε να τον κάνει γνωστό ως τον «άνθρωπο με το γαρύφαλλο»
Έργο του Γιώργου Μικάλεφ
Κείμενο του Ορέστη Βέλμαχου
Ο Νίκος Μπελογιάννης γεννήθηκε στις 22 Δεκεμβρίου του 1915 στην Αμαλιάδα. Από τα «μικράτα» του στοχοποιήθηκε λόγω της πολιτικής του δράσης και της πίστης του στον κομμουνισμό. Προτού αποφοιτήσει από τη Νομική Αθηνών, συνελήφθη λόγω της εμπλοκής του με το τότε παράνομο Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας, του οποίου ήταν μέλος από το 1934, και φυλακίστηκε από τη δικτατορία του Μεταξά στην Ακροναυπλία.
Η εξορία, η φυλακή και τα βασανιστήρια δεν κατάφεραν να τον «σπάσουν». Ζήτησε να ελευθερωθεί για να πάρει μέρος στον πόλεμο κατά των ναζιστών, αλλά δεν του το επέτρεψαν. Ωστόσο κατάφερε να αποδράσει και εντάχθηκε στον ΕΛΑΣ ως καπετάνιος μεραρχίας στην Πελοπόννησο. Κατά τη διάρκεια του πολέμου αποτέλεσε μάχιμο στέλεχος των δυνάμεων του ΕΛΑΣ ενάντια στους κατακτητές.
Μετά την κατατρόπωση των φασιστικών δυνάμεων, θα ακολουθήσει η παράδοση του ΕΛΑΣ το 1945 στη Βάρκιζα. Ο Μπελογιάννης θα παλέψει στο πλευρό του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας (ΔΣΕ) απέναντι στην δοτή κυβέρνηση, που στηριζόταν από Άγγλους και Αμερικανούς. Μετά την ήττα του ΔΣΕ το 1949, κατέφυγε στην Πολωνία και γύρισε τον Ιούνιο 1950 στην Ελλάδα ως μέλος της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ, με εντολή να ανασυγκροτήσει και να οργανώσει τους μηχανισμούς του κόμματος στην Αθήνα, το οποίο βάση νόμου ήταν παράνομο.
Τον Δεκέμβριο του 1950 συλλαμβάνεται, μαζί με 93 συντρόφους του, και μετά από εννιά μήνες βασανιστηρίων, τον Οκτώβρη του 1951, οδηγείται ενώπιον του έκτακτου στρατοδικείου, το οποίο αποτελούσαν οι Ανδρέας Σταυρόπουλος (πρόεδρος), Γ. Παπαδόπουλος (μετέπειτα δικτάτορας), Ν. Κομιάνος, Γ. Κοράκης, και Θ. Κυριακόπουλος. Καταδικάζεται μαζί με πολλούς συντρόφους του σε θάνατο, αλλά η διεθνής κατακραυγή οδηγεί τον τότε πρωθυπουργό Πλαστήρα να αναιρέσει την απόφαση.
Ωστόσο, η απόφαση έχει ληφθεί από εγχώρια και ξένα κέντρα. Θα δικαστεί και πάλι με την κατηγορία της κατασκοπείας, η οποία θα ενισχυθεί όταν οι αρχές θα ανακοινώσουν στις 14 Νοεμβρίου 1951, ότι βρήκαν παράνομους ασύρματους σε χώρους κομμουνιστών σε Καλλιθέα και Γλυφάδα. Μαζί με τον Μπελογιάννη, έχει συλληφθεί και η σύντροφος του Έλλη Παπά.
«Σέρνεται» στο δικαστήριο, όπου διασύρει τους κατήγορους του και τα επιχειρήματα τους. Μένει στην ιστορία η φράση του για «χτίσιμο» ενός κόσμου «στο μπόι των ονείρων και των ανθρώπων». Στις δίκες δέχεται χυδαίες επιθέσεις από το τότε καθεστώς και τις αντικρούει με ψυχραιμία, υπογραμμίζοντας πως κατηγορούνται για κατάσκοποι αυτοί που έδωσαν το αίμα τους για την ελευθερία της Ελλάδας.
«Το Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας έχει στο λαό βαθιές ρίζες. Συνδέεται μαζί του με ακατάλυτους δεσμούς αίματος και δεν μπορεί κανείς να το εξοντώσει ούτε με στρατοδικεία, ούτε με εκτελεστικά αποσπάσματα. Αγαπάμε την Ελλάδα και το λαό της περισσότερο από τους κατηγόρους μας. Το δείξαμε όταν εκινδύνευε η ελευθερία, η ανεξαρτησία και η ακεραιότητά της και, ακριβώς, αγωνιζόμαστε για να ξημερώσουν στη χώρα μας καλύτερες μέρες χωρίς πείνα και πόλεμο. Για το σκοπό αυτό αγωνιζόμαστε και όταν χρειαστεί θυσιάζουμε και τη ζωή μας».
Ήταν ξημέρωμα Κυριακής (μέρα κατά την οποία απαγορεύονταν οι εκτελέσεις) στις 30 Μαρτίου, όταν ο δεσμοφύλακας ανακοίνωσε στους Μπελογιάννη, Καλούμενο, Αργυριάδη και Μπάτση πως «πάνε βόλτα».
Στις 3.20 η φάλαγγα βγαίνει από την πύλη των φυλακών της Καλλιθέας, με κατεύθυνση προς το «συνήθη τόπο των εκτελέσεων», στου Γουδή. Στις 4.12, κάτω από τα φώτα των προβολέων των στρατιωτικών οχημάτων, ο Μπελογιάννης και οι σύντρφοι του εκτελούνται. Εκείνο το το σκίτσο του Πικάσο έμεινε ως «φωτογραφία» της μνήμης τους. Η παρακαταθήκη που άφησε για το «μπόι των ονείρων» δεν μπορεί να χαλκευτεί, παρά τις όποιες προσπάθειες και τις όποιες κραυγές των υμνητών του φασισμού.
Via : www.thepressproject.gr