Daniel Cohen
Το πρώτο βιβλίο του Ντανιέλ Κον-Μπεντίτ, που γράφτηκε εν θερμώ το 1968 μαζί με τον αδελφό του Γκαμπριέλ, είχε τίτλο «Αριστερισμός, φάρμακο για τη γεροντική ασθένεια του κομμουνισμού». Επρόκειτο για την επιδέξια αντιστροφή του τίτλου ενός κειμένου που έγραψε ο Λένιν, όπου υποστήριζε ότι ο αριστερισμός είναι η παιδική ασθένεια του κομμουνισμού. Σήμερα ο λαϊκισμός έχει πάρει τη θέση του αριστερισμού. Υπάρχει ένας λαϊκισμός της Αριστεράς κι ένας λαϊκισμός της Δεξιάς, που τους ενώνει η ίδια άρνηση του «συστήματος» και των ελίτ του, όπως υπήρχαν παλιά αναρχικοί και στις δύο πλευρές.
Αρκεί αυτό για να συγκροτήσει μια χρήσιμη κατηγορία; Υπάρχουν πολλές αμφιβολίες. Ένα χάσμα χωρίζει την αριστερή και τη δεξιά εκδοχή αυτού του νέου ρεύματος. Οι μεν θέλουν περισσότερους φόρους, οι δε λιγότερους. Οι μεν θέλουν μέτρα εναντίον της κλιματικής αλλαγής, οι δε θεωρούν ότι αυτά είναι ανοησίες. Οι μεν θέλουν να κλείσουν τα τζαμιά, οι δε όχι… Χρειάζεται μεγάλη τύφλωση (ή οπορτουνισμός) για να εντοπίσει κανίς σημεία σύγκλισης ανάμεσα στις δύο αυτές διαμαρτυρίες. Κι όταν η Μαρίν Λεπέν, με αφορμή τα Κίτρινα Γιλέκα, μιλά για «συγκλίσεις» ανάμεσα στην Ανυπότακτη Γαλλία και τον Εθνικό Συναγερμό (πρώην Εθνικό Μέτωπο), δίνει το φιλί του θανάτου στο άλλο στρατόπεδο γιατί ξέρει ότι η εποχή το ευνοεί.
Για να αποφεύγονται παρεξηγήσεις, το πιο απλό είναι να αποδίδεται ο όρος «λαϊκισμός» μόνο στη δεξιά του εκδοχή, αυτή που καταλαμβάνει την εξουσία σε όλο και περισσότερες χώρες (ΗΠΑ, Ιταλία, Ουγγαρία και τώρα Βραζιλία). Ο λόγος του Ζαϊρ Μπολσονάρο προσφέρει ένα ιδανικό πλαίσιο για τη μελέτη του φαινομένου. Όπως και ο Τραμπ, εμφανίζεται ως η αντίστροφη εικόνα της πολιτικής ευπρέπειας. Δεν διστάζει να δηλώνει ρατσιστής (δεν θα άφησε ποτέ την κόρη του να παντρευτεί έναν μαύρο), μισογύνης (είπε σε μια πολιτική του αντίπαλο ότι είναι πολύ άσχημη για να τη βιάσει) και αντι-οικολόγος (έθεσε το δάσος του Αμαζονίου υπό τον έλεγχο του υπουργείου Γεωργίας…)
Όπως και ο Τραμπ, ο Μπολσονάρο ενσαρκώνει τον λευκό άνδρα που υποτίθεται ότι απειλείται από τις γυναίκες και τις μειονότητες. Σηματοδοτεί την επιστροφή εκείνων που δεν είχαν χωνέψει την εκλογή του Λούλα, όπως ο Τραμπ σηματοδότησε την εκδίκηση εκείνων που δεν άντεχαν τον Ομπάμα. Κι όμως, ο Λούλα έβγαλε από τη φτώχεια 30 εκατομμύρια Βραζιλιάνους, εφάρμοσε πολλά προγράμματα υπέρ των κοινωνικά αποκλεισμένων, επανεξελέγη θριαμβευτικά (όπως ο Ομπάμα) και κατόρθωσε να εξασφαλίσει δύο φορές την εκλογή της διαδόχου που επέλεξε, της Ντίλμα Ρούσεφ.
Δυστυχώς, η κληρονομιά του καταστράφηκε από ένα τεράστιο σκάνδαλο διαφθοράς σε σχέση με την εταιρεία Petrobras, όπου ενεπλάκη το ένα τρίτο του Κονγκρέσου. Η οικονομική κρίση που έπληξε τη χώρα το 2015 και το 2016, στη διάρκεια της οποίας το ΑΕΠ συρρικνώθηκε κατά 7%, κατέστρεψε ό,τι απέμενε από εμπιστοσύνη προς το Εργατικό Κόμμα. Τα υπόλοιπα τα έκανε η άνοδος της βίας.
Η διαφθορά των ελίτ, η οικονομική ανασφάλεια και η βία: αυτή είναι η συνταγή του ολοκληρωτισμού, όπως το αποδεικνύει έξοχα ο οικονομολόγος Barry Eichengreen στο τελευταίο του βιβλίο «The Populist Temptation».
Αυτό που διαχωρίζει τον νεολαϊκισμό από τον ολοκληρωτισμό της δεκαετίας του ’30 είναι το οικονομικό του πρόγραμμα. Όπως ο Τραμπ, ο Μπολσονάρο είναι κληρονόμος του Ρίγκαν. Ενώ από την άποψη των αξιών είναι απολύτως ανελεύθερος, από οικονομική άποψη είναι φιλελεύθερος. Ο υπουργός Οικονομίας είναι ένας παλιός «Chicago Boy» (μέλος της ομάδας των χιλιανών οικονομολόγων τη δεκαετία του ’70), που θέλει να μειώσει τους φόρους, να θέσει τέρμα στα κοινωνικά προγράμματα και να ιδιωτικοποιήσει τις δημόσιες υπηρεσίες.
Η σφραγίδα του ριγκανισμού είναι εντυπωσιακή. Τριάντα χρόνια οικονομικού φιλελευθερισμού εκμηδένισαν τη θεωρία της ροής του πλούτου, στην οποία στηριζόταν το δόγμα αυτό, προκαλώντας αντιθέτως την έκρηξη των ανισοτήτων. Αυτό που επέζησε όμως από το ριγκανικό δόγμα είναι η ιδέα ότι από το κοινωνικό κράτος επωφελούνται οι τεμπέληδες, αυτοί που ζουν από τα κοινωνικά επιδόματα και οι δημόσιοι υπάλληλοι. Κάτι που οδηγεί στην απόρριψη της φορολογίας.
Ο Τραμπ ανανέωσε αυτό το δόγμα, λέγοντας ότι ο φιλελευθερισμός λειτουργεί υπό τον όρο να είναι προφυλαγμένος από τους «άλλους», τους Κινέζους, τους Μεξικανούς… Θα μπορούσαμε να το αποκαλέσουμε υπόσχεση για φιλελευθερισμό σε μια χώρα. Η αποτυχία του είναι δεδομένη. Για να θυμηθούμε πάλι τον Κον-Μπεντίτ, μπορούμε να στοιχηματίσουμε ότι ο νεολαϊκισμός θα αποδειχθεί μια μέρα η γεροντική ασθένεια του φιλελευθερισμού, του δόγματος του Ρίγκαν.
* Ο Ντανιέλ Κοέν είναι διευθυντής του Οικονομικού Τμήματος της Ecole Normale Superieure
Πηγή: L’Obs
Via : tvxs.gr