Στη Μόρια τρελαίνονται, κάνουν απόπειρες αυτοκτονίας (σχεδόν ένας στους τρεις), κακοποιούνται σεξουαλικά, περνούν όλη τη μέρα περιμένοντας σε ουρές, και το φαγητό δεν επαρκεί. Για την κατάσταση στη Μόρια έχουν γράψει τα μεγαλύτερα διεθνή Μέσα και οι διεθνείς οργανισμοί που εμπλέκονται. Γιατί δεν έχει αλλάξει τίποτα; Πρόκειται μόνο για το ότι συνηθίζουμε στη δυστυχία των άλλων και δεν μας σοκάρει; Ή ότι υπάρχει κακοδιαχείριση; Νομίζω ότι υπερισχύει μία άλλη εξήγηση, πολύ χειρότερη. Αυτά που θα πω ανήκουν στα όρια μιας ανατριχιαστικής πλην εύλογης εικασίας, νομίζω.
του Κωνσταντίνου Πουλή
Το σαββατοκύριακο που πέρασε είχαμε την παρ’ολίγον προβολή του ντοκιμαντέρ του RAΙ για τη Μόρια. Παρότι η προβολή δεν έγινε, και μόνο η δημοσιοποίηση του αποσπάσματος που δείχνει να προσβάλλεται βάναυσα μια ηλικιωμένη γυναίκα είχε ως αποτέλεσμα να τεθεί σε διαθεσιμότητα αυτός που ακούγεται να βρίζει. Για τους υπόλοιπους και τα υπόλοιπα, «θα γίνει ΕΔΕ». Η Τζένη Τσιροπούλου είχε δει το επίμαχο απόσπασμα και το είχε αναφέρει στο άρθρο της, οπότε έχουμε ένα μικρό ποσοστό της πικρής χαράς για αυτή την πολύ μικρή δικαίωση. Το ερώτημά μου είναι κακόπιστο: γιατί είναι τόσο δύσκολο να λυθεί το αίσχος της Μόριας;
Έχουμε περιγραφές από τους New York Times, τον Guardian, το Al Jazeera, τους Γιατρούς Χωρίς Σύνορα, τη Διεθνή Αμνηστία, κοινή ανακοίνωση 19 ανθρωπιστικών οργανώσεων. (Μπορεί να πάρει μια εικόνα της κατάστασης κανείς από το άρθρο στο οποίο ο Θάνος Καμήλαλης έχει συγκεντρώσει τα διεθνή σχόλια.) Παρ’ όλ’ αυτά, δεν ιδρώνει το αυτί κανενός. Πώς γίνεται να έχουν μετακινηθεί μόνο τόσα λίγα άτομα; Τα ποσά που συζητούμε είναι ιλιγγιώδη, δεν αρκεί η διαφθορά ως εξήγηση.
Η μόνη λογική εξήγηση είναι πως αυτή η κατάσταση αποτελεί συνειδητό αποτρεπτικό αφήγημα που απευθύνεται σε πιθανούς μελλοντικούς πρόσφυγες. Είναι κάτι που γίνεται σε όλες τις περιπτώσεις που έχουμε σκληρή αντιμεταναστευτική πολιτική, και γίνεται συνειδητά, ενίοτε και ρητά. Σε αυτή την περίπτωση, τα δημοσιεύματα του διεθνούς Τύπου όχι απλώς δεν ενοχλούν, αλλά συνεισφέρουν στο μοναδικό όπλο που χρησιμοποιείται για την αντιμετώπιση του προσφυγικού: να φανεί ότι αν το τολμήσουν και άλλοι, θα τους περιμένει μια κόλαση εδώ. Τα δημοσιεύματα λοιπόν είναι καλοδεχούμενα, σαν σαδιστική επιβεβαίωση της επίσημης πολιτικής, που είναι να διαλαλήσει ότι όποιος έρθει θα υποφέρει.
Η πολιτική αυτή είναι συνήθως ρητή. Παλιά που είχαμε δεξιά κυβέρνηση, όχι αριστερή όπως τώρα, λεγόταν ωμά ότι πρέπει να τους κάνουμε τον βίο αβίωτο. Και τα διεθνή παραδείγματα όμως είναι αποστομωτικά. Υπάρχει το χαρακτηριστικό παράδειγμα της αποτρεπτικής πολιτικής του Τραμπ, που έχει δηλώσει ευθαρσώς ότι μια χαρά λειτουργεί ο χωρισμός των οικογενειών από τα ανήλικα παιδιά τους: «Αν ξέρουν ότι θα τους χωρίσουμε, τότε δεν θα έρθουν». Έτσι περιέγραφε την πολιτική αυτή ο Steve Wagner, της αρμόδιας διεύθυνσης του υπουργείου υγείας. Σχολίαζε τα ποσοστά των παιδιών, ενίοτε κάτω των 5 ετών, που αποχωρίζονται τους γονείς τους με τη συνοδεία ένοπλων φρουρών και έλεγε «ελπίζω ότι αυτό θα τους αποθαρρύνει». Με τον Τραμπ πρόεδρο αυτά λέγονται στα μούτρα μας, αλλά υπάρχουν πια δημοσιευμένα και τα έγγραφα που αποδεικνύουν ότι η σκληρή στάση στο μεταναστευτικό συνοδεύεται από διαφήμιση της βαρβαρότητας. Όσο και αν βοούσε η κοινή γνώμη ότι αυτό που γινόταν είναι απάνθρωπο, ο εμπνευστής του σχεδίου του αποχωρισμού των παιδιών από τους γονείς τους υπερηφανευόταν ότι λειτουργεί μια χαρά, γιατί ποιος θα θέλει να έρθει αντιμέτωπος με αυτό το ρίσκο;
Παρομοίως στην Αυστραλία, αγαπημένο παιδί της ακροδεξιάς για τη αντιμετώπιση των μεταναστών, οι ιδιωτικές εταιρείες με τους φρουρούς που εκμεταλλεύονται σεξουαλικά, κακοποιούν μέχρι θανάτου και αρνούνται ιατρική φροντίδα στους έγκλειστους, στην Παπούα-Νέα Γουινέα, δεν αποτελούν όνειδος, αλλά ζωντανή διαφήμιση. Η στέρηση ιατρικής περίθαλψης, η κατάθλιψη, οι ξυλοδαρμοί και οι θάνατοι, δυστυχώς ανακαλούν μια γνώριμη εικόνα: Την εικόνα της Μόριας, για την οποία ο Louise Roland-Gosselin, υπεύθυνος των Γιατρών Χωρίς Σύνορα είπε στους NYT ότι είναι το χειρότερο καμπ που έχει δει, έχοντας περάσει από αντίστοιχα πόστα στο Κονγκό και στο Νότιο Σουδάν. Στην Αυστραλία ο πρωθυπουργός ανακοίνωσε ότι όποιος καταφθάνει με πλοιάριο δεν έχει καμία ελπίδα να περάσει στην Αυστραλία. Η πολιτική αυτή παραβιάζει κατάφωρα το διεθνές δίκαιο, διότι δεν μπορείς να λες σε έναν πρόσφυγα ότι παρανομεί και πρέπει να πάει σπίτι του, διότι εξ ορισμού δεν μπορεί να πάει σπίτι του, γι’ αυτό ζητάει προστασία. Υπερηφανεύονται όμως ότι αυτή η πολιτική λύνει το μεταναστευτικό πρόβλημα, γιατί κανείς δεν ρισκάρει μια τέτοια μοίρα. Γι’ αυτό η Διεθνής Αμνηστία θεωρεί ότι η βαρβαρότητα των φρουρών δεν είναι τυχαία παρέκκλιση. Είναι η πολιτική τους. Και βρίσκει μιμητές στο UKIP και το Εθνικό Μέτωπο της Γαλλίας, που εκφράζονταν με θαυμασμό για αυτή την πολιτική, που ο Φάρατζ ονόμαζε ηρωική. Ο Ολλανδός Frits Bolkestein εξηγούσε απερίφραστα: «Όσο καλύτερα τους φερόμαστε, τόσο περισσότερο έρχονται. Αν δεν θέλεις να σου έρχονται, δεν πρέπει να τους φέρεσαι καλά. Αυτό κάνουν οι Αυστραλοί».
Για την Ελλάδα υπάρχει η δήλωση ενός βρετανού αξιωματούχου (που δεν κατονομάζεται) σε ρεπορτάζ των New York Times πως το να κρατηθεί σε αυτή την κατάσταση η Μόρια είναι συνειδητή επιλογή προκειμένου να αποθαρρυνθεί η μετανάστευση προς την Ελλάδα.
Η Φραγκίσκα Μεγαλούδη έχει πολύ μεγάλη εμπειρία σε περιοχές που βρίσκονται σε κρίση. Έχει γράψει λοιπόν ότι η υστερία σε σχέση με την ένταση των μεταναστευτικών ροών είναι ευρωπαϊκός μύθος. Δεν μπορεί να είναι «προσφυγική κρίση» το να έρθουν άνθρωποι που χωράνε σε ένα γήπεδο. Δεν δικαιολογείται αυτό.
Το ερώτημα είναι: ξέρουμε ότι π.χ. για την Αμερική του Τραμπ, για την Αυστραλία και εδώ για τη Νέα Δημοκρατία του Σαμαρά, αυτό δεν ήταν απλώς πιθανό, ήταν ομολογημένο. Χρησιμοποίησαν τη δυστυχία αυτών των ανθρώπων για να μην έρθουν και άλλοι. Το ερώτημα είναι: θα μπορούσαν να κάνουν κάτι τόσο χυδαίο και οι πρώην σύντροφοι του ΣΥΡΙΖΑ;
Η δική μου σκέψη είναι η εξής: αν καλούνταν να σχεδιάσουν μια πολιτική από την αρχή, θα ήταν πονόψυχοι, γιατί αυτές είναι οι αυθόρμητες ευαισθησίες τους. Αν όμως το πράγμα ζορίσει και χρειαστεί να ακολουθήσουν μια απάνθρωπη πολιτική που είναι η επίσημη πολιτική των αφεντικών τους, θα έχουν το σθένος να αντισταθούν; Όχι βέβαια. Είναι πολιτικοί που κινούνται προγραμματικά πια στην κατεύθυνση της επιβολής μιας πολιτικής βάρβαρης, χωρίς αιδώ, προκειμένου να διατηρήσουν τις θέσεις τους. Γιατί να αντιστέκονταν εδώ;
Ας το σκεφτούμε και ανάποδα. Είναι τόσο δύσκολο να λυθεί το θέμα της Μόριας; Δεν λέω αν θα το έλυνα εγώ σε μια μέρα, αλλά προσπαθώ να σκεφτώ, με δεδομένο το μέγεθος της έκθεσης και το μέγεθος και των κονδυλίων, δεν είναι απίστευτο ότι δεν έχει γίνει τίποτα; Πώς εξηγείται αυτό;
Όποιος έχει φιλοσοφικά ενδιαφέροντα θα θυμάται ότι μια διατύπωση της κατηγορικής προσταγής απαιτεί να μη μεταχειρίζεται κανείς την ανθρωπότητα ως μέσο, αλλά ως σκοπό. Δηλαδή, αν σχολίαζε αυτή την περίπτωση, θα έλεγε κανείς: να μη χρησιμοποιείς τη δυστυχία νηστικών γέρων και ανηλίκων που θέλουν να αυτοκτονήσουν, που τρελαίνονται, που αρρωσταίνουν και απελπίζονται, παιδιών που κακοποιούνται σεξουαλικά, που περιμένουν όλη μέρα σε ουρές για το φαγητό και το φαγητό δεν φτάνει, για να διαφημίσεις ότι δεν θέλεις να σου έρθουν κι άλλοι. Μην το κάνεις αυτό, είναι ανήθικο. Και αν είσαι πρώην Αριστερός που η μοίρα τα έφερε να συμμετάσχεις στην κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, μην χρησιμοποιείς τη φρίκη ως αποτρεπτικό. Είναι ντροπή.
Μπορεί να έχω άδικο και να μην είναι αυτή η εξήγηση. Ας μας δοθεί όμως μια άλλη πειστικότερη, που να εξηγεί ταυτοχρόνως το μέγεθος της δυστυχίας και της αδράνειας. Γιατί εγώ δεν βρίσκω.
Ευχαριστώ τον Παντελή Παντελόγλου για τη συζήτηση που οδήγησε στη συγγραφή αυτού του κειμένου.
Via : www.thepressproject.gr