Τμήμα του έργου «Gespräch» (2017) του Κρίστιαν Μπραντλ, που εκτίθεται στην ομαδική έκθεση «Νέοι ορίζοντες της ζωγραφικής. Τρίτο μέρος: Αισθήσεων πράξεις». Μουσείο Φρυσίρα, Μονής Αστερίου 3, Πλάκα-Αθήνα.
Παντελής Μπουκάλας
O τηλεοπτικός χρόνος είναι ακριβός. Πανάκριβος. Ετσι εξηγείται το γεγονός ότι τα κανάλια, αδιαφορώντας (τι περίεργο) για τις επιταγές του ΕΣΡ, δεν χαραμίζουν ούτε καν τα δευτερόλεπτά τους για να παρουσιάσουν την κίνηση όσων κομμάτων ή φορέων δεν συνάδουν με τις δικές τους πολιτικές προτιμήσεις, δεν αναχαράζουν τον αμανέ που προτιμά κάθε δίαυλος. Ετσι εξηγείται επίσης το ότι τα σποτάκια ιδιαίτερου κοινωνικού ενδιαφέροντος (για την προστασία του περιβάλλοντος, για τον αγώνα κάποιας ειδικής ομάδας νοσούντων κτλ.), που δεν αφήνουν κέρδος, προβάλλονται τα χαράματα, σφηνωμένα ανάμεσα σε τσοντοδιαφημίσεις. Τυπικά, τα κανάλια είναι εντάξει. Επί της ουσίας, αντιμετωπίζουν και αυτή την υποχρέωσή τους όπως όλες τις υπόλοιπες: διά της περιφρονήσεως. Την πεποίθησή τους ότι αποτελούν κράτος εν κράτει δεν θα την αποβάλουν ποτέ, όσοι διαγωνισμοί κι αν γίνουν. Ή μάλλον θα την αποβάλουν όταν βρεθεί κυβέρνηση που θα αποδεχτεί, έστω με βαριά καρδιά, πως η δημόσια τηλεόραση είναι όντως δημόσια, και όχι υποχρεωτικά φιλοκυβερνητική, δηλαδή χειραγωγημένη.
Παρά την ακρίβεια του τηλεχρόνου πάντως, η οποία συνιστά ένα παράδοξο ζευγάρι με τη φτήνια του τηλεπροϊόντος, στα μισά «επίσημα» κεντρικά κανάλια και σε δεκάδες περιφερειακά προβάλλονται δεκάλεπτα, εικοσάλεπτα, ενίοτε δε και ημίωρα «διαφημιστικά μηνύματα», και μάλιστα σε ζώνες υψηλής θεαματικότητας. Αγορά είναι, έχει τους δικούς της ιερούς νόμους. Κι όποιος διαθέτει ιερότατο χρήμα σε περίσσεια και το δαπανά για ν΄ αγοράσει τηλεχρόνο και να διαφημίσει τις αρετές ενός μαγικού τηγανιού που μέχρι και τα κρεμμύδια καθαρίζει μόνο του, ενός παντοδύναμου καρπουζοκόφτη, μιας σόμπας με τις ιδιότητες της φλεγομένης αλλ΄ουχί καιομένης βάτου, ενός φακού που η δέσμη του περνάει αλώβητη ακόμα και μέσα από μαύρες τρύπες ή ενός πανέξυπνου κινητού που μόνο καπουτσίνο φρέντο δεν φτιάχνει, αξίζει τον έπαινο του δήμου και των σοφιστών. Μπράβο του τού πατριώτη, που κρατάει εδώ τα λεφτά του και δεν τα στέλνει εις τας οφσορίους εξοχάς, όπως τόσοι ευπατρίδες, που τυγχάνουν όμως και οπαδοί ενός διεθνισμού νέου τύπου, όχι ακριβώς προλεταριακού.
Κάποια προβληματάκια υπάρχουν πάντως, ίσως της αρμοδιότητας του ΕΣΡ, πιθανόν και του ΕΟΦ. Πρόβλημα πρώτο, τα γιατροσόφια κάθε λογής. Κάθε καιρός και η μόδα του βέβαια. Δεν βρισκόμαστε πια στην εποχή του Καματερού και του ιαματικού νερού του ούτε της φραπελιάς. Αυτά είναι αρχαιότητα. Ακόμα και το όζον, αυτό το «υπερόπλο» εναντίον πάσης νόσου, μοιάζει προϊστορία μπροστά στο γανόδερμα και τις κηραλοιφές, που κατακαλύπτουν τον τελευταίο καιρό τη μικρή οθόνη. Από κοντά τα «ευλογημένα» βότανα με τα βαρύηχα ονόματα, «Βυζαντινόν», «Αυτοκρατορικόν» κ.ο.κ., με το νι στο τέλος να προσθέτει τάχα αρχαιοπρέπεια και κύρος. Να ΄χουν ακούσει κάτι οι προπαγανδιστές για τις απόψεις του Οδυσσέα Ελύτη περί του νι, ίσως και του Κ. Π. Καβάφη; Μπα, περιττό. Αυτοί είναι σίγουρα της σχολής που δογματίζει ότι τα αρχαία ελληνικά ήταν γλώσσα θεϊκή αλλά και θεραπευτική. Πώς αυτό; Χάρη στα πολλά της νι ο αρχαιοελληνικός εγκέφαλος οξυγονωνόταν πολύ περισσότερο διά της ομιλίας απ΄ ό,τι ο αρχαιοπερσικός ή ο αρχαιοαιγυπτιακός (τι νι να έχουν τα ιερογλυφικά). Αρα δούλευε εντατικότερα και ποιοτικότερα, άρα άρχισε να μεγαλουργεί όταν οι άλλοι στας Ευρώπας, οι άΝΙδροι (συγγνώμη για την ανορθογραφία), έψαχναν ακόμα τρόπο να κατέβουν από τα δέντρα.
Ολα τα υπερφάρμακα λοιπόν εκθειάζονται σαν τέκνα του Ασκληπιού και της Πανάκειας, πάμφθηνα μεν, πανίσχυρα δε. Και όλα τους θεραπεύουν τα πάντα, με το ρήμα «θεραπεύουν» ωστόσο κλεισμένο μέσα στα δεκάδες αχρείαστα εισαγωγικά που βλέπουμε καθημερινά στη μικρή οθόνη και στις εφημερίδες, τοποθετημένα εκεί από τον τρόμο της μεταφοράς και της μετωνυμίας. Γιατρεύουν τον καρκίνο, τη ρευματοαρθρίτιδα, τις μαγουλάδες, τη φαλάκρα, το άσθμα, το αλτσχάιμερ, την κατάθλιψη, τον πονόδοντο, το ζάχαρο. Μόνο για την υπνική άπνοια δεν έχουν πει τίποτε οι τηλεθεραπευτές. Κακώς. Αν τα μαντζούνια τους τη γιάτρευαν και αυτή, ίσως το μάθαινε ο Αριστείδης Φλώρος της σκανδαλοποιού Energa (δεν είναι και λίγα τα 250 εκατομμύρια ευρώ που υπεξαίρεσαν οι στυλοβάτες της εν λόγω ρευματοδότριας επιχείρησης για να μας αλλάξουν τα φώτα), και θα έλυνε το πρόβλημά του ο άνθρωπος. Δεν θα ’μπαινε σε μπελάδες, αναζητώντας γνωματεύσεις ευφάνταστων ορκισμένων στον άμοιρο Ιπποκράτη που να βεβαιώνουν ότι το ροχαλητό αποτελεί μορφή αναπηρίας.
Υποτίθεται επίσης ότι όλα τα σούπερ φάρμακα, πρωτοξαδερφάκια των σούπερ φουντ, έχουν έρθει από το Αγιον Ορος, το ιερό Κατμαντού, τις αγνές Ανδεις κ.ο.κ., ή ότι έχουν κατασκευαστεί στα πιο προχωρημένα εργαστήρια του κόσμου, τα οποία κατά τύχην όλως δεν προσδιορίζονται. Υποτίθεται τέλος πως έχουν ελεγχθεί ενδελεχώς από δεκάδες «έγκριτους επιστήμονες», οι οποίοι επίσης κατά τύχη δεν κατονομάζονται, κι έτσι ουδείς μπορεί να εξακριβώσει πώς έγιναν «έγκριτοι». Ο ενθουσιώδης παρουσιαστής-διακινητής ανεμίζει απλώς κάποια χαρτιά, η σεμνότυφη κάμερα αποφεύγει να ζουμάρει και ο τηλεθεατής-καταναλωτής μένει με την ψευδαίσθηση ότι όσα του προτείνουν να αγοράσει «σε τιμή σοκ» είναι καρατσεκαρισμένα, εξοπλισμένα με την πιστοποίηση δεκάδων ινστιτούτων και κρατικών φορέων. Πώς βλέπουμε σε άλλες διαφημίσεις, κανονικές, μονόλεπτες, έναν κύριο ή μια κυρία να λέει πόσο καλή είναι η τάδε οδοντόβουρτσα ή κρέμα, κι εμείς εικάζουμε ότι για να φοράει την άσπρη μπλούζα ή ποδιά, έμβλημα κύρους, επιστημοσύνης και αγνότητας, είναι γιατρός με τα όλα του, και όχι ηθοποιός ή μοντέλο που παριστάνει τον γιατρό, πρωταγωνιστώντας σε μια καραμπινάτη αντιποίηση αρχής; Κάπως έτσι. Παιχνίδια με τον πόνο των ανθρώπων και τα βάσανά τους. Πανάρχαια. Στον τόπο μας και παντού. Απλώς, τώρα πια, και χάρη στην παγκοσμιοποίηση και του κομπογιανιτισμού, τη γιαγιά μας τη μαμμή, που τέλος πάντων την έκανε τη δουλίτσα της, την αντικατέστησαν βιοενεργειακοί σωτήρες, θεραπευτές φενγκ σούι και γανοδερματέμποροι.
Υπάρχει όμως ένα επιπλέον ζήτημα με τις δεκάλεπτες διαφημίσεις. Πρόβλημα κοινωνικό και πολιτικό. Οι μισές εξ αυτών αποτελούν προπαγάνδα ωμή και απροσχημάτιστη. Και δεν προπαγανδίζονται προϊόντα αλλά «ιδέες»: οι «ιδέες» του βλακώδους σωβινισμού, που στηρίζει σε χονδροειδή ψέματα την «αλήθεια» του, του προσφυγοφάγου ρατσισμού, της ακραίας συνωμοσιολογίας («Οι Τούρκοι έκαψαν το Μάτι» κ.ο.κ.). Οι αστερίσκοι της Ακροδεξιάς, ο (ιδιοκτήτης κόμματος) Κυριάκος Βελόπουλος, ο Δημοσθένης Λιακόπουλος και οι όμοιοί τους αγοράζουν άφθονο τηλεχρόνο σε Αθήνα, Θεσσαλονίκη, Ηράκλειο, Πάτρα κ.α., για να πουλήσουν όχι τόσο βότανα και γανόδερμα όσο μισαλλοδοξία, φαιό ελληνοχριστιανισμό και προδοτολογία, πάντα με το πρόσχημα της Μακεδονίας. «Κάμερα σ’ εμένα»…
Via : www.kathimerini.gr