Τρεις υπουργοί Εξωτερικών την επομένη της δολοφονίας του Αντρέι Καρλόφ. Ο Ρώσος Σεργκέι Λαβρόφ, (κέντρο) ο Μεβλούτ Τσαβούσογλου (δεξιά) και ο Ιρανός Τζαβάντ Ζαρίφ. Και μόνο η πραγματοποίηση της συνάντησης για το Συριακό αποτέλεσε θεαματική, θα τολμούσαμε να πούμε, ιστορική ανατροπή.

ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ

«Η δολοφονία ενός πρεσβευτή συνιστά ένα από τα βαρύτερα εγκλήματα βάσει του διεθνούς δικαίου. Η Ρωσία δεν θα το αφήσει ατιμώρητο». Την αυστηρή αυτή προειδοποίηση απηύθυνε ο Ρώσος πρωθυπουργός Ντμίτρι Μεντβέντεφ με αφορμή τη δολοφονία του πρεσβευτή της χώρας του Αντρέι Καρλόφ από Τούρκο αστυνομικό των ειδικών δυνάμεων, την περασμένη Δευτέρα, στην Αγκυρα. Το στυγερό έγκλημα αφύπνισε μνήμες από το φρικτό τέλος του Αλεξάντερ Γκριμπογέντοφ, σημαντικού δραματουργού και πρεσβευτή της Ρωσίας στο Ιράν, ο οποίος κατακρεουργήθηκε το 1829 στην Τεχεράνη από τον εξαγριωμένο όχλο, πιθανότατα με υποκίνηση Βρετανών πρακτόρων.

Δεν είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς το συναισθηματικό βάρος της δολοφονίας Καρλόφ στη ρωσική κοινή γνώμη. «Πρώτα μάς ρίχνουν αεροπλάνο στη Συρία και ύστερα αστυνομικός τους σκοτώνει τον πρεσβευτή μας;» θα αναρωτιέται εύλογα ο Ρώσος πολίτης. Ο Βλαντιμίρ Πούτιν θα ήταν απολύτως δικαιολογημένος αν διεμήνυε στον Τούρκο υπουργό Εξωτερικών, που πετούσε για τη Μόσχα την ώρα που δολοφονήθηκε ο Καρλόφ, να κάνει στροφή 180 μοιρών και να γυρίσει στην Αγκυρα, αν «πάγωνε» κάθε συνεργασία με την Τουρκία μέχρι να βρεθούν εκείνοι που όπλισαν το χέρι του δολοφόνου κι αν στήριζε αποφασιστικότερα τους Κούρδους της Συρίας, χτυπώντας τον Ερντογάν εκεί που πονάει πιο πολύ. Επιτέλους, οι διαδηλώσεις οργισμένων ισλαμιστών έξω από τη ρωσική πρεσβεία με αφορμή τη νίκη του Ασαντ στο Χαλέπι είχαν στείλει σήματα κινδύνου, αλλά η τουρκική κυβέρνηση απέτυχε να προστατεύσει, σε δημόσια εκδήλωση, τον Ρώσο πρεσβευτή από τη… δική της αστυνομία!

Ωστόσο η ρωσική αντίδραση υπήρξε εξαιρετικά προσεκτική. Μάλιστα, σε πρώτη ματιά, η δολοφονία Καρλόφ φάνηκε να επιταχύνει, αντί να υπονομεύσει, την εξομάλυνση των ρωσοτουρκικών σχέσεων, η οποία είχε δρομολογηθεί εδώ και μήνες. Πούτιν και Ερντογάν συνέπεσαν στην εκτίμηση ότι επρόκειτο για «προβοκάτσια» με στόχο τη ρωσοτουρκική προσέγγιση στο Συριακό. Ομάδα 18 Ρώσων, στελεχών του υπουργείου Εξωτερικών και των μυστικών υπηρεσιών, έφτασε στην Αγκυρα για να εξακριβώσει ποιοι όπλισαν το χέρι του Μεβλούτ Μερτ Αλτιντάς. Τούρκοι αξιωματούχοι ισχυρίστηκαν ότι ο δολοφόνος προερχόταν από το παρακρατικό δίκτυο του αυτοεξόριστου στις ΗΠΑ ισλαμιστή ιεροκήρυκα Φετουλάχ Γκιουλέν, που έχει ενοχοποιηθεί και για το αποτυχημένο πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου. Κι όταν ο Ερντογάν λέει «Γκιουλέν», οι οπαδοί του κάνουν αβίαστα τον συνειρμό «Αμερική».

Το κυριότερο, ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών Μεβλούτ Τσαβούσογλου προσγειώθηκε, λίγες ώρες μετά τη δολοφονία του Καρλόφ, στη Μόσχα, όπου την επομένη συμμετείχε στην προγραμματισμένη τριμερή συνάντηση με τον Ρώσο ομόλογό του Σεργκέι Λαβρόφ και τον Ιρανό Τζαβάντ Ζαρίφ για το Συριακό. Και μόνο η πραγματοποίηση της συνάντησης αποτέλεσε θεαματική, θα τολμούσαμε να πούμε, ιστορική ανατροπή. Για πρώτη φορά η Ρωσία, η ΝΑΤΟϊκή Τουρκία και το σιιτικό Ιράν συζητούν το μέλλον μιας χώρας-κλειδί της Μέσης Ανατολής σε μια περιφερειακή μίνι «Γιάλτα», χωρίς τη συμμετοχή των Ηνωμένων Πολιτειών. Εχοντας ήδη αλλάξει τα δεδομένα στη Συρία με την άλωση του Χαλεπίου, Ρωσία και Ιράν υποχρέωσαν τον Τσαβούσογλου να δεχθεί ότι η απομάκρυνση του Σύρου προέδρου Μπασάρ Ασαντ δεν αποτελεί προαπαιτούμενο για την πολιτική λύση. Επιπλέον, οι τρεις υπουργοί Εξωτερικών στήριξαν τη ρωσική πρωτοβουλία για τη διεξαγωγή ειρηνευτικών διαπραγματεύσεων στην Αστάνα του Καζαχστάν, την οποία έχουν ήδη αποδεχθεί, επί της αρχής, τόσο η Δαμασκός όσο και η συριακή αντιπολίτευση.

Θα ήταν, όμως, αφέλεια να εικάσει κανείς ότι οι σχέσεις ανάμεσα στη Μόσχα και την Αγκυρα θα είναι στο εξής ανέφελες. Το Κρεμλίνο έχει άπειρους λόγους να αντιμετωπίζει με καχυποψία τον Τούρκο πρόεδρο. Επιτέλους, ήταν ο Ερντογάν εκείνος που στηρίχθηκε στο δίκτυο Γκιουλέν στη διαπάλη του με τους στρατιωτικούς και τους κεμαλικούς. Το 2008, όταν η συμμαχία του Ερντογάν με τον ισλαμιστή ιεροκήρυκα ήταν στο φόρτε της, ο Πούτιν έκλεισε όλα τα σχολεία του δικτύου Γκιουλέν στη Ρωσία, θεωρώντας ότι ήταν προκάλυμμα για κατασκοπεία σε βάρος της χώρας του. Την ίδια χρονιά οι Αμερικανοί έδωσαν πράσινη κάρτα στον Γκιουλέν, που ζούσε στην Πενσιλβάνια από το 1998, αφού γνωστές προσωπικότητες που είχαν υπηρετήσει για μεγάλο διάστημα στη CIA εγγυήθηκαν εγγράφως για λογαριασμό του.

Εθνικισμός και σχέσεις με Ευρασία

Σήμερα, ο Ερντογάν υποχρεώνεται να συνδιαλέγεται με τον Πούτιν από θέση αδυναμίας. Σύρθηκε εκών-άκων σε ένα πραγματιστικό «ντιλ» για το Συριακό, από τη στιγμή που η Ρωσία είχε ανατρέψει τα δεδομένα του εμφυλίου πολέμου υπέρ του Ασαντ. Κατάπιε γογγύζοντας την άλωση του Χαλεπίου με αντάλλαγμα τη ρωσική ανοχή στην τουρκική επιχείρηση «Ασπίδα του Ευφράτη» που έχει στόχο να αποτρέψει τη δημιουργία κουρδικής οντότητας. Αυτή η ασύμμετρη σχέση Τουρκίας – Ρωσίας θα γίνει ακόμη περισσότερο άνιση, εις βάρος της πρώτης, μετά τη δολοφονία του Ρώσου πρεσβευτή και την ασφυκτική πίεση που ήδη δέχεται η Αγκυρα προκειμένου να συνυπογράψει, τελικά, μια Pax Russica στα νότια σύνορά της.

Σε κάθε περίπτωση, η δολοφονία Καρλόφ λειτουργεί ως καταλύτης επιτάχυνσης της οξείας σύγκρουσης που ήδη βρίσκεται σε εξέλιξη στο εσωτερικό των τουρκικών ελίτ, για τα υπαρξιακά διλήμματα της χώρας τους και τη θέση της σε έναν αβέβαιο κόσμο. Η σταδιακή αποξένωση της Τουρκίας από τις ΗΠΑ και την Ε.Ε. ενισχύει το «ευρασιατικό» στρατόπεδο των εθνικιστών, οι οποίοι θέλουν τη χώρα τους να σηκώνει άγκυρα από τη Δύση και να συνάπτει προνομιακές σχέσεις με Ρωσία και Κίνα. Ο ίδιος ο Ερντογάν περιέγραψε πρόσφατα το ρωσοκινεζικό σύμφωνο της Σαγκάης ως εναλλακτική έναντι της ευρωπαϊκής προοπτικής της Τουρκίας. Δεν υπάρχει αμφιβολία, όμως, ότι ένας παρόμοιος, παράτολμος αναπροσανατολισμός θα συναντούσε τεράστιες αντιδράσεις από ισχυρούς κύκλους της οικονομίας και του βαθέος κράτους, όπως και από τους ακόμη ισχυρότερους ξένους φίλους τους.

Via : www.kathimerini.gr