ΡΩΜΗ. Ιταλοί αναλυτές προειδοποιούν ότι οι λύσεις που εξετάζονται προκειμένου να εξέλθει η Ιταλία από την πολιτική κρίση κινδυνεύουν να συρρικνώσουν ακόμη περισσότερο τη δημοκρατική νομιμοποίηση του πολιτικού κατεστημένου, διασώζοντας προσωρινά την πολιτική σταθερότητα αλλά υπονομεύοντας το μέλλον.
To μακρινό 2013, ο Ματέο Ρέντσι, τότε δήμαρχος της Φλωρεντίας και επικεφαλής ρεύματος στο εσωτερικό του Δημοκρατικού Κόμματος, είχε συναντηθεί μυστικά με τον ισχυρό άνδρα της κεντροδεξιάς Σίλβιο Μπερλουσκόνι. Οι δύο είχαν συμφωνήσει στις γενικές γραμμές της συνταγματικής μεταρρύθμισης που ατύχησε στις προχθεσινές κάλπες, καθώς και στον εκλογικό νόμο που θα μετέτρεπε το ιταλικό σύστημα σε δικομματικό. Εν συνεχεία ο Ρέντσι ανέτρεψε τον προκάτοχό του Ενρίκο Λέτα και κατέκτησε την πρωθυπουργία με δεδηλωμένο στόχο να καθιερώσει τη μεταρρύθμιση αυτή.
«Η μεταρρύθμιση ήταν η καρδιά της κυβέρνησής του, αυτό που δικαιολόγησε την άφιξή του στο παλάτσο Κίτζι. Ομως, η σιωπηλή πλειοψηφία στην οποία υπολόγιζε, αυτή που πάντα υποστήριζε τη σταθερότητα, αδιαφόρησε για τις συνέπειες του “Οχι” στο δημοψήφισμα», σημείωσε η αναλύτρια της εφημερίδας Il Sole 24 Ore Λίνα Παλμερίνι. «Το ερώτημα είναι αν τώρα η κομματική πλειοψηφία θα μείνει μαζί του ή αν θα υπάρξει μια νέα ισορροπία ανάμεσα στα ρεύματα του Δημοκρατικού Κόμματος», σημειώνει η αρθρογράφος. «Το Δημοκρατικό Κόμμα θα πρέπει να βρει ακόμη μία λύση χωρίς λαϊκή νομιμοποίηση και αυτό ενέχει κινδύνους. Στους υπολογισμούς για τα επόμενα βήματα βαρύνει η ανάμνηση της κυβέρνησης Μόντι και το τίμημα που πλήρωσε το Δημοκρατικό Κόμμα για τη στήριξη αυτής της τεχνοκρατικής κυβέρνησης στις εκλογές του 2013», σημειώνει.
Τα σημερινά διλήμματα, ανάμεσα σε μία νέα κυβέρνηση που θα παραμείνει ώς τη συμπλήρωση της κοινοβουλευτικής περιόδου, το 2018, και σε μία κυβέρνηση ειδικού σκοπού, που θα αλλάξει τον εκλογικό νόμο και θα πάει τη χώρα σε εκλογές το καλοκαίρι, προσφέρουν άφθονη τροφή στο Κίνημα 5 Αστέρων. «Η αντιπολίτευση θα μιλάει προεκλογικά για μη εκλεγμένη κυβέρνηση. Πόσο θα κοστίσει αυτό στους δημοκρατικούς; Πόσο θα φουσκώσει τα πανιά των λαϊκιστών;», διερωτήθηκε. Ολες οι δηλώσεις παραγόντων της αγοράς που επιθυμούν τεχνοκρατική κυβέρνηση για ακόμη πιο ανεμπόδιστη λιτότητα, τι επίδραση θα έχουν όταν στηθούν κάλπες βουλευτικών εκλογών; «Και κυρίως, αν επιλεγεί η λύση της ολοκλήρωσης της θητείας, ποιος θα καταρτίσει τον προϋπολογισμό του 2018, αυτόν που θα φέρει τη χώρα στις εκλογές; Θα ήταν πιο εύκολο να πάρει η χώρα τον πιο σύντομο δρόμο, μιας κυβέρνησης περιορισμένου χρόνου, που θα καταρτίσει τον εκλογικό νόμο και θα τη φέρει σε εκλογές πριν από το καλοκαίρι», εκτίμησε η αναλύτρια.
Κοινωνικό ζήτημα
Αλλοι αναλυτές, όπως ο Βιτσέντσο Σκαρπέτα στο Open Europe και η Φραντσέσκα Φορνάρο στο Il Fatto Quotidiano επισήμαναν ότι η αιτία της ήττας του Ρέντσι δεν ήταν η άνοδος του λαϊκισμού. Ο Σκαρπέτα σημείωσε ότι υπήρχαν θεμιτές αντιρρήσεις ως προς την ουσία των μεταρρυθμίσεων, ενώ η Φορνάρο ανέδειξε το κοινωνικό ζήτημα. «Μπορούμε να προσποιηθούμε ότι το πρόβλημα δεν έχει καμία σχέση με την εγκατάλειψη των φτωχών, των επισφαλώς εργαζομένων, των ανέργων, καμία σχέση με τη διακοπή επενδύσεων στο κοινωνικό κράτος, με την εγκατάλειψη των δικαιωμάτων των εργαζομένων, με το γεγονός ότι ξοδεύουμε πάνω από 50 εκατ. την ημέρα για τον στρατό, ενώ θα εξοικονομούσαμε 50 εκατ. τον χρόνο αν καταργούσαμε τις εκλογές για τη Γερουσία», έγραψε. «Το πρόβλημα δεν είναι ο λαϊκισμός. Είναι ότι η κεντροαριστερά δεν κάνει πια αριστερά πράγματα», πρόσθεσε.
Via : www.kathimerini.gr