Του Σ. Κούλογλου
Η απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας δεν συνιστά το τέλος του κόσμου, ούτε φυσικά της κυβέρνησης. Αποτελεί όμως πολιτική ήττα στη μάχη που η τελευταία ξεκίνησε για το τέλος της ασυδοσίας στο τηλεοπτικό τοπίο, ήττα από την οποία πρέπει χρειάζεται να βγουν τα αναγκαία πολιτικά συμπεράσματα. Συγχρόνως όμως, επειδή ουδέν κακόν αμιγές καλού, η απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου βγάζει την κυβέρνηση από δύσκολες και πολύ δυσάρεστες καταστάσεις, μπροστά στις οποίες θα βρισκόταν αν ο νόμος Παππά είχε κριθεί συνταγματικός.
Αρχικά, όπως μετά από κάθε ήττα, πρέπει να γλείψεις τις πληγές σου και να σκεφτείς τι δε πήγε καλά. Το να τρέξεις καταϊδρωμένος να τα βάλεις με τον διαιτητή, εξηγείται με συναισθηματικούς όρους στο ποδόσφαιρο, αλλά στη πολιτική έχει καταστροφικά αποτελέσματα. Δεν επιτίθεσαι στη Δικαιοσύνη επειδή δεν πήρες την απόφαση που ήθελες. Ιδίως όταν είσαι κυβέρνηση και πρέπει να δίνεις το παράδειγμα στο σεβασμό των θεσμών, ειδικά όταν έχεις υποσχεθεί ότι «θα τους ταράξουμε στη νομιμότητα». Και μάλιστα όταν από νομικής πλευράς το αποτέλεσμα κάθε άλλο παρά σίγουρο ήταν.
Στη συγκεκριμένη μάχη έγιναν λάθη τακτικής, νομικά και πολιτικά. Μετά την αποτυχία της εκστρατείας για την ανατροπή της λιτότητας στην Ευρώπη, έπρεπε να είχε γίνει κατανοητό ότι δεν αρκούν οι όποιες καλές προθέσεις , η «πολιτική διαπραγμάτευση» και η πολιτικοποίηση των πάντων, ούτε η αναγωγή της κάθε επί μέρους μάχης σε ναυμαχία της Σαλαμίνας. Χωρίς μάλιστα να έχει γίνει μια σαφής εκτίμηση του συσχετισμού των δυνάμεων που να δίνει σοβαρές πιθανότητες νίκης. Γιατί, είτε πρόκειται για την ευρωζώνη του Σόιμπλε είτε για το εγχώριο σύστημα, αποδεικνύονται δυνατότερες δυνάμεις από τις δικές σου. Σε αυτές τις περιπτώσεις αντάρτικο έπρεπε να ξεκινήσεις, όχι να κηρύξεις ένα πόλεμο που δεν μπορείς να κερδίσεις. Και δεν είναι καθόλου σοφό να αναγγείλεις μια καινούργια μάχη για την επόμενη εβδομάδα, πριν ανασυντάξεις τις δυνάμεις σου και εκπονήσεις νέο σχέδιο δράσης. Να χτυπάς δηλαδή το χέρι σου στο μαχαίρι.
Τα καλά νέα για την κυβέρνηση είναι ότι τώρα αποφεύγει να βρεθεί μπροστά σε πολύ δυσάρεστες καταστάσεις, όπως θα ήταν αν έριχνε μαύρο σε 2 μεγάλα τηλεοπτικά κανάλια και σε άλλα μικρότερα, προκαλώντας απολύσεις χιλιάδων εργαζόμενων. Το πολιτικό κόστος από παρόμοιες περιπέτειες θα ήταν ίσως μεγαλύτερο από αυτό της ήττας με την απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας. Το άλλο θετικό είναι ότι τώρα το μπαλάκι είναι στο γήπεδο της αντιπολίτευσης: αν αρνηθεί ξανά να συναινέσει στη συγκρότηση του ΕΣΡ θα αποδειχθεί περίτρανα ότι δεν δουλεύει παρά για τους καναλάρχες. Εκτός και αν η κυβέρνηση της ξαναδώσει προσχήματα με ένα ακόμη νόμο στο πόδι, μέχρι τη Δευτέρα!
Είναι προφανές ότι απαιτείται νέο σχέδιο και σοβαρός νέος νόμος. Η ιδέα ότι μετά την αναρχία των 26 ετών, που έχουν αντικειμενικά δημιουργήσει τετελεσμένες καταστάσεις, μπορεί να περιοριστεί ο αριθμός των τηλεοπτικών σταθμών εθνικής εμβέλειας, πρέπει να εγκαταλειφθεί οριστικά. Όπως ο διαγωνισμός που έγινε παρέχει κάποια κριτήρια για το κόστος μιας τηλεοπτικής άδειας, όσοι είναι διατεθειμένοι να πληρώσουν ένα σεβαστό ποσό, ασφαλώς μικρότερο αφού οι άδειες δεν θα είναι μόνο 4, θα μπορούν να την αποκτήσουν. Με την προϋπόθεση φυσικά ότι θα είναι σύμφωνοι με το νόμο, δε κάνουν ξέπλυμα βρόμικου χρήματος ούτε αντιμετωπίζουν κατηγορίες σε βαθμό κακουργήματος, μέχρι να αποφανθεί τελεσίδικα η δικαιοσύνη. Ίσως, με όλα αυτά, το τηλεοπτικό τοπίο που θα προκύψει να είναι υγιέστερο από αυτό που πήγαινε να δημιουργηθεί.
Επίσης, αντί για βιαστικές κινήσεις, θα έπρεπε να προχωρήσει παράλληλα η αδειοδότηση των τοπικών σταθμών, αρχικά στις μεγάλες πόλεις και στη συνέχεια σε όλη την επικράτεια. Να δοθεί η νομική δυνατότητα, σε κινήσεις πολιτών, συνεταιρισμούς και μη κερδοσκοπικές κινήσεις να ανοίξουν τηλεοπτικούς σταθμούς, με ευνοϊκότερους όρους. Και παράλληλα να αναβαθμιστεί η ΕΡΤ. Η δημόσια σφαίρα και τέτοιους είδους πρωτοβουλίες αποτελούν το προνομιακό πεδίο της αριστεράς. Όχι η μάχη μηχανισμών, ούτε η αντικατάσταση της μιας διαπλοκής από άλλη.
Τέλος, το άλλο μεγάλο συμπέρασμα από τη μάχη που δόθηκε είναι ο τρόπος διακυβέρνησης. Οι πολίτες έχουν ξεχάσει ότι όλη αυτή η φασαρία έγινε μετά τη ξεδιάντροπη και αντισυνταγματική άρνηση της ΝΔ αλλά και των άλλων κομμάτων της αντιπολίτευσης να συναινέσουν στη συγκρότηση του Ραδιοτηλεοπτικού Συμβουλίου, που θα αποφάσιζε για την αδειοδότηση. Όλα αποδόθηκαν, αντίθετα, στη κυβέρνηση που φορτώθηκε μάλιστα με τη πρόθεση να επιβάλλει αντιδημοκρατικό καθεστώς, κάτι που διάφοροι κρετίνοι(ες) διακινούν και στο εξωτερικό. Το γεγονός όμως ότι τέτοιες εξωπραγματικές κατηγορίες βρίσκουν έδαφος δεν αποτελεί απλά ένα επικοινωνιακό Βατερλό. Δείχνει κυρίως ότι η τακτική του ταύρου εν υαλοπωλείο, η λογική «όσοι δεν είναι μαζί μας είναι εναντίον μας» πρέπει να αντικατασταθεί από την τακτική «όσοι δεν είναι εναντίον μας είναι μαζί μας». Διαφορετικά δεν μπορεί να κυβερνηθεί μια χώρα και μάλιστα με τόσο βαθιά και πολύπλευρη κρίση όσο η Ελλάδα.
Via : tvxs.gr