Δελτίο Τύπου
Με ευρεία συμμετοχή πραγματοποιήθηκε το Σάββατο 8/12 η ημερίδα του Τομέα Πράσινων Πολιτικών και Οικολογίας της Δημοκρατικής Αριστεράς με θέμα τη σχεδιαζόμενη εξόρυξη και επεξεργασία χρυσοφόρων κοιτασμάτων στη Χαλκιδική (Ολυμπιάδα-Στρατώνι-Σκουριές), στη Θράκη (Πέραμα Έβρου και Σάπες Ροδόπης), καθώς και στο Νομό Κιλκίς.
Η εκδήλωση αυτή, της Αθήνας, έγινε ενάμιση μήνα μετά τη διοργάνωση ανάλογης συζήτησης στη Θεσσαλονίκη, ενώ σύντομα ο διάλογος θα μεταφερθεί στις περιοχές της Β. Ελλάδας που έχουν άμεσο ενδιαφέρον για το ζήτημα.
Στην ημερίδα συμμετείχαν ειδικοί επιστήμονες, ενώ βασικοί ομιλητές ήταν ο Ειδικός Γραμματέας Επιθεωρητών Περιβάλλοντος Σάκης Κουρουζίδης, ο μελετητής της Μελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων Χαλκιδικής Σπύρος Παπαγρηγορίου, η σύμβουλος Μελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων Περάματος και επικ. καθηγήτρια του ΕΜΠ Κατερίνα Αδάμ, ο αναπλ. καθηγητής του ΑΠΘ και ερευνητής στο CERN Χρήστος Ελευθεριάδης, ο αναπληρωτής καθηγητής του ΕΜΠ Κίμων Χατζημπίρος, ο Αντώνης Σαμπατακάκης από το ΙΓΜΕ. Γραπτές παρεμβάσεις απέστειλαν ο τοπογράφος μηχανικός από την Αλεξανδρούπολη Δημήτρης Πετρίδης και η ΝΟ Ροδόπης και Κιλκίς της ΔΗΜΑΡ.
Το υψηλό επίπεδο συζήτησης και διαλόγου που ακολούθησε δικαίωσε την πρόθεση του Τομέα Πράσινων Πολιτικών και Οικολογίας της ΔΗΜΑΡ να πραγματοποιηθούν συζητήσεις για το θέμα, στις οποίες να εξεταστούν με βάση συγκεκριμένα ποιοτικά και ποσοτικά στοιχεία οι σχετικές επενδύσεις και να αναδειχθούν οι πιθανές περιβαλλοντικές, οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις τους.
Ο υπεύθυνος του Τομέα Σταύρος Λιβαδάς, μέλος της ΕΕ της ΔΗΜΑΡ, ανοίγοντας την ημερίδα, τόνισε ότι «θέλουμε να διερευνήσουμε εξαντλητικά τα υπέρ και τα κατά των επενδύσεων, στοχεύοντας στην ελαχιστοποίηση των αρνητικών επιπτώσεων και τη μεγιστοποίηση του οφέλους». Στη συνέχεια έθεσε τα βασικά ερωτήματα που αφορούν την οικονομία, το περιβάλλον και τη δημόσια υγεία σε σχέση με τις εν λόγω επενδύσεις, όπως: -εάν τοποθετούνται σε στέρεο έδαφος οικονομικής δραστηριότητας και αναπτυξιακής προοπτικής -πόσες θέσεις εργασίας, άμεσα ή έμμεσα, θα δημιουργηθούν σε τοπικό/περιφερειακό επίπεδο -τι ποσά θα εισπράξει το Δημόσιο από τέλη χρήσης και φόρους -ποια ανταποδοτικά τέλη θα υπάρξουν για τους κατοίκους των γύρω περιοχών –αν θα δημιουργηθούν προβλήματα στον αγροτικό και τουριστικό τομέα των γύρω περιοχών -εάν θα υπάρξουν επιπτώσεις από τις εξορυκτικές δραστηριότητες στους υδατικούς πόρους, το έδαφος, τα δασικά συστήματα, την ατμόσφαιρα και την υγεία των κατοίκων, δεδομένης και της σεισμικότητας της χώρας. -ποιοί μπορεί να είναι οι όροι αειφορίας για τις εξορυκτικές δραστηριότητες σε οικότοπους που δεν διαθέτουν ειδικό καθεστώς προστασίας – εάν το υφιστάμενο θεσμικό πλαίσιο είναι επαρκές ή πρέπει να επανεξετασθεί – πως θα διασφαλισθεί ο υψηλός βαθμός ασφάλειας των χώρων απόθεσης αποβλήτων από την εξόρυξη και επεξεργασία, καθώς έχουν συμβαίνει ατυχήματα και μεγάλες διαρροές σε τέτοιους χώρους ακόμη και σε ιδιαίτερα προηγμένα κράτη όπως τα Σκανδιναβικά.
Στη συνέχεια, ο Ειδικός Γραμματέας Επιθεωρητών Περιβάλλοντος Σάκης Κουρουζίδης μίλησε για τα κριτήρια και τη μεθοδολογία που πρέπει να χρησιμοποιούνται προκειμένου να προσεγγίζονται τέτοιοι σχεδιασμοί και ανέπτυξε τρεις οπτικές: Η πρώτη αφορά τη μέτρηση όλων των δεδομένων -οικονομικών, περιβαλλοντικών, κοινωνικών- προκειμένου κάποιος να συγκρίνει οφέλη και ζημιές και να αποφασίσει, με δεδομένη, πάντως, τη δυσκολία της οικονομικής επιστήμης να μετατρέψει τους περιβαλλοντικούς και κοινωνικούς παράγοντες σε μετρήσιμα μεγέθη. Η δεύτερη σχετίζεται με την πιστή τήρηση της νομιμότητας και του σεβασμού των Θεσμών. Αυτή προϋποθέτει ότι έχει ενσωματωθεί στο Δίκαιο και τους κανόνες της Πολιτείας όλο το κανονιστικό πλαίσιο για το περιβάλλον και την κοινωνία, κάτι το οποίο ακόμη δεν έγινε, όπως υπογράμμισε ο ίδιος. Η τρίτη έχει να κάνει με την ταξινόμηση των αξιών και των προτεραιοτήτων που θέτει η Πολιτεία, με βάση την οποία θα προσεγγισθεί η επένδυση και θα ληφθούν υπόψη τα προαναφερόμενα. Τέλος υπάρχουν και ελεγκτικά θέματα, τα οποία οφείλουν να μετατρέπονται σε σαφείς περιβαλλοντικούς όρους, που θα ελέγχονται επιστημονικά και κοινωνικά, π.χ. από τους Επιθεωρητές Περιβάλλοντος και εκπροσώπους των τοπικών κοινωνιών. Ο ίδιος κατέληξε ότι «το ζητούμενο είναι να διαμορφώσουμε ένα πλαίσιο συζήτησης μακριά από εμμονές. Δεν ήρθα να πω ναι ή όχι, αλλά να μιλήσω για το πώς θα μπορούσαμε να οδηγηθούμε σε ένα ναι ή ένα όχι».
Παρουσίαση των Μελετών Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων έκαναν ο Μελετητής Σπύρος Παπαγρηγορίου (για τη Χαλκιδική) και η Σύμβουλος Μελέτης Κατερίνα Αδάμ (για το Πέραμα Θράκης). Μέσα από την ανάλυσή τους υποστήριξαν ότι με τις μεθόδους εξόρυξης και επεξεργασίας που πρόκειται να ακολουθήσουν οι ενδιαφερόμενες εταιρείες εξαλείφονται οι κίνδυνοι για το περιβάλλον και την υγεία των κατοίκων. Διαβεβαίωσαν δε ότι η περιβαλλοντική διάσταση είναι πλήρως ενσωματωμένη στο σχεδιασμό και ότι οι απώλειες για το περιβάλλον θα είναι ελάχιστες με την εξόρυξη.
Ο κ. Παπαγρηγορίου υπογράμμισε την ελάχιστη κατάληψη εδάφους που πρόκειται να υπάρξει στα έργα της Χαλκιδικής, την ενοποίηση των χώρων απόθεσης και λήψης αδρανών υλικών, τη μεγάλη μείωση και εν τέλει επαναχρησιμοποίηση των στερεών αποβλήτων, τη μικρή επίδραση στα οικοσυστήματα και την αποφυγή οπτικής όχλησης, τις περιορισμένες μεταφορές και τη μη χρήση δημόσιων υποδομών. Ανέφερε, ακόμη, την προσπάθεια που θα καταβληθεί για μηδενικές εκπομπές υγρών αποβλήτων, τη βέλτιστη διαχείριση των υδατικών πόρων, την εξάλειψη των παλιότερων περιβαλλοντικών βλαβών και την τελική αποκατάσταση του περιβάλλοντος στις αρχικές συνθήκες. Από την πλευρά της η κ. Αδάμ ανέφερε την εφαρμογή των βέλτιστων διαθέσιμων τεχνικών στο έργο του Περάματος και την ελαχιστοποίηση της επιφάνειας παρέμβασης που θα ακολουθηθεί. Η ίδια εξήγησε τις μεθόδους που θα εφαρμοστούν προκειμένου να εξουδετερώνεται η επικινδυνότητα του χρησιμοποιούμενου κυανίου στο Πέραμα. Μίλησε για την ελαχιστοποίηση των αναγκών σε νερό και την εσωτερική ανακύκλωση που θα χρησιμοποιείται και ανέλυσε τα συστήματα ασφαλούς διαχείρισης των τελικών αποβλήτων που προβλέπονται, με τη μηδενική διάθεση στους φυσικούς αποδέκτες της περιοχής. Έκλεισε την παρουσίασή της αναφερόμενη στην περιβαλλοντική αποκατάσταση που έχει προβλεφθεί.
Ο Κίμων Χατζημπίρος, αναφερόμενος στο ερώτημα αν οι επενδύσεις στην εξόρυξη και επεξεργασία χρυσού είναι περιβαλλοντικά ανώδυνες, σχολίασε πως κάτι τέτοιο δεν μπορεί να γίνει και πως η επιφανειακή εξόρυξη μεταβάλλει, αναπόφευκτα, μια περιορισμένη περιοχή σε «κρανίου τόπο». Χαρακτήρισε δε την περιοχή των Σκουριών ειδυλλιακή, με σχετικά απείραχτο τοπίο, το οποίο διαθέτει σημαντική βιοποικιλότητα, αν και δεν αποτελεί αρχέγονο οικοσύστημα. Εξετάζοντας τους κίνδυνους για την ανθρώπινη υγεία, υπογράμμισε τη μη χρησιμοποίηση κυανίου στην Χαλκιδική και την αξιοποίηση νέων μεθόδων επεξεργασίας και απορρύπανσης. Αναφερόμενος στις επιπτώσεις στα νερά και στο υπόλοιπο περιβάλλον είπε πως δέχεται τα όσα προβλέπουν οι Μελέτες Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων, εκτός κι αν υπάρξουν άλλες τεκμηριωμένες θέσεις. Για την άποψη που διατυπώνουν ορισμένες πλευρές πως οι εν λόγω επενδύσεις αποτελούν «ληστρική εκμετάλλευση του πλούτου της χώρας», σημείωσε τα κέρδη της τοπικής και εθνικής οικονομίας από τις θέσεις εργασίας, τους φόρους και τα μεταλλευτικά δικαιώματα, για τα οποία έθεσε το ερώτημα αν είναι μικρότερα για το χρυσό από αυτά για άλλες εξορύξεις στην χώρα. Τέλος, αναφερόμενος στις ανακοινώσεις του ΤΕΕ και Πανεπιστημιακών ομάδων έκρινε πως έχουν ελάχιστη αξιοπιστία και κατέληξε τονίζοντας τη σημασία που έχει η διαχρονική παρέμβαση της τοπικής κοινωνίας με τεκμηριωμένη παρακολούθηση από αξιόπιστες περιβαλλοντικές οργανώσεις.
Ο Αντώνης Σαμπατακάκης διαβεβαίωσε ότι το ΙΓΜΕ έχει προχωρήσει σε μελέτη για τους υδατικούς πόρους της περιοχής, από την οποία προκύπτει ότι οι επενδύσεις θα είναι ασφαλείς, εφόσον υπάρξει το απαραίτητο προστατευτικό πλαίσιο. Για το λόγο αυτό, είπε, χρειάζεται να προχωρήσουμε και να προσπαθήσουμε να πείσουμε τις τοπικές κοινωνίες, αλλά και να υπάρξει η βεβαιότητα από τις εταιρείες ότι όλα θα είναι στο φως. Ο ίδιος σημείωσε, πάντως, πως η υπάρχουσα νομοθεσία της ΕΕ δεν είναι ικανή να προστατεύσει τους υδατικούς πόρους και ότι η σχετική Οδηγία 2060 είναι τυπική και δεν μπαίνει στην ουσία της προστασίας των νερών. Έτσι, είπε ότι «επαφίεται στον πατριωτισμό των εταιρειών εάν τα νερά που θα μετατίθενται θα είναι συμβατά με τους υπάρχοντες υδατικούς πόρους και γι αυτό χρειάζεται να φτιάξουμε δικό μας σύστημα για την παρακολούθηση (σ.σ. κάποιων δεικτών ρύπων) των εξορύξεων».
Σειρά ερωτημάτων για τις επενδύσεις χρυσού στη Βόρεια Ελλάδα έθεσε ο αναπληρωτής καθηγητής του ΑΠΘ και ερευνητής του CERN Χρήστος Ελευθεριάδης, που αφορούν το οικονομικό, περιβαλλοντικό, τεχνολογικό σκέλος της επένδυσης, το θέμα των θέσεων εργασίας και τις κοινωνικές συνέπειες που έχει ήδη σήμερα η επένδυση. Ο ίδιος έκανε μια αναδρομή στο οικονομικό σκέλος της παραχώρησης των κοιτασμάτων χρυσού από το 2003. Αυτή αρχικά έγινε στην Ελληνική Χρυσός ΑΕ, με αντίτιμο 11 εκατ. ευρώ, τη στιγμή που η παραχώρηση περιλάμβανε εκτός από τα μεταλλεία, και χιλιάδες στρέμματα για νέες εξορύξεις, εγκαταστάσεις, εξοπλισμό, καθώς και αξιοποιήσιμα αποθέματα από την παλιότερη λειτουργία των ορυχείων. Στη συνέχεια το 30% της Ελληνικός Χρυσός μεταβιβάσθηκε αντί 178 εκατ. δολαρίων στην European Goldfields, που σημαίνει ότι η εταιρεία αποτιμήθηκε σε περίπου 590 εκατ. Ευρώ. Τελική κατάληξη ήταν η πώλησή της στην Eldorado Gold, μια αξιόλογη εξορυκτική επιχείρηση με δραστηριότητες σε διάφορες χώρες εκτός Καναδά, αλλά η οποία έχει το χαρακτηριστικό είναι ότι πρόκειται για εταιρεία που κάνει εξορύξεις με χαμηλό κόστος «με ό,τι αυτό συνεπάγεται».
Παραμένοντας στα οικονομικά στοιχεία, ο κ. Ελευθεριάδης ανέφερε ότι η επένδυση είχε προβληθεί από την αρχή ως πολύ κερδοφόρος με τιμή χρυσού 425 περίπου δολάρια ανά ουγγιά. Ωστόσο το Ελληνικό Δημόσιο, έχοντας συμφωνήσει να λαμβάνει 5% επί του παραγόμενου προϊόντος και 1,5% επί του επεξεργασμένου σε πλάκα χρυσού, θα καταλήξει να παίρνει 25 περίπου δολάρια στην ουγγιά ( σ.σ. πέραν των φόρων), με τη σημερινή τιμή του χρυσού να είναι στα 1.700 δολάρια την ουγγιά. Ο κ. Ελευθεριάδης υποστήριξε, κατά συνέπεια, ότι το Ελληνικό Δημόσιο θα έπρεπε να αξιώσει το 80% των κερδών από την τιμή του χρυσού άνω των αρχικά συμφωνηθέντων 425 δολαρίων την ουγγιά.
Μιλώντας για τις περιβαλλοντικές πτυχές του ζητήματος, εξέφρασε πολλές επιφυλάξεις για τις συνέπειες στους υδατικούς πόρους, την αέρια ρύπανση, την καταστροφή των δασών, την καταστροφή του επιφανειακού εδάφους και τα τεράστια φράγματα με βιομηχανικά λύματα σε μια περιοχή και χώρα με υψηλή σεισμικότητα και ρήγματα. Θύμισε τα μεγάλα ατυχήματα που έχουν συμβεί με διαρροή τέτοιων τοξικών αποβλήτων στο περιβάλλον στη Ρουμανία, την Ουγγαρία, τη Σουηδία και πρόσφατα τη Φινλανδία. Τέλος, σε ό, τι αφορά τη δημιουργία απασχόλησης, σημείωσε ότι έχουν δημιουργηθεί 630 θέσεις εργασίας και σε βάθος 9ετίας θα φτάσουν τις 1.300. Υπογράμμισε, όμως, ότι δεν υπάρχει μελέτη για τις θέσεις εργασίας που θα χαθούν στη γεωργία, κτηνοτροφία, μελισσοκομία και τον τουρισμό της περιοχής. Κατέληξε, αναφερόμενος στα προβλήματα που δημιουργεί η διάρρηξη του κοινωνικού ιστού σ’ αυτή την περιοχή της Χαλκιδικής, καθώς οι έριδες είναι ήδη έντονες μεταξύ αυτών που στηρίζουν την ανάπτυξη των μεταλλείων και των πολεμίων της επένδυσης.
Ο Δημήτρης Πετρίδης, που δραστηριοποιείται ως τοπογράφος μηχανικός στην Αλεξανδρούπολη, αλλά και στις κινήσεις των κατοίκων κατά των εξορύξεων στη Θράκη και είναι μέλος της ΔΗΜΑΡ Έβρου, επισήμανε ότι η επένδυση προχωρά στηριζόμενη σε ένα απαρχαιωμένο και γεμάτο θεσμικά κενά Μεταλλευτικό Κώδικα. Τονίζοντας ότι η νομοθεσία για την αξιοποίηση του ορυκτού πλούτου «χρειάζεται αλλαγή και προσαρμογή στα τεχνικά και οικονομικά δεδομένα της εποχής», σχολίασε ότι με την κατάθεση της Μελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων για την επένδυση στο Πέραμα οι αρμόδιοι φορείς έχουν κληθεί να γνωμοδοτήσουν σε ένα εκ των προτέρων κεντρικά αποφασισμένο σχέδιο, αν κρίνει κανείς από τις ανακοινώσεις των αρμοδίων του υπουργείου αλλά και τον υπερβάλλοντα ζήλο των εκπροσώπων της εταιρείας. Κατέληξε, αναφερόμενος στο νέο Χωροταξικό Σχέδιο που εκπονείται τώρα από την Περιφέρεια Ανατ. Μακεδονίας και Θράκης, στα πλαίσια του οποίου μπορεί να ζητηθεί από τους μελετητές της να εκφράσουν την επιστημονική άποψη σχετικά με την επένδυση χρυσού και τη Μελέτη Περιβαλλοντικών Όρων. Κατέληξε, τέλος, σημειώνοντας ότι η επένδυση προγραμματίζεται σε μια περιοχή πολύ κοντά στη θάλασσα, ενώ τα εγκεκριμένα τοπικά, χωροταξικά σχέδια δεν περιλαμβάνουν εξορυκτικές δραστηριότητες στις παράκτιες περιοχές.
Εναντίον της επένδυσης για την εξόρυξη των χρυσοφόρων κοιτασμάτων στις Σάπες Ροδόπης και στο Πέραμα Έβρου ήταν και η Ν.Ο, Ροδόπης της ΔΗΜΑΡ με κείμενο που έστειλε στην εκδήλωση. Σ’ αυτό επιρρίπτεται σε μια σειρά κυβερνήσεων από το 1982 η ευθύνη για μετατροπή της Θράκης σε ένα «αναπτυξιακό El Dorado όπου «ο καθένας που ήθελε να αποκομίσει πρόσκαιρο όφελος από τις επενδύσεις και να οδηγηθεί σε γρήγορο πλουτισμό δεν είχε παρά να μετακινηθεί στη ΒΙΠΕ Κομοτηνής». Στο ίδιο κείμενο επισημαίνεται ότι οι επενδύσεις χρυσού οδηγούν σε βέβαιη περιβαλλοντική υποβάθμιση μια περιοχή απολύτως παρθένα σε σχέση με το φυσικό της κάλος και με την μικρότερη οικιστική ανάπτυξη αυθαιρέτων σε σχέση με την υπόλοιπη χώρα. Την ακυρώνει ως τουριστικό προορισμό και αφαιρεί πρακτικά οποιαδήποτε δυνατότητα σχεδιασμού εναλλακτικών μορφών ανάπτυξης. Μετατρέπει το κυάνιο, με ό,τι αυτό συνεπάγεται, σε μέρος της καθημερινότητας των κατοίκων. Και καταλήγει: «Αξίζει να ξανακάνουμε τη Θράκη, μετά τα κουφάρια των εργοστασίων των ΒΙΠΕ της προηγούμενης περιόδου, γνωστή και για ένα περιβαλλοντικό έγκλημα που στηρίχθηκε στη λογική ότι «ανάπτυξη είναι ό,τι θέλει να είναι;».
Κείμενο εναντίον της σχεδιαζόμενης επένδυσης για την εξόρυξη χρυσού και στον Ν. Κιλκίς απέστειλε και η Ν.Ο. της ΔΗΜΑΡ στο νομό Κιλκίς, στην οποία υπογραμμίζονται οι κίνδυνοι για το περιβάλλον, την υγεία των κατοίκων και την ακύρωση άλλων μορφών οικονομικής ανάπτυξης.