του Βαγγέλη Αγγελή*
Την εποχή των πρώτων κρίσιμων διαπραγματεύσεων της κυβέρνησης με τους δανειστές, το περασμένο καλοκαίρι, υπήρχε μια έκδηλη δυσφορία της ελληνικής πλευράς για την στάση που επέδειξαν οι χώρες της Ανατολικής Ευρώπης. Οι τελευταίες είχαν σαφώς συνταχθεί πίσω από την σκληρή γραμμή Σόιμπλε, και πολλές φορές μάλιστα την υπερέβαιναν. Η στάση τους συχνά διακρινόταν από έλλειψη αλληλεγγύης και από αυταρχικά σύνδρομα.
Έμοιαζε να είναι περίεργο το γεγονός ότι αυτές οι χώρες, οι οποίες ήταν οι νεότερες που είχαν ενταχθεί στο ευρωπαϊκό οικοδόμημα, φέρονταν ως οι ιδιοκτήτες αυτού του οικοδομήματος και αντιμετώπιζαν άλλες χώρες ως ενοικιαστές, με την διακριτική προτροπή μάλιστα της «ατμομηχανής της Ευρώπης» Γερμανίας. Στην πραγματικότητα δεν ήταν καθόλου περίεργο. Οι «νεοφώτιστοι» και οι νεότεροι παίζουν συχνά ανάλογους ρόλους. Ο Μάο ανέθεσε στη νεολαία και στους εφήβους να υλοποιήσουν την παράνοια της «Πολιτιστικής Επανάστασης», και εκείνοι ανταποκρίθηκαν πλήρως, ακριβώς λόγω της ανωριμότητάς τους. Ιδανικά όργανα προς χειραγώγηση αποδείχτηκαν και τα δυστυχή παιδιά-πολεμιστές στις συγκρούσεις της Μαύρης Ηπείρου, γιατί επίσης δεν πρόλαβαν να ωριμάσουν πριν πέσουν στα χέρια των εξουσιαστών τους.
Το πρόβλημα με αυτές τις περιπτώσεις είναι πως, όταν δημιουργείς τέτοιες καταστάσεις, είναι δύσκολο μετά να τις «μαζέψεις». Η Γερμανία αναγκάστηκε να έρθει σε σύγκρουση με τα κράτη της Ανατολικής Ευρώπης όταν αργότερα, στο θέμα του προσφυγικού, αυτά άρχισαν να αμφισβητούν την γερμανική πολιτική πάνω στο συγκεκριμένο ζήτημα. Το ίδιο πρόβλημα ανέκυψε και σε άλλες περιπτώσεις, όταν χώρες όπως η Ουγγαρία και η Πολωνία, άρχισαν να αμφισβητούν βασικές δημοκρατικές αξίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Τον περασμένο Ιανουάριο η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, μετά από εισήγηση του Γερμανού Επιτρόπου Γκούντερ Έτινγκερ, κίνησε για πρώτη φορά τη διαδικασία «επιτήρησης» για παραβίαση θεμελιωδών αξιών της ΕΕ, σε βάρος της Πολωνίας, με αφορμή το νόμο που ψηφίστηκε στη Βαρσοβία για τα δημόσια ΜΜΕ. Ανάλογο συγκρουσιακό κλίμα υπάρχει και με άλλες χώρες, όπως είναι η Ουγγαρία του ανεκδιήγητου Ορμπάν.
Στην πορεία έχουν προκύψει και άλλα πεδία σύγκρουσης με πρωταγωνιστές αυτά τα κράτη. Στο ευρωπαϊκό Συμβούλιο υπουργών για θέματα περιβάλλοντος το Μάρτιο, υπήρξε ένας καθαρός διαχωρισμός μεταξύ αυτών που ζήτησαν επίσπευση των ρυθμών για την πραγματοποίηση των στόχων που τέθηκαν από τη Διάσκεψη για το Κλίμα στο Παρίσι, σε σχέση με την παραγωγή ρύπων άνθρακα, και μεταξύ εκείνων που ζήτησαν επιβράδυνση των διαδικασιών και προέρχονταν από χώρες της Ανατολικής Ευρώπης. Ανάλογοι διαχωρισμοί προέκυψαν και για άλλα θέματα, όπως ήταν ο αγωγός Nord Stream 2 και το ουκρανικό ζήτημα.
Ένα βασικό πρόβλημα με τα συγκεκριμένα κράτη είναι ότι έχουν μάλλον αντιληφθεί την ένταξή τους στην ΕΕ με διαφορετικούς όρους, σε σχέση με τις χώρες που προσπάθησαν να τις εντάξουν στους κόλπους της Ευρωπαϊκής Ένωσης πριν από κάποια χρόνια. Για τις κοινωνίες αυτές, η έννοια του εκσυγχρονισμού έχει να κάνει με μια γενική και αόριστη υιοθέτηση ενός δυτικού (κυρίως αμερικάνικου) τρόπου ζωής, αποστερημένου όμως από ουσιαστικές αξίες του, όπως ο πραγματικός εκδημοκρατισμός και η πολιτισμική ανοχή. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι, όταν το 2003 ο Υπουργός Εθνικής Άμυνας των ΗΠΑ επί Μπους του Νεότερου Ντόναλντ Ράμσφελντ χαρακτήρισε τις χώρες που εξέφρασαν αντιρρήσεις για την εισβολή στο Ιράκ ως «Παλαιά Ευρώπη», οι ανατολικοευρωπαϊκές χώρες έσπευσαν να συνταχθούν με τις Ηνωμένες Πολιτείες ως «Νέα Ευρώπη». Οι δημοκρατικές αξίες είναι τελικά μια δευτερεύουσα υπόθεση για πολλούς κύκλους σε αυτά τα κράτη, τα οποία άλλωστε δεν ανέπτυξαν ποτέ μια ανάλογη παράδοση, περνώντας κατευθείαν από τον πολιτικό αυταρχισμό του Μεσοπολέμου, στον σταλινισμό, και από εκεί στην ΕΕ, χωρίς την μεσολάβηση ουσιαστικών δημοκρατικών αγώνων.
Ταυτόχρονα, πολλές από τις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης εντάχθηκαν στην ΕΕ, έχοντας περισσότερο στο μυαλό τους γεωστρατηγικές και διπλωματικές παραμέτρους, παρά πολιτισμικές αξίες. Όπως έγραψε και η Natalie Nougayrède στο Guardian, «μεγάλο μέρος [αυτού του διαχωρισμού Ανατολής-Δύσης] έχει να κάνει με τον τρόπο που οι κεντρικο-ανατολικοευρωπαίοι είδαν τη σχέση τους με την ΕΕ από την αρχή. Η επανένωση της Ευρώπης θεωρήθηκε ως κάτι που διόρθωσε την ιστορική αδικία ολόκληρων εθνών, που εγκαταλείφθηκαν από τη Δύση πίσω από το Σιδηρούν Παραπέτασμα. Ένας περιχαρακωμένος φόβος απέναντι στην Ρωσία, τους έκανε να δουν την ΕΕ, μαζί με το ΝΑΤΟ, ως καταφύγιο ασφαλείας». Αυτή η αντίληψη εξηγεί με ικανοποιητικό τρόπο δηλώσεις όπως αυτή του υπουργού Εξωτερικών της Πολωνίας Βίτολντ Βαστσικόφσκι, ο οποίος υποστήριξε πως η Ρωσία συνιστά μεγαλύτερη απειλή για την Ευρώπη από το Ισλαμικό Κράτος: «οι ενέργειες της Ρωσίας συνιστούν μια “υπαρξιακή απειλή”».
Εδώ όμως έρχεται στο προσκήνιο και ένα υπαρξιακό ερώτημα για την ίδια την Ευρώπη. Είναι η Ευρωπαϊκή Ένωση απλώς μια πολιτική σύνδεση κρατών, με κυριότερο στοιχείο τις σχέσεις τους σε επίπεδο διπλωματικών συμμαχιών ή είναι κάτι περισσότερο από αυτό; Κάποιοι νομίζαμε ότι αυτό το δίλημμα είναι πια χωρίς νόημα, από τη στιγμή που οι συντελεστές αυτού του οικοδομήματος αποφάσισαν να συμπεριλάβουν τον χαρακτηρισμό «Ένωση» στον τίτλο του. Οτιδήποτε άλλο που απειλούσε τον ενωσιακό χαρακτήρα της Ευρώπης, ειδικά μετά από την εμπειρία δύο παγκοσμίων πολέμων με επίκεντρο τη Γηραιά ήπειρο, θα αποτελούσε απλώς μια οπισθοδρόμηση.
Η υποχώρηση μιας κουλτούρας συνεννόησης
Θα μου πείτε, οπισθοδρόμηση μπορεί να αποτελεί και η πολιτισμική και πολιτική ισοπέδωση που υποκρύπτει ο τίτλος «Ένωση». Πραγματικά, η Ελλάδα έχει νιώσει στο πετσί της όψεις αυτής της ισοπέδωσης, με αφορμή την οικονομική κρίση και τώρα είναι κάπως ανέντιμο να κάνει τα στραβά μάτια όταν έχει να αντιμετωπίσει τις περιπτώσεις τρίτων κρατών. Οι ανατολικοευρωπαϊκές χώρες έχουν και αυτές τις ιδιαιτερότητές τους. Όταν υπερασπίζονται την επιβράδυνση των διαδικασιών σχετικά με την εκπομπή ρύπων άνθρακα, πρέπει να λάβουμε υπόψη ότι μιλάμε για περιοχές που η οικονομία τους στηρίζεται σε άλλα μοντέλα παραγωγής, κληρονομιά του σοβιετικού τους παρελθόντος. Όταν κάνουμε λόγο για ανοχή στους πρόσφυγες και το «ξένο», πρέπει να έχουμε στο νου μας ότι οι κοινωνίες αυτές ήταν αποκομμένες από τον έξω κόσμο στα χρόνια της σοβιετικής κυριαρχίας – ακόμα και αν αυτό ακούγεται παράδοξο για την περίπτωση αριστερών καθεστώτων που πάντα επαγγέλονταν τον διεθνισμό και πού φαίνεται ότι σε αυτό το σημείο απέτυχαν εντελώς.
Και τελικά, για να είμαστε δίκαιοι και για να μην κατηγορηθούμε για τη δαιμονοποίηση ενός ολόκληρου γεωγραφικού, κοινωνικού και πολιτισμικού χώρου, ο διαχωρισμός που φαίνεται να προκύπτει σε σχέση με το δίπολο Ανατολή – Δύση δεν είναι ο μόνος στην ΕΕ, ούτε είναι το μοναδικό πρόβλημα της Ευρώπης. Ας μην ξεχνάμε το διαχωρισμό Βορρά – Νότου με αφορμή την οικονομική κρίση, στον οποίο βασικός πρωταγωνιστής είναι η Ελλάδα. Την πρόσφατη αντιπαλότητα Βρετανίας – ΕΕ. Τις ιδεολογικές αντιπαλότητες με βάση την αναδυόμενη ανάπτυξη της ακροδεξιάς, και ένα σωρό άλλες συγκρούσεις που φαίνεται ότι θα μας ταλανίζουν για πολύ καιρό ακόμα, αν δεν οδηγήσουν τελικά στην πλήρη κατάρρευση της ΕΕ.
Το πρόβλημα στην Ευρώπη σήμερα δεν είναι η διαφορετικότητα των μερών που την απαρτίζουν, ακόμα και αν οι ιδιαιτερότητες αυτών των μερών πιέζουν βασικές αξίες της δημοκρατίας και του ανθρωπισμού. Το πρόβλημα είναι η υποχώρηση μιας κουλτούρας συνεννόησης που είχε αναπτυχθεί και που κατέρρευσε όταν προέκυψαν οι πρώτες πραγματικές δυσκολίες. Και σε αυτό το σημείο, δεν είναι οι χώρες της Ανατολικής Ευρώπης που σέρνουν το χορό, είναι απλώς τα παιδιά – πολεμιστές που υπακούουν.
* Ο Βαγγέλης Αγγελής είναι ιστορικός και αρθρογράφος. Έχει δημοσιεύσει βιβλία και άρθρα σχετικά με την Ιστορία, στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, και μια σειρά από κείμενα σε δημοσιογραφικά έντυπα. Η επαγγελματική του εμπειρία περιλαμβάνει εργασία σε διάφορους εκπαιδευτικούς, πολιτιστικούς ή δημοσιογραφικούς φορείς και ιδρύματα.
Via : tvxs.gr