της Βασιλικής Σιούτη
Την πραγματοποίηση σημαντικών βημάτων «προς την κατεύθυνση της σύναψης μιας αμοιβαία αποδεκτής λύσης» αποκάλυψε ο Αλέξης Τσίπρας στις Βρυξέλλες, μετά την πρώτη του συμμετοχή στη Σύνοδο Κορυφής, ξαφνιάζοντας για την ταχύτητα με την οποία είχε προχωρήσει η διαπραγμάτευση, κάτι που δεν ήταν γνωστό, παρά μόνο σε έναν πολύ περιορισμένο κύκλο.
Παρ’όλα αυτά, δεν προχώρησε σε καμία επί της ουσίας ενημέρωση για το περιεχόμενο της διαπραγμάτευσης και κυρίως δεν ενημέρωσε για το ποιες είναι οι μνημονιακές μεταρρυθμίσεις (το περίφημο 70%) που η νέα κυβέρνηση έχει αποδεχθεί. Ομοίως, δεν γνωστοποίησε ποιες είναι αυτές που προτείνει στη θέση του «τοξικού» 30% των μνημονιακών μεταρρυθμίσεων που απορρίπτει. Για το θέμα αυτό υπάρχει πλήρης άγνοια στον ΣΥΡΙΖΑ, αφού τα στελέχη του πληροφορήθηκαν τη νέα θέση της κυβέρνησης όταν την ανέφερε δημόσια ο υπουργός Οικονομικών, Γιάννης Βαρουφάκης. Υπήρξαν μάλιστα και κριτικές τοποθετήσεις από βουλευτές του κόμματος, που είτε ξαφνιάστηκαν, είτε δεν συμμερίζονται τις απόψεις του.
Αυτό που ανακοίνωσε ο Αλέξης Τσίπρας στις Βρυξέλλες είναι «το τέλος της τρόικας και των μνημονίων» όπως είπε. Απαντώντας σε ερωτήσεις δημοσιογράφων για το ποιοι θα εποπτεύουν τη νέα συμφωνία, ανέφερε ότι η τρόικα δεν υπάρχει πια και ότι στη θέση της θα είναι οι τρεις θεσμικοί εταίροι: εκπρόσωποι του ΔΝΤ, της ΕΚΤ και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Όσο για το μνημόνιο που λήγει στο τέλος του μήνα, είπε ότι θα αντικατασταθεί από το «νέο ελληνικό πρόγραμμα» όπως το χαρακτήρισε, για το οποίο γίνονται οι διαβουλεύσεις με τα κλιμάκια του ΔΝΤ, της ΕΚΤ και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
Από την πλευρά της γερμανικής κυβέρνησης (για την οποία ο Αλέξης Τσίπρας έχει δηλώσει ότι δεν της αναγνωρίζει ηγεμονικό ρόλο και ότι την αντιμετωπίζει ως μία εταίρο μεταξύ άλλων) επίσης δεν έχει γίνει γνωστό τίποτα σχετικά με το περιεχόμενο της νέας συμφωνίας. Η Άνγκελα Μέρκελ έχει δηλώσει μέχρι τώρα ότι η Ελλάδα είτε θα παρατείνει το υπάρχον πρόγραμμα του μνημονίου, είτε θα υλοποιήσει όλα τα συμφωνηθέντα μέχρι το τέλος του μήνα, που λήγει τυπικά το μνημόνιο. Τα ίδια έχει πει και ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, ο οποίος όμως έχει τοποθετηθεί και στο θέμα της (μετ)ονομασίας του μνημονίου και της τρόικας. Αυτό που έχει δηλώσει -και μάλιστα παραπάνω από μία φορά- είναι ότι δεν θα αλλάξει τίποτα στα όσα έχουν συμφωνηθεί με τις προηγούμενες κυβερνήσεις, εκτός αν η Ελλάδα παρουσιάσει ένα πρόγραμμα με ισοδύναμα μέτρα, τα οποία θα μπορούσαν να εξεταστούν. Αλλά αυτά, ζητάει να είναι συγκεκριμένα και κοστολογημένα. Οι τεχνοκράτες του Βερολίνου και των Βρυξελλών έχουν αφήσει αρκετές αιχμές μέχρι τώρα ότι δεν έχουν λάβει καμία τεκμηριωμένη γραπτή πρόταση.
Για το ζήτημα των ονομασιών που έχει τεθεί, ο Σόιμπλε έχει πει ότι στο θέμα αυτό μπορεί να κάνει παραχώρηση και να δεχθεί όποιο όνομα θέλει η κυβέρνηση για να αποκαλεί την τρόικα, αφού το όνομα αυτό δεν της αρέσει. Το ίδιο και για το μνημόνιο. Έχει πει επίσης ότι ούτε ο τόπος συνάντησης τον ενδιαφέρει και εάν θέλουν να μην τους συναντούν στην Αθήνα, μπορούν να το κάνουν στις Βρυξέλλες ή αλλού. Αποκάλυψε μάλιστα ότι ήταν δική του πρόταση οι τελευταίες συναντήσεις της τρόικας με την προηγούμενη κυβέρνηση στο Παρίσι, όταν οι τελευταίοι διαμαρτύρονταν πως οι επισκέψεις της στην Αθήνα είχε πολιτικό κόστος.
Οι διαρροές του ΣΥΡΙΖΑ και τι λένε οι δανειστές
Κι ενώ από την πλευρά των δανειστών και «εταίρων» δεν υπάρχει καμία διαρροή σχετικά με το τι «δίνουν» και τι «παίρνουν», από τον ΣΥΡΙΖΑ υπήρξαν διαρροές ότι η κυβέρνηση έχει καταφέρει να πάρει το χρόνο που ήθελε και τη ρευστότητα, να μειώσει το πρωτογενές στο 1,5% και να παραμείνει το θέμα του χρέους στο τραπέζι, ενώ έχει σημειώσει νίκες λένε, στα εργασιακά και το ασφαλιστικό. Επίσης υποστηρίζουν ότι εξασφαλίστηκε η άρση της λιτότητας καθώς και η φορολόγηση των πλουσίων ως μεταρρύθμιση, ενώ δεν θα υπάρχει και επιτήρηση. Κάποιοι αφήνουν να εννοηθεί ότι ο Τσίπρας «τα πήρε όλα» αλλά δεν θριαμβολογεί, για να μην φέρει σε δύσκολη θέση τη Μέρκελ στην ΕΕ.
Από την πλευρά του ΣΥΡΙΖΑ επίσης δεν αναφέρονται σε καμία υποχώρηση. Ο Αλέξης Τσίπρας ωστόσο, μετά τις εκλογές δεν έχει αναφερθεί καθόλου στην κεντρική θέση του κόμματος για διαγραφή χρέους, ενώ μέχρι και στις προγραμματικές δηλώσεις μιλούσε για ισοσκελισμένους προϋπολογισμούς και όχι για πλεόνασμα 1,5% , όπως διαρρέουν τώρα (αλλά και όπως έχει αναφέρει ο Γιάννης Βαρουφάκης).
Το θέμα της ελάφρυνσης του χρέους, που παρουσιάζεται ως επιτυχία, υπάρχει στο τραπέζι από το Νοέμβριο του 2012 και έχουν δεσμευθεί οι εταίροι για αυτό-χωρίς όμως να φανούν συνεπείς.
Από την πλευρά των δανειστών δεν μιλάνε δημόσια για μέτρα και περιορίζονται σε δηλώσεις όπως αυτή της Ανγκελα Μέρκελ: «Το πρόγραμμα της Ελλάδας είναι σε ισχύ. Θα πρέπει να επεκταθεί. Ελπίζω να δούμε σύντομα προτάσεις». Δήλωση σε διαφορετικό μήκος κύματος από τις διαρροές του ΣΥΡΙΖΑ, κι έτσι κανείς δεν μπορεί να γνωρίζει για την ώρα, τι πραγματικά ισχύει.
Ο κ.Γιούνκερ δήλωσε: «Έχουμε ακούσει ότι η ελληνική κυβέρνηση θέλει να ακυρώσει κάποια μέτρα γιατί είναι αντικοινωνικά» και πρόσθεσε ότι αυτά μπορούν να αντικατασταθούν, αρκεί να τους προτείνουν αξιόπιστα ισοδύναμα.
Ακόμα πιο απογοητευτικός όμως, παραμένει για την ώρα ο Γερούν Ντάισελμπλουμ: «Δεν εκταμιεύουμε χρήματα, παρά μόνο όταν υλοποιούνται πρόοδοι και όταν πραγματοποιούνται νέες μεταρρυθμίσεις και αυτό δεν συμβαίνει πλέον εδώ και μήνες» είπε.
Σε αντίθεση με τα όσα είπε ο Αλέξης Τσίπρας, ήρθαν και οι δηλώσεις του εκπροσώπου του υπουργείου Οικονομικών, ο οποίος επέμενε ότι η αλλαγή ονομασίας δεν θα επιφέρει κατάργηση του ελέγχου, ο οποίος θα παραμείνει ως έχει και θα ασκείται από τους τρεις θεσμούς: την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, την ΕΚΤ και το ΔΝΤ. Από τον ΣΥΡΙΖΑ ωστόσο τον διαψεύδουν και επιμένουν ότι οι έλεγχοι και η τρόικα έχουν τελειώσει.
Τα σενάρια για το Ποτάμι και ο Σουλτς
Τα κόμματα της αντιπολίτευσης αντιμετώπισαν τις τελευταίες εξελίξεις με κριτική και με μια διφορούμενη στάση, που αποτυπώνεται στο ελαφρώς ειρωνικό «καλωσόρισμα στην πραγματικότητα» όπως εκείνοι την εννοούν.
Μόνο ο Σταύρος Θεοδωράκης του Ποταμιού έσπευσε να δηλώσει την υποστήριξή του στην περίπτωση που προχωρήσει στις μεταρρυθμίσεις. Υποστήριξε μάλιστα ότι είναι έτοιμος να στηρίξει και με την κοινοβουλευτική του δύναμη, υπονοώντας την περίπτωση που η αριστερή πτέρυγα του ΣΥΡΙΖΑ αρνηθεί να ψηφίσει τη συμφωνία. Συγκεκριμένα, ο Σταύρος Θεοδωράκης δήλωσε ότι “Αν ο Πρωθυπουργός ειλικρινά πιστεύει όλα αυτά, που είπε στη συνέντευξη τύπου για τις μεγάλες μεταρρυθμίσεις, εμείς είμαστε στο πλευρό του. Αρκεί βέβαια κάποια στιγμή να πούμε συγκεκριμένα ποιες είναι αυτές οι μεταρρυθμίσεις. Και επειδή κάποιοι στην Αθήνα έχουν ήδη αρχίσει να μουρμουράνε και να δυσανασχετούν, καλούμε τον κύριο Τσίπρα να μη διστάσει και να μη φοβηθεί. Η Κοινοβουλευτική δύναμη του Ποταμιού είναι εδώ για να στηρίξει τις μεγάλες αλλαγές, που έχει ανάγκη η κοινωνία μας. Το σημαντικό είναι τη Δευτέρα να υπάρξει συμφωνία και να ριχτούμε όλοι στη δουλειά.”
Οι αριστεροί βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ όμως (αυτοί που πολλοί ξένοι δημοσιογράφοι αποκαλούν ακροαριστερούς) για τους οποίους ο Θεοδωράκης αφήνει υπόνοιες ότι μουρμουράνε και δεν θέλουν «μεταρρυθμίσεις», δεν έχουν μπει μόνο στο στόχαστρο του προέδρου του Ποταμιού, αλλά και των ευρωπαίων εταίρων, καθώς και στελεχών των αγορών, όπως μπορεί να διαπιστώσει κανείς παρακολουθώντας τις αναλύσεις του διεθνούς τύπου.
Ήδη διακινούνται σενάρια που αναφέρουν υπαινικτικά ακόμα και αντικατάστασή τους με βουλευτές του Ποταμιού και του ΠΑΣΟΚ, αν κάποιοι από αυτούς αρνηθούν να συναινέσουν στις υποχωρήσεις για τις οποίες πιέζουν. Στο κλίμα αυτό ιδιαίτερη κινητικότητα δείχνουν κάποια στελέχη του γερμανικού σοσιαλδημοκρατικού κόμματος, ενώ για τον Μάρτιν Σουλτς πληροφορίες λένε ότι έχει αναλάβει εδώ και καιρό ρόλο «προξενητή», προσπαθώντας να ρυμουλκήσει τον ΣΥΡΙΖΑ σε πιο «ρεαλιστικές» θέσεις. Δεν είναι πολύ κρυφό ότι υπάρχουν και κάποια μετριοπαθή στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ που επιχειρεί να προσεγγίσει με τις ευλογίες των εταίρων, όπως και ότι δούλεψε σκληρά για να συνεργαστεί ο ΣΥΡΙΖΑ με το Ποτάμι, αλλά δεν τα κατάφερε.
Σχετικά με την εξάμηνη παράταση του προγράμματος πάντως, όπως έχουμε ξαναγράψει, αυτή είχε προταθεί σε κλειστή σύσκεψη του ΣΥΡΙΖΑ, υπό τον Τσίπρα, (με θέμα την επόμενη μέρα) στις αρχές Ιανουαρίου, πριν τις εκλογές, από τους Δραγασάκη και Σταθάκη, αλλά τόσο ο πρόεδρος του κόμματος τότε, όσο και τα υπόλοιπα στελέχη που συμμετείχαν, ήταν αρνητικοί.
Στην ίδια πρόταση επανήλθε η Νάντια Βαλαβάνη με δημόσια δήλωσή της προεκλογικά, αλλά μετά τον θόρυβο που προκλήθηκε, επιχείρησε να το μαζέψει.
Διάθεση συμβιβασμού και μετριοπάθειας ωστόσο, έχουν δείξει και άλλα στελέχη, όπως επίσης και κάποιες κυβερνητικές επιλογές από μόνες τους το δηλώνουν. Χαρακτηριστική η περίπτωση του Δημήτρη Μαρδα, αναπληρωτή υπουργού Οικονομικών, που προέρχεται από το ΠΑΣΟΚ και από την ίδια πολιτική σχολή με τους Στουρνάρα, Χαρδούβελη, Χριστοδουλάκη κ.α
Ο Δ.Μαρδας υπήρξε στέλεχος του Ποταμιού μέχρι και την προεκλογική περίοδο και υπάρχουν άρθρα με την υπογραφή του στο σάιτ του Ποταμιού ως και τις 19 Ιανουαρίου. Στα άρθρα του ασκούσε κριτική συχνά στις πολιτικές του ΣΥΡΙΖΑ και στον «λαϊκισμό των αντιμνημονιακών». Η επιλογή του ήταν μία από τις εκπλήξεις για πολλά στελέχη του κόμματος. Σε ραδιοφωνική συνέντευξή του μετά την ανάληψη των υπουργικών καθηκόντων του, είχε δηλώσει ότι τον είχαν διαβεβαιώσει για την πορεία συνεννόησης και σύνεσης που θα ακολουθούσε η κυβέρνηση, διαφορετικά δεν θα συμμετείχε σε αυτήν.
Τα μάτια όλων στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ
Αυτή τη στιγμή τα μάτια όλων είναι στραμμένα στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ και οι ξένοι αναλυτές που έχουν γίνει εξπέρ στις συνιστώσες, αναρωτιούνται πως θα περάσει μία πιθανή συμβιβαστική συμφωνία ο ΣΥΡΙΖΑ από το ίδιο το κόμμα του.
Δεν είναι πάντως μόνο η Αριστερή Πλατφόρμα που βρίσκεται στα αριστερά του οικονομικού επιτελείου, αλλά η πλειοψηφία της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ. Ο Γιάννης Βαρουφάκης έχει μικρή αποδοχή μέσα σε αυτήν και είναι χαρακτηριστική η κριτική που δέχθηκε και στην πρόσφατη συνεδρίαση κατά την οποία τους ενημέρωσε. Η επιλογή της Ελενας Παναρίτη στο επιτελείο του, που υπήρξε συνεργάτιδα του Γιώργου Παπανδρέου, δημιούργησε μεγαλύτερες επιφυλάξεις.
Κάποιοι -στα ευρωπαϊκά κέντρα – προβλέπουν ότι η συμφωνία που θέλουν οι εταίροι, ακόμα και αν πείσουν τον Τσίπρα, δεν θα γίνει αποδεκτή από όλους τους βουλευτές και αυτοί μπορεί να τον πιέσουν να κάνει πίσω, τραβώντας τον στις προεκλογικές θέσεις. Άλλοι πάλι πιθανολογούν ακόμα και διάσταση και έχουν ήδη plan B αντικατάστασης της υποστήριξής τους -κοινοβουλευτικά- με βουλευτές του Ποταμιού, που δηλώνει πρόθυμο και δεν το κρύβει. Είναι μάλιστα τόσο ανυπόμονοι, που με την τελευταία δήλωσή του ο Θεοδωράκης σχεδόν αποκάλυψε τα όσα μαγειρεύονται στις Βρυξέλλες και στο Βερολίνο, ως plan B και C, φανερώνοντας όχι και τόσο μεγάλο σεβασμό στη βούληση των ψηφοφόρων και στο πρόσφατο εκλογικό αποτέλεσμα.
Όσο για την κυρίαρχη γραμμή των μεγάλων ΜΜΕ, για την ώρα είναι να χαμηλώσουν οι τόνοι και να μην ασκείται κριτική, ώστε να διευκολυνθεί η επιθυμητή «στροφή στον ρεαλισμό» για την οποία όλοι πιέζουν.
Για την ώρα όλα παραμένουν ανοιχτά, τίποτα δεν έχει κριθεί και οι επόμενες μέρες θεωρούνται πολύ κρίσιμες.
Via : www.thepressproject.gr