του Ορέστη Παυλίδη
Λευκός Πύργος, 9 το πρωί. Λίγες κουβέντες, λίγα χαμόγελα, λίγος καφές. Επιβίβαση στα λεωφορεία. Γεμάτα. Στη διαδρομή μικρά χωριά, όμορφα, φύση, δάση και πεδιάδα, και ο καιρός να αλλάζει προς μια παράξενα συννεφιασμένη Κυριακή. Στάση έξω από την Μεγάλη Παναγιά. Κόσμος. Απλός. Πολύς. Χαμόγελα, συναντήσεις, αγκαλιές, αλλά και μια υποβόσκουσα ανησυχία.
Πήγα, λοιπόν, προχθές στις Σκουριές.
Πήγα στις Σκουριές γιατί ήθελα να δω με τα μάτια μου πώς έχουν καταστρέψει ένα ολόκληρο βουνό, ένα τεράστιο δάσος. Τη φύση, που βρήκαν τον τρόπο να τους «ανήκει». Πήγα στις Σκουριές για να βρεθώ εκεί, δίπλα στους ανθρώπους που τόσον καιρό δεν το βάζουν κάτω αν και έχουν τους πάντες απέναντί τους, συνεχίζοντας να μάχονται για τη γη και την ελευθερία. Πήγα στις Σκουριές για να πάρω ένα μάθημα, βλέποντας τη δύναμη, την οργή και τη θλίψη μέσα στα μάτια των κατοίκων. Πήγα στις Σκουριές γιατί καλές οι συναυλίες, οι δηλώσεις και τα άρθρα αλλά το πρόβλημα αρχίζει στο βουνό. Πήγα στις Σκουριές γιατί ο καθένας μας που σέβεται τον εαυτό του θα έπρεπε να τον πνίγει η καταστροφή της φύσης, των υδάτων και της ζωής του. Όσο «μακριά» και αν του φαίνονται οι Σκουριές. Πήγα στις Σκουριές γιατί το άδικο οπλίζει τον λαό παγκόσμια σε αντίδραση και κινητοποίηση. Πήγα στις Σκουριές γιατί ο ακτιβισμός και η αλληλεγγύη σήμερα πρέπει να αντικαταστήσουν την απάθεια και το lifestyle. Πήγα στις Σκουριές για να ακούσουν μέχρι την Αθήνα ότι οι ζωές μας δεν είναι διαπραγματεύσιμες σε κλειστά γραφεία και δεν ανταλλάσσονται με χρήμα σε μαύρους χαρτοφύλακες. ΔΕΝ πήγα στις Σκουριές ούτε για να κάψω εγκαταστάσεις, ούτε για να παίξω πετροπόλεμο, ούτε για να βρίσω τους μπάτσους, ούτε για να τρέχω να αποφύγω ευθύβολες ρίψεις δακρυγόνων και κρότου-λάμψης. Πήγα στις Σκουριές για να μην αφήσω μόνη της τη γνωστή γιαγιά στο βίντεο που ακολουθεί. Πήγα στις Σκουριές γιατί αυτό που συμβαίνει εκεί με θίγει ως άνθρωπο σ’ αυτήν την κοινωνία.
Χθες χίλιοι, αύριο χιλιάδες. Θα ξανανταμώσουμε στο βουνό.
*Ο Ορέστης Παυλίδης είναι φοιτητής Ιατρικής.