images

Της ΣΟΦΙΑΣ ΚΑΪΤΑΤΖΗ-ΓΟΥΙΤΛΟΚ*

Στη διεθνοπολιτική κονίστρα του καλοκαιριού δεσπόζουν νέα και χρονίζοντα προβλήματα. Ο εμφύλιος στην Ουκρανία, η νέα ισραηλινή επιδρομή στη Γάζα, η συμπλήρωση σαράντα ετών τουρκικής κατοχής στην Κύπρο, εν μέσω «νέας προσπάθειας επίλυσης».

 Εντούτοις, κοινή εξωτερική πολιτική της Ε.Ε. δεν προκύπτει για κανένα πρόβλημα. «Ακρα του τάφου σιωπή», τόσο για το Κυπριακό όσο και για το Παλαιστινιακό. Αντιθέτως, βρίθουν οι ποικίλες μονομερείς τοποθετήσεις.

Εν μέσω ανηλεών βομβαρδισμών, η Γερμανίδα καγκελάριος Ανγκελα Μέρκελ και ο Βρετανός πρωθυπουργός Ντέιβιντ Κάμερον δήλωσαν πως «το Ισραήλ δικαιούται αυτοάμυνα». Μα, αποτελεί η αυτοάμυνα αποκλειστικό δικαίωμα των Ισραηλινών, πλέον; Δεν αμύνονται τα γυναικόπαιδα της Παλαιστίνης ή οι εξεγερμένοι ρωσόφωνοι της Ουκρανίας, όπου γλώσσα και κόμματα κηρύχθηκαν παράνομα; Νομιμοποιείται τόσο εξόφθαλμη μονομέρεια;

Οι πολίτες παρακολουθούν σοκαρισμένοι την ισραηλινή βία και την αποδοχή της, με τον ταυτόχρονο στιγματισμό των εξεγερμένων ρωσόφωνων ως «τρομοκρατών». Παρ’ ότι μυριάδες πολιτών καταγγέλλουν το εγκληματικό ολοκαύτωμα της Γάζας, οι Ευρωπαίοι «ταγοί» υποθάλπουν την κλιμάκωση της επιθετικότητας ή περί άλλα τυρβάζουν. Η Κάθριν Αστον, αντιπρόεδρος της Επιτροπής, αρμόδια για τις Εξωτερικές Υποθέσεις (ως επικεφαλής της European External Action Service) και δεύτερη πιο ακριβοπληρωμένη αξιωματούχος, άφαντη.

Στις τρεις φάσεις της ουκρανικής κρίσης -την πρόκλησή της το χειμώνα, την απόσχιση της Κριμαίας και την όξυνση του εμφυλίου με την κατάρριψη του μαλαισιανού αεροσκάφους τον Ιούλιο- η αποκλίνουσα στάση των Ευρωπαίων αποκαλύπτει αγεφύρωτα εθνοκεντρικές διαφοροποιήσεις. Ενδεικτικά, οι απόπειρες επιβολής κυρώσεων κατά της Ρωσίας, λόγω φόβων για τις οικονομικές επιπτώσεις τους, προκάλεσαν δημόσιες αντεγκλήσεις κορυφής.

Οι αντιφατικές διαμάχες αναδεικνύουν τριχοτομημένη στάση της Ε.Ε. Από τη μια, τα «γεράκια» της αγγλοσαξονικής σφαίρας επιρροής συσπειρώθηκαν αστραπιαία σε αντιρωσική συμμαχία. Με την επικοινωνιακή υπεροχή τους, πρωτοστατούν προνομιακά σε ρόλο «τιμητών», στο πλευρό των ΗΠΑ, ακόμη και εν όψει ενδοευρωπαϊκών διενέξεων. Προδικάζοντας άμεση υπαιτιότητα του Ρώσου προέδρου Βλαντίμιρ Πούτιν, ο Κάμερον «επιτάσσει» γενικό εμπάργκο κατά της Ρωσίας, μεμφόμενος παράλληλα τους Γάλλους για συναλλαγές μαζί της.

Από την άλλη, Γαλλία, Ιταλία και χώρες του Νότου, συμμαχώντας περιστασιακά, προσπαθούν να αποτρέψουν τις κυρώσεις, προκρίνοντας τη διπλωματία. Η αντιπαράθεση των δύο προσεγγίσεων οξύνθηκε όταν ο πρόεδρος Φρανσουά Ολάντ και ο γραμματέας του Σοσιαλιστικού Κόμματος Γαλλίας, Ζαν-Κριστόφ Καμπανελίς, έφτασαν να καταγγείλουν το Βρετανό πρωθυπουργό για «υποκρισία».

Ανάμεσα στα διασταυρούμενα πυρά των Αγγλογάλλων μετεωρίζεται η Μέρκελ, η οποία, προσωρινώς, αποστασιοποιήθηκε από διαπληκτιζόμενους ομολόγους της στο πρόσφατο Συμβούλιο (23.7). Ωστόσο, η Γερμανία υπέθαλψε φανερά την κρίση στην Ουκρανία, ενώ τώρα απεύχεται μετωπική σύγκρουση με τον Πούτιν. Τηρεί πλέον «μετριοπαθή» στάση, εξωθώντας σε αναβλητικότητα. Μονά-ζυγά δικά της. Εύλογο. Η Γερμανία εξαρτάται από τη Ρωσία για το ένα τέταρτο της ενεργειακής επάρκειάς της.

Αντίθετα, έχοντας μηδενική ενεργειακή εξάρτηση, η Βρετανία πνέει μένεα κατά της Ρωσίας. Εύλογο. Ο αρνητικός οικονομικός αντίκτυπος, τόσο στο χρηματοπιστωτικό σύστημα του City όσο και στους άλλους τομείς, από ένα πιθανό ρωσικό εμπάργκο, υπολογίζεται αμελητέος. Ακριβώς μία ποσοστιαία μονάδα. Ετσι, ο Κάμερον συντάσσεται με τους πολεμοκάπηλους της αμερικανικής Γερουσίας. Στιγματίζει τους εξεγερμένους ρωσόφωνους ως τρομοκράτες, προσβλέποντας στην ουκρανική αγορά. Μονολιθικά αντιρωσική στάση τηρούν, παραδοσιακά, Σουηδία, Βαλτικές Δημοκρατίες και Πολωνία. Ωστόσο, μετά τα ρωσικά οικονομικά αντίμετρα, που πλήττουν τις αγροτικές εξαγωγές της Πολωνίας, αντιδρούν πλέον και εκεί πληττόμενοι και πραγματιστές.

Ηοξύτατη ενωσιακή σύγκρουση φέρνει στο προσκήνιο πάγιες ευρωπαϊκές πρακτικές «διπλών στάνταρ». Αλλο απότοκο είναι οι «μεσοβέζικες» παρεμβάσεις, ήτοι: υποδείξεις «καλής συμπεριφοράς», αντί δραστικών ενεργειών. Απουσιάζει εκκωφαντικά τόσο η μέριμνα για «ενιαία πολιτική αρχών» όσο και για μια εξωτερική πολιτική με γνώμονα το «κοινό ευρωπαϊκό συμφέρον». Οι διεθνείς εξελίξεις στο περιβάλλον της Ε.Ε. σφραγίζονται, επομένως, από έλλειμμα κοινής ευρωπαϊκής εξωτερικής πολιτικής, ακόμη και βραχυπρόθεσμα. Καθορίζονται επίσης από τη χρόνια νόσο των παρελκύσεων, τάση που συγκαλύπτει απλώς την επιδεινούμενη διάσταση των εθνικών στρατηγικών. Αυξάνονται εσχάτως επικίνδυνα τα ασύμπτωτα ή και τα συγκρουόμενα γεωοικονομικά συμφέροντα μεταξύ ευρωπαϊκών κρατών.

Εκ των πραγμάτων, μια δυνάμει «κοινή εξωτερική πολιτική» της Ε.Ε. δυσχεραίνεται, αν δεν ακυρώνεται. Εκτός του ελλείμματος ενιαίας «πολιτικής αρχών», πίσω από την τριχοτόμηση δύσκολα κρύβεται το έλλειμμα ηγεσίας, υπευθυνότητας και ανθρωπιστικής ευαισθησίας. Περισσεύει η υποκρισία και η προπαγάνδιση προκαταλήψεων.

* Καθηγήτρια Πολιτικής Επιστήμης-Πολιτικής Επικοινωνίας, ΑΠΘ

Via : www.enet.gr