Η συμπεριφορά των «Μεγάλων Δυνάμεων», Αγγλίας, Γαλλίας και τσαρικής Ρωσίας, απέναντι στο νεότευκτο ελληνικό κράτος, μετά την επανάσταση του 1821, είναι χαρακτηριστική των σχέσεων εξάρτησης και υποτέλειας των ελληνικών κυβερνήσεων με τους «προστάτες».
Ένα επεισόδιο που αποτυπώνει αυτό το πλέγμα των σχέσεων είναι η «υπόθεση Πατσίφικο», που εκτυλίχτηκε στην Αθήνα τη διετία 1849- 1850.
Το Πάσχα του 1849 η ελληνική κυβέρνηση απαγόρευσε ένα λαϊκό έθιμο, «το κάψιμο του Ιούδα», ή «το κάψιμο του Εβραίου», όπως το ονόμαζαν αρκετοί. Η απαγόρευση αυτή είχε συμπέσει με την επίσκεψη του οίκου Ρότσιλντ για τη σύναψη νέου δανείου με την ελληνική κυβέρνηση και λόγω της εβραϊκής καταγωγής των επικεφαλής της, η απαγόρευση αυτή είχε εξοργίσει πολλούς.
Έστι τη Μεγάλη Παρασκευή στην Πλατεία Ασωμάτων όπου θα τελούνταν το έθιμο, η ανακοίνωση της απαγόρευσης από την αστυνομία προκάλεσε βίαιο ξέσπαμα του κόσμου.
Εκεί, επί της Πλατείας, ήταν το σπίτι του Δαυίδ Πατσίφικου, εβραϊκής καταγωγής, που είχε διατελέσει πρόξενος της Πορτογαλίας, αλλά απολύθηκε για σειρά καταχρήσεων.
Κάποιοι, λοιπόν, που πίστεψαν ότι ο Ντον Πατσίφικο ευθύνεται για την απαγόρευση του εθίμου επιτέθηκαν στο σπίτι του και κατέστρεψαν ένα μέρος της οικοσκευής.
Ο Πατσίφικο, που είχε διατελέσει πρόξενος της Πορτογαλίας στην Αθήνα, αλλά είχε απαλλαγεί των καθηκόντων του λόγω καταχρήσεων, εστράφη κατά της ελληνικής κυβερνήσεως και ζήτησε αποζημίωση 888.736 δραχμών και 57 λεπτών.
Για να κατανοήσει κανείς το μέγεθος των οικονομικών απαιτήσεων του Ντον Πατσίφικο αρκεί να λάβει κατά νου πως τα δημόσια έσοδα το 1850 ανέρχονταν σε περίπου 18 εκ. δραχμές…
Ο πανούργος τυχοδιώκτης έβαλε στο παιγνίδι και την Αγγλία, αφού, εν τω μεταξύ, είχε αποκτήσει τη βρετανική υπηκοότητα.
Η αγγλική κυβέρνηση, που επιθυμούσε ασφυκτικότερο έλεγχο πάνω στο νεοπαγές ελληνικό κράτος που συχνάκις αλληθώριζε προς την Ρωσία, ζήτησε την καταβολή του υπέρογκου ποσού στον υπηκόο της.
Στην αίτηση αποζημίωσης του Πατσίφικο, πρόσθεσε και κάποιες ακόμη οικονομικές απαιτήσεις και απαίτησε την άμεση πληρωμή τους από το ελληνικό κράτος. Στη συνέχεια αποθρασύνθηκαν περαιτέρω.
Είχαν εδαφικές διεκδικήσεις σε βάρος της Ελλάδας (ζητούσαν τα νησιά Σαπιέντζα και Ελαφόνησο), ήθελαν αποζημίωση για την προσβολή της Σημαίας τους και άλλα.
Η ελληνική κυβέρνηση απέρριψε τις αγγλικές αξιώσεις ως υπερβολικές, αλλά η Αγγλία επανήλθε με μια διακοίνωση όπου αναφερόταν:
«Η Ελλάς θάττον ή βράδιον ώφειλε να υποχωρήση, διότι πάσα αναβολή θα εξεβίαζε την αγγλικήν Κυβέρνησιν να αυξήση αναλόγως της βραδύτητος το ποσό των ζητηθεισών ικανοποιήσεων».
Στις 30 Δεκεμβρίου 1849 καταφτάνουν στον Πειραιά οκτώ δίκροτα και πέντε ατμοκίνητες φρεγάτες του αγγλικού ναυτικού με οκτώ χιλιάδες πεζοναύτες και 731 κανόνια υπό τις διαταγές του ναυάρχου Γουίλιαμ Πάρκερ
Στις 3 Ιανουαρίου 1850, ο Άγγλος πρεσβευτής Ουάι ανακοίνωσε στον Έλληνα υπουργό Εξωτερικών Ανδρέα Λόντο ότι αν το ελληνικό κράτος δεν ικανοποιούσε αμέσως τις αγγλικές απαιτήσεις, τότε «ο ναύαρχος Πάρκερ προυτίθετο να προβή εναντίον των Αθηνών εις εχθροπραξίας και μέτρα επιζημιώτατα εις τα συμφέροντα των Ελλήνων πάσης τάξεως»!
Ο ναύαρχος Ουίλιαμ Πάρκερ
Το πρώτο μέτρο που εφάρμοσαν οι Αγγλοι, ήταν ο εμπορικός αποκλεισμός των λιμανιών του Πειραιά, Πατρών, Σύρου, Ύδρας, Ναυπλίου, Χαλκίδας και Κορίνθου.
Προσχώρησαν μάλιστα και στην κατάληψη των ελληνικών εμπορικών πλοίων και την κατάσχεση εισαγόμενων εμπορευμάτων ανυπολόγιστης αξίας.
Ας δούμε πώς είδε τα γεγονότα αυτά ο Γιάννης Μακρυγιάννης:
«…και ένας μεγάλος στόλος των σκύλων μας έχουν μπλόκον οπούναι περίπου από τρεις μήνες και μας πήραν όλα τα καράβια και μας κατακερμάτισαν όλο το εμπόριο και τζαλαπάτησαν την σημαίαν μας και πεθαίνουν της πείνας οι ανθρώποι των νησιών και εκείνοι οπούχουν τα καράβια τους γκιζερούν εις τους δρόμους και κλαίνε με μαύρα δάκρυα…».
Οι κυβερνήσεις της Γαλλίας και της Ρωσίας, αντιλαμβανόμενες ότι η Αγγλία επιδιώκει να μετατρέψει την Ελλάδα σε αποκλειστικά δικό της προτεκτοράτο, αντέδρασαν.
Η διεθνής κοινή γνώμη παράλληλα αντέδρασε έντονα ενάντια σε αυτήν την «ληστοπειρατική ενέργεια» του Πάλμερστον.
Οι Τάιμς του Λονδίνου γράφουν στις 4 Φλεβάρη 1850 πως «η εχθρική εμφάνιση του αγγλικού στόλου ένωσε εναντίον μας όλα τα κόμματα. […] Ο ελληνικός λαός […] μαθαίνει τώρα να γυρεύει από την Πετρούπολη τη βοήθεια που θα τονώσει τις ελπίδες του».
Πιο καυστική η Morning Chronicle του Λονδίνου αναφέρει πως «θα κάναμε μεγάλο λάθος αν δεν καταλαβαίναμε πως κι αυτός ακόμη ο λόρδος Πάλμερστον πρέπει, τώρα, να λυπάται και να ντρέπεται, γιατί διέθεσε ολόκληρη τη δύναμη κρούσης του αγγλικού στόλου για τα έπιπλα του Πατσίφικο»
Και το γαλλικό περιοδικό Revue des Deux Mondes στο τεύχος της 1ης Ιουλίου 1850 γράφει:
«Βλέπουμε κράτος αδύνατο κι απροστάτευτο να προσβάλλεται βάναυσα από καταπληκτικό στόλο. Και γιατί; Μα για μια οικτρή υπόθεση, για τις παράνομες και γελοίες απαιτήσεις κάποιου Εβραίου Πατσίφικο. Που είναι το δίκιο των εθνών αν η Αγγλία θα αποφασίζει από μόνη της τι είναι ορθό και δίκαιο;».
Αποτέλεσμα της αντίδρασης της κοινής γνώμης και των πιέσεων που δέχτηκε ο Πάλμερστον από τις κυβερνήσεις της Γαλλίας και της Ρωσίας ήταν να διατάξει την παύση των εχθρικών ενεργειών του βρετανικού στόλου και να αναζητήσει συμβιβαστική λύση και να καταλήξει στην παραπομπή του θέματος στη διεθνή διαιτησία.
Ηταν, πλέον, Απρίλιος του 1850 όταν ανακοινώθηκε η άρση του αποκλεισμού των ελληνικών λιμανιών από τον αγγλικό στόλο.
Τελικά η διεθνής διαιτησία μετά από πραγματογνωμοσύνη, όρισε για τον Πατσίφικο αποζημίωση ύψους 3.750 δραχμών…
Αυτή ήταν η «υπόθεση Πατσίφικο», ή «Τα Παρκερικά», όπως ονομάστηκαν τα γεγονότα από το όνομα του Άγγλου ναυάρχου.
Via : www.efsyn.gr