του Χριστόφορου Κάσδαγλη
Την ερχόμενη Κυριακή θα πάμε, σε αρκετές περιπτώσεις, να ψηφίσουμε το μη χείρον, από τους τυφλούς τον μονόφθαλμο, ή τέλος πάντων κάποιον, απλώς και μόνο για να διώξουμε κάποιον άλλον. Αλλά αφήστε με σας παρακαλώ εμένα να ονειρεύομαι.
Τις προάλλες μου ζήτησαν από ένα δημοτικό συνδυασμό που κατεβαίνει σε συνοικία της Αθήνας να συμμετάσχω σε μια δημόσια συζήτηση. Ένας φίλος από το facebook ήταν, που δεν τον ξέρω προσωπικά αλλά έχει τύχει αρκετές φορές να συνομιλήσουμε διαδικτυακά – δημόσια και ιδιωτικά.
Δεν τους ήξερα τους ανθρώπους αυτού του συνδυασμού, παρότι σ’ αυτή τη συνοικία κατοικούσα δώδεκα ολόκληρα χρόνια. Το σκέφτηκα πολύ αν έπρεπε να δεχτώ την ευγενική πρόσκληση, και τελικά τους έδωσα την εξής απάντηση: «Συγχωρέστε με αλλά δεν θα ήθελα να έρθω αυτή τη φορά, προεκλογικά. Πολύ ευχαρίστως όμως θα δεχτώ αν με καλέσετε μετά τις εκλογές, ανεξαρτήτως του εκλογικού αποτελέσματος».
Δεν ήταν υπεκφυγή. Το εννοώ. Γιατί αυτό που έχει αξία, κατά τη γνώμη μου, δεν είναι να σκαρώσεις ένα συνδυασμό της τελευταίας στιγμής, έναν εκλογικό μηχανισμό δηλαδή, αν θέλουμε να λέμε τα πράγματα με τ’ όνομά τους. Το ζητούμενο για μια δημοτική κίνηση είναι να κάνει δουλειά μακράς πνοής, όλη την τετραετία (πενταετία πλέον, με βάση το νέο σύστημα), και την άλλη πενταετία, και την επόμενη και τη μεθεπόμενη. Το ζητούμενο είναι να λειτουργεί συνεχώς, ανεξάρτητα από ποσοστά και από θέσεις στο δημοτικό συμβούλιο, να παρεμβαίνει στα δρώμενα, να είναι παρούσα στις γειτονιές, να κινητοποιεί και να ενώνει τον κόσμο. Να διαμορφώνει θέσεις για τα τοπικά πράγματα και να τις εξελίσσει μέσα στο χρόνο συζητώντας αδιάκοπα με τους δημότες. Να ανταποκρίνεται σε ποικίλες ευαισθησίες, να μιλά και να δρα για την αλληλεγγύη, για τους ανέργους, για το περιβάλλον, για την τοπική ανάπτυξη, για την αισθητική και για την πολεοδομία, συναρθρώνοντας διαφορετικά κινήματα σε μια κοινή συνισταμένη. Κι όλ’ αυτά, βέβαια, δεν μπορούν να γίνουν μέσα στη φούρια των εκλογών – το αντίθετο συμβαίνει μάλλον.
Τώρα λοιπόν που μπαίνουμε στην τελική ευθεία των δημοτικών εκλογών, δεν θέλω να γράψω ούτε λέξη για να προπαγανδίσω τη μία ή την άλλη υποψηφιότητα. Φυσικά και έχω άποψη για τον δήμο στον οποίο ψηφίζω και για άλλους δήμους, διακρίνω οπωσδήποτε αρκετές λαμπερές υποψηφιότητες και έχω και πολλούς φίλους που κατεβαίνουν υποψήφιοι εδώ κι εκεί. Αλλά δεν θέλω να μιλήσω τώρα γι’ αυτούς, ό,τι έγινε έγινε και όποιος πρόλαβε πρόλαβε, οι πιθανότητες ούτως ή άλλως είναι με το μέρος εκείνων που δούλεψαν σε ανύποπτο χρόνο, όταν έπρεπε, και όχι μ’ εκείνους που επέλεξαν ευκαιριακές λύσεις της τελευταίας στιγμής. Οι πρώτοι εξ αυτών, λοιπόν, δεν έχουν ανάγκη της δικής μου συνηγορίας, ενώ οι δεύτεροι δεν γίνεται να σωθούν χάρη σ’ αυτήν.
Σήμερα θέλω να σας εκθέσω τη δική μου ουτοπία για τις δημοτικές εκλογές: Μια κίνηση που να μην έχει μπροστά της κομματικό πρόσημο, μια κίνηση που να είναι αριστερή-οικολογική, αλλά όχι κομματική. Μια κίνηση που η δράση της να ξεκινάει αμέσως μετά τις δημοτικές εκλογές, ανεξαρτήτως αποτελέσματος, και όχι στο παρά 5 πριν απ’ αυτές.
Μια κίνηση που να μην έχει ανάγκη να κραυγάσει ότι είναι αντιμνημονιακή, γιατί αυτό θα προκύπτει από τα πεπραγμένα της, από τις παρεμβάσεις της, από την αλληλεγγύη που προσφέρει και εκπέμπει, από τις θέσεις και το πρόγραμμά της. Αν έχεις αγωνιστεί για να μην κοπούν δέντρα, για να μην πάει ένα ιστορικό κτίριο στο ΤΑΙΠΕΔ, για να μην μπαζώνονται ρέματα, για να μη γίνονται αμμοληψίες σε ποτάμια, για να μην επιχωματώνονται παραλίες, για να μη μαραζώνουν δάση, αν έχεις κάνει εθελοντική πυρασφάλεια, διανομή προϊόντων χωρίς μεσάζοντες, κοινωνικό ιατρείο ή φαρμακείο, αν έχεις αντιταχθεί σε φαραωνικά έργα, σε ιδιωτικά συμφέροντα και σε mall, αν έχεις μιλήσει και δράσει εγκαίρως για την προστασία της θάλασσας και του βουνού, για ανακύκλωση στην πηγή, για αποκεντρωμένες διαδικασίες λήψης αποφάσεων, αν έχεις επεξεργαστεί τοπικά σύμφωνα ποιότητας και αλληλεγγύης, αν έχεις δουλέψει για το κίνημα ανταλλαγής σπόρων, για τράπεζες χρόνου, για εναλλακτικές δομές οικονομίας και τοπικά νομίσματα, αν έχεις κάνει έστω και τα μισά απ’ αυτά δεν χρειάζεται να δηλώσεις αντιμνημονιακός, είσαι ο πιο συνεπής αντιμνημονιακός στην πράξη και σου το αναγνωρίζουν οι πάντες.
Και ξέρεις ποιο είναι το πιο περίεργο; Σ’ το αναγνωρίζουν και άνθρωποι που δεν συμφωνούν κατ’ ανάγκη με όλ’ αυτά, που ενδεχομένως ψηφίζουν μνημονιακά κόμματα, αλλά στο πρόσωπό σου ανακαλύπτουν μια φωνή που προάγει τα συμφέροντά τους σε τοπικό επίπεδο, μια δύναμη που προωθεί τη συλλογικότητα και τη δημιουργικότητα και βοηθάει τον τόπο και την τοπική κοινωνία ν’ ανθίσουν. Γιατί αν έχεις κάνει ένα μέρος μόνο από όλ’ αυτά, το πρόγραμμά σου και οι παρεμβάσεις σου ακτινοβολούν, και μαζί μ’ αυτά ακτινοβολείς κι εσύ, όχι σαν άτομο, όχι σαν αλλαζόνας τοπικός παράγοντας με παραφουσκωμένο εγώ, αλλά ως μέλος μιας ομάδας και μιας ιδέας που κατά βάθος όλοι θα ήθελαν να ευδοκιμήσει.
Θέλω να σας μιλήσω και για τα μέλη αυτής της κίνησης. Δεν είναι εκλογικός μηχανισμός, δεν είναι ένας κομματικός μηχανισμός που ενόψει των εκλογών αλλάζει καπέλο και φοράει τα χρώματα της αυτονομίας. Είναι μια ομάδα, ακόμα περισσότερο μια παρέα, μια παρέα όμως ανοιχτή, πλουραλιστική, μακάρι να είναι και νεανική, αν και η ηλικία δεν αποτελεί το βασικό κριτήριο. Μια παρέα από εθελοντές, από χομπίστες αν θέλετε, που αγαπάνε τον τόπο τους χωρίς να είναι τοπικιστές, που έχουν τη δυνατότητα να δουν πέρα από τη μύτη τους και να πάνε ακόμα παραπέρα, να συνεργαστούν με τους όμορους δήμους και όχι να τους βλέπουν εχθρικά και φοβικά, γιατί πολλά από τα προβλήματα ενός δήμου, όπως το περιβάλλον, τα οδικά δίκτυα, τα απορρίμματα, το νερό, το θαλάσσιο μέτωπο, η ενέργεια, η οικονομία έχουν και σημαντικές υπερτοπικές διαστάσεις και απαιτούν ευρύτερες περιφερειακές πολιτικές και συνεργασίες. Μια παρέα που θα έχει τα αντανακλαστικά να συνδέσει τα τοπικά προβλήματα με τα εθνικά, που θα μπορεί να κατανοήσει και να εφαρμόσει το σύνθημα «Think global, act local» (σκέψου σφαιρικά, δράσε τοπικά).
Αυτή η παρέα ενδέχεται (χωρίς να το θεωρώ εντελώς απαραίτητο), να έχει και κάποιον αρχηγό ή αρχηγούς, κάποιον εκπρόσωπο τέλος πάντων, που λογικά θα είναι ο πιο έμπειρος, ευρύτερα γνωστός, πέρα από τα όριά της, κάποιον που ξεπήδησε φυσιολογικά μέσα από τη δράση της και έχει την ικανότητα να την εκφράσει πιο αυθεντικά από άλλους. Πολλές φορές τα ζητάνε αυτά οι τοπικές κοινωνίες, καλώς ή κακώς προτιμούν, από συνήθεια ή από παράδοση, να εμπιστευτούν έναν άνθρωπο και όχι μια ομάδα, ένα πρόσωπο και όχι ένα πρόγραμμα, ένα όνομα και όχι μια λίστα ονομάτων. Αν συντρέχουν καλή διάθεση και συλλογικότητα δεν πολυπειράζει αυτό, υπάρχει άλλωστε πάντα η δυνατότητα για εναλλαγή, σήμερα αναλαμβάνεις εσύ αύριο κάποιος άλλος – η κεντρική ιδέα πίσω από όλ’ αυτά δεν είναι να μοιραστούμε την εξουσία μεταξύ μας, αλλά να διαπλάσουμε μέσα από τη συλλογικότητα πέντε και δέκα υποψήφιους δημάρχους, δέκα και είκοσι και τριάντα τοπικούς ηγέτες ώστε κανείς να μην είναι αναντικατάστατος, αλλά όλες και όλοι να είναι απαραίτητοι και η συλλογικότητα να διευρύνεται ολοένα και περισσότερο.
Δεν έχει και τόσο μεγάλη σημασία αν αυτοί οι τοπικοί ηγέτες είναι νέοι ή μεγαλύτεροι, αν φοράνε γραβάτα ή μπλουζάκι, τι σπουδές έχουν κάνει ή τι επαγγέλλονται. Σημασία έχει να μπορούν να λειτουργήσουν συλλογικά, ως πρώτοι μεταξύ ίσων, να μην έχουν εμμονές και εγωισμούς, να έχουν ξεπηδήσει με φυσικό τρόπο μέσα από την τοπική κοινωνία, να είναι δημιουργικοί και δουλευταράδες, να έχουν την ικανότητα και τη διάθεση να ακούν, να ξέρουν πώς να αξιοποιήσουν τις δεξιότητες διαφορετικών ανθρώπων και πώς να αξιολογήσουν τις ευαισθησίες τους, να είναι καλοί αγωγοί της κοινής γνώμης, όχι για να υποταχθούν σ’ αυτήν αλλά για να την εντάξουν σε ένα σχέδιο ευρύτερης πνοής.
Μια τέτοια δημοτική κίνηση ονειρεύομαι, όσο κι αν αυτό χτυπάει κάπως περίεργα σε σχέση με τη στιγμή και με την πραγματικότητα που ζούμε – αυτή είναι η δική μου ουτοπία. Μονάχα που δεν είναι ουτοπία, κατά κάποιον τρόπο σας παραπλάνησα, ξέρω τουλάχιστον μία τέτοια κίνηση σε έναν περιφερειακό δήμο της Ελλάδας. Μια κίνηση που δούλευε 12 ολόκληρα χρόνια με πείσμα, τόλμη και φαντασία, μέσα σε χίλιες δυο αντιξοότητες, για να φτάσει τώρα να διεκδικεί με αξιώσεις τη δημαρχία. Σίγουρα θα υπάρχουν και άλλες τέτοιες σε άλλα μέρη, έστω και αν προσωπικά δεν τις έχω υπόψη μου, έχω ζήσει άλλωστε και στο παρελθόν τέτοιες απόπειρες, άλλοτε πιο πετυχημένες και αποτελεσματικές και άλλοτε λιγότερο.
Δεν θα σας πω ποια είναι η κίνηση, σκοπός αυτού του σημειώματος δεν είναι να κάνει γκρίζα πολιτική διαφήμιση, άλλωστε όσοι με ξέρουν καταλαβαίνουν ακριβώς για ποιο πράγμα μιλάω. Δεν αποκλείεται εξάλλου κάποιος αναγνώστης να αναγνωρίσει σ’ αυτό το σημείωμα τα χαρακτηριστικά του συνδυασμού της προτίμησής του, κάπου στην Ελλάδα. Αν συμβαίνει κάτι τέτοιο, θα πρέπει να θεωρήσει τον εαυτό του και τους συντοπίτες του πολύ τυχερούς.
Ο λόγος που γράφεται αυτό το σημείωμα είναι γιατί θα ήθελα από όλους μας, ανεξάρτητα από το τι θ’ αποφασίσει ο καθένας να ψηφίσει με βάση τις επιλογές που διατίθενται στον τόπο του, να γίνουμε πιο εκλεκτικοί και απαιτητικοί, να μη συμβιβαζόμαστε εύκολα με το μη χείρον, να μη σπεύδουμε να ψηφίσουμε κάποιους μόνο και μόνο για να διώξουμε κάποιους άλλους. Και πάνω απ’ όλα τα γράφω όλ’ αυτά γιατί θα ήθελα αμέσως μετά τις εκλογές να δω ένα κύμα νέων πρωτοβουλιών σε κάθε δήμο και σε κάθε γειτονιά, πρωτοβουλίες που θα ξεκινήσουν τώρα αμέσως, όχι αργότερα, με ορίζοντα πενταετίας ή και δεκαετίας. (Προσωπικά το έχω ήδη κάνει, σχετικά πρόσφατα, ασχέτως αν δεν εκτίθεμαι ως υποψήφιος, και νιώθω πολύ ωραία με όλο αυτό.)
Πέντε χρόνια μπορεί να είναι πάρα πολλά για κάποιον που απλώς φιλοδοξεί να στήσει έναν εκλογικό μηχανισμό, είναι όμως μόλις αρκετά για κάποιους που ενδιαφέρονται να στήσουν ένα τοπικό κίνημα. Το δικό μου σύνθημα, λοιπόν, για τις τοπικές κοινωνίες είναι «στις 25 ψηφίζουμε, στις 26 αρχίζουμε». Τα καλύτερα έρχονται, όπως λέει ένα από τα συνθήματα της ιδανικής δημοτικής κίνησης που μόλις περιέγραψα αποφεύγοντας να την κατονομάσω.
Δεν τους ήξερα τους ανθρώπους αυτού του συνδυασμού, παρότι σ’ αυτή τη συνοικία κατοικούσα δώδεκα ολόκληρα χρόνια. Το σκέφτηκα πολύ αν έπρεπε να δεχτώ την ευγενική πρόσκληση, και τελικά τους έδωσα την εξής απάντηση: «Συγχωρέστε με αλλά δεν θα ήθελα να έρθω αυτή τη φορά, προεκλογικά. Πολύ ευχαρίστως όμως θα δεχτώ αν με καλέσετε μετά τις εκλογές, ανεξαρτήτως του εκλογικού αποτελέσματος».
Δεν ήταν υπεκφυγή. Το εννοώ. Γιατί αυτό που έχει αξία, κατά τη γνώμη μου, δεν είναι να σκαρώσεις ένα συνδυασμό της τελευταίας στιγμής, έναν εκλογικό μηχανισμό δηλαδή, αν θέλουμε να λέμε τα πράγματα με τ’ όνομά τους. Το ζητούμενο για μια δημοτική κίνηση είναι να κάνει δουλειά μακράς πνοής, όλη την τετραετία (πενταετία πλέον, με βάση το νέο σύστημα), και την άλλη πενταετία, και την επόμενη και τη μεθεπόμενη. Το ζητούμενο είναι να λειτουργεί συνεχώς, ανεξάρτητα από ποσοστά και από θέσεις στο δημοτικό συμβούλιο, να παρεμβαίνει στα δρώμενα, να είναι παρούσα στις γειτονιές, να κινητοποιεί και να ενώνει τον κόσμο. Να διαμορφώνει θέσεις για τα τοπικά πράγματα και να τις εξελίσσει μέσα στο χρόνο συζητώντας αδιάκοπα με τους δημότες. Να ανταποκρίνεται σε ποικίλες ευαισθησίες, να μιλά και να δρα για την αλληλεγγύη, για τους ανέργους, για το περιβάλλον, για την τοπική ανάπτυξη, για την αισθητική και για την πολεοδομία, συναρθρώνοντας διαφορετικά κινήματα σε μια κοινή συνισταμένη. Κι όλ’ αυτά, βέβαια, δεν μπορούν να γίνουν μέσα στη φούρια των εκλογών – το αντίθετο συμβαίνει μάλλον.
Τώρα λοιπόν που μπαίνουμε στην τελική ευθεία των δημοτικών εκλογών, δεν θέλω να γράψω ούτε λέξη για να προπαγανδίσω τη μία ή την άλλη υποψηφιότητα. Φυσικά και έχω άποψη για τον δήμο στον οποίο ψηφίζω και για άλλους δήμους, διακρίνω οπωσδήποτε αρκετές λαμπερές υποψηφιότητες και έχω και πολλούς φίλους που κατεβαίνουν υποψήφιοι εδώ κι εκεί. Αλλά δεν θέλω να μιλήσω τώρα γι’ αυτούς, ό,τι έγινε έγινε και όποιος πρόλαβε πρόλαβε, οι πιθανότητες ούτως ή άλλως είναι με το μέρος εκείνων που δούλεψαν σε ανύποπτο χρόνο, όταν έπρεπε, και όχι μ’ εκείνους που επέλεξαν ευκαιριακές λύσεις της τελευταίας στιγμής. Οι πρώτοι εξ αυτών, λοιπόν, δεν έχουν ανάγκη της δικής μου συνηγορίας, ενώ οι δεύτεροι δεν γίνεται να σωθούν χάρη σ’ αυτήν.
Σήμερα θέλω να σας εκθέσω τη δική μου ουτοπία για τις δημοτικές εκλογές: Μια κίνηση που να μην έχει μπροστά της κομματικό πρόσημο, μια κίνηση που να είναι αριστερή-οικολογική, αλλά όχι κομματική. Μια κίνηση που η δράση της να ξεκινάει αμέσως μετά τις δημοτικές εκλογές, ανεξαρτήτως αποτελέσματος, και όχι στο παρά 5 πριν απ’ αυτές.
Μια κίνηση που να μην έχει ανάγκη να κραυγάσει ότι είναι αντιμνημονιακή, γιατί αυτό θα προκύπτει από τα πεπραγμένα της, από τις παρεμβάσεις της, από την αλληλεγγύη που προσφέρει και εκπέμπει, από τις θέσεις και το πρόγραμμά της. Αν έχεις αγωνιστεί για να μην κοπούν δέντρα, για να μην πάει ένα ιστορικό κτίριο στο ΤΑΙΠΕΔ, για να μην μπαζώνονται ρέματα, για να μη γίνονται αμμοληψίες σε ποτάμια, για να μην επιχωματώνονται παραλίες, για να μη μαραζώνουν δάση, αν έχεις κάνει εθελοντική πυρασφάλεια, διανομή προϊόντων χωρίς μεσάζοντες, κοινωνικό ιατρείο ή φαρμακείο, αν έχεις αντιταχθεί σε φαραωνικά έργα, σε ιδιωτικά συμφέροντα και σε mall, αν έχεις μιλήσει και δράσει εγκαίρως για την προστασία της θάλασσας και του βουνού, για ανακύκλωση στην πηγή, για αποκεντρωμένες διαδικασίες λήψης αποφάσεων, αν έχεις επεξεργαστεί τοπικά σύμφωνα ποιότητας και αλληλεγγύης, αν έχεις δουλέψει για το κίνημα ανταλλαγής σπόρων, για τράπεζες χρόνου, για εναλλακτικές δομές οικονομίας και τοπικά νομίσματα, αν έχεις κάνει έστω και τα μισά απ’ αυτά δεν χρειάζεται να δηλώσεις αντιμνημονιακός, είσαι ο πιο συνεπής αντιμνημονιακός στην πράξη και σου το αναγνωρίζουν οι πάντες.
Και ξέρεις ποιο είναι το πιο περίεργο; Σ’ το αναγνωρίζουν και άνθρωποι που δεν συμφωνούν κατ’ ανάγκη με όλ’ αυτά, που ενδεχομένως ψηφίζουν μνημονιακά κόμματα, αλλά στο πρόσωπό σου ανακαλύπτουν μια φωνή που προάγει τα συμφέροντά τους σε τοπικό επίπεδο, μια δύναμη που προωθεί τη συλλογικότητα και τη δημιουργικότητα και βοηθάει τον τόπο και την τοπική κοινωνία ν’ ανθίσουν. Γιατί αν έχεις κάνει ένα μέρος μόνο από όλ’ αυτά, το πρόγραμμά σου και οι παρεμβάσεις σου ακτινοβολούν, και μαζί μ’ αυτά ακτινοβολείς κι εσύ, όχι σαν άτομο, όχι σαν αλλαζόνας τοπικός παράγοντας με παραφουσκωμένο εγώ, αλλά ως μέλος μιας ομάδας και μιας ιδέας που κατά βάθος όλοι θα ήθελαν να ευδοκιμήσει.
Θέλω να σας μιλήσω και για τα μέλη αυτής της κίνησης. Δεν είναι εκλογικός μηχανισμός, δεν είναι ένας κομματικός μηχανισμός που ενόψει των εκλογών αλλάζει καπέλο και φοράει τα χρώματα της αυτονομίας. Είναι μια ομάδα, ακόμα περισσότερο μια παρέα, μια παρέα όμως ανοιχτή, πλουραλιστική, μακάρι να είναι και νεανική, αν και η ηλικία δεν αποτελεί το βασικό κριτήριο. Μια παρέα από εθελοντές, από χομπίστες αν θέλετε, που αγαπάνε τον τόπο τους χωρίς να είναι τοπικιστές, που έχουν τη δυνατότητα να δουν πέρα από τη μύτη τους και να πάνε ακόμα παραπέρα, να συνεργαστούν με τους όμορους δήμους και όχι να τους βλέπουν εχθρικά και φοβικά, γιατί πολλά από τα προβλήματα ενός δήμου, όπως το περιβάλλον, τα οδικά δίκτυα, τα απορρίμματα, το νερό, το θαλάσσιο μέτωπο, η ενέργεια, η οικονομία έχουν και σημαντικές υπερτοπικές διαστάσεις και απαιτούν ευρύτερες περιφερειακές πολιτικές και συνεργασίες. Μια παρέα που θα έχει τα αντανακλαστικά να συνδέσει τα τοπικά προβλήματα με τα εθνικά, που θα μπορεί να κατανοήσει και να εφαρμόσει το σύνθημα «Think global, act local» (σκέψου σφαιρικά, δράσε τοπικά).
Αυτή η παρέα ενδέχεται (χωρίς να το θεωρώ εντελώς απαραίτητο), να έχει και κάποιον αρχηγό ή αρχηγούς, κάποιον εκπρόσωπο τέλος πάντων, που λογικά θα είναι ο πιο έμπειρος, ευρύτερα γνωστός, πέρα από τα όριά της, κάποιον που ξεπήδησε φυσιολογικά μέσα από τη δράση της και έχει την ικανότητα να την εκφράσει πιο αυθεντικά από άλλους. Πολλές φορές τα ζητάνε αυτά οι τοπικές κοινωνίες, καλώς ή κακώς προτιμούν, από συνήθεια ή από παράδοση, να εμπιστευτούν έναν άνθρωπο και όχι μια ομάδα, ένα πρόσωπο και όχι ένα πρόγραμμα, ένα όνομα και όχι μια λίστα ονομάτων. Αν συντρέχουν καλή διάθεση και συλλογικότητα δεν πολυπειράζει αυτό, υπάρχει άλλωστε πάντα η δυνατότητα για εναλλαγή, σήμερα αναλαμβάνεις εσύ αύριο κάποιος άλλος – η κεντρική ιδέα πίσω από όλ’ αυτά δεν είναι να μοιραστούμε την εξουσία μεταξύ μας, αλλά να διαπλάσουμε μέσα από τη συλλογικότητα πέντε και δέκα υποψήφιους δημάρχους, δέκα και είκοσι και τριάντα τοπικούς ηγέτες ώστε κανείς να μην είναι αναντικατάστατος, αλλά όλες και όλοι να είναι απαραίτητοι και η συλλογικότητα να διευρύνεται ολοένα και περισσότερο.
Δεν έχει και τόσο μεγάλη σημασία αν αυτοί οι τοπικοί ηγέτες είναι νέοι ή μεγαλύτεροι, αν φοράνε γραβάτα ή μπλουζάκι, τι σπουδές έχουν κάνει ή τι επαγγέλλονται. Σημασία έχει να μπορούν να λειτουργήσουν συλλογικά, ως πρώτοι μεταξύ ίσων, να μην έχουν εμμονές και εγωισμούς, να έχουν ξεπηδήσει με φυσικό τρόπο μέσα από την τοπική κοινωνία, να είναι δημιουργικοί και δουλευταράδες, να έχουν την ικανότητα και τη διάθεση να ακούν, να ξέρουν πώς να αξιοποιήσουν τις δεξιότητες διαφορετικών ανθρώπων και πώς να αξιολογήσουν τις ευαισθησίες τους, να είναι καλοί αγωγοί της κοινής γνώμης, όχι για να υποταχθούν σ’ αυτήν αλλά για να την εντάξουν σε ένα σχέδιο ευρύτερης πνοής.
Μια τέτοια δημοτική κίνηση ονειρεύομαι, όσο κι αν αυτό χτυπάει κάπως περίεργα σε σχέση με τη στιγμή και με την πραγματικότητα που ζούμε – αυτή είναι η δική μου ουτοπία. Μονάχα που δεν είναι ουτοπία, κατά κάποιον τρόπο σας παραπλάνησα, ξέρω τουλάχιστον μία τέτοια κίνηση σε έναν περιφερειακό δήμο της Ελλάδας. Μια κίνηση που δούλευε 12 ολόκληρα χρόνια με πείσμα, τόλμη και φαντασία, μέσα σε χίλιες δυο αντιξοότητες, για να φτάσει τώρα να διεκδικεί με αξιώσεις τη δημαρχία. Σίγουρα θα υπάρχουν και άλλες τέτοιες σε άλλα μέρη, έστω και αν προσωπικά δεν τις έχω υπόψη μου, έχω ζήσει άλλωστε και στο παρελθόν τέτοιες απόπειρες, άλλοτε πιο πετυχημένες και αποτελεσματικές και άλλοτε λιγότερο.
Δεν θα σας πω ποια είναι η κίνηση, σκοπός αυτού του σημειώματος δεν είναι να κάνει γκρίζα πολιτική διαφήμιση, άλλωστε όσοι με ξέρουν καταλαβαίνουν ακριβώς για ποιο πράγμα μιλάω. Δεν αποκλείεται εξάλλου κάποιος αναγνώστης να αναγνωρίσει σ’ αυτό το σημείωμα τα χαρακτηριστικά του συνδυασμού της προτίμησής του, κάπου στην Ελλάδα. Αν συμβαίνει κάτι τέτοιο, θα πρέπει να θεωρήσει τον εαυτό του και τους συντοπίτες του πολύ τυχερούς.
Ο λόγος που γράφεται αυτό το σημείωμα είναι γιατί θα ήθελα από όλους μας, ανεξάρτητα από το τι θ’ αποφασίσει ο καθένας να ψηφίσει με βάση τις επιλογές που διατίθενται στον τόπο του, να γίνουμε πιο εκλεκτικοί και απαιτητικοί, να μη συμβιβαζόμαστε εύκολα με το μη χείρον, να μη σπεύδουμε να ψηφίσουμε κάποιους μόνο και μόνο για να διώξουμε κάποιους άλλους. Και πάνω απ’ όλα τα γράφω όλ’ αυτά γιατί θα ήθελα αμέσως μετά τις εκλογές να δω ένα κύμα νέων πρωτοβουλιών σε κάθε δήμο και σε κάθε γειτονιά, πρωτοβουλίες που θα ξεκινήσουν τώρα αμέσως, όχι αργότερα, με ορίζοντα πενταετίας ή και δεκαετίας. (Προσωπικά το έχω ήδη κάνει, σχετικά πρόσφατα, ασχέτως αν δεν εκτίθεμαι ως υποψήφιος, και νιώθω πολύ ωραία με όλο αυτό.)
Πέντε χρόνια μπορεί να είναι πάρα πολλά για κάποιον που απλώς φιλοδοξεί να στήσει έναν εκλογικό μηχανισμό, είναι όμως μόλις αρκετά για κάποιους που ενδιαφέρονται να στήσουν ένα τοπικό κίνημα. Το δικό μου σύνθημα, λοιπόν, για τις τοπικές κοινωνίες είναι «στις 25 ψηφίζουμε, στις 26 αρχίζουμε». Τα καλύτερα έρχονται, όπως λέει ένα από τα συνθήματα της ιδανικής δημοτικής κίνησης που μόλις περιέγραψα αποφεύγοντας να την κατονομάσω.