Ανεβάζω το σημερινό, τακτικό εβδομαδιαίο, κείμενό μου στον «Αγγελιοφόρο της Κυριακής» – που, όμως, δεν δημοσιεύεται εξαιτίας της διήμερης απεργίας των εργαζομένων. Η αλληλεγγύη μου μαζί τους δεδομένη!
Με το Σωτήρη συναντιόμασταν κάθε τόσο στο γραφείο μου. Φοιτητής μας και ταυτόχρονα εργαζόμενος για να συντηρεί την οικογένειά του, τη γυναίκα του και το μικρό αγοράκι τους, ανήκε στην ομάδα των τυφλών φοιτητών και φοιτητριών μας στο μεταίχμιο του 20ου με τον 21ο αιώνα. Στις συζητήσεις μας, όπως και στα μαθήματα, επέμενα να του λέω ότι και σε άλλες χώρες η αντιμετώπιση των τυφλών και όλων των ανθρώπων με αναπηρία μέχρι πριν δυο-τρεις δεκαετίες ήταν παρόμοια αρνητική με αυτή που βιώναμε εμείς στη χώρα μας, όμως όταν έσπασε το φράγμα της άγνοιας και των προκαταλήψεων οι θετικές εξελίξεις ήταν ραγδαίες. «Έτσι θα είναι και σ’ εμάς», κατέληγα, «ο γιος σου δεν θα γνωρίσει τα προβλήματα της δικής σου γενιάς». Εννοούσα το μωράκι τους, τον Αργύρη, που ήταν επίσης τυφλό, και θεμελίωνα τα λεγόμενά μου στο γεγονός ότι είχαμε πια στη διάθεσή μας πλούσια τεχνογνωσία και εμπειρία που δεν ήταν δυνατόν να αγνοούνται ή να παραμελούνται από κανένα θεσμό ή άνθρωπο σε θέση ευθύνης.
Όμως, η αλήθεια είναι ότι η αισιοδοξία μου συγκρουόταν με όσα βίωνα κάθε χρόνο στη συνεδρίαση της Συγκλήτου που είχε ως θέμα τον αποκλεισμό κάποιων κατηγοριών αναπήρων από τις σπουδές σε ορισμένα Τμήματα. Ήταν ελάχιστα τα Τμήματα που δεν απέκλειαν κανέναν, ενώ τα περισσότερα κατέθεταν έναν κατάλογο αποκλεισμών, συνήθως χωρίς την «τεκμηριωμένη αιτιολόγηση» που προβλέπει ο νόμος. Στο πλαίσιο αυτό δεν έλειπαν οι τραγέλαφοι: όπως π.χ. η πρόταση να αποκλείονται οι τυφλοί από τις σπουδές σε κάποιο από Τμήματα Ξενόγλωσσων Φιλολογιών αλλά να επιτρέπεται η έγγραφή τους στα άλλα, ή να θεωρείται αδιανόητη η συμμετοχή τους στο Τμήμα Πληροφορικής, παρόλο που η συγκεκριμένη επιστήμη είναι αυτή που έφερε επαναστατικές αλλαγές σε ό,τι αφορά την εκπαιδευτική και κοινωνική συμμετοχή των αναπήρων. Στη συνεδρίαση γινόταν σχεδόν πάντα η προσπάθεια να εγκριθούν οι προτάσεις των Τμημάτων χωρίς συζήτηση –«αυτοί ξέρουν!»- κι αντιμετωπιζόταν με οργή κάθε αντίρρηση. Όμως με κάθε χρόνο που περνούσε οι αντιρρήσεις λιγόστευαν αισθητά, κι εκεί στήριζα την αισιοδοξία μου για το μικρό Αργύρη, το γιο του Σωτήρη.
Αλλά να τος ο Αργύρης αυτές τις ημέρες, δεκαοχτάχρονος πια, να χρειάζεται ν’ αγωνιστεί κι αυτός για αποκτήσει τα αυτονόητα που του ανήκουν δικαιωματικά: την εισαγωγή του και τις σπουδές στο πανεπιστημιακό Τμήμα της επιλογής του. Αντιμέτωπος κι αυτός με τα ίδια εμπόδια που ορθώνονταν μπροστά στη γενιά του πατέρα του, του Σωτήρη, όταν εκείνη ξεκινούσε τις σπουδές της τον προηγούμενο αιώνα: αδιαφορία, άγνοια, προκαταλήψεις, υποκρισία. Δικαιολογημένη η κραυγή: στάσιμος μένει ο κόσμος;
Κι’ όμως, παρά την πικρή γεύση που αφήνει η περιπέτεια του Αργύρη, εγώ συνεχίζω να λέω αυτά που έλεγα στον πατέρα του: «Έχουμε πια στη διάθεσή μας πλούσια τεχνογνωσία και εμπειρία που δεν είναι δυνατόν να αγνοούνται ή να παραμελούνται από κανένα θεσμό ή άνθρωπο σε θέση ευθύνης». Απλώς, για άλλη μια φορά επιβεβαιώνεται ότι ο κόσμος προχωράει τόσο όσο εμείς με το λόγο και τους αγώνες μας τον κάνουμε να προχωρήσει.
Via :www.facebook.com