Δεν είναι αποτέλεσμα αγώνα μπάσκετ. Και όσο υψηλότερο το νούμερο, τόσο το χειρότερο για τον «παίκτη», αφού αφορά τα προβλήματα στον τομέα της ελευθεροτυπίας με βάση τους «Ρεπόρτερς χωρίς σύνορα» επίσημους συνεργάτες των ευρωπαϊκών θεσμών. Η Ουγγαρία του Ορμπαν λοιπόν, η χώρα που σύμφωνα με δημοψήφισμα του ευρωκοινοβουλίου έχει πάψει να λειτουργεί σαν «πραγματική Δημοκρατία» είναι κατά 23 θέσεις καλύτερη από την Ελλάδα του Κυριάκου Μητσοτάκη. Το επισημαίνει στην σχετική της εισήγηση και η Κομισιόν.
Υπερβολικό; Η αλήθεια είναι ότι ακόμα και κάποιοι προοδευτικοί αναλυτές εμποτισμένοι με τη λογική της «πολιτικής κορεκτίλας» φοβούνται ακόμα να συγκρίνουν τους δύο «κυβερνήτες». Ας ρίξουμε λοιπόν μια πιο αναλυτική ματιά στην κατάσταση της δημοκρατίας στις δύο χώρες. Για την ελευθεροτυπία τα είπαμε ήδη. Ο ασφυκτικός έλεγχος των δημόσιων ΜΜΕ και η ενίσχυση πάνω ή κάτω από το τραπέζι φιλικών συγκροτημάτων Τύπου είναι κοινή πρακτική των δύο κυβερνήσεων. Υπάρχουν και στην Ελλάδα όπως και στην Ουγγαρία «έρημοι ενημέρωσης», όπου οι πολίτες δεν έχουν δυνατότητα να καταναλώσουν τίποτα άλλα παρά μαζική κυβερνητική προπαγάνδα. Ειδικά οι πολίτες μεγαλύτερης ηλικίας έξω από τα μεγάλα αστικά κέντρα.
Τα φαινόμενα διαφθοράς, απευθείας αναθέσεων σε φίλους και συγγενείς η δημιουργία ενός καθεστώτος διαπλοκής συμφερόντων από ομίλους που λυμαίνονται και τα κοινοτικά κονδύλια δεν είναι φυσικά ουγγρική ιδιαιτερότητα. Η περίπτωση του Ταμείου Ανάκαμψης είναι η πιο πρόσφατη, αλλά όχι και η μοναδική. Και μπορεί να μην έχουν απορριφθεί τα σχετικά ελληνικά σχέδια, όπως συνέβη στην περίπτωση της Ουγγαρίας, αλλά στις Βρυξέλλες ήδη έχουν αρχίσει να προβληματίζονται και για την ελληνική μεθοδολογία, κάτι που εξηγεί και τις όποιες καθυστερήσεις.
Ο έλεγχος και οι παρεμβάσεις στο χώρο της Δικαιοσύνης, ο διορισμός φίλιων δικαστών, οι νομοθετικές παρεμβάσεις της τελευταίας στιγμής επίσης είναι μια κοινή και δοκιμασμένη μέθοδος. Ο Ορμπαν άλλαξε και αυτός αρκετές φορές τον εκλογικό νόμο κατά τα γούστα του, κάτι που ήταν από τα πρώτα πεπραγμένα της κυβέρνησης Μητσοτάκη το φθινόπωρο του 2019. Το γεγονός ότι η σχετική σκέψη του Μαξίμου για «αλλαγή στην αλλαγή» φαίνεται να κάηκε εσχάτως, δεν σημαίνει ότι άλλαξε και ο τρόπος σκέψης. Ενας τρόπος σκέψης που θεωρεί αυτοσκοπό την παραμονή στην εξουσία με κάθε τρόπο, ακόμα και αν χρειαστεί να «διασυρθούν» οι θεσμοί ακόμα και το Σύνταγμα.
Υπάρχουν και άλλοι τομείς πλην του Τύπου, όπου η δική μας κυβέρνηση έχει ξεπεράσει τον «Βικτάτορα». Μπορεί και αυτός να παρενέβη από την αρχή στον τρόπο διοίκησης των Πανεπιστημίων και στην επιλογή των διοικητών τους, αλλά ακόμα πανεπιστημιακή αστυνομία δεν έχει αποφασίσει να φτιάξει.
Ο αυταρχισμός είναι βεβαίως κοινός, αν και προσωπικά έχω τύχει σε διαδήλωση φοιτητών και πανεπιστημιακών στη Βουδαπέστη, την οποία η αστυνομία απλώς παρακολουθούσε και δεν αποφάσισε να διαλύσει βιαίως πριν την ώρα της, όπως συχνά συμβαίνει εδώ. Ο διορισμός πάντως διοικητών και προέδρων σε δημόσιους οργανισμούς και υπηρεσίες ακόμα και σε Ιδρύματα πολιτισμού (θέατρα, μουσεία κλπ), με καθαρά κομματικά και αδιαφανή κριτήρια είναι ένα ακόμα στοιχείο που τους «ενώνει». Ολοένα και πιο ταυτόσημη γίνεται και η φρασεολογία των δύο κυβερνήσεων στο θέμα της μετανάστευσης, ενώ οι καταγγελίες για τις πρακτικές των επαναπροωθήσεων αποδεικνύουν ότι η λογική της αποτροπής μιας «μεταναστευτικής εισβολής», που απειλεί «να αλλοιώσει την εθνική σύνθεση και το χαρακτήρα της χώρας» είναι επίσης παρόμοια. Μια άλλη σημαντική ομοιότητα έχει να κάνει με την στρατηγική επιλογή διαρκούς αναζήτησης εξωτερικών εχθρών, που επιβουλεύονται την κυβέρνηση, αλλά και τη χώρα. Ο ακραίος επιθετικός νεοσυντηρητισμός, που εκφράζουν και οι δύο κυβερνήσεις έχει ανάγκη από μια μόνιμη «κατάσταση έκτακτης ανάγκης», που θα δικαιολογεί αυταρχικά μέτρα, αδιαφανείς αποφάσεις και πολεμική ρητορική απέναντι στην αντιπολίτευση. Στην περίπτωση της Ουγγαρίας οι ιδιαίτερα δημοφιλείς θεωρίες συνωμοσίας έχουν ως πρωταγωνιστή τον Τζορτζ Σόρος, αλλά συχνά και την ίδια την ΕΕ. Στην Ελλάδα βρέθηκε εσχάτως η Μόσχα και ο Πούτιν, ενώ φυσικά υπάρχουν και οι πάντα διαθέσιμες τουρκικές μυστικές υπηρεσίες, που «θέλουν να ρίξουν το Μητσοτάκη». Παλιότερα μπορεί να ήταν και ο Μαδούρο ή οι Κινέζοι, που ας μην ξεχνάμε επιστρατεύτηκαν αρχικώς και στην περίπτωση Ανδρουλάκη.
Αν πάντως ο Ορμπαν κάνει παρακολουθήσεις των πολιτικών του αντιπάλων δεν έχει γίνει γνωστό. Αυτό σημαίνει ότι είτε δεν το χρειάζεται είτε ότι απλώς είναι πιο έξυπνος και δεν πιάστηκε επ’ αυτοφώρω, όπως οι δικοί μας. Ο κατάλογος με τις ομοιότητες θα μπορούσε να συμπληρωθεί και με άλλα παραδείγματα. Η ουσία είναι ότι σταδιακά οι ομοιότητες αυτές αρχίζουν να καταγράφονται και εκτός των συνόρων μας, όπως δείχνει ο βομβαρδισμός το τελευταίο διάστημα με σχετικά δημοσιεύματα στο διεθνή Τύπο για τα όσα ζούμε στην Ελλάδα. Μάλλον δεν είναι αυτό που εννοεί ο κυβερνήτης μας όταν συχνά αυτοσυγχαίρεται για την «αναβάθμιση της εικόνας της χώρας διεθνώς».
Πηγή : https://www.avgi.gr