του Νίκου Χατζηνικολάου
Η άγρια φορολογική επιδρομή της κυβέρνησης στην ακίνητη περιουσία των πολιτών, που έρχεται να «σκουπίσει» την όποια ελάχιστη ρευστότητα έχει απομείνει στα νοικοκυριά μετά από τρία χρόνια σκληρής μνημονιακής λιτότητας και συνεχών περικοπών στα εισοδήματά τους, πυροδοτεί τώρα εξαιρετικά έντονες αντιδράσεις. Και αυτό γιατί δοκιμάζονται πλέον με ακραίο τρόπο οι οικονομικές αντοχές της ελληνικής οικογένειας, που έχει ήδη απολέσει το 35%-40% της αγοραστικής της δύναμης και σήμερα αναγκάζεται να «ροκανίσει» τα «έτοιμα» ή και να χρεωθεί, προκειμένου να ανταποκριθεί στις νέες, υπέρμετρα υψηλές φορολογικές της υποχρεώσεις. Πρόκειται στην ουσία για ένα άτυπο, αλλά βαθύ «κούρεμα» καταθέσεων και γενικότερα αποταμιεύσεων. Και όταν -σύντομα- εξαντληθούν και αυτές, θα ακολουθήσει προφανώς η οριστική «δήμευση» των ακινήτων, που επί δεκαετίες αποτελούσαν το οικονομικό «καταφύγιο» και την «ασφάλεια» του μέλλοντος των μικρομεσαίων στρωμάτων της ελληνικής κοινωνίας.
ΤΟ ΧΕΙΡΟΤΕΡΟ είναι πως τα ήδη υπερφορολογημένα ακίνητα, οι ιδιοκτήτες των οποίων έφθασαν τα τελευταία χρόνια από χαράτσι σε χαράτσι να αισθάνονται ότι στην πραγματικότητα δεν τους ανήκουν, αλλά απλώς τα… ενοικιάζουν από το κράτος, σήμερα δεν μπορούν ούτε να εκποιηθούν. Και πάντως σίγουρα είναι αδύνατο να πωληθούν στις παράλογα υψηλές και καθόλου… «αντικειμενικές» αξίες που το υπουργείο Οικονομικών καθόρισε, προκειμένου να αυξήσει τα έσοδά του. Έτσι οι πολίτες νοιώθουν εγκλωβισμένοι στη μέγγενη ενός άδικου και εξοντωτικού φορολογικού καθεστώτος, την ίδια στιγμή που η αξία της ακίνητης περιουσίας τους κυριολεκτικά εξανεμίζεται. Η κτηματαγορά έχει πλέον απονεκρωθεί. Και η οικοδομική δραστηριότητα, που αποτελούσε παραδοσιακά μία από τις βασικές ατμομηχανές της ελληνικής οικονομίας, είναι σχεδόν ανύπαρκτη. Οσο για τον βαθύτατα αντιαναπτυξιακό χαρακτήρα της υπερφορολόγησης σπιτιών, οικοπέδων και αγροτεμαχίων, ακόμη και εκείνων που δεν αποδίδουν κανένα εισόδημα, είναι περιττό να μιλήσει κανείς αναλυτικά. Η πολιτική αυτή καταστρέφει συστηματικά την αγορά, παροχετεύοντας και την ελάχιστη ρευστότητα που της απέμεινε στις «τσέπες» των δανειστών…
ΤΡΙΑ ΚΑΙ ΠΛΕΟΝ ΧΡΟΝΙΑ μετά το πρώτο μνημόνιο, το πολιτικό μας σύστημα, που κάθε τόσο βλέπει… φως στο τούνελ, μιλά για success story και στρώνει κόκκινο χαλί για να περάσει η «ανάπτυξη» που είναι… προ των πυλών, εξακολουθεί να επιλέγει μονίμως τον εύκολο δρόμο της συνεχούς οικονομικής αφαίμαξης της ελληνικής κοινωνίας. Τον εύκολο δρόμο των συνεχών φορολογικών επιδρομών στα αδύναμα πλέον ή και χρεωμένα πορτοφόλια των πολιτών. Και βέβαια πληρώνουν πάντα οι ίδιοι. Τα συνήθη υποζύγια. Οι έντιμοι φορολογούμενοι. Οι άλλοι εξακολουθούν να διαφεύγουν. Είναι χαρακτηριστικό ότι η περιβόητη λίστα Λαγκάρντ δεν έχει αποδώσει μέχρι τώρα στη χώρα μας ούτε ευρώ… Οσο για την πολυπόθητη ανάπτυξη, κανένα εθνικό σχέδιο δεν έχει ακόμη καταρτισθεί και -πολύ περισσότερο- εφαρμοσθεί. Και οι υποτιθέμενες, πολυσυζητημένες και πολυδιαφημισμένες, μεταρρυθμίσεις, ακόμη και όταν γίνονται, προχωρούν με τόσο εξοργιστικά αργούς ρυθμούς, ώστε είτε να μην αποδίδουν τα αναμενόμενα, είτε να «ακυρώνονται» στην πορεία από τις αντιδράσεις των παλαιοκομματικών – πελατειακών μηχανισμών που εξακολουθούν να ελέγχουν το κράτος.
ΥΠΑΡΧΟΥΝ κρατικοί οργανισμοί, όπως για παράδειγμα ο Οργανισμός Βιομηχανικής Ιδιοκτησίας, που εκδίδει τις άδειες ευρεσιτεχνίας και για τον οποίο η εφημερίδα μας δημοσιεύει σήμερα αποκαλυπτικό ρεπορτάζ της Χριστίνας Κοραή, που οι εργαζόμενοί τους συνεχίζουν μέσα στην κρίση να λαμβάνουν 15 μισθούς και πλήθος επιδομάτων, μεταξύ των οποίων και επίδομα κυλικείου! Μάλιστα οι εργαζόμενοι στον οργανισμό αυτό από το 2009 έως το 2012 όχι μόνο δεν υπέστησαν περικοπές στις αμοιβές τους, αλλά -αντίθετα- τις είδαν και να αυξάνονται κατά 4,5%! Είναι λοιπόν προφανές ότι κάποιοι εξακολουθούν να πολιτεύονται και να λειτουργούν με μοναδικό γνώμονα την προστασία των συμφερόντων των κομματικών τους εγκαθέτων στον ευρύτερο δημόσιο τομέα, αδιαφορώντας παντελώς για τα χρήματα των φορολογουμένων. Συνεχίζουν την ίδια, άθλια τακτική που οδήγησε τη χώρα στα πρόθυρα της χρεωκοπίας. Και μετά, όταν εμφανίζονται τα ελλείμματα και οι «μαύρες τρύπες», η λύση είναι απλή: ΦΑΠ – φόρος ακίνητης περιουσίας… Ή μήπως Φόρος Ανικανότητας Πολιτικών; Φόρος… βλακείας, δηλαδή, όλων μας, που ανεχόμαστε ακόμη ένα πολιτικό σύστημα αδύναμο να εμπνευσθεί και να εμπνεύσει μια νέα εθνική προσπάθεια για την έξοδο από την κρίση, αδύναμο να χαράξει και να δρομολογήσει μια νέα, ελπιδοφόρα πορεία για τη χώρα και τους πολίτες της;
Via : www.real.gr