του Γεράσιμου Βώκου*
Είναι δύσκολο να μη ζαλιστεί κανείς με αυτά που συμβαίνουν γύρω του. Είναι ακόμη δυσκολότερο να κρατήσει την ψυχραιμία του και να προσπαθήσει να καταλάβει. Οι απορίες είναι πολλές και οι απαντήσεις, τις περισσότερες φορές, τις πολλαπλασιάζουν. Ενισχυμένη από τις κατακτήσεις του Διαφωτισμού και της Μεγάλης Επανάστασης, σοφότερη από τους δύο πολέμους που λίγο έλειψε να την ξεπαστρέψουν, Ενωμένη και υπεραισιόδοξη, η Ευρώπη έμοιαζε ικανή να χαράξει μια πορεία πιο συνετή και πιο ανθρώπινη – ίσως μάλιστα και περισσότερο φιλάνθρωπη.
Όχι όμως. Γιατί το παιχνίδι φαίνεται να παίχτηκε από την αρχή με σημαδεμένα χαρτιά. Το 1830, με την επικράτηση της ομώνυμης επανάστασης, ο Γκιζό, από τις ηγετικές πολιτικές και πνευματικές μορφές του φιλελευθερισμού, υπερήφανος ανέπτυξε το όραμά του: «Υποστηρίζω ενθέρμως την καινούργια κοινωνία όπως τη δημιούργησε η Γαλλική Επανάσταση, με πρώτη αρχή την ισονομία και θεμελιώδες στοιχείο τις μεσαίες τάξεις». Από την εξαγγελία απουσιάζουν η ελευθερία και, κυρίως, η αδελφότητα. Ετσι, τα ωραία αυτά λόγια αποδείχθηκαν κούφια, γιατί πολύ σύντομα οδήγησαν σε έργα που έδειξαν άλλα πράγματα: η αρχή της ισονομίας καταστρατηγήθηκε, ενώ οι μεσαίες τάξεις θυσιάστηκαν όλο και περισσότερο στα συμφέροντα της Τράπεζας, η οποία ήδη παίζει κυρίαρχο ρόλο στο πολιτικό και οικονομικό παιχνίδι της εποχής. Ο Λαφίτ, τραπεζίτης ο ίδιος και από τους πρωτεργάτες της επανάστασης, το είπε με μια λιτή και ξηρή φράση: «Τώρα θα αρχίσει η βασιλεία των τραπεζιτών». Είχε άραγε φανταστεί πόσο προφητικός ήταν ο λόγος του και πόσοι άνθρωποι θα θυσιάζονταν, από τότε ως σήμερα, στη θηριώδη απληστία τούτου ‘δώ του μονάρχη;
Από τη μεριά τους, οι φιλόσοφοι του Διαφωτισμού ειδοποιούσαν: «Η οκνηρία και η δειλία είναι οι αιτίες που εξηγούν γιατί ένας τόσο μεγάλος αριθμός ανθρώπων, παρ’ όλο που η φύση τούς έχει απελευθερώσει εδώ και πολύ καιρό από κάθε ξένη καθοδήγηση, παραμένουν ωστόσο ευχαρίστως, όλη τους τη ζωή, ανήλικοι· και είναι τόσο εύκολο σε άλλους να αυτοανακηρυχθούν κηδεμόνες τους. Είναι τόσο βολικό να είναι κάποιος ανήλικος». Τα λόγια δεν ανήκουν σε αιμοσταγή αναρχικό ούτε σε κουκουλοφόρο. Τα λόγια είναι του Καντ. Δεν ξέρω αν ο μεγάλος γερμανός φιλόσοφος θα είχε να αλλάξει κάτι σήμερα, απευθυνόμενος τόσο στους ιθύνοντες της πατρίδας του, οι οποίοι είναι απολύτως σίγουροι ότι έχουν προοριστεί, για μία ακόμη φορά, να βάλουν τάξη στην Ευρώπη, όσο και σχεδόν σε όλους τους άλλους ευρωπαίους πολιτικούς, που μοιάζει να απολαμβάνουν τον ευτελισμό στον οποίο τους έχει καταδικάσει η γερμανική ισοπεδωτική μηχανή.
Οι γερμανοί ηγέτες μάτια έχουν και δεν βλέπουν, αφτιά έχουν και δεν ακούν. Δεν θυμούνται, αν τα γνωρίζουν, τα λόγια που τους έλεγε από μακριά, αυτοεξόριστος, ο Τόμας Μαν, τον Μάιο του 1941: «Το στήθος σας φουσκώνει από υπερηφάνεια; Αλλά υπερηφάνεια για ποιο πράγμα; Ένας Ελληνας αντιστέκεται σε έξι ή επτά από εσάς. Ότι το τολμά, ότι καλύπτει με το σώμα του την παρέλαση της ελευθερίας, αυτό είναι το εκπληκτικό και όχι η νίκη σας. (…) Μακάρι τουλάχιστον οι καλύτεροι ανάμεσά σας να καταφέρουν να θυμηθούν ότι υπάρχουν επιτυχίες ψευδαισθητικές και κενές, μάταιες και καταστροφικές, που διαφέρουν από την αυθεντική και πραγματική επιτυχία, αυτήν που κερδίζεται στην υπηρεσία της ανθρωπότητας και την οποία η ανθρωπότητα αναγνωρίζει. Αλλά εσείς πιστεύετε στην ωμή και γυμνή επιτυχία, στη βία και στον πόλεμο».
Είναι ανατριχιαστικό ότι η πρόβλεψη του Τόμας Μαν σε καιρό πολέμου, που επαληθεύθηκε με τον τραγικό τρόπο που όλοι ξέρουμε, ηχεί με τρόπο οικείο σήμερα, σε καιρό ειρήνης: «Τη στιγμή που η υπεροψία σας αγγίζει την κορυφή της ή, μάλλον, τη στιγμή που δεν την έχει ακόμη αγγίξει, σας λέω ότι αυτή η κατάσταση δεν είναι ανεκτή και δεν θα γίνει αποδεκτή. Μην πιστέψετε ότι αρκεί να δημιουργήσετε, με το σίδερο, πραγματικότητες μπροστά στις οποίες η ανθρωπότητα οφείλει να υποκλιθεί. Δεν θα υποκλιθεί, γιατί δεν το μπορεί». Γιατί όμως τόση πίκρα και τόση δυστυχία, γιατί τόση αγωνία και τόσοι θάνατοι, όταν η κοινή ευρωπαϊκή μοίρα υποσχόταν χαρά και αισιοδοξία; Όταν φτάσει η στιγμή των πραγματικών λογαριασμών, οι υπεύθυνοι θα πληρώσουν, υπό τον όρο ότι όλοι οι άλλοι θα έχουμε ενηλικιωθεί.
*O κ. Γεράσιμος Βώκος είναι καθηγητής Φιλοσοφίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης.
Via : www.tovima.gr