του Γιώργου Λακόπουλου
Για λόγους που σχετίζονται με την επίδραση του επικοινωνιακού ιμπέριουμ της ομάδας Σαμαρά, στη μιντιακή πιάτσα, διακινούνται το τελευταίο διάστημα κάποιες θεωρίες «θεμελιωμένες» σε επιλεκτικά στοιχεία -από διάφορες δημοσκοπήσεις- απροσδιόριστης αξιοπιστίας και εγκυρότητας. Ένας λόγος για να μη δίνουμε βάση σε αυτές τις θεωρίες έρχεται από το πρόσφορο παρελθόν. Η εμπειρία λέει ότι αν ήταν να τις παίρνουμε τοις μετρητοίς, το 2012 -για παράδειγμα- το ΠΑΣΟΚ και η ΝΔ δεν θα έπεφταν κάτω από το 20%, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν θα ήταν παρ’ ολίγον πρώτο κόμμα και η Βουλή δεν θα γέμιζε νεοναζιστές. Συνεπώς, κοντά στο νου κι γνώση. Αλλά ας επιστρέψουμε σε αυτούς τους μύθους της συγκυρίας.
Πρώτος μύθος: ο Φώτης Κουβέλης καταστράφηκε επειδή δεν υπέκυψε στους εκβιασμούς του Σαμαρά και αποχώρησε από την κυβέρνηση και πλέον τίθεται θέμα αν η ΔΗΜΑΡ μπαίνει δεν μπαίνει στην επόμενη Βουλή. Πρόκειται για αυθαίρετο συμπέρασμα. Πώς είναι δυνατόν ο Κουβέλης -που παραμένει στην πολιτική σκηνή πρόσωπο χωρίς σκιές- να έχει απώλειες επειδή σταμάτησε να στηρίζει μια πολιτική που όλο και μεγαλώνει η δυσαρέσκεια απέναντί της;
Ένα κόμμα σαν τη ΔΗΜΑΡ εξακολουθεί να αποτελεί μια αξιοπρεπή διέξοδο για τον κεντροαριστερό ψηφοφόρο. Πώς νοείται ότι θα χάσει στις εκλογές στις οποίες πολλοί ψηφοφόροι θα προσέλθουν ακριβώς για να διασώσουν την αξιοπρέπεια της Κεντροαριστεράς; Γιατί κάποιοι επιμένουν ότι η ΔΗΜΑΡ -το μόνο πολιτικό κόμμα που μπορεί να θεωρηθεί σήμερα έκφραση της Κεντροαριστεράς- θα έχει απώλειες, όταν οι ίδιοι μέχρι χθες έλεγαν ότι το μέλλον βρίσκεται στην Κεντροαριστερά; Από πότε η απήχηση της Κεντροαριστεράς ορίζεται με βάση τον βαθμό συμφωνίας της στις μεθοδεύσεις της ομάδας Σαμαρά; Σε τελευταία ανάλυση γιατί οι ψηφοφόροι της Κεντροαριστεράς -και όχι μόνο- να θέλουν τον Άδωνη στην κυβέρνηση και όχι τον καθηγητή Γιάννη Πανούση στη Βουλή;
Δεύτερος μύθος- συνδεδεμένος με τον πρώτο: το ΠΑΣΟΚ αρχίζει να πηγαίνει καλύτερα! Καλύτερα σε σχέση με τι; Ασφαλώς όχι με το ιστορικό του ως κόμμα, του 40-45%. Μήπως έστω με την επίδοση του 12% το 2012; Δεν προκύπτει ούτε από τις καλύτερες δημοσκοπήσεις. Άλλωστε, πώς μπορεί να ικανοποιεί μια πολιτική την οποία ουδείς γνωρίζει; Πώς γίνεται να πηγαίνει καλύτερα ένα κόμμα που χάνει διαρκώς στελέχη, δεν έχει οργανώσεις, είναι διχασμένο, δεν έχει καθολικά αποδεκτή ηγεσία και έχει υποταγεί στον -υποτιθέμενο- αντίπαλό του, κατά τρόπο που ακυρώνει την ιδεολογία, τη διαδρομή και την παράδοσή του; Γιατί κάποιος να είναι σήμερα με το ΠΑΣΟΚ και όχι απευθείας με τη ΝΔ; Άρα, από πού έρχεται η ανάκαμψη;
Μήπως πάει έστω καλύτερα ο Βαγγέλης Βενιζέλος και αυτό θα λειτουργήσει ευεργετικά για το ΠΑΣΟΚ; Είναι εμφανές το αντίθετο – άλλωστε βασικοί συνεργάτες του του γυρίζουν την πλάτη. Ακόμη και σε σχέση με τον Παπανδρέου δείχνει κατώτερος και έχει υποταγεί πλήρως στις επιλογές και τις αξιώσεις του προκάτοχού του, ιδίως στο μέγα θέμα των οικονομικών του κόμματος. Όσο για το νέο ρόλο του, είναι γνωστό ότι ο Βενιζέλος δεν έχει αφήσει και τις καλύτερες εντυπώσεις ως υπουργός Οικονομικών στη Ευρώπη – γιατί θα αλλάξει ως υπουργός Εξωτερικών; Άρα, πώς γίνεται να βελτιώνεται η απήχηση ενός κόμματος, όταν επιδεινώνονται όλοι οι δείκτες που ορίζουν την απήχηση;
Τρίτος μύθος. Ο ΣΥΡΙΖΑ θα χάσει από την καταγραφή ισχυρής εσωκομματικής αντιπολίτευσης στο εσωτερικό του. Από πού προκύπτει αυτό; Ιστορικά τα κόμματα που έχουν εσωκομματικές αντιπολιτεύσεις ενισχύονται. Για τον απλούστατο λόγο ότι όποιος δυσαρεστείται από την ηγεσία, δεν φεύγει από το κόμμα, αλλά περνάει στον άλλο εσωκομματικό πόλο. Γιατί, λοιπόν, κάτι που ισχύει για όλους τους πολιτικούς αρχηγούς δεν θα ισχύσει για τον Τσίπρα; Γιατί η πολυσυλλεκτικότητα που υπήρξε πλεονέκτημα του ΠΑΣΟΚ για τρεις δεκαετίες θα είναι μειονέκτημα για τον ΣΥΡΙΖΑ; Γιατί σε ό,τι αφορά την πολιτική του να ληφθεί υπόψη η μειοψηφία και όχι η πλειοψηφία, όπως είναι το πιο λογικό; Με άλλα λόγια, το μέλλον του ΣΥΡΙΖΑ εξαρτάται από το τι θα κάνει ο Τσίπρας, όχι τι θα λέει ο Λαφαζάνης.
Ύστερα από αυτούς τους μύθους η αλήθεια είναι ολοφάνερη: τίποτε από όσα διακινούνται στην πολιτική αγορά -και τάχα θεμελιώνονται από τις δημοσκοπήσεις- δεν είναι αλήθεια. Στην καλύτερη περίπτωση είναι μισές αλήθειες που, ως γνωστόν, είναι χειρότερες από τα ψέματα.