Φαινομενικά στον τίτλο αυτού του μικρού κειμένου υπάρχει πλεονασμός. Όπως θα φανεί όμως στη συνέχεια, είναι απόλυτα αναγκαία η επισήμανση σήμερα της αξίας του ανθρωπισμού αλλά συγχρόνως και του σοσιαλισμού. Πρόκειται για έννοιες που το σύστημα τις έχει καταδικάσει σε αφανισμό, για καταστάσεις κοινωνικές που τις αντιπαλεύει, με σκοπό να μην πραγματοποιηθούν ποτέ. Εξάλλου, σύμφωνα με την ιστορία των μεγάλων κοινωνικών κινημάτων από τα μέσα του 17ου αι. μέχρι σήμερα, ο ανθρωπισμός πραγματοποιείται μόνον με το σοσιαλισμό, ενώ διαφορετικά παραμένει μια απλή ιδεολογία, με καλή πρόθεση, ένα υψηλό αστικό ιδεώδες.
Από την άλλη σοσιαλισμός, και γενικότερα σοσιαλιστικό κίνημα χωρίς ανθρωπισμό, δεν έχει νόημα. Παραμένει ένα οικονομίστικο αίτημα, μίζερο και ανίσχυρο. Μόνο η συνένωση των δύο μεγάλων ιδεολογικών κινημάτων της ιστορίας, του ανθρωπισμού που αρχίζει το 13ο αι. και του σοσιαλισμού του 19ου αι. σε ένα ενιαίο σύγχρονο και ριζοσπαστικό πρόταγμα-σχέδιο-πρόγραμμα, μπορεί να δημιουργήσει την προϋπόθεση, μαζί με την ελπίδα για απελευθέρωση και χειραφέτηση της κοινωνίας. Για το ξεπέρασμα της αλλοτρίωσης και της αποξένωσης, που συνιστούν την κοινωνική ρίζα, την προέλευση, τη μήτρα όλων των νεώτερων τουλάχιστον δεινών της ανθρωπότητας, αλλά ακόμη και την ίδια υπόστασή τους ως τέτοιων.
Η μεταπαγκοσμιοποίηση με την διαρκή κρίση που εγκαθιδρύει τη δομική αβεβαιότητά της για τον άνθρωπο επιβάλει αλλά και συνάμα επιζητά έναν μετακριτικό αναστοχασμό πάνω σε αυτό το μεγίστης, το ιστορικής σημασίας θέμα. Όλοι οι μεγάλοι μαρξιστές θεωρητικοί, φιλόσοφοι, διανοούμενοι, ηγέτες, με προεξάρχοντα τον ίδιο τον Μάρξ, ήταν και ανθρωπιστές[1]. Η μεγάλη εισφορά δε στην ιστορία και στη σκέψη του Μάρξ ήταν η συνένωση, η σύνθεση του ιστορικού ανθρωπισμού, που κατά αυτόν μάλιστα αρχίζει με τον Όμηρο, με το νέο κοινωνικό-εργατικό-σοσιαλιστικό κίνημα που εμφανίστηκε στη Γαλλία από το 1792 (πρώτη Κομμούνα) και εδώ, ως συνέχεια της Μεγάλης Γαλλικής επανάστασης.
Η συνέχεια είναι γνωστή. Το κίνημα αφ’ ενός εκφυλίστηκε ή ενσωματώθηκε, ο μαρξισμός ατόνησε, ενώ αναπτύχθηκε ιδίως στα νεότερα χρόνια, από το 1978 και εδώ, μέσα από την προϊούσα αποσύνθεση του κινήματος του Μάη και τη σύστοιχη επέλαση της παγκοσμιοποίησης ένα νεοαντιδραστικό ρεύμα, δομικά αντιανθρωπιστικό, και συνάμα απολογιστικό της κατεστημένης τάξης πραγμάτων. Είναι προφανές ότι η μικροκοινωνική θέση λίγο πάνω από τον εργάτη, με δομικά λούμπεν ιδεολογία, έγινε και η επιθετική-αντιδραστική ιδεολογία, η απολογητική της κατεστημένης τάξης, όπως έλεγε Αντόρνο.
Όμως σήμερα, που και τα κινήματα της Altermondialisation και των αγανακτισμένων έχουν εκπνεύσει, αλλά που εμφανίστηκαν οι νέοι ριζοσπαστισμοί[2], είναι απόλυτη ανάγκη να επαναπροσδιορίσουμε κριτικά και τις βάσεις του ιστορικού προτάγματός μας, του ανθρωπιστή Μάρξ, του ουμανιστικού μαρξισμού της δεκαετίας 1960-70, με νέους όρους, με νέες ιδέες: διαφάνεια, αυτοοργάνωση, αλληλεγγύη – αλληλέγγυα κοινωνική οικονομία, με το αναγκαίο και επιβαλλόμενο εναλλακτικό σχέδιο – πρόταγμα, για την απελευθέρωση της κοινωνίας των πολιτών, τη δημιουργία μιας νέας κοινωνικότητας κ.α., εμπλουτίζοντας και επεκτείνοντας τη νέα θεματική σε νέα πεδία, στην τέχνη και τον πολιτισμό.
Σε κάθε περίπτωση δεν θα πρέπει να παραδώσουμε τα όπλα του Λόγου και της κριτικής αμαχητί στους ταξη-φιλελεύθερους, στους νεοφιλελεύθερους και στους κάθε λογής ρεβανσιστές νεοαντιδραστικούς.
Με άλλα λόγια το Πρόταγμα της Νέας Ανθρωπολογίας συνιστά ένα Μανιφέστο ανθρωπιστικής ανάτασης, αναγέννησης και καλεί σε πράξη. Μήπως ο ξεχασμένος Γκράμσι δεν αντιλαμβανόταν τον μαρξισμό ως φιλοσοφία της πράξης, μέσα στη μουσολινική φυλακή;
Μανιφέστο και συγχρόνως ελεγεία για τη σύγχρονη καταστροφή. Ελεγεία που και εμφατική και άμεση, κατά τον Μπέντζαμιν, θέλουμε να οδηγεί στην απόκτηση συνείδησης, στη συνειδητοποίηση του σύγχρονου ανθρώπου, με προοπτική τον αυτοκαθορισμό του. (Ας θυμηθούμε πάλι τον μεγάλο Γκράμσι για την ιστορική επισήμανση του της αξίας της θέλησης για την επαναστατική πράξη).
Από την άλλη, μόνο τα μαζικά κινήματα, τα κατά το δυνατό περισσότερα και καλύτερα συνειδητοποιημένα θέτουν σε αμφισβήτηση την κυριάρχηση[3], της επιφέρουν πλήγματα, υποχρεώνουν το σύστημα σε αναδίπλωση, σε υποχώρηση. Για το λόγο αυτό είναι απόλυτη ανάγκη η γενίκευση των κινημάτων αυτών, η μετατροπή τους σε κινήματα αμφισβήτησης, κριτική και άρνηση του συστήματος. Σε κινήματα μιας μόνιμης, διαρκούς, δομικής αμφισβήτησης. Σε κινήματα ανυπακοής, απείθειας, ανατροπής της κατεστημένης τάξης πραγμάτων.
Διαφορετικά το σύστημα θα ανασυγκροτείται ανενόχλητα, θα αυτορυθμίζεται, θα παγιώνει την κυριαρχία του, θα ανανεώνει με όλο και απεχθέστερο, αυταρχικότερο και πιο ολοκληρωτικό τρόπο τις μορφές κυριάρχησης και ηγεμονίας του.
Τα μέχρι τώρα κείμενά μας ήταν μια προσπάθεια για άνοιγμα πολλών θεμάτων και συγχρόνως για ολοκλήρωση ενός κύκλου (νέο-)ανθρωπιστικής προβληματικής. Υπάρχει όμως σήμερα η ανάγκη και οι προϋποθέσεις ανοίγματος εκτός άλλου, στις νέες και πιο άγριες συνθήκες με χωρίς καμία, ή σχεδόν, αισιόδοξη οπτική και ακόμη λιγότερο προοπτική;
Ο ορίζοντας της ιστορίας παραμένει δυστυχώς κλειστός, όπως φοβούνταν η παλιά Σχολή της Φρανκφούρτης. Χάθηκε η μικρή ελπίδα που βγήκε από το κίνημα της Altermondialisation, των αγανακτισμένων και των κινητοποιήσεων ενάντια στα Μνημόνια. Ο ΣΥΡΙΖΑ αποδείχθηκε το καλύτερο εργαλείο για τη διάλυση, την αποσύνθεση, την ενσωμάτωση, την υποταγή του νεότερου κινήματος.
Μέσα σε αυτές τις νεοάγριες συνθήκες αναδύεται η σημασία του ιστορικού αναστοχασμού, της επικαιροποίησης των ιστορικών φιλοσοφικών σχολών και των ιστορικών κοινωνικών κινημάτων. Ο αναστοχασμός πάνω στην ίδια την ιστορία. Συγχρόνως πρέπει να αναδειχτεί η αναγκαιότητα του ξεπεράσματος των υπαρκτών σήμερα, επιστημονικών – επιστημολογικών –μεθοδολογικών ορίων, μαζί με τον αναπροσανατολισμό της έρευνας, λαμβάνοντας υπόψη την ιστορική υποχώρηση του νεοανθρωπιστικού φιλοσοφικού ρεύματος των δεκαετιών 1960-70-80. Η Σχολή της Φρανκφούρτης βέβαια παραμένει ακόμη όρθια, και πάντοτε αναπότρεπτη, αξεπέραστη και συγχρόνως αναφορά για το νέο και επαναστατικό θεωρητικό-μετακριτικό αναστοχασμό που επιβάλλεται εκ των πραγμάτων. Και το καθήκον αυτό αποκτά έναν επείγοντα χαρακτήρα , ιδίως μετά την επιλογή, αρνητικό ορόσημο του κρυφοφασίστα Τράμπ.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1. Κατά τον Λεφέβρ δε, ο Μαρξ είναι ο τελευταίος μεγάλος ανθρωπιστής.
2. Βλ. Β. Φιοραβάντες, «Οι νέοι ριζοσπαστισμοί», www.efsyn.gr, 16.11.2016.
3. Βλ. εκτός από το ιστορικής σημασίας βιβλίο του Χορκχάϊμερ-Αντόρνο, Dialectique de la raison, Gallimard και Β. Φιοραβάντες, «Κυριαρχία, κυριάρχηση και η απελευθέρωση;», www.efsyn.gr, 09.11.2016.
*καθηγητής πανεπιστημίου
Via : www.efsyn.gr