Την 28η Οκτωβρίου 1940 ο ήρωας Κωνσταντίνος Δαβάκης αντιμετώπιζε στην Πίνδο την ιταλική Μεραρχία Αλπινιστών ΤΖΟΥΛΙΑ. Λίγες ώρες νωρίτερα, ο Μεταξάς αναγκαζόταν σε έναν προσωπικό του συμβιβασμό.
Ένας από τους διαχρονικούς μύθους της νεοελληνικής ιστορίας, είναι το “Όχι” του δικτάτορα Ιωάννη Μεταξά, τα ξημερώματα της 28 Οκτωβρίου του 1940. Συνολικά άλλωστε, η περίοδος του Μεταξά είναι μια από τις πιο σκοτεινές ιδεολογικά, και λιγότερο φωτισμένες της πρόσφατης ελληνικής ιστορίας, με διώξεις, εξορίες και βασανισμούς αντιφρονούντων, με λογοκρισία, με κάψιμο βιβλίων, και με ελάχιστες πληροφορίες για τις κοινωνικές διεργασίες που έλαβαν χώρα τη περίοδο πριν τον πόλεμο.
Σε κάθε περίπτωση, ο ίδιος ο Μεταξάς δεν ήταν ο μεγάλος πατριώτης του ΟΧΙ προς τον Μουσολίνι. Το ΟΧΙ του Μεταξά ήταν η κολυμπήθρα του Σιλωάμ για τον ίδιο και το καθεστώς του, ήταν ένα επικοινωνιακό κατασκεύασμα για να αποσιωπηθεί το γεγονός ότι ο ίδιος είχε διαφορετικά πλάνα για τη χώρα με τη πολιτική της “ουδετερότητας”, αλλά δεν τον βοήθησαν οι συνθήκες προς την κατεύθυνση αυτή.
“Λάμπουν φωτεινές επιγραφές του “ΟΧΙ” όπου ένα μεσαίο τεράστιο “Χ” κι’ ένα στέμμα από πάνω του δίνουν το σήμα κατατεθέν του επίσημου γιορτασμού. […] Είναι αυτός ο γιορτασμός της μεγάλης μέρας, της ξακουστής 28ης Οκτωβρίου που ο ελληνικός λαός σαν ηλεκτρισμένος παρουσίασε τη μεγαλύτερη έξαρση της ιστορίας του; Είναι αυτός ο γιορτασμός της μεγάλης μέρας που είναι πριν απ’ όλα ΑΝΤΙΦΑΣΙΣΤΙΚΗ;” έγραφε σε κύριο άρθρο στις 28 Οκτωβρίου 1945 ο διευθυντής της εφημερίδας “Ριζοσπάστης” Κ. Καραγιώργης.
Το “Όχι” είχε αποφασιστεί από τις 6 Δεκεμβρίου του 1935, όταν η Βρετανία έθεσε το ερώτημα στις βαλκανικές χώρες και την Τουρκία, αν επρόκειτο να υποστηρίξουν την Μεγάλη Βρετανία σε περίπτωση Βρετανο-ιταλικής σύρραξης λόγω των κυρώσεων στη Κοινωνία των Εθνών, προς τη χώρα του Μουσολίνι. Τον Ιούνιο του 1937, ο Μεταξάς δήλωνε ακόμη στη Sunday Times, σε συνέντευξή του στην Αθήνα, ότι τα ελληνικά συμφέροντα συνδέονται με την Αγγλία, καθώς το παλάτι τασσόταν άλλωστε ανοιχτά υπέρ της Βρετανίας.
Αξίζει να σημειωθεί πως ο Γεώργιος Β’ παρείχε μεν στήριξη στο καθεστώς της 4ης Αυγούστου, ωστόσο οι σχέσεις του με τον Μεταξά είχαν ψυχρανθεί σημαντικά όταν ο δικτάτορας προσπαθούσε να βρει τρόπο να εξασφαλίσει μια ουδετερότητα, την οποία για ένα διάστημα όντως διαπραγματεύτηκε με τους Γερμανούς.
Σήμερα, η απάντηση στο ιταλικό τελεσίγραφο θεωρείται από αρκετούς ιστορικούς αποτέλεσμα πίεσης της κοινής γνώμης και απότοκος της εξωτερικής πολιτικής της κυβέρνησης, αφού η Ελλάδα προετοιμαζόταν χρόνια για επικείμενη επίθεση εχθρικών δυνάμεων.
Έτσι, το διάγγελμα του Μεταξά προς τον ελληνικό λαό με το οποίο ανακοίνωνε τον πόλεμο με την Ιταλία, ήταν μια αναγκαία κατάσταση για τον ίδιο από την οποία δεν θα μπορούσε να δραπετεύσει.
Η ηγεσία προετοίμαζε όνειδος
Ο διοικητής του Αποσπάσματος της Πίνδου, συνταγματάρχης Κ. Δαβάκης, έχει πει πως η ηγεσία “προετοίμαζε όνειδος”, που ο Στρατός το μετέτρεψε σε έπος. Και πως οι οδηγίες ήταν “να ρίψωμεν μερικές τουφεκιές διά την τιμήν των όπλων”. Και ο Γ. Καφαντάρης (σ.σ.: πρώην πρωθυπουργός), με το γνωστό καυστικό πνεύμα του, έλεγε πως προκάλεσε έκπληξη το “ΟΧΙ” του Μεταξά, γιατί ήταν ο μόνος Ελληνας που μπορούσε να πει το “ΝΑΙ” (Σπ. Λιναρδάτος “Το αντιφασιστικό ΟΧΙ του λαού μας και το “ΟΧΙ” που είπε ο Ι. Μεταξάς”, περιοδικό “Αντί”, τ. 4, 19.10.1974.).
Ο τότε πρέσβης της Ιταλίας στην Αθήνα Εμανουέλε Γκράτσι έχει γράψει, χαρακτηριστικά, ότι ο Μεταξάς “ήθελε πάση θυσία να αποφύγει τον πόλεμο με την Ιταλία, την οποία εφοβείτο πάρα πολύ”. Ακριβώς επειδή φοβόταν για τον ίδιο του το εαυτό.
Αξίζει δε να σημειωθεί πως ο Μεταξάς είχε δεχθεί έντονη κριτική για τη διαχείριση των χρημάτων του ΙΚΑ, το οποίο ήταν υποχρέωση της Ελλάδας μετά την κύρωση διεθνών συμβάσεων εργασίας το 1920 (θεσπίστηκε με το νόμο 5733/1932 (άρθρο 12) επί κυβέρνησης Ελ. Βενιζέλου), με πρώτο διοικητή τον τότε καθηγητή κοινωνιολογίας, Παναγιώτη Κανελλόπουλο (την περίοδο 1934 – 1935), και δημιουργήθηκε κατόπιν έντονων ταξικών αγώνων. Περισσότερους μύθους για τη δήθεν “κοινωνική” πολιτική Μεταξά, μπορείτε να διαβάσετε εδώ.
Ως προς τη διαχείριση των χρημάτων για τα μέτωπα των πολεμικών διεργασιών, μπορείτε να διαβάσετε στη συνέχεια.
Η καταγραφή του περιοδικού Praxis Review για τον μύθο του ΟΧΙ, παρακάτω:
“Το δήθεν “ΌΧΙ” του φασίστα Μεταξά είναι ένας από τους διαχρονικούς μύθους της καθεστωτικής προπαγάνδας στην Ελλάδα, που αναπαράγεται μέχρι σήμερα. Επιβάλλοντας φασιστική δικτατορία, η αστική τάξη και ο Μεταξάς είχαν κηρύξει, αντικειμενικά, εχθρό τον Ελληνικό λαό.
Ταυτόχρονα, ενίσχυσαν τον μιλιταρισμό και τον χρησιμοποίησαν όχι για κάποια “εθνικά συμφέροντα” αλλά για εμπλοκή στα ιμπεριαλιστικά σχέδια (και τα πάρε δώσε με “προμήθειες” που απέρρεαν από αυτά, εξοπλισμούς κ.α). Ο Σ.Λιναρδάτος γράφει πως “οι υπέρογκες πολεμικές δαπάνες της 4ης Αυγούστου ουδόλως συνέβαλαν στην απόκρουση της ιταλικής επίθεσης, καθότι μονομερώς προσανατολισμένες στην απόκρουση του βουλγαρικού κινδύνου και – απόλυτα αναχρονιστικές: 2 ολόκληρα δισ. δρχ. έφυγαν για τα οχυρά της “Γραμμής Μεταξά” στην Ανατολική Μακεδονία, έναντι μόλις 1,5 – 2 εκατομμυρίων (ένα τοις χιλίοις!) που δαπανήθηκαν στην ελληνοαλβανική μεθόριο! Παραμονές του πολέμου, η στρατιά Ηπείρου δεν διέθετε ούτε καν αντιαρματικά όπλα, το δε απόσπασμα της Πίνδου (απόσπασμα Δαβάκη) το πρωί της 28ης Οκτωβρίου “ευρέθη άνευ εφεδρικών πυρομαχικών”!
Ο ίδιος ο Α.Παπάγος,αρχηγός του ΓΕΣ το 1940, έγραψε πως “Την απρόκλητον Ιταλικήν επίθεσην της 28ης Οκτωβρίου υπέστη η Ελλάς ούσα σχεδόν ανεπιστράτευτος”. Όλα αυτά δεν ήταν απλά θέμα “ανικανότητας” αλλά, σε τελευταία ανάλυση, πολιτικού – ταξικού προσανατολισμού.
Θα ρίξωμεν μερικές τουφεκιές δια την τιμήν των όπλων
Η Ελληνική αστική τάξη ενδιαφερόταν βασικά για την κυριαρχία της και όχι για την υπεράσπιση του λαού της χώρας, που είχε βυθίσει στους ιμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς. Για αυτό και όσο πλησίαζε ο πόλεμος, τρομοκρατημένη, επεξεργαζόταν ηττοπαθή σχέδια γιατί φοβόταν ότι ενδεχόμενη πολεμική σύγκρουση και παράτασή της θα έβαζε σε κίνδυνο την εξουσία της. “Ο Παπάγος δήλωνε στον επιτελάρχη συνταγματάρχη Γεωργούλη ότι “θα ρίξωμεν μερικές τουφεκιές δια την τιμήν των όπλων”, (Σ.Λιναρδάρος, “Ο Ιωάννης Μεταξάς και οι μεγάλες δυνάμεις”, σελ. 184).
Απόδειξη για αυτό είναι το σχέδιο εγκατάλειψης της Ηπείρου, χωρίς ουσιαστική σύγκρουση, σε περίπτωση Ιταλικής επίθεσης, το οποίο είχε επεξεργαστεί η στρατιωτική ηγεσία και κατέληγε σε άμεση υποχώρηση του στρατού προς Αιτωλοακαρνανία στο ύψος του Αμβρακικού και ανατολικά στα περάσματα της Ηπείρου προς τη Δυτική Μακεδονία!
Ο λόγος που ανατράπηκε η Ιταλική επίθεση της 28ης Οκτώβρη 1940 ήταν ακριβώς το ότι δεν εφαρμόστηκε αυτό το σχέδιο της διοίκησης Μεταξά, αφού τα τοπικά στρατιωτικά τμήματα στην Ηπείρου αρνήθηκαν να το εφαρμόσουν, αλλά και ο ηρωισμός του “αποσπάσματος Δαβάκη” την εγκατάλειψη του οποίου από την διοίκηση Μεταξά έχει επιβεβαιώσει ακόμα και ο ίδιος ο επιτελάρχης, τότε δεξί χέρι του Αρχηγού του ΓΈΣ Α. Κορόζη, στο βιβλίο του “Οι Πόλεμοι 1940-41”: “έπρεπε εις κάποιον να φορτωθή η ποσοτική μας ανεπάρκεια της αμύνης της Πίνδου ο Συνταγματάρχης Κ. Δαβάκης, εθυσιάσθη. Η Αν.Διοίκησις, είχεν υποδείξει την αδυναμία μας εκεί. Έμενε λοιπόν η Κυβέρνησις, ο Ι.Μεταξάς ο οποίος όταν τω εζητήθη να προεπιστρατευθή η 1η Μερ. και να ταχθή εκεί, ηρνήθη να εγκρίνη το μέτρον”.
Από όλα αυτά δεν θα μπορούσε να υπάρξει – και δεν υπήρξε – κάποιο “ΟΧΙ”του Μεταξά. Και ο ίδιος ο Μεταξάς φοβόταν, αφού γνώριζε ότι η δικτατορία του στηριζόταν σε επιχειρηματικά συμφέροντα στην Ελλάδα (Βιομήχανοι, Εκδότες κ.α) στον Βρετανικό ιμπεριαλισμό και τους Γλύξμπουργκ και ένας πόλεμος μπορεί να οδηγούσε τα αφεντικά του σε άλλες επιλογές η στην ανατροπή του από τον λαό.
Αυτό δεν είναι εκτίμηση αλλά τα λόγια του ίδιου του δικτάτορα, ο οποίος αργότερα, ανησυχούσε για τις νίκες του Ελληνικού στρατού: 5 Δεκεμβρίου 1940 γράφει στο ημερολόγιο του:
“Συνεχείς νίκαι προχωρήσεως. Ανησυχία για το μέλλον μου; Είναι σωστό αυτό; Εκ μέρους μου; Και 31 Δεκεμβρίου 1940: “Σε τέτοιον αγώνα τα εσωτερικά πολιτεύματα σβήνονται. Ποιό θα μείνει όρθιο; Ο Θεός βοηθός”.
Τόσο θλιβερή η κατάσταση του Μεταξά, που ο Ιταλός πρεσβευτής Γκράτσι γράφει στο ημερολόγιο ότι σκεφτόταν μήπως “του μείνει το γεροντάκι στα χέρια” όταν του ανακοινώσει την κήρυξη πολέμου. Όταν του την ανακοίνωσε, 28 Οκτώβρη 1940, λίγο πριν τις 3 τα ξημερώματα, ήταν μόνο οι δύο τους (ο Γκράτσι και ο Μεταξάς). Και οι δύο, έχουν αφήσει γραπτές μαρτυρίες για την συνάντηση, που δεν αναφέρουν λέξη για κάποιο “ΌΧΙ” του δικτάτορα. Ο Γκράτσι στο βιβλίο του “Η αρχή του τέλους” γράφει ότι ο Μεταξάς έτρεμε και σχεδόν έβαλε τα κλάματα και του απάντησε, και του έλεγε “και αν θα ήθελε να ενδώσει, δεν μπορούσε να βρει μέσα σε τρεις ώρες τον καιρό να πάρει διαταγές απ’ το Βασιλέα και να μεταβιβάσει τις αναγκαίες οδηγίες και “αν τουλάχιστον μπορούσα να του δείξω ποια ήταν τα στρατηγικά σημεία που ήθελε να καταλάβει η ιταλική κυβέρνηση”.
Και αυτά αφοί απλά είχε αναγνωρίσει την κατάσταση (“Alors, c’est la guerre”- ώστε έχουμε πόλεμο). Ο Γκράτσι είπε ότι δεν είχε ιδέα και απάντησε “βλέπετε είναι αδύνατο (να κάνω τίποτα)”.
Ο ίδιος ο Μεταξάς, που υποτίθεται ότι είπε το “ΌΧΙ”, στό ίδιο το προσωπικό του ημερολόγιο, με ημερομηνία 28 Οκτώβρη 1940, γράφει: “Νύκτα στις τρείς με ξυπνούν έρχεται ο Grazzi. Πόλεμος!” (Ι.Μεταξά: “Ημερολόγιο”, τόμος Δ’, σελ. 516). Ούτε ό ίδιος δηλαδή γράφει για κάποιο “ΌΧΙ”.
Και δεν θα μπορούσε αφού η συνάντηση ήταν – στην ουσία – μια τυπική υπόθεση, δεδομένου ότι οι απαιτήσεις των Ιταλών ήταν εξωφρενικές, αόριστα διατυπωμένες (συνειδητά), ενώ έδιναν περιθώριο μόλις 3 ωρών.
Η επίθεση ήταν προαποφασισμένη.
Με ανησυχεί η υπεραισιόδοξος Κοινή Γνώμη
Έτσι ο δικτάτορας απλά αναγνώρισε την πραγματικότητα, αν και, ακόμα και εκεί, προσπάθησε να διερευνήσει – μάταια – “τρόπους συνεννόησης”με τους φασίστες εισβολείς. Αυτό επιβεβαιώνεται και από τον υπουργό του Μεταξά Τζίφο, που μετείχε στην πρώτη σύσκεψη το ξημέρωμα εκείνης της ιστορικής νύχτας:
“Εξάλλου η προθεσμία του τελεσιγράφου ήτο τρίωρος ώστε δεν εδίδετο καν καιρός διά οιανδήποτε ενέργειαν, έστω και αν υπήρχε η παραμικρά διάθεσις”. Το “ΌΧΙ”του φασίστα Μεταξά ήταν ένα κατασκεύασμα των εφημερίδων που – μπουκωμένες με χρήμα και προνόμια – λιβάνιζαν τον δικτάτορα.
Το μόνο πραγματικό “ΟΧΙ” ήταν αυτό που είπε ο λαός.
Όσο για τον Μεταξά, 28 Οκτώβρη 1940, μέρα που αρχίζει ο πόλεμος, δείχνει έκπληκτος (“Φανατισμός του λαού αφάνταστος”) και την επομένη αρχίζει να ανησυχεί που ο λαός ξεσηκώνεται να πολεμήσει τους εισβολείς (“Με ανησυχεί η υπεραισιόδοξος Κοινή Γνώμη”). Η ίδια γραμμή της κυρίαρχης τάξης θα συνεχιστεί: Άρνηση απελευθέρωσης πολιτικών κρατουμένων που ζητούσαν να πολεμήσουν, παράδοσή τους στους κατακτητές, άρνηση εξοπλισμού των Κρητικών, δωσιλογισμός, η δραπέτευση για Κάιρο κλπ.
Τέτοια μαύρη ιστορία των κυρίαρχων, χρειάζεται μύθους όπως το “ΟΧΙ” του Μεταξά, για να δικαιολογηθεί”.
Και συμπληρώνουμε από το βιβλίο του Σπύρου Λιναρδάτου, “Ο Ιωάννης Μεταξάς και οι Μεγάλες Δυνάμεις”, εκδόσεις Προσκήνιο, σελ. 183″, όπως έχει ανακτηθεί από την Εφ. Συν:
“Γιατί ο Μεταξάς, όπως είδαμε και στις κρίσιμες εκείνες ώρες, είχε την έγνοια του στο καθεστώς της 4ης Αυγούστου, που ήθελε να διατηρηθεί όσο ζούσε αλλά και μετά τον θάνατό του. Για αυτό ήθελε να κάνει καθεστωτικό πόλεμο, όχι αντιφασιστικό και πανεθνικό. Γι’ αυτό, παρά τις πιέσεις των Αγγλων και του Επιτελείου απαγόρευσε τελικά να χρησιμοποιηθούν αξιόλογοι ανώτεροι αξιωματικοί (Στ. Σαράφης. Κ. Βεντήρης, Ι. Τσιγάντες, Δ. Ψαρός, Ε. Μπακιρτζής, Κ. Τσαμάκος, Ε. Καλαμπαλίκης κ.λπ.) γιατί ήταν δημοκρατικοί. Για αυτό διέταξε να παραμείνουν στα ξερονήσια και στις φυλακές οι εξόριστοι κομμουνιστές, που παραδόθηκαν, τελικά, ύστερα από την κατάρρευση, στην Γκεστάπο”.
Πηγές / Βιβλιογραφία:
Εμμανουελε Γκράτσι, “Η αρχή του τέλους-η επιχείρηση κατά της Ελλάδος”,
Ιωάννης Μεταξάς, “Προσωπικό Ημερολόγιο, τόμος Δ,
Σπ. Λιναρδάτος, “Η εξωτερική πολιτική της 4ης Αυγούστου”,
Σπ. Λιναρδάτος, “Ο Ιωάννης Μεταξάς και οι μεγάλες δυνάμεις”,
Νίκος Πηγαδάς, “Το ΌΧΙ της Ρωμιοσύνης” Αθανάσιος Κοροζής, “Οι πόλεμοι 1940-41 επιτυχίαι και ευθύναι”,
Νεόκοσμος Γρηγοριάδης, “Ο παγκόσμιος πόλεμος1939-1945,
Α. Παπάγος: “Ο πόλεμος της Ελλάδος 1940 – 1941”,
Χαράλαμπος Κατσιμήτρος, “Η Ήπειρος Προμαχούσα, η δράση της VIII Μεραρχίας στον πόλεμο 1940-41”.
Πηγή : https://www.news247.gr