της Μαριάννας Κακαουνάκη

O Βρετανός πρωθυπουργός Ντέιβιντ Κάμερον παραβρέθηκε στις εργασίες της συνόδου «Girl Summit 2014» που θέμα της είναι να τερματισθεί ο ακρωτηριασμός των γεννητικών οργάνων των γυναικών.

O Βρετανός πρωθυπουργός Ντέιβιντ Κάμερον παραβρέθηκε στις εργασίες της συνόδου «Girl Summit 2014» που θέμα της είναι να τερματισθεί ο ακρωτηριασμός των γεννητικών οργάνων των γυναικών.

Οσοι τη γνωρίζουν, μιλούν για μια γυναίκα καλοσυνάτη, χαμηλών τόνων, που «σπάνια θα μοιραστεί την πραγματική της ιστορία». Η Κενυάτισσα της οποίας η απέλαση απετράπη «στο παρά πέντε» λόγω κινδύνου ακρωτηριασμού των γεννητικών της οργάνων στην πατρίδα της, δεν επιθυμεί να αποκαλύψει το όνομά της ούτε θέλει να μιλήσει δημόσια για ό,τι της έχει συμβεί. Είναι 42 χρόνων, «γεματούλα» με κατσαρά κοντά μαλλιά. Τα τελευταία χρόνια μένει στην Κυψέλη και κυκλοφορεί παντού με το τριών ετών παιδί της. Τα δύο μεγαλύτερα αγόρια της, φιλοξενούνται σε δύο ιδρύματα. Ο μεγάλος γιος παρακολουθεί μαθήματα της τρίτης δημοτικού και οι δάσκαλοι το χαρακτηρίζουν «ένα παιδί μάλαμα», ενώ ο δεύτερος πηγαίνει στον παιδικό σταθμό. Τα Σαββατοκύριακα, η γυναίκα έχει και τα τρία παιδιά κοντά της, πηγαίνουν βόλτες και κάθε Κυριακή πρωί στην Εκκλησία. Το τελευταίο διάστημα ο σύζυγός της και πατέρας του μικρότερου αγοριού, που ζει στη Νέα Υόρκη, έχει ξεκινήσει διαδικασία για να υποδεχθεί την ίδια και τα τρία της παιδιά στην Αμερική. Η διαδικασία όμως είναι περίπλοκη και καθυστερεί. Ο μεγαλύτερός της φόβος τους τελευταίους μήνες δεν ήταν μήπως το ταξίδι αυτό δεν πραγματοποιηθεί, αλλά ένα άλλο ταξίδι, αυτό στην Κένυα. Και αυτό γιατί όπως εξήγησε στο δικαστήριο, εκεί διατρέχει σοβαρό κίνδυνο να βασανιστεί και να υποβληθεί στα 42 της χρόνια σε κλειτοριδεκτομή.

Το μικρό της όνομα παραπέμπει στη φυλή Κικούγιου, όπου και ανήκει. Ο πατέρας της καταγόταν από το χωριό Μουράνγκα, «έδρα» της συμμορίας των Μουνγκίκι – της επικίνδυνης εξτρεμιστικής οργάνωσης που δρα στην Κένυα από το 1980. Η ίδια γεννήθηκε στη Μομπάσα όπου πέρασε ανέμελα παιδικά χρόνια. Οταν ο πατέρας της έχασε τη δουλειά του η οικογένεια αναγκάστηκε να μετακομίσει στο χωριό του. Εκεί, η 10χρονη τότε, ήξερε πως πρέπει να κρατήσει ένα μυστικό: το ότι δεν είχε υποστεί κλειτοριδεκτομή, ένα άγριο «έθιμο» στο οποίο εδώ και 300 χρόνια υποβάλλονται οι κοπέλες, πολλές φορές και με τη βία.

Οταν λίγα χρόνια αργότερα, οι Μουνγκίκι ξεκίνησαν εκστρατεία για να ανακαλύψουν ποιες γυναίκες στο χωριό δεν είχαν υποστεί κλειτοριδεκτομή, ένας πρώην φίλος της, την «έδωσε» και εκεί είναι που -όπως κατέθεσε στο δικαστήριο- το μαρτύριό της ξεκίνησε. Οι γονείς της την προέτρεψαν να εγκαταλείψει το χωριό και να εγκατασταθεί στο Ναϊρόμπι. Αυτό έκανε, άνοιξε κομμωτήριο και για χρόνια δεν μιλούσε για την καταγωγή της και κυρίως για τους πραγματικούς λόγους που φυγαδεύτηκε από το χωριό της. Κάποιος όμως ανακάλυψε το μυστικό της και για ένα μεγάλο διάστημα η ίδια ήταν αναγκασμένη, όπως λέει, να δίνει ένα μέρος των εσόδων της για να αποφύγει τη διαπόμπευση και βεβαίως τον ακρωτηριασμό. Μέχρι που έμεινε έγκυος. Οταν το 2001, γέννησε το πρώτο της αγόρι χωρίς καμία οικονομική βοήθεια από τον πατέρα του παιδιού, είπε στους εκβιαστές της πως δεν είχε πλέον δυνατότητα να τους καταβάλει χρήματα. Εκείνοι όμως ήταν ανένδοτοι και μέλη της οργάνωσης άρχισαν να την τρομοκρατούν. Τα βράδια πήγαιναν έξω από το σπίτι της φωνάζοντας πως ως ανύπαντρη μητέρα ντροπιάζει τη φυλή τους, την έβριζαν και τη φοβέριζαν. Την ημέρα που μπήκαν και έσπασαν το κομμωτήριο, η αντίστροφη μέτρηση γι’ αυτήν είχε αρχίσει. Μάζεψε όσα χρήματα μπόρεσε και στις 3 Σεπτεμβρίου του 2002 μπήκε στο αεροπλάνο με προορισμό την Ελλάδα.

Στην Αθήνα άρχισε να δουλεύει ως οικιακή βοηθός και να κάνει κάποια μεροκάματα σε ξενοδοχεία. Είχε «πράσινη κάρτα», ήταν ασφαλισμένη και σύντομα κατάφερε να φέρει το παιδί της στην Ελλάδα. Το 2009 απέκτησε δεύτερο γιο και λίγα χρόνια αργότερα γνώρισε τον νυν σύζυγό της. Παντρεύτηκαν, έκαναν μαζί ένα τρίτο παιδί και ως πενταμελής οικογένεια πλέον, έκαναν σχέδια για το μέλλον. Με την οικονομική κρίση όμως, όλα άλλαξαν. Η γυναίκα έχασε τη δουλειά της, την ασφάλιση, και αναγκάστηκε να βάλει τα δυο της αγόρια σε ιδρύματα. Χωρίς χαρτιά και με κίνδυνο να απελαθεί από τη χώρα κατέθεσε τον Αύγουστο του 2013 την πρώτη αίτηση για άσυλο.

Στην αρμόδια υπηρεσία του υπουργείου Δημόσιας Τάξης, τον τελευταίο χρόνο, είχαν υποβληθεί δέκα αιτήματα από γυναίκες που είτε είχαν υποστεί ακρωτηριασμό γεννητικών οργάνων, είτε είχαν δηλώσει ότι κινδυνεύουν να υποστούν. «Εξι από τα δέκα αιτήματα έγιναν δεκτά και χορηγήθηκε καθεστώς διεθνούς προστασίας» είπε στην «Κ» η κ. Μαρία Σταυροπούλου επικεφαλής της υπηρεσίας. Λόγω προσωπικών δεδομένων αδυνατεί να μιλήσει για το σκεπτικό ή τα στοιχεία βάσει των οποίων κάποια αιτήματα εγκρίθηκαν και άλλα όπως αυτό της Κενυάτισσας απορρίφθηκαν. Από την απόφαση όμως προκύπτει πως η υπηρεσία Ασύλου, είχε παραπέμψει τη γυναίκα στο υπουργείο Εσωτερικών. Εκεί της υπέδειξαν πως η 42χρονη θα μπορούσε βάσει συγκεκριμένου νόμου να διεκδικήσει άδεια παραμονής στην Ελλάδα επικαλούμενη ανθρωπιστικούς λόγους.

Αγρια έθιμα ηλικίας 300 ετών

Η 42χρονη Κενυάτισσα μην μπορώντας, επί μακρόν, να βγάλει άκρη με τις διαφορετικές υπηρεσίες και τις διαδικασίες -την ελληνική γραφειοκρατία δηλαδή- και με τον κίνδυνο της απέλασης ορατό, απευθύνθηκε στον Δικηγορικό Σύλλογο Αθηνών ζητώντας βοήθεια. Εκεί, την έφεραν σε επαφή με την κ. Μάρα Μαστρογεωργοπούλου, μια νεαρή δικηγόρο μέλος της Ενωσης Ελληνίδων Νομικών, μιας Μη Κυβερνητικής Οργάνωσης για τα δικαιώματα των γυναικών. Μέσα σε τρεις μήνες κατέθεσε στο Διοικητικό Εφετείο αίτηση αναστολής της απόφασης: Η προσωπική ιστορία της Κενυάτισσας περιελήφθη σε ένα εμπεριστατωμένο ιστορικό πλαίσιο για τη δράση της συμμορίας των Μουνγκίκι, αναφορικά με τον γυναικείο ακρωτηριασμό στην Κένυα. «Η βιβλιογραφία δείχνει με αμέτρητα παραδείγματα πως αυτό το παραδοσιακό έθιμο 300 ετών δεν ξεριζώνεται εύκολα παρά τους νόμους που το απαγορεύουν» εξηγεί στην «Κ» η 26χρονη δικηγόρος. «Τέτοιες πρακτικές συνεχίζουν και καθιστούν βασανισμό, απάνθρωπη και εξευτελιστική μεταχείριση εις βάρος των γυναικών». Το Διοικητικό Εφετείο δέχτηκε το αίτημα αναστολής της απέλασης, αναγνωρίζοντας τον κίνδυνο στον οποίο θα τεθεί η ίδια η 42χρονη αλλά και τα παιδιά της. Οι τέσσερίς τους θα παραμείνουν στην χώρα μας σε «καθεστώς ανοχής» μέχρι το δικαστήριο να αποφανθεί επί της ουσίας για την υπόθεση.

Via : www.kathimerini.gr