Οι νέοι ποδοσφαιρικοί θρίαμβοι της Γερμανίας σε Ρωσία και Πολωνία δεν ήρθαν από το πουθενά. Η σημερινή άνθηση του γερμανικού ποδοσφαίρου οφείλεται σε σκληρή δουλειά και μακροπρόθεσμο σχεδιασμό.
Οι ρίζες ενός μελλοντικού θριάμβου μπορεί καμιά φορά να φυτρώσουν τη στιγμή μιας πικρής ήττας. Μία τέτοια είχε βιώσει το γερμανικό ποδόσφαιρο στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα 2000, όταν η γερασμένη Εθνική Γερμανίας του Έριχ Ρίμπεκ έπαιξε καταστροφικό ποδόσφαιρο και αποκλείστηκε από τη συνέχεια του τουρνουά χωρίς να έχει κερδίσει ούτε ένα παιχνίδι. Σήμερα, 17 χρόνια αργότερα, αυτό το λυπηρό κεφάλαιο μοιάζει σαν να μην υπήρξε ποτέ. Με τον προ ημερών θρίαμβο της εθνικής ομάδας κάτω των 21 στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα της Πολωνίας και την εξίσου πρόσφατη πρώτη γερμανική κατάκτηση του Κυπέλλου Συνομοσπονδιών στη Ρωσία από τη ριζικά ανανεωμένη Εθνική Ανδρών της Γερμανίας, το γερμανικό ποδόσφαιρο ζει άλλο ένα χρυσό καλοκαίρι μετά την κατάκτηση του Μουντιάλ το 2014 στη Βραζιλία.
Για όλα αυτά υπάρχουν βέβαια λόγοι, οι οποίοι είναι άρρηκτα συνδεδεμένοι μεταξύ τους. Από τη μία υπάρχει ένας πρωτοφανής αριθμός ταλαντούχων ποδοσφαιριστών. Και επίσης, μετά το καταστροφικό Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα του 2000, οι αρμόδιοι της Γερμανικής Ομοσπονδίας Ποδοσφαίρου (DFB) αντιλήφθηκαν ότι πρέπει επειγόντως να κάνουν σημαντικές αλλαγές. Ο απόλυτα επιτυχημένος Γερμανός προπονητής Γιόαχιμ Λεβ υπενθύμισε πριν από τον νικηφόρο τελικό απέναντι στη Χιλή (1-0) στο Κύπελλο Συνομοσπονδιών ότι «το γερμανικό ποδόσφαιρο είχε βρεθεί κι αυτό στον πάτο το 2000 και το 2004». Μεσολάβησε βέβαια η παρένθεση του 2002, με τη Γερμανία να κατακτά εντελώς απρόσμενα τη δεύτερη θέση του Μουντιάλ, ωστόσο όλα έδειχναν ότι το γερμανικό ποδόσφαιρο χρειαζόταν εκ βάθρων αλλαγές.
Ανάγκη για ριζικές αλλαγές
Ο πρώην πρόεδρος της DFB Γκέρχαρντ Μάιερ-Φορφέλντερ είχε αντιληφθεί ότι «μετά την καταστροφή του 2002 κατέστη απαραίτητη μια μεταρρύθμιση που αφορούσε τις νέες γενιές ποδοσφαιριστών». Ο ίδιος δρομολόγησε τότε μια ριζική αναδιάρθρωση στον χώρο του γερμανικού ποδοσφαίρου. Η DFB ίδρυσε τότε ένα παγγερμανικό δίκτυο εκατοντάδων εγκαταστάσεων με σκοπό την καλλιέργεια και προώθηση ταλαντούχων παικτών. Ταυτόχρονα οι επαγγελματικοί σύλλογοι παρακινήθηκαν να ιδρύσουν φυτώρια ποδοσφαιριστών, κάτι που εν συνεχεία έγινε σταδιακά απαραίτητη προϋπόθεση για κάθε σύλλογο προκειμένου να λάβει άδεια συμμετοχής στις εθνικές διοργανώσεις.
Ο επικεφαλής της Γερμανικής Ποδοσφαιρικής Λίγκας (DFL) Κρίστιαν Ζάιφερτ χαρακτήρισε την καθιέρωση των ποδοσφαιρικών φυτωρίων «μια από τις σημαντικότερες ενέργειες της Bundesliga, καθώς με αυτόν τον τρόπο αποκτήσαμε προβάδισμα δύο έως τριών χρόνων απέναντι στους διεθνείς ανταγωνιστές μας». Η αλλοτινή έχθρα μεταξύ DFB και Bundesliga φαίνεται -δημοσίως τουλάχιστον- να μην αποτελεί πλέον θέμα. Εξάλλου όταν οι διεθνείς ποδοσφαιριστές αγωνίζονται με τη φανέλα που φέρει το εθνόσημο της Γερμανίας, διαφημίζουν ταυτόχρονα το γερμανικό ποδοσφαιρικό πρωτάθλημα με την απόδοση και τις επιτυχίες τους.
Η νέα γενιά επιτυχημένων Γερμανών ποδοσφαιριστών αντανακλά τις βαθιές αλλαγές που έγιναν στο γερμανικό ποδόσφαιρο τα τελευταία χρόνια. «Παλιά οι Γερμανοί παίκτες ήταν απλά δυνατοί», δήλωσε ο Ούγκο Μπροος, προπονητής της Εθνικής Καμερούν, αντιπάλου των Γερμανών στο Κύπελλο Συνομοσπονδιών. Όπως παρατήρησε ο ίδιος, σήμερα οι Γερμανοί ποδοσφαιριστές «έχουν επίσης καλή τεχνική κατάρτιση και είναι γρήγοροι».
Νιλς Μπάστεκ (dpa) / Άρης Καλτιριμτζής
Via : www.dw.com