Του Στάθη Λουκά
Πρόσφατα πάνω από ένα εκατομμύριο πολίτες, στη συντριπτική τους πλειοψηφία γυναίκες, κατέβηκαν στους δρόμους της Ρώμης και του Μιλάνου, σε ένδειξη διαμαρτυρίας για την εμπορευματοποίηση της γυναίκας. Όμως, αυτές οι διαδηλώσεις δεν είχαν μόνο τον χαρακτήρα ηθικού περιεχομένου, αλλά και διεκδίκησης ρόλου στη διαμόρφωση των οικονομικών και πολιτικών πραγμάτων της χώρας τους. Μετά από χρόνια αμηχανίας -ευθύνεται και η πολιτική- οι γυναίκες τείνουν να αναθεωρήσουν ριζικά τον ρόλο τους, στις καινούργιες συνθήκες της παραγωγής και της δημιουργικότητας.
Οι μεγαλειώδεις κινητοποιήσεις των γυναικών στις ιταλικές πλατείες με ώθησαν στα όσα ακολουθούν: η σημερινή κρίση απαιτεί να αντιμετωπισθούν οι γόρδιοι κόμποι που έφτασαν στα δόντια του χτενιού. Να λυθούν όχι με μια βίαιη αλεξάνδρεια κίνηση, αλλά με μια οργανωμένη διανοητική προσπάθεια, που ν’ αγγίζει τις ρίζες τους.
Ένα από τα προβλήματα που έχουν σταματήσει σαν κόμπος στα δόντια του χτενιού της κάθε αρτιστεράς, είναι εκείνο του ρόλου των γυναικών και της διαφορετικότητας της γυναικείας θεώρησης και προσέγγισης των πραγμάτων.
Φαίνεται ότι δεν έχει γίνει αντιληπτό ότι έχει αλλάξει η σχέση μεταξύ των γυναικών και της αριστεράς, σε σύγκριση με την εποχή της γυναικείας χειραφέτησης. Τότε επρόκειτο για μια προσπάθεια να ανυψωθούν οι γυναίκες στο ίδιο επίπεδο ισότητας με τους άνδρες, απελευθερώνοντάς τις από συνθήκες νομικής, κοινωνικής και πολιτικής κατωτερότητας. Πράγμα που φαίνεται πως δεν έχει γίνει πλήρως κατορθωτό ή κατανοητό σε ορισμένες καταστάσεις. Σήμερα όμως οι γυναίκες έγιναν ιστορικό υποκείμενο που τείνει να διεκδικήσει κοινωνικές, μορφωτικές και συμβολικές καταστάσεις, διαφορετικές από όσες επικρατούν αυτή τη στιγμή.
Αν η αριστερά δεν πιάσει τη σημασία αυτής της τάσης διεκδίκησης, λοιπόν, διατρέχει τον κίνδυνο να μένει πάρα πολύ πίσω ή και ν’ αποτύχει στον ρόλο της να συμβάλει στη δημιουργία ενός καινούργιου μπλοκ πολιτικών και κοινωνικών δυνάμεων, που να αποσκοπεί -εκτός των άλλων- μέσα από μια ηθική και μορφωτική μεταρρύθμιση, στην ανανέωση της ελληνικής κοινωνίας και στην ανανέωση του μοντέλου του ευρωπαϊκού πολιτισμού για το οποίο τόσος λόγος γίνεται.
Σήμερα κυριαρχεί με ένταση η συζήτηση για το ξεπέρασμα της δημοσιονομικής και ηθικής κρίσης, για τον εκσυγχρονισμό του παραγωγικού συστήματος, για την οικονομική και αναπτυξιακή ανασυγκρότηση, για την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση. Η συζήτηση, όμως, πρέπει να αγγίξει τις αξίες της αριστεράς για τις ιδέες και τις ελπίδες που θα απευθύνονται στο κεφάλι και στην καρδιά εκατομμυρίων ανδρών και γυναικών.
Και δεν μπορεί να μην είναι κομμάτι της αριστεράς η καθόλου ουτοπική αντίληψη μιας κοινωνίας ανδρών και γυναικών που συμμερίζονται εξουσίες και υπευθυνότητες, που σέβονται οι μεν τους δε, που συνεργάζονται ενώ προσπαθούν να ζήσουν τη διαφορετικότητά τους
«Δεν είναι αυτό η αξία μιας ισότητας που δεν σβήνει τη διαφορετικότητα, που είναι μια μεγάλη πηγή πλούτου για μια αριστερά που πρέπει να είναι σε θέση να διακυβερνήσει έναν κόσμο όλο και πιο πολυμορφωτικό, που διατρέχεται από προσανατολισμούς θρησκευτικούς και ιδεών αρκετά διαφορετικών που όμως αλληλοεξαρτώνται και είναι προορισμένοι να συνεργαστούν;».
Ας κάνουμε λοιπόν μια προσπάθεια να αντικρύσουμε και μέσα από μια άλλη σκοπιά τον ρόλο και την προοπτική των γυναικών, που σχετίζεται με τον ρόλο τους στο μεταφορντικό πρότυπο παραγωγής που διαμορφώνεται, και που το πέρασμα σ’ αυτό δεν είναι καθόλου ανώδυνο και χωρίς συγκρούσεις.
Στο κοινωνικό κράτος, που ήταν απόρροια και του φορντικού προτύπου, καθοριστική ρυθμιστική «αρχή» ήταν εκείνη της κατάστασης (status) της εργασίας, της απασχόλησης, που χωρίς αυτή δεν υπάρχει κανείς…
Κατά τον Claus Offe υπάρχουν, όμως, και άλλες συμπληρωματικές αρχές, όπως εκείνη η «οικογενειακή» και η «πατερναλιστική»: εξαρτώμενος απ’ αυτές τις συμπληρωματικές αρχές είναι ο ρόλος των γυναικών.
Παρόλο που πρόκειται για μια ανδροκρατική παραγωγική κοινωνική οργάνωση, έχουμε ιδίως μετά τον 2ο παγκόσμιο πόλεμο μια μαζική εισροή των γυναικών στην παραγωγική διαδικασία. Η μαζική αυτή εισροή αρχίζει και «γυναικοποιεί την οργάνωση εργασίας» – που σημαίνει διάδοση ενός μοντέλου διάθεσης εργασίας που χαρακτηρίζεται από συχνές εισόδους και εξόδους, κινητικότητα, ευελιξία, και πολλές φορές περιθωριοποίηση.
Παράλληλα, όμως, για κάθε άντρα που προσφέρει τις υπηρεσίες του στην αγορά, υπάρχει από πίσω του μια γυναίκα που τον βοηθά να ανανεώνει τις δυνάμεις που προσφέρει στην αγορά εργασίας, ενώ οι γυναίκες που βρίσκονται στην ίδια κατάσταση εργασίας με τους άντρες, πέρα από τ’ άλλα κάνουν και μια δουλειά αναπαραγωγική για τις ίδιες και για τους άλλους.
Υπάρχουν πολλοί ερευνητές και ειδικοί, αλλά όπως φαίνεται η πραγματικότητα είναι πιο αποδεικτική και γρήγορη, ότι στη μεταφορντική κοινωνία, στη μεταφορντική οργάνωση της εργασίας, το βάρος της γνώσης και της ικανότητας επικοινωνίας στην παραγωγική διαδικασία θα αυξάνεται.
Θα είναι ή είναι ήδη λιγότερο ορυκτές ύλες και ενέργεια, και περισσότερο chip και οργάνωση γνώσης και επικοινωνίας. Το «αγαθό, το εμπόρευμα» τείνει να έχει περιεχόμενο περισσότερο «άυλον», να είναι αποτέλεσμα διανοητικής «προσοχής», γι’ αυτό που κανείς κάνει, φροντίδας για επικοινωνία και σχέσεις, καθώς και ικανότητας μετασχηματισμού τους σε γνώση.
Άλλη ερευνητική προσέγγιση αποφαίνεται ότι «πρόκειται για γνώση στηριγμένη σε επαγγελματικές ικανότητες, αλλά με βαθιά ριζώματα με σταθερές προσωπικές αξίες, που είναι ένα χαρακτηριστικό περιουσιακό στοιχείο του γυναικείου πλούτου, που γίνεται πρωτοπορία του καινούργιου που κινείται στον χώρο της δουλειάς».
Σύμφωνα με αυτή την αντίληψη, οι γυναίκες φαίνεται ότι αντιπροσωπεύουν καλύτερα τη «νέα μορφή» του εργαζόμενου. Ενώ η προοδευτική αποϋλοποίηση της εργασίας συνοδεύεται από μια προοδευτική υλοποίηση υποκειμένων εργασίας, που χαρακτηρίζονται περισσότερο από τα χαρακτηριστικά της γυναικείας σεξικής διαφορετικότητας.
Δεν είναι τυχαίο ότι ερευνητές χρησιμοποιούν τη σεξική διαφορετικότητα «του γυναικείου πλούτου» για να εξηγήσουν τα χαρακτηριστικά του καινούργιου παραγωγικού προτύπου, του καινούργιου υποκειμένου εργασίας, που είναι περισσότερο «εργαζόμενη» παρά εργαζόμενος. Λόγω των συχνών «εξόδων και εισόδων».
Το ζητούμενο είναι πως, με τη σημερινή οργάνωση της κοινωνίας και της ζωής, οι γυναίκες θα μπορέσουν να ανταποκριθούν στη μεγαλύτερη ακόμα κινητικότητα, ευελιξία, διά βίου επιμόρφωση, κ.λπ. Ερώτημα που βάζει και το ειδικό βάρος της ανεργίας των γυναικών. Και όλα αυτά, στο πλαίσιο ενός «κακέκτυπου κοινωνικού κράτους» υπό κατάρρευση και των «πατερναλιστικών» και ανδροκρατούμενων «οικογενειακών» σχέσεων.
Εκείνο που θα ήθελα με απλότητα να επισημάνω, ανεξάρτητα αν συμφωνεί κανείς με τις παραπάνω εκτιμήσεις, είναι ότι αντικειμενικά η εργασία, στο μεταφορντικό πρότυπο, έχει χαρακτηριστικά της γυναικείας εργασιακής εμπειρίας. Κι ας σκεφτεί πάνω σ’ αυτό η αριστερά: για ποια χαρακτηριστικά πρέπει να έχει ένας «νέος κοινωνικός συμβιβασμός».
Έγραψα αυτές τις γραμμές σαν μικρή συμβολή σε μια προσπάθεια για συζήτηση. Μια συζήτηση που ίσως άλλοι και άλλες πιο «ειδικοί/-ες» και ενδιαφερόμενοι/-ες πρέπει ν’ ανοίξουν στις πραγματικές της και ουσιαστικές διαστάσεις και να την εμβαθύνουν.
*το κείμενο δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Η Αυγή» τη Παρασκευή 4 Μαρτίου 2011