Η τρόικα έχει θέσει πολλές φορές και εμφατικά το ζήτημα της ελληνικής φοροδιαφυγής, αλλά ποτέ οι κυβερνητικές επιδόσεις στην καταπολέμησή της δεν τέθηκαν ως όρος για την εκταμίευση μιας δόσης. Διατυπώνεται σκληρή κριτική, αμφισβητείται ακόμη και η βούληση του ελληνικού πολιτικού συστήματος να πολεμήσει αυτό το αποκρουστικό φαινόμενο, εκφράζονται πικρά σχόλια και ειρωνείες, όμως πραγματική πίεση δεν ασκείται. Αν θυμηθεί κανείς -και είναι νωπές οι μνήμες- τι γίνεται κάθε φορά για να μειωθούν οι δημόσιες δαπάνες, εύλογα καταλήγει στο συμπέρασμα ότι εταίροι και πιστωτές, ξέρουν και αναγνωρίζουν την καρδιά του προβλήματος, την προκλητική απαλλαγή των εύπορων Ελλήνων από τα βάρη της κρίσης, αλλά για κάποιο λόγο διστάζουν να τραβήξουν την κουρτίνα.
Ο λόγος είναι προφανής: Στην εποχή της παγκοσμιοποίησης, η κίνηση του κεφαλαίου και του μαύρου κεφαλαίου, είναι απολύτως συμβατή με τα βασικά δόγματα του νεοφιλελευθερισμού. Επομένως, δεν υπάρχει ορμή για την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής ανάλογη με αυτήν που εκδηλώνεται για τη διάλυση του κοινωνικού κράτους και την απορρύθμιση της αγοράς εργασίας. Αλλά υπάρχουν και πιο απτές αιτίες. Οι μεγάλοι Έλληνες φοροφυγάδες, προστατεύουν την περιουσία τους σε σπουδαίες τράπεζες του εξωτερικού, ενισχύοντας το χρηματοπιστωτικό σύστημα των χωρών αυτών, το οποίο συχνά έχει μεγαλύτερη ισχύ από τις κυβερνήσεις.
Το νέο φορολογικό νομοσχέδιο, όπως έχει γίνει γνωστό από διαρροές, κινείται στη βάση της ίδιας απαράδεκτης φιλοσοφίας με τα προηγούμενα και είναι μάλιστα ακόμη σκληρότερο για τους έντιμους φορολογούμενους. Όσοι δηλώνουν τα εισοδήματά τους, κυρίως μισθωτοί και συνταξιούχοι, θα υποστούν ακόμη μεγαλύτερα χτυπήματα, ενώ οι ελεύθεροι επαγγελματίες θα αντιμετωπιστούν με οριζόντιες ρυθμίσεις, δηλαδή χωρίς πραγματική βούληση να πληρώσουν οι πραγματικά έχοντες και να προστατευθούν οι μη έχοντες. Αυτά, σε μια συγκυρία στην οποία το οικονομικό επιτελείο θα έπρεπε να κάνει τα πάντα για να ανακουφιστούν κάπως οι εξουθενωμένοι από τις περικοπές δημόσιοι και ιδιωτικοί υπάλληλοι, οι αυτοαπασχολούμενοι που δηλώνουν λίγα γιατί βγάζουν λίγα.
Αυτό σημαίνει ότι η κυβέρνηση -και αυτή η κυβέρνηση- δεν έχει απολύτως καμία διάθεση ούτε καν να αναγνωρίσει το πρόβλημα, ότι δηλαδή υπάρχει τεράστιος πλούτος, ο οποίος παραμένει φάντασμα για το ελληνικό κράτος.
Έχει χτιστεί μια ολόκληρη -έωλη- θεωρία για να εξωραϊστεί η πολιτική συγκάλυψη της μεγάλης φοροδιαφυγής:
1. Η παραοικονομία δεν πιάνεται.
2. Η παραοικονομία είναι χρήσιμη για να κινείται η αγορά.
3. Οι πλούσιοι φοροκλέπτες του χθες, σήμερα δεν έχουν κέρδη.
4. Το μεγαλύτερο μέρος της φοροκλοπής αφορά ανθρώπους του μόχθου (μικρά ψάρια).
5. Δεν υπάρχουν μηχανισμοί για την αντιμετώπιση του προβλήματος και δεν μπορούν να φτιαχτούν.
Η λογική λέει ότι δεν χρειάζεται ένα υπερ-κράτος και πρωτοποριακά συστήματα για να γίνει η δουλειά, αλλά αρκεί η διασταύρωση της φορολογικής δήλωσης με την κινητή και ακίνητη περιουσία του φυσικού προσώπου. Και αν τα μεγάλα ακίνητα είναι δηλωμένα σε υπεράκτιες εταιρείες, όλες οι κινήσεις κεφαλαίων που έφυγαν από τις ελληνικές
τράπεζες είναι γραμμένες στην Τράπεζα της Ελλάδας.
Επομένως, η διασταύρωση είναι κάτι πολύ απλό και αν δεν είναι, σκοπίμως δεν είναι, δηλαδή έχει οργανωθεί όλο το σύστημα έτσι ώστε να αποτρέπεται η σύγκριση των στοιχείων που μπορεί να οδηγήσει στη θλιβερή αλήθεια, ότι δισεκατομμυριούχοι δηλώνουν εισοδήματα φτωχών. Από εκεί και πέρα, αρκεί μια απλή νομοθετική ρύθμιση για να
αντιμετωπίζονται κατά προτεραιότητα από τη Δικαιοσύνη οι υποθέσεις φοροδιαφυγής και με πρώτο στόχο την είσπραξη των χρημάτων που έχουν κλαπεί από το κράτος, μέσα από τη μη καταβολή τους.
Αντί γι’ αυτό, το σύστημα εξουσίας, με την ανοχή της τρόικας, ειδικεύεται σε επικοινωνιακά κόλπα, με τίτλους όπως «Οι γιατροί του Κολωνακίου», «Οι πισίνες της Μυκόνου», «Έλεγχοι σε καταθέτες εξωτερικού»… και άλλα συναφή. Σκοπίμως δημιουργείται σύγχυση μεταξύ όσων κατηγορούνται για μη απόδοση ΦΠΑ και όσων υπερ-εύπορων απλώς δεν υπάρχουν για το ελληνικό Δημόσιο. Σκοπίμως συζητάμε για τη λίστα Λαγκάρντ, η οποία είναι απλώς
ενδεικτική, ως παράδειγμα εργασίας και τίποτα περισσότερο από αυτό.
Ο πρόεδρος του γερμανικού κόμματος των Σοσιαλδημοκρατών, Σ. Γκάμπριελ, το είπε καθαρά: Για να έχει νόημα μια ακόμη επιχείρηση διάσωσης της πλέον υπερχρεωμένης χώρας της ευρωζώνης, θα πρέπει να περάσουν οι Έλληνες πλούσιοι από το ταμείο. Και μάλιστα, έψεξε τις ευρωπαϊκές ηγεσίες, ότι λειτουργούν ως κλεπταποδόχοι και ζήτησε να παγώσουν τα περιουσιακά στοιχεία όσων κρύβουν υπέρογκα ποσά σε ξένες τράπεζες.
Δεν είναι ο πρώτος και δεν είναι ο μόνος που διαπιστώνει την εθνική μας ανακολουθία: Την κρίση πληρώνουν οι μισθοσυντήρητοι, η φτώχεια διευρύνεται, η ανεργία σκοτώνει τη νέα γενιά, η μεσαία τάξη χάνει το έδαφος κάτω
από τα πόδια της και οι πολύ εύποροι συνεχίζουν σαν άλλοτε. Φυγαδεύουν τα κεφάλαιά τους στους παραδείσους του εξωτερικού, ενίοτε μετακινούν και την έδρα της εταιρείας τους, έχουμε το εκπληκτικό φαινόμενο των πτωχευμένων επιχειρήσεων με ιδιοκτήτες που παραμένουν πάμπλουτοι, οικονομικοί εγκληματίες υψηλού κύρους
και ακόμη υψηλότερων διασυνδέσεων, απολαμβάνουν τα πάθη των θυμάτων.
Πληρώνουμε και μιλάμε για το δημοσιονομικό έλλειμμα. Τι θα γίνει με το άλλο έλλειμμα, της ηθικής και της ισονομίας; Πότε θα πληρώσουν όσοι περιφέρουν τον αφορολόγητο πλούτο τους, μοιράζοντας φιλοδωρήματα στους επαγγελματίες της συγκάλυψης; Και πόσο άπληστοι είναι;
H Αγγελική Σπανού είναι δημοσιογράφος