imagesXDCRHH4U

του Δήμου Χλωπσιούδη

Σε μια Ευρώπη που η ακροδεξιά κερδίζει ολοένα και περισσότερο έδαφος, σε μια Ελλάδα όπου ο νεοναζισμός προσπαθεί να αναστηθεί ως ιστορική φάρσα, έχει ιδιαίτερη σημασία ο ρόλος που παίζουν ορισμένοι «πνευματικοί άνθρωποι». Από τη μια ασπάζονται κι αγκαλιάζουν ρατσιστικές προσεγγίσεις και δίνουν ιδεολογικά άλλοθι στην κοινωνική ακροδεξιά και στην ξενοφοβία επισημοποιώντας φοβίες χολιγουντιανού τύπου που αεροβατούν στην ελληνική και νοτιοευρωπαϊκή  πραγματικότητα. Από την άλλη συσκοτίζουν σε μία θολή ιδεολογική σαλάτα όρους και πολιτικές πρακτικές. Σε τούτη την κατηγορία η Σώτη Τριανταφύλλου σαφώς κατέχει ξεχωριστή θέση.

Στο τελευταίο της πόνημα («φασίστες στον καθρέφτη» -δύο άρθρα) προσπαθεί να επαναπροσεγγίσει το φασισμό (όχι βέβαια ως ιστορικός ούτε ως πολιτικός επιστήμων) και δίνει νέες ερμηνείες στο φασίστα. Έτσι κάθε μισαλλόδοξος ταυτίζεται με τον φασίστα, ο οπαδισμός, ο ολοκληρωτισμός κι ο αυταρχισμός -κάθε είδους- γίνονται συνώνυμα του φασισμού. Κάθε χρήση βίας είναι φασιστική, ξεκινώντας από τη Γαλλική Επανάσταση (ξεχνώντας την προηγηθείσα Αμερικανική Ανεξαρτησία).

Συνειδητά η κα Τριανταφύλλου ερμηνεύει κατά το δοκούν διαφορετικά πράγματα μέσα από το θολό πρίσμα της ιδεολογικής σαλάτας ταυτίζοντας με τους φασίστες τους κομμουνιστές, αριστερούς, «κολλημένους» μισαλλόδοξους, αναρχικούς, τρομοκράτες, ιστορικούς επαναστάτες, συνδικαλιστές και πολλούς άλλους. Μία ερμηνεία που μένει στα παρελκόμενα πολιτικών συστημάτων διαφορετικών ιδεολογιών και όχι στην ουσία και τον πυρήνα της, που διαβλέπει μόνο τα βολικά επιφανειακά χαρακτηριστικά κρίνοντάς τα κοινά. 

Βέβαια, πουθενά δεν αναρωτιέται πόσο πληθυσμό και ποια οικονομική σχέση εξυπηρετούσε η φασιστική και η ναζιστική ιδεολογία. Παραβλέπει τη στήριξη των εθνικών ελίτ στο φασισμό και την υποστήριξη που παρείχε τούτος στις βιομηχανίες. Ο κομφορμισμός σε περιόδους εντάσεων και κοινωνικής πόλωσης (Λαϊκό Μέτωπο Γαλλίας, Ισπανικός Εμφύλιος κλπ) δε διακρίνει ιδεολογίες, πόσο μάλλον στο μεσοπόλεμο. Αλλά μόνο σε μία σαλάτα θα ταυτίζονταν με το φασισμό. Μόνο σε μία ιδεολογική σαλάτα η βία, ο συνδικαλισμός, η επανάσταση θα συνδέονταν με το φασισμό, παραβλέποντας τόσο εύκολα ιστορικά φαινόμενα, τις κοινωνικές εξελίξεις και το πνεύμα της εποχής.

Φυσικά, δε βλέπει με το ίδιο «κριτικό» πνεύμα την κομφορμιστική λογική της κυβερνητικής πολιτικής όπου όλοι οι Έλληνες τιμωρούνται συλλογικά στο όνομα της κρίσης, ούτε βλέπει την κομφορμιστική λογική του ελληνικού σχολείου ή της Εκκλησίας και του Στρατού. Και πώς θα μπορούσε άλλωστε, αφού στόχος είναι η ταύτιση της αριστεράς με το φασισμό και η καταδίκη κάθε μορφής βίας. Μάλιστα η συσκότιση και η καταδίκη του συνδικαλισμού (του μαχόμενου, λες και υπάρχει άλλος) φτάνει στο σημείο της ταύτισής του με τον ιακωβινισμό (sic) που νωρίτερα έχει ταυτιστεί με το φασισμό (κι ας μην το ήξερε ο Μαρά ή ο Ρουσσώ).

Και ας σημειώσουμε παρενθετικά ότι στα σημεία που γίνεται λόγος για τη Γαλλική Επανάσταση σταματά και η όποια σχέση με την Ιστορία και την ιστορία της κας Τριανταφύλλου. Και τούτο επειδή ως κήνσορας της βίας, αδυνατεί/αδιαφορεί να δει τη Γαλλική Επανάσταση -συμβολικά- ως ένα φαινόμενο που διαρκεί από το 1786 (Αμερικανική Επανάσταση) ως το 1848 (αστικές επαναστάσεις) που καλύπτουν όλο το Δυτικό Κόσμο και στις δύο ηπείρους).  Βέβαια, σε ένα μίξερ όλα χωράνε κι ας βιάζεται κάθε λογική περί ιστορικής ακρίβειας.

Στην ουσία ακολουθώντας το γνώριμο μονοπάτι των φιλελεύθερων -νεωτερικών και μετανεωτερικών- προσπαθεί να κατηγορήσει τη βία, ακόμα και τη βία των ιδεολογικών της προγόνων. Εμφανίζει τη Γαλλική Επανάσταση ως ακροδεξιά και φασιστική όπως και όποιον μάχεται για καλύτερες μέρες ή συνδικαλίζεται. Γιατί τελικά πίσω από όλα ελλοχεύει η φιλελεύθερη θέση για τη βία. Ο ενδόμυχος φόβος των αστών διανοουμένων να καταδικάσουν κάθε μορφή βίας και να την ταυτίσουν με το φασισμό. Και προκειμένου να το πετύχουν τούτο, δε φοβούνται να καταδικάσουν ως φασιστική ακόμα και τη Γαλλική Επανάσταση. 

Το μεταπολεμικό ευρωπαϊκό πνεύμα προσπάθησε να μειώσει το ρόλο της βίας στις διεκδικήσεις και τους αγώνες ανεξαρτησίας. Και τούτο εντάσσονταν στο πλαίσιο της νέας κουλτούρας μετά τα τρομακτικά βιώματα του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου και τις εκατόμβες των νεκρών από όλες τις πλευρές. Αργότερα το πνεύμα ενισχύθηκε από το φόβο της διεθνούς τρομοκρατίας και των ισλαμικών κινημάτων. Έτσι, ο Γκάντι και ο Μαντέλα (εσχάτως) έγιναν ήρωες τη μη-βίας, αποκρύπτοντας τα μαχητικά κινήματα στις χώρες τους και τη μεταστροφή των ίδιων (αν ποτέ έγινε αυτή η μεταστροφή, γιατί σε τούτο υπάρχουν πολλές ενστάσεις).

Η κα Τριανταφύλλου έχει προχωρήσει ακόμα περισσότερο. Η Γαλλική Επανάσταση εξοβελίζεται ως τρομοκρατική πράξη γεμάτη αίμα, παραβλέποντας τους ταξικούς κι ιδεολογικούς της στόχους. Κάθε ενεργητική στάση (συνδικαλισμός, αντιπολιτευτική μαχητική διάθεση) ταυτίζεται με τη βία και το φασισμό, αδιαφορώντας τελικά για το όφελος. Η βία των αστικών επαναστάσεων θάβεται και η Γαλλική Επανάσταση ορίζεται ως το μοναδικό κακό. Η βία των εθνικοπαλευθερωτικών κινημάτων καταδικάζεται ως φασιστική (κάπου εδώ τρίζουν τα κόκκαλα του Κάλβου).

Οι ταγοί της Νέας Ευρώπης θέλουν πειθήνιους πολίτες. Αμέτοχους, ει δυνατόν, και μακριά από κάθε μαχητική διεκδίκηση. Ο συνδικαλισμός κρίνεται καλός μόνο όταν δεν είναι μαχητικός. Η αριστερά και ο φασισμός κατηγορούνται μαζί, οι πολίτες πρέπει να δέχονται όσα αποφασίζουν οι κυβερνήσεις τους γιατί αλλιώς γίνονται φασίστες !!! Ο νέος φιλελευθερισμός απαιτεί την κοινωνική υπακοή των πολιτών, την πειθαρχία τους, προσπαθώντας ακόμα και να μεταβάλει την Ιστορία μέσα από το πρίσμα των ιδεολογικών του αναγκών.

Via : www.tvxs.gr