Η 14χρονη Κάθριν Σάουμπ περνούσε τις ημέρες της με ένα μικροσκοπικό πινέλο στο στόμα της. Το ίδιο έκαναν και οι άλλες γυναίκες που δούλευαν στο εργοστάσιο κατασκευής ρολογιών στο Νιου Τζέρσει των ΗΠΑ.
Κάθε εργάτρια είχε δίπλα της ένα μικρό πιάτο με σκόνη Ράδιου. Την ανακάτευε με μερικές σταγόνες νερού και λίγη κόλλα. Ο συνδυασμός αυτός έδινε μια φωσφορούχα πράσινη πάστα. To Undark. Με αυτή τα κορίτσια ζωγράφιζαν με προσοχή τους αριθμούς που αντιπροσωπεύουν την ώρα πάνω στα ρολόγια. Τα κορίτσια τα χαρακτήριζαν ζωγράφους των καντράν και τις παρακινούσαν να κρατούν τα πινέλα με το στόμα για μεγαλύτερη ακρίβεια.
Αυτό που δεν γνώριζαν τα κορίτσια ήταν ότι η δουλειά τους θα τις σκότωνε. Η ραδιενέργεια είναι πλέον γνωστή και σχεδόν συνώνυμη με τον θάνατο. Αλλά στις αρχές του 20ου αιώνα, το Ράδιο είχε πρόσφατα ανακαλυφθεί, θεωρούνταν στοιχείο νεωτερισμού και η Αμερική είχε τρελαθεί με δαύτο.
Το βιβλίο της Κέιτ Μουρ «Τα κορίτσια του Ραδίου: Η σκοτεινή ιστορία των λαμπερών γυναικών της Αμερικής», που παρουσιάζει το timeline.com μιλά για την ιστορία των εργατριών που έκαναν τη «λαμπερή» αυτή δουλειά και τελικά έχασαν τη ζωή τους οδυνηρά και πολύ νωρίς από τη θανατηφόρο ουσία.
Το Ράδιο ανακαλύφθηκε από την Μαρί Κιουρί και τον σύζυγό της Πιερ Κιουρί το 1898. Απομονώθηκε ως καθαρό μέταλλο το 1910. Θεωρήθηκε σωτήριο καθώς εκτιμήθηκε ότι μπορούσε να θεραπεύσει σχεδόν όλα τα προβλήματα υγείας, συμπεριλαμβανομένου – τραγική ειρωνεία – και του καρκίνου. Το στοιχείο που έκανε τα πάντα να λάμπουν και ονομάστηκε «υγρός ήλιος», χρησιμοποιήθηκε στα πάντα, από τις οδοντόκρεμες και τις σκιές ματιών, μέχρι τις σοκολάτες και τα παιχνίδια. Επίσης φώτιζε πια τα πάντα από τα νοσοκομείο και τις αίθουσες συσκέψεων μέχρι τα θέατρα και τις βιβλιοθήκες.
Η ουσία Undark συνεπήρε την Αμερική
Δεν είναι περίεργο ότι το Ράδιο φάνταζε σχεδόν μαγικό όταν οι εργάτριες στα εργοστάσια πήραν για πρώτη φορά τη σκόνη στα χέρια τους. Η Μουρ γράφει ότι αρχικά συνεπήρε τα κορίτσια. Υπήρχε παντού, στον αέρα, στα μαλλιά τους. Τις έκανε να γελούν. «Πριν φύγουν το βράδυ από το εργοστάσιο κάποιες ζωγράφισαν τα νύχια τους ή ακόμη και τα δόντια τους με την ουσία που ζωγράφιζαν τα ρολόγια».
Κι όλα αυτά ενώ οι εργάτριες είχαν προειδοποιηθεί να είναι ιδιαιτέρως προσεκτικές και φειδωλές με το Ράδιο καθώς κόστιζε… 120.000 δολάρια ανά γραμμάριο (σήμερα αυτή η τιμή θα ήταν 2.2 εκατομμύρια δολάρια). Τα κορίτσια, σύμφωνα με την Μουρ, ένιωθαν επίσης ιδιαίτερα τυχερά. Αν και πληρώνονταν με το κομμάτι μπορούσαν να κερδίσουν πολλά χρήματα. Κάποιες μάλιστα πληρώνονταν καλύτερα ακόμη και από τους πατεράδες τους, κάτι απίθανο για τότε. Αυτό για τις νέες γυναίκες της εργατικής τάξης, όπως η Κάθριν Σάουμπ ήταν συναρπαστικό.
Μετά την είσοδο της Αμερικής στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, η ζήτηση αυξήθηκε και τα εργοστάσια Ραδίου προσέλαβαν περισσότερες εργάτριες. Δημιουργήθηκε έτσι η μεγάλη Αμερικανική Εταιρεία Ραδίου στο Όραντζ του Νιου Τζέρσει.
Εργάτριες στη δουλειά
Όταν η Κάθριν Σάουμπ ξύπνησε με το πρόσωπό της γεμάτο σπυράκια επισκέφτηκε έναν γιατρό. Εκείνος τη ρώτησε αν δουλεύει με φώσφορο που ήταν ένας γνωστός τοξικός παράγοντας. Παρατήρησε επίσης περίεργες αλλοιώσεις στο αίμα της. Αλλά η Σάουμπ ήταν σίγουρη ότι δεν είχε καμία έκθεση σε φώσφορο και συνέχισε να εργάζεται κανονικά. Μέχρι το 1919. Η ζήτηση ήταν αρκετή, αλλά η Σάουμπ ήταν εξαντλημένη. Και διαμαρτυρόταν για πληγές και ακαμψία στα πόδια της.
Την ίδια περίοδο η εταιρία Ραδίου των ΗΠΑ συνειδητοποίησε ότι θα ήταν πιο αποδοτικό οικονομικά να πωλείται το χρώμα στους κατασκευαστές που θα το χρησιμοποιούσαν απευθείας οι ίδιοι στο σπίτι τους. Έτσι η εταιρεία έδιωξε κάποιες από τις ζωγράφους των καντράν. Μερικές άλλες, όπως και η Κάθριν Σάουμπ αποφάσισαν να φύγουν για να αναζητήσουν πιο σταθερή εργασία. Η Κάθριν βρήκε δουλειά στο γραφείο μιας εταιρείας με ρουλεμάν. Όμως το 1920 την κάλεσαν ως εκπαιδεύτρια των εργατριών – ζωγράφων κι έτσι επέστρεψε πίσω στο Ράδιο. «Η Κάθριν δίδαξε πολλά κορίτσια τη μέθοδο που είχε μάθει η ίδια», γράφει η Μουρ. «Τους έδινε οδηγίες: να βάζουν το πινέλο στο στόμα τους».
Η Κάθριν Σάουμπ
Στις αρχές της δεκαετίας του 1920, οι οδοντίατροι άρχισαν να βλέπουν πολλές νέες γυναίκες με σοβαρά οδοντικά προβλήματα. Αρκετές έχαναν πολλά δόντια. Κάποιες άρχισαν να υποπτεύονται ότι αυτό μπορεί να έχει κάποια σχέση με το Ράδιο. Τα προβλήματά τους έμοιαζαν πολύ με αυτά που δημιουργούσε η έκθεση σε φώσφορο, αλλά σύμφωνα με το βιβλίο της Μουρ «το Ράδιο ήταν τόσο καθιερωμένο ιατρικά που τέθηκε εκτός κάθε αμφισβήτησης. Δυστυχώς χρειάστηκαν πολλοί θάνατοι για να αρχίσουν οι ερωτήσεις, οι αντιδράσεις και τελικά να υπάρξουν αποτελέσματα».
Μια από τις νεαρές γυναίκες που αρρώστησαν ξαφνικά από την ασθένεια που έμελε να γίνει γνωστή ως ραδιονέκρωση ήταν η εξαδέλφη της Κάθριν Σάουμπ, Ειρήνη που δούλευε επίσης ως ζωγράφος καντράν. Έγινε αναιμική και ανόρεχτη, άρχισε να έχει πονόδοντους που τελικά κατέληξαν στην καταστροφή της γνάθου της, έχασε όλα τα δόντια της και πέθανε από έναν οδυνηρό θάνατο στα 20 μόλις χρόνια της. Μη γνωρίζοντας σχεδόν τίποτα παρά μόνο μια σύνδεση μεταξύ της νέκρωσης και του Ραδίου που επιδίωκαν να κάνουν οι λίγοι ντόπιοι γιατροί, η Κάθριν Σάουμπ υπέβαλλε καταγγελία στην Αμερικανική Εταιρεία Ραδίου. Δεν έγινε τίποτα.
Σύντομα ήταν το στόμα της Κάθριν που άρχισε να πονάει. Πήγε σε έναν οδοντίατρο, ο οποίος της αφαίρεσε δυο κατεστραμμένα δόντια. Η ίδια άρχισε να σκέφτεται αμέσως την εξαδέλφη της. «Ανέπτυξε μια σοβαρή νευρικότητα που επηρέασε την ψυχική της υγεία, μια κατάσταση που δεν βελτιώθηκε όταν πέθανε ακόμη μια πρώην συνάδελφός της. Πολλές ακόμη αρρώστησαν. Μία, η Μαργαρίτα Κάρλουχ, ενημερώθηκε από τον οδοντίατρό της ότι χρειάζεται να γίνει αφαίρεση ενός δοντιού. Όταν της το έβγαλε ένα κομμάτι της γνάθου της αποσπάστηκε μαζί με το δόντι».
Τελικά δεν θεράπευε τον καρκίνο αλλά τον δημιουγούσε
Αυτό έγινε το 1923, την ίδια χρονιά που η Υπηρεσία Δημόσιας Υγείας των ΗΠΑ, δημοσίευσε μια έκθεση που παρότρυνε όσους εργάζονται με Ράδιο να λαμβάνουν «προφυλάξεις ασφαλείας». Η έκθεση αναφερόταν στην αναιμία και στη διάβρωση του δέρματος αλλά καθόλου στην δηλητηρίαση ή την νέκρωση. Όμως η Σάουμπ και οι άλλες εργάτριες επισκέπτονταν συνεχώς τον οδοντίατρό της. Βρίσκονταν υπό την επιτήρησή του και σχεδίαζαν τη δράση τους.
Το 1924 η Αμερικανική Εταιρεία Ραδίου παρουσίασε τη δική της μελέτη σχετικά με τις πιθανές επιπτώσεις του Ραδίου στην υγεία, κυρίως για να αποφύγει τις αγωγές. Ο πρόεδρος της εταιρείας προσέλαβε ειδικούς στην υγιεινή των βιομηχανιών, τις Σεσίλ και Κάθριν Ντρίνκερ και τον Γουίλιαμ Κάστλ, οι οποίοι ξεκίνησαν μια μελέτη για την ουσία και τις εργάτριες που αρρώστησαν.
Μια από τις άτυχες εργάτριες
Όπως γράφει η Μουρ: «Καθώς οι γυναίκες γδύνονταν σε ένα σκοτεινό δωμάτιο, η Κάθριν Ντρίνκερ, είδε τη σκόνη να λάμπει πάνω στο στήθος τους, στα εσώρουχα τους, στο εσωτερικό των μηρών τους. Ήταν διάσπαρτη παντού, όπως τα φιλιά ενός εραστή, αφήνοντας τα ίχνη της γύρω από τα άκρα των γυναικών, τα μάγουλά τους, το λαιμό τους, τη μέση τους». Τελικά οι ειδικοί έκριναν ότι το Ράδιο ήταν κατηγορηματικά υπεύθυνο για τις φρικιαστικές και βασανιστικές ασθένειες.
Η Αμερικανική Εταιρεία Ραδίου προσπάθησε να διαστρεβλώσει τα ευρήματα των Ντρίνκερ και να καλύψει τις αυξανόμενες ενδείξεις ότι το Ράδιο ήταν αιτία των πληγών, της νέκρωσης και της στοματικής σήψης που είχαν υποστεί τόσες νέες εργάτριες. Ωστόσο, υπό την πίεση, κυρίως, της Ένωσης Καταναλωτών του Νιου Τζέρσεϊ, η εταιρεία προχώρησε σε συμβιβασμό και αποζημίωσε την Κάθριν Σάουμπ κι ακόμη τέσσερις εργάτριες με 10.000 δολάρια και επιπλέον 600 δολάρια το χρόνο για όσο διάστημα υπέφεραν την δηλητηρίαση από το Ράδιο.
Η περίπτωσή τους έμεινε γνωστή στην ιστορία ως «Η υπόθεση των πέντε γυναικών που ήταν καταδικασμένες να πεθάνουν».
Η Σάουμπ πέθανε το 1933 σε ηλικία 31 ετών. Τελικά ήταν απλώς άλλη μία νεαρή γυναίκα της οποίας η υγεία και η ευημερία θυσιάστηκαν στην γραμμή της βιομηχανικής παραγωγής.
Σε ένα δοκίμιό του, το 2010, για το «Believer», με τίτλο «Για την αγάπη των ωραίων πραγμάτων», ο Ρόμπερτ Τζόνσον έγραφε: «Λένε ότι αν επισκεφτεί κανείς τον τάφο της Κάθριν Σάουμπ κι έχει μαζί του έναν μετρητή (για το Ράδιο), το μηχάνημα θα καταγράψει μια σημαντική θετική ποσότητα».
Η Σάουμπ έπαιξε έναν καθοριστικό ρόλο για την ενημέρωση του κοινού αναφορικά με τη δηλητηρίαση από το Ράδιο αλλά και την αναγνώριση της ραδιονέκρωσης από το Κρατικό Συμβούλιο Αποζημίωσης Εργατών. Παρ’ όλα αυτά η λαμπερή βαφή με βάση το Ράδιο δεν απαγορεύτηκε εξ ολοκλήρου παρά μόνο τη δεκαετία του 1960.
Via : tvxs.gr