MARC JONES, PAUL CARREL / REUTERS

Ενας ισχυρός ανταγωνιστής της Γερμανίδας καγκελαρίου στις επικείμενες εθνικές εκλογές αναγκάζει τους διεθνείς επενδυτές να αναθεωρήσουν τα δεδομένα. Ενα από αυτά τα δεδομένα είναι η απομάκρυνση ενός ισχυρού πολιτικού παράγοντα που διαδραμάτισε σταθεροποιητικό ρόλο στο ταραχώδες πολιτικό και οικονομικό περιβάλλον της Ευρωζώνης.

Εάν, όμως, χάσει το κόμμα των Χριστιανοδημοκρατών στις επόμενες εκλογές, τότε, ενδεχομένως, να μπει και ένα τέλος στην εμμονή της Ευρώπης υπέρ της λιτότητας. Η επιλογή του Μάρτιν Σουλτς ως υποψήφιου των Σοσιαλδημοκρατών στην εκλογική αναμέτρηση του Σεπτεμβρίου έχει ανακατέψει την τράπουλα στην πολιτική σκηνή της Γερμανίας.

Η δημοτικότητα του κ. Σουλτς εξακολουθεί να κινείται σε χαμηλότερα ποσοστά συγκριτικά με την κ. Μέρκελ, αλλά η θέση του έχει ενισχυθεί τελευταία. Μια εκλογική νίκη του κ. Σουλτς προκαλεί αναστάτωση σε ορισμένους επενδυτικούς κύκλους που έχουν συνηθίσει την πολιτική της κ. Μέρκελ ως προς τη διαχείριση των γερμανικών και ευρωπαϊκών υποθέσεων κατά τη διάρκεια των τελευταίων κρίσεων. Ο κ. Σουλτς, τέως πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, φαίνεται πρόθυμος να αλλάξει ορισμένες συντεταγμένες στην πολιτική τάξη πραγμάτων της Ευρώπης. Σε συνέντευξη στο περιοδικό Der Spiegel το 2012 είχε δηλώσει, για παράδειγμα, τη θεσμοθέτηση κοινών ομολόγων ή ευρωομολόγων στην Ευρωζώνη. Είχε πει πως αυτός ήταν ο καλύτερος τρόπος για να μειωθούν τα βάρη των ασθενέστερων οικονομιών του ευρωπαϊκού Νότου σε ό,τι αφορά την αποπληρωμή των χρεών τους. Ο ίδιος, βέβαια, μετρίασε αυτή τη θέση, ισχυριζόμενος εν συνεχεία πως η δημιουργία ευρωομολόγων δεν είναι παρά μια «θεωρητική διαμάχη», καθώς είναι ανεπιθύμητα από τον ευρωπαϊκό Βορρά.

Ενα ακόμη ερώτημα που προβληματίζει τους διεθνείς επενδυτές από μια αλλαγή «φρουράς» στο Βερολίνο, είναι η στάση της χώρας στο ζήτημα οικονομικής βοήθειας στην Ελλάδα. Τι θα συμβεί εάν αντικατασταθεί ο υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας, Βόλφγκανγκ Σόιμπλε; Θα τερμάτιζε ο κ. Σουλτς το καθεστώς λιτότητας στην Ευρώπη; Θα έθετε στο στόχαστρο το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης και χαμηλών –υπό του μηδενός– επιτοκίων της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας που πλήττουν τα συμφέροντα των Γερμανών αποταμιευτών; Ενδεχομένως το ευρώ να ήταν πολύ πιο ευμετάβλητο εάν η Γερμανία αποφάσιζε αύξηση των δημοσιονομικών δαπανών της. Η υφιστάμενη κυβέρνηση έχει δεχθεί από τον Οργανισμό Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) πιέσεις για δημοσιονομική επέκταση, δηλαδή αύξηση των δημοσίων δαπανών.

Οι αγορές βρίσκονται σε στάση επιφυλακής λόγω της μεγάλης αβεβαιότητας που προκλήθηκε το 2016, ύστερα από την εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ στις ΗΠΑ τον περασμένο Νοέμβριο και την απόφαση των Βρετανών να αποχωρήσουν από την Ευρωπαϊκή Ενωση στο δημοψήφισμα της 23ης Ιουνίου. Από την άλλη πλευρά, μια αλλαγή πλεύσης στη Γερμανία θα μπορούσε να αμβλύνει τις διεθνείς πιέσεις που δέχεται η χώρα για τον προϋπολογισμό της και τα εμπορικά πλεονάσματά της, μείζονα ζητήματα που ανέκυψαν ξανά όταν εμπορικός σύμβουλος του Αμερικανού προέδρου κατηγόρησε τους Γερμανούς εξαγωγείς για ένα «υπερβολικά υποτιμημένο» ευρώ. «Εάν μελετήσει κάποιος με προσοχή τη στάση της κ. Μέρκελ απέναντι στην ΕΚΤ, θα διαπιστώσει πως είναι υποστηρικτική των ενεργειών της ευρωτράπεζας», σχολιάζει ο Τιμ Μπάρκερ, επικεφαλής του τμήματος πιστώσεων της Old Mutual Global Investors. «Τι θα απογίνουν όλα αυτά τα μέτρα στήριξης εάν παύσει να κυβερνά τη χώρα η κ. Μέρκελ;», προσθέτει ο ίδιος. Παρά το θετικό κλίμα που επικρατεί στο κόμμα των Σοσιαλδημοκρατών, οι πιθανότητες να νικήσει ο κ. Σουλτς την Γερμανίδα καγκελάριο παραμένουν περιορισμένες.

Via : www.kathimerini.gr